του Μάκη Γεφυρόπουλου
Ο Αϊνστάιν δυστυχώς πέθανε, όπως και οι Χόκινγκ, Αριστοτέλης, η Υπατία, αλλά και ο Μαρξ.
Το ίδιο έπραξε και ο Χίτλερ και μαζί του οι Πολ Ποτ, Τζιμ Τζόουνς, η Φρειδερίκη και φυσικά ο Αλέξανδρος.
Ένδοξοι ήρωες, κοινοί θνητοί και καθάρματα περιωπής διασταυρώνουν τις τύχες τους καθημερινά, στο κοινό εκείνο κομβικό σημείο όπου ο θάνατος επικρατεί πανηγυρικά της ζωής, χωρίς να ενδιαφερθεί πρώτα να αναζητήσει περαιτέρω τις διαφορές ανάμεσα στο καλό και το διαβολικό.
Τα νεκροταφεία είναι γεμάτα με μίση, έρωτες και ανεκπλήρωτα όνειρα. Τα πεδία των μαχών έχουν διαποτιστεί με ωκεανούς αίματος που εκρέουν από τα κατακρεουργημένα σωθικά των σφαγιασμένων «νεκροζώντανων», οι οποίοι συνεχίζουν ακόμα και μετά τον θάνατό τους να πολεμούν με λύσσα για το μάταιο των φθονερών φιλοδοξιών τους.
Ο θάνατος υπερβαίνει τις επίγειες διαμάχες και ξεφεύγει από το πεδίο της ανθρώπινης επιρροής. Γεννιόμαστε και πεθαίνουμε ξανά και ξανά, ερχόμενοι αντιμέτωποι με τις παθογένειες της εφήμερης ύπαρξής μας, όπως επίσης και με τα καπριτσιόζικα ξίφη του αδάμαστου χρόνου.
Γινόμαστε επιστήμονες, καλλιτέχνες και επαναστάτες, την ίδια στιγμή που δίπλα μας απογυμνώνουν τα πυρηνικά όπλα τους, οι αιμοσταγείς επίδοξοι επικυρίαρχοι της πλάσης και οι ανθρωποκτόνοι του κοινού ποινικού συρφετού.
Επιθυμούμε διακαώς να αφήσουμε το στίγμα μας, μα εκείνο χάνεται στους στροβίλους της αιωνιότητας, όπως ένας μικρός και ασήμαντος κόκκος άμμου.
Πίσω μένουν μονάχα οι αγαθοεργίες και τα βδελύγματα, με τους πιο «τυχερούς» ανάμεσά μας να διαιωνίζονται στη συλλογική μνήμη -και ανάλογα βέβαια με το μέγεθος των πράξεων μας-, για λίγο περισσότερο καιρό, εκπληρώνοντας έτσι άδοξα την επιθυμία μας για αθανασία, μιας και εμείς δε θα βρισκόμαστε κάπου εκεί κοντά για να καμαρώσουμε τα όποια κατορθώματα αφήσουμε για κληρονομιά στις επόμενες γενιές.
Είμαστε λοιπόν όλοι ίσοι απέναντι στον χάρο, αλλά διαφέρουμε ωστόσο θεμελιωδώς στον τρόπο με τον οποίο αναπνέουμε τη ζωή. Παρά τις δυσκολίες, πάντα θα έχουμε την επιλογή για το πώς θα σταθούμε απέναντι στο ρεύμα των κακουχιών που επιβουλεύεται μοχθηρά να καταπνίξει την ανθρωπιά μας.
Ναι, ο θάνατος είναι αδυσώπητος και όπως ο ωρολογιακός χρόνος, δε νικιέται. Αντίθετα, η τέχνη της ζωής μπορεί να κατακτηθεί, αρκεί να έχουμε ανοιχτό νου και ελεύθερη καρδιά.
Η «αθανασία» τελικά αποτελείται από πολλά μικρά νήματα αγάπης που συνδέονται αλληλέγγυα με τις θαρραλέες πράξεις της καθημερινότητας, συνθέτοντας έτσι από κοινού το μεγαλείο της ανθρώπινης διαδρομής.
Η ευτυχία κρύβεται ανάμεσα στα συντρίμμια της φρικιαστικής πραγματικότητας και αναδύεται μονάχα ύστερα από τις επίπονες προσπάθειες όλων εκείνων που δε διστάζουν να θυσιάσουν τη ζωή τους για μία και μοναδική στιγμή ευδαιμονίας που θα έρθει και θα καθησυχάσει το βασανισμένο τους πνεύμα από τα δεινά του.
Γιατί αυτό που μετράει στο τέλος, ακόμη και όταν όλοι οι κοσμικοί δείχτες των ρολογιών πάψουν να γυρίζουν αργά και βασανιστικά, επιτρέποντας επιτέλους στην αιώνια σιγαλιά να κατακλύσει τα πέρατα του σύμπαντος με τον θλιμμένο και θρηνητικό αχό της, είναι η καλοσύνη εκείνων των «φαντασμάτων» που τόλμησαν να ζήσουν με το γέλιο ζωγραφισμένο στα άλλοτε ζωηρά τους χείλη.
Εκείνων που αψηφώντας σθεναρά τις θνησιγενείς συμβάσεις της εύθραυστης μοίρας τους, κατευθύνουν έμπρακτα με το παράδειγμά τους τις επόμενες γενιές θνητών, στην προσπάθειά που αυτές καταβάλουν για να αλλάξουν προς το καλύτερο την οδυνηρή εμπειρία μίας κολασμένης πραγματικότητας που καθηλώνει τις συνειδήσεις με την αμετροέπεια της εξουσίας του τρόμου.