Από τον Κώστα Βλαχόπουλο και τον Νίκο Μπιζά
«Ο τρόπος που η Ευρωπαϊκή Ένωση νομοθετεί, αποτελεί εχθρό κατά της ίδιας της δημοκρατίας. Αυτή θα είναι και η τελευταία Ευρωπαϊκή Επιτροπή που θα κυβερνήσει την Βρετανία»
Οι δηλώσεις αυτές έγιναν το 2014, στον απόηχο της εκλογής του Ζαν Κλωντ Γιούνκερ ως νέου Προέδρου της Κομισιόν. Ανήκουν στον ακροδεξιό αρχηγό του UKIP και σήμερα ηγετική φυσιογνωμία της καμπάνιας υπέρ του Leave, Nigel Farage. Ο Farage, πρώην στέλεχος των Tories και μεγαλοαστός, και παρ’ότι μια γραφική φιγούρα ο ίδιος, δεν εκπροσωπεί μια μειοψηφία στον Βρετανικό λαό. Οι δημοσκοπήσεις αυτή τη στιγμή δείχνουν ότι οι Βρετανοί είναι μοιρασμένοι στα δύο, ενώ πριν από την δολοφονία της βουλευτίνας των Εργατικών Jo Cox, η καμπάνια υπέρ της αποχώρησης φαινόταν να είχε momentum νίκης.
Οι ρίζες του Βρετανικού Ευρωσκεπτικισμού είναι βαθιές, ιστορικές και διαπερνούν οριζόντια το φάσμα ολόκληρου του πολιτικού συστήματος και της κοινωνίας. Σε αντίθεση με την υπόλοιπη Ευρώπη, που ο ευρωσκεπτικισμός είναι, εν πολλοίς σημείο των καιρών και αποτέλεσμα των πολιτικών λιτότητας και της ανεπαρκούς διαχείρισης της κρίσης χρέους, σημαντικό κομμάτι των Βρετανών έχουν εδραιωμένη την πεποίθηση ότι η συμμετοχή τους σε ένα ευρωπαϊκό κλαμπ χωρών, έστω και με την αποστασιοποιημένη μορφή που έχει ως σήμερα, είναι επιζήμια σε ζητήματα όπως η μετανάστευση και η εργασιακή νομοθεσία.
Όταν ο Ουίνστον Τσώρτσιλ, μέσα στις στάχτες της μεταπολεμικής περιόδου, έπαιρνε την πρωτοβουλία για την επαναπροσέγγιση της Γαλλίας και της Γερμανίας, έθετε ουσιαστικά τις βάσεις για την δημιουργία της πρώτης Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα η οποία με την σειρά της άνοιξε τον δρόμο για την ΕΟΚ το 1957. Η Βρετανία έχοντας στραμμένο το βλέμμα της στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού και προσπαθώντας να διατηρήσει τις ισορροπίες στην Κοινοπολιτεία, δεν πήρε μέρος σ’αυτές τις πρώτες διαδικασίες ενοποίησης της Ευρώπης. Αλλά και όταν πολύ αργότερα αποφάσισε να ενταχθεί τελικά, αντιμετώπισε αυτή την σχέση με όρους κόστους-οφέλους και όχι με αυτή την προσήλωση σε μια –αρκετά θολή- ευρωπαϊκή ιδέα, όπως τα άλλα κράτη της ηπειρωτικής Ευρώπης.
Cambridgeshire, Μεγάλη Βρετανία
Η συζήτηση για την Ευρώπη στο Ηνωμένο Βασίλειο έχει χαρακτηριστικά διαιρετικής τομής που διαπερνά οριζόντια το πολιτικό σύστημα, καθώς τα δύο κόμματα εξουσίας, που εναλλάσσονται μεταπολεμικά στην κυβέρνηση διαγκωνίζονται κατά καιρούς ποιο από τα δύο θα αποτελέσει τον αντιευρωπαϊκό πόλο. Ήταν ο Hugh Gaitskell, ο ηγέτης των Εργατικών, που πρώτος προειδοποιούσε στις παραμονές της εισόδου της χώρας στην ΕΟΚ, ότι ‘η συμμετοχή στην Κοινή Αγορά θα τερματίσει μια ιστορία 1000 χρόνων’.
Την σκυτάλη πήρε η Margaret Thatcher, όταν το 1988 ο τότε Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζακ Ντελόρ ανακοίνωσε στο συνέδριο των βρετανικών συνδικάτων ότι πρόθεση της Επιτροπής είναι να προχωρήσει σε πιο αυστηρή ρύθμιση της αγοράς εργασίας, κάτι που Θάτσερ πολεμούσε μανιωδώς από την πρώτη μέρα που ανέλαβε την εξουσία. Ακολούθησε ο Ντέβιντ Κάμερον, ο οποίος φοβούμενος την αυξανόμενη επιρροή του ακροδεξιού UKIP άρχισε σταδιακά να υιοθετεί ένα αντιευρωπαϊκό αφήγημα, το οποίο κυρίως έβαζε στο στόχαστρο μετανάστες και πρόσφυγες, θεωρώντας υπεύθυνη την πολιτική της ΕΕ για την κατάσταση.
Το χαρακτηριστικό όμως που διαφοροποιεί τον Βρετανικό Ευρωσκεπτικισμό από τους υπόλοιπους, είναι η σύνδεσή του με την διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητας και κουλτούρας των Βρετανών. Για τους Ευρωσκεπτικιστές, η έξοδος από την ΕΕ είναι απαραίτητη ιστορική προϋπόθεση ανάκτησης της εθνικής κυριαρχίας και της ελευθερίας. Αυτό μπορεί να γίνει εύκολα κατανοητό αν αναλογιστούμε ότι η ταυτότητα των Άγγλων κυρίως -που αποτελούν το μεγαλύτερο κομμάτι αυτού που ονομάζουμε Ηνωμένο Βασίλειο- σφυρηλατήθηκε στα χρόνια που η ‘απειλή’ προερχόταν από την απέναντι όχθη του στενού της Μάγχης.
Η κατανόηση του Βρετανικού Ευρωσκεπτικισμού και των ιδιαιτεροτήτων που αυτός κουβαλάει είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να δώσουμε απάντηση στο ερώτημα γιατί η Βρετανία κάνει δημοψήφισμα για την συμμετοχή της στην ΕΕ.
Ποιες όμως θα είναι οι επιπτώσεις από την απόφαση των Βρετανών ψηφοφόρων στο κρίσιμο δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου;
Μετανάστευση
Διόλου τυχαία, η μετανάστευση έχει χρησιμοποιηθεί κατά κόρον από το στρατόπεδο του Μπρέξιτ ως βασικό επιχείρημα για έξοδο από την ΕΕ. Παρά τα πολύ πραγματικά της οφέλη για την οικονομία, την εκπαίδευση και την κοινωνία της Βρετανίας, και το γεγονός ότι δεν έχουν υπάρξει μελέτες που να έχουν δείξει ξεκάθαρα τις επιπτώσεις της Ευρωπαϊκής μετανάστευσης, είναι γεγονός ότι έχει πλήξει τα κατώτερα στρώματα της Βρετανικής κοινωνίας και επηρεάσει μισθολογικά τους ντόπιους ανειδίκευτους εργάτες. Παρά το σχετικά πρόσφατο της μαζικής Ευρωπαϊκής μετανάστευσης, στα μάτια πολλών Βρετανών είναι μια συνέχεια των προηγούμενων μεταναστευτικών ροών – και ως εκ τούτου μέρος ενός “προβλήματος” που μοιράζονται οι δημόσιες υπηρεσίες και οι τοπικές κοινωνίες, και που φαίνεται να επηρεάζει την αντίληψη πολλών Βρετανών τόσο για το πρόσημο που φέρει η μετανάστευση όσο και για την ικανότητα της κυβέρνησης να την ελέγξει[1].
Είναι εξαιρετικά πιθανό, επομένως, μετά από ένα ενδεχόμενο Μπρέξιτ να δούμε την εισαγωγή πιο σκληρών μέτρων κατά της μετανάστευσης και κατά των όποιων διευκολύνσεων για την κοινωνική ενσωμάτωση των μεταναστών[2]. Αξίζει να σημειωθεί ότι τέτοιες προτάσεις έχουν ήδη κατατεθεί στην Βρετανική κυβέρνηση, από ειδικούς οι οποίοι θεωρούν ότι το θέμα με τα ίσα δικαιώματα για τους Ευρωπαίους πολίτες έχει “παρατραβήξει”, και ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έχει στην πράξη “διαλύσει σχεδόν όλα τα δικαιώματα” και “προνόμια των γηγενών Βρετανών”[3].
Εργασία
Υπάρχει μεγάλη σύγχυση σχετικά με το πως ακριβώς έχει επηρεάσει το Ευρωπαϊκό ρυθμιστικό πλαίσιο τη Βρετανική αγορά εργασίας – ακόμα και στις τάξεις των ειδικών σε θέματα εργασίας και εκπροσώπων κυβέρνησης / ΜΚΟ[4] – και κατ’ επέκταση δεν γνωρίζει κανείς τι επιφυλάσσει η επόμενη μέρα.
Το Βρετανικό Διευθυντικό Ινστιτούτο έχει ανακοινώσει ότι προτεραιότητα σε ένα Μπρέξιτ θα ήταν η απλοποίηση ή κατάργηση Ευρωπαϊκών κανονισμών που η Βρετανική επιχειρηματική κοινότητα θεωρεί ακατάλληλους για την Βρετανική αγορά εργασίας, ενώ παρόμοια στάση έχει πάρει και η Ομοσπονδία Μικρών Επιχειρήσεων της χώρας η οποία έχει ήδη αναδείξει τους Ευρωπαϊκούς κανονισμους που θεωρεί περισσότερο επιβαρυντικούς για τις επιχειρήσεις που αντιπροσωπεύει. Σύμφωνα με ακαδημαϊκούς ειδικούς στο χώρο των εργασιακών, ωστόσο, η ΕΕ έχει περιορισμένες πραγματικές αρμοδιότητες και εξουσίες με αποτέλεσμα το μεγαλύτερο μέρος του σχετικού πλαισίου να καθορίζεται από την ίδια τη χώρα[5] (στο ζήτημα π.χ. των μισθών, η αρμοδιότητα της ΕΕ περιορίζεται μόνο στο ζήτημα της ισότητας για άντρες και γυναίκες). Μέσα από ένα τέτοιο πρίσμα, είναι πολύ πιθανό οι εκκλήσεις της Βρετανικής επιχειρηματικής κοινότητας σχετικά με τις προβληματικές Ευρωπαϊκές ντιρεκτίβες να είναι στην πραγματικότητα ενδεικτικές μιας επιθυμίας για μεγαλύτερη απορρύθμιση στα εργασιακά.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι μετά από ένα ενδεχόμενο Μπρέξιτ, 2 εκατομμύρια Ευρωπαίοι[6] – ένας αριθμός που αυξάνεται σταθερά τα τελευταία χρόνια σύμφωνα με επίσημες κυβερνητικές πηγές – θα βρεθούν να διαπραγματεύονται το καθεστώς απασχόλησης τους σε ένα νέο -ενδεχομένως περισσότερο απορυθμισμένο- πλαίσιο χωρίς δικαιώματα που απορρέουν από την κατοχή ευρωπαϊκού διαβατηρίου.
Οικονομία
Είναι πολύ δύσκολο να προβλέψει κανείς τον οικονομικό αντίκτυπο μιας αλλαγής της τάξης ενός Μπρέξιτ. Προφανώς ωστόσο επειδή η οικονομία είναι πολύ βασικός παράγοντας στο δίλημμα των Βρετανών, τα δύο αντίπαλα στρατόπεδα έχουν αναπτύξει εκτενείς θέσεις πάνω στο ζήτημα της οικονομίας, οι οποίες μπορούν να συνοψιστούν ως εξής: το Μπρέξιτ θα αλλάξει -κακώς- ένα στάτους κβο που “δουλεύει”[7] (Bremain) / το Μπρέξιτ θα αλλάξει -καλώς- ένα στάτους κβο που θα μπορούσε να “δουλεύει” πολύ καλύτερα[8] (Brexit).
Κατ` επέκταση, τα δύο στρατόπεδα δεν έχουν διαφορές ουσίας. Και στις δύο περιπτώσεις δεν αμφισβητούνται ούτε η εξαιρετική σημασία του Σίτι, ούτε η σχεδόν βέβαιη αποδοχή της ΤΤΙΡ ως μονόδρομου για το εμπορικό και οικονομικό μέλλον της χώρας[9].
Αυτό είναι που κάνει τις προβλέψεις στο συγκεκριμένο θέμα τόσο δύσκολες. Πολλοί υπέρμαχοι του Μπρέξιτ ισχυρίζονται ότι μια Βρετανία εκτός ΕΕ μπορεί να διαπραγματευτεί πιο ευέλικτα και να υιοθετήσει πιο γρήγορα ευεργετικές διατάξεις της ΤΤΙΡ. Οι πολέμιοι του ισχυρίζονται ότι ως μέλος της ΕΕ, η Βρετανία μπορεί να διαπραγματευτεί με περισσότερη ισχύ. Δίλημμα υπάρχει, αλλά είναι μάλλον ψευδές. Το επίδικο είναι οι λεπτομέρειες του ντιλ, όχι το ντιλ το ίδιο.
Κοινωνία και Μπρέξιτ
Είναι πραγματικότητα ότι το Μπρέξιτ έχει συνδεθεί με την πιο ακραία δεξιά πτέρυγα της Βρετανικής πολιτικής, η οποία με την έμφαση της στο μεταναστευτικό εκφράζει τις πεποιθήσεις μεγάλου μέρους των λαϊκών στρωμάτων, αρκετοί από τους οποίους ενδεχομένως (δεν υπάρχουν αριθμοί που να στηρίζουν τέτοια δήλωση) και να έχουν πληγεί πραγματικά από κάποιες από τις συνέπειες της μαζικής μετανάστευσης. Επιπλέον, μέρος της γοητείας του Μπρέξιτ για τους Βρετανούς είναι και το γεγονός ότι έρχεται σε μια ιστορική στιγμή στην οποία πολλοί Βρετανοί αμφισβητούν ανοιχτά τις θέσεις της κυβέρνησής τους – και των μεγάλων κομμάτων εν γένει – και έχουν χάσει κάθε εμπιστοσύνη στους πολιτικούς τους.
Είναι επίσης πραγματικότητα ότι για εκατομμύρια Ευρωπαίους κατοίκους της Βρετανίας -καθώς και Βρετανούς της Ευρώπης- το Μπρέξιτ είναι ένα τρομαχτικό ενδεχόμενο με πολύ πραγματικές επιπτώσεις για την επαγγελματική και κοινωνική τους ζωή – και ενδεχομένως ακόμα και για το στάτους τους ως πολίτες. Και είναι βεβαίως λογικό να έχουν με το μέρος τους και τους Βρετανούς οι οποίοι παρά την απώλεια της πίστης τους στο σύστημα εναντιώνονται πολιτικά στην άκρα συντηρητική δεξιά και θεωρούν ότι το Μπρέξιτ θα την ισχυροποιήσει.
Από ότι βλέπουμε όμως παραπάνω, το Μπρέξιτ, πέρα των προφανών δυσκολιών που θα δημιουργήσει στους Ευρωπαίους κατοίκους της Βρετανίας, δεν αποτελεί τομή στη Βρετανική πολιτική ζωή. Οι θέσεις που εκπροσωπεί έχουν εκφραστεί εδώ και πολύ καιρό στο Βρετανικό πολιτικό mainstream και σύμφωνα με πηγές στον Βρετανικό τύπο, κάποιες από αυτές, ειδικά όσες αφορούν στα δικαιώματα των ξένων εργαζομένων για εργασία και επιδόματα, τα μελετάει εδώ και καιρό η ίδια η κυβέρνηση των Συντηρητικών που στην παρούσα φάση είναι υπέρμαχος του Bremain και ενεργός έταιρος στο ντιλ της ΤΤΙΡ.
Το Μπρέξιτ, με άλλα λόγια, είναι ένα ερώτημα υπαρξιακής, φαινομενικά, σημασίας, που διατυπώνεται με τρόπο που δεν μπορεί να δώσει καμία ουσιαστική απάντηση στην συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών της Βρετανίας, οι οποίοι καλούνται να διαλέξουν ανάμεσα σε πολύ περιορισμένες επιλογές με περιορισμένες σχετικές γνώσεις. Το Ευρωπαϊκό πλαίσιο είναι ένα μέρος μόνο του προβλήματος – ή της λύσης, αναλόγως από ποια μεριά το βλέπει κανείς. Ούτε την Θάτσερ μπορεί να εξηγήσει από μόνο του, ούτε την αποβιομηχάνιση της χώρας, ούτε και την σταδιακή διάλυση του NHS (όσο κι αν επιμένουν οι διαφημίσεις υπέρ του Μπρέξιτ). Μόνο όταν γίνει κατανοητό αυτό μπορεί να εμπλακεί σε μια ουσιαστική συζήτηση για το παρόν και το μέλλον της τόσο η Βρετανική όσο και η Ευρωπαϊκή κοινωνία.
Ελλείψει τέτοιου ολοκληρωμένου διαλόγου, η μόνη απόφαση που μπορεί να βγει από το δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου είναι το business as usual.
[1] https://www.gov.uk/government/uploads/system/uploads/attachment_data/file/335088/SingleMarketFree_MovementPersons.pdf
[2] https://jobspotting.com/en/journal/what-the-brexit-could-mean-for-european-workers/
[3] https://www.gov.uk/government/uploads/system/uploads/attachment_data/file/335088/SingleMarketFree_MovementPersons.pdf
[4] https://www.gov.uk/government/uploads/system/uploads/attachment_data/file/332524/review-of-the-balance-of-competences-between-the-united-kingdom-and-the-european-union-social-and-employment-policy.pdf
[5] https://www.personneltoday.com/hr/how-leaving-the-eu-would-affect-uk-employment-law/
[6] https://www.ons.gov.uk/employmentandlabourmarket/peopleinwork/employmentandemployeetypes/timeseries/eq4u
[7] https://www.euractiv.com/section/uk-europe/opinion/brexit-will-destroy-the-city-of-london-as-we-know-it/
[8] https://www.rt.com/uk/316492-brexit-eu-financial-sector/
[9] https://www.gov.uk/government/uploads/system/uploads/attachment_data/file/279322/bis_14_591_balance_of_competences_review_Trade_and_investment_government_response_to_the_call_for_evidence.pdf