Ανακεφαλαίωση.
Για τον βίο και την πολιτεία του Κωνσταντίνου Καραμανλή, του γνωστού και ως «Εθνάρχη» ή Τριανταφυλλίδη ή πιο γνωστού ως «Σκατόψυχου», έχουμε γράψει εδώ.
Στο παρόν κείμενο θα επικεντρωθούμε στην δράση του Καραμανλή κατά την περίοδο της Κατοχής και τις κατηγορίες που προέκυψαν μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Στην Κατοχή.
Μετά την δικτατορία της 4ης Αυγούστου του 1936 από τον Ιωάννη Μεταξά και σύμφωνα πάντα με το προσωπικό αρχείου του Κ. Καραμανλή, ο βουλευτής Σερρών, σταματάει αναπόφευκτα την ενασχόλησή του με την πολιτική και επιστρέφει στην πρώην εκλογική του περιφέρεια και γενέθλια πόλη του, στις Σέρρες.
Το 1941, ο Καραμανλής κατεβαίνει πίσω στην Αθήνα και εφόσον προηγουμένως είχε αποφύγει την στράτευση λόγω της μερικής κώφωσης που είχε, μαζί με άλλους πολιτικούς, τραπεζίτες και αστούς, συμμετέχει σε ένα think tank της εποχής.Σε αυτό συμμετέχουν ο μετέπειτα Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κων/νος Τσάτσος, οι επαγγελματίες πολιτικοί, Μαύρος και Γαρουφαλιάς (μετέπειτα γνωστός υπουργός της Αποστασίας), ο αδερφός των βιομηχάνων της Χαλυβουργικής και Διοικητής της Εθνικής Τραπέζης, Άγγελος Αγγελόπουλος και ο μετέπειτα πρωθυπουργός και Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Ξενοφών Ζολώτας.Ήταν τόσο χρήσιμη η λειτουργία του συγκεκριμένου think tank, κατά την περίοδο της Κατοχής, που μέχρι και ο Καραμανλής εκ των υστέρων την απαξίωσε, λέγοντας ότι ο προβληματισμός της δεν ήταν καν πολιτικής φύσεως αλλά μάλλον ακαδημαϊκά προσανατολισμένος.
Στην Αθήνα μένει μέχρι το 1943, όπου στο σπίτι του και το γραφείο του επιτάσσεται από τους Γερμανούς κατακτητές.Επιστρέφει στην Βόρειο Ελλάδα και συγκεκριμένα στην Νιγρίτα όπου ιδιωτεύει.Από εκείνη την στιγμή και μέχρι τον Αύγουστο του 1944 που επιστρέφει στην Αθήνα με σκοπό να μεταβεί στο Κάιρο όπου η εξόριστη ελληνικλη κυβέρνηση μοιράζει υπουργεία, τίποτα δεν είναι γνωστό για την δράση του, ούτε καν μέσα από τον προσωπικό του αρχείο που κατά τα άλλα είναι αναλυτικότατο.
Καταφέρνει να φτάσει στο Κάϊρο τον Οκτώβρη του ίδιου έτους.Το πρόβλημα όμως, είναι ότι η Ελλάδα έχει ήδη απελευθερωθεί και η εξόριστη κυβέρνηση επιστρέφει στην Αθήνα για να ετοιμάσει μαζί με τον Σκόμπι τη σφαγή των ανταρτών του ΕΛΑΣ και την παράνομη κατάληψη της εξουσίας από μια μη εκλεγμένη κυβέρνηση ανδρείκελων.
Αφού τελικά έχασε το τραίνο της υπουργοποίησης, εκλέγεται για άλλη μια φορά βουλευτής Σερρών με το Λαϊκό Κόμμα κατά τη Δ’ Αναθεωρητική Βουλή.
Πρωθυπουργοποίηση.
Στις 5 Οκτωβρίου του 1955, ο στρατάρχης και πρωθυπουργός, Αλέξανδρος Παπάγος, πεθαίνει και προς έκπληξη όλων ο βασιλιάς Παύλος διορίζει πρωθυπουργό τον Καραμανλή. Αυτή η ενέργεια προξένησε τεράστια εντύπωση στον πολιτικό και μη κόσμο της εποχής, καθότι ο μελλοντικός «εθνάρχης» μας δεν ήταν καν δελφίνος στο κόμμα του Ελληνικού Συναγερμού.
Φαβορί για την διαδοχή στην αρχηγία του κόμματος ήταν οι 2 αντιπρόεδροι, ο Στέφανος Στεφανόπουλος και ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος.Για προφανείς λόγους, κανένας από τους δύο δεν ήταν αγαπητοί στον λαό, οπότε ο Παύλος (ή κατά πάσα πιθανότητα η Φρειδερίκη που πραγματικά διοικούσε) διάλεξε τον Καραμανλή (φήμες της εποχής θέλουν ζευγάρι τον Κωνσταντίνο και την Φρειδερίκη), προκειμένου να αποφευχθεί η όποια εσωκομματική διάσπαση, με την ΕΔΑ να καιροφυλακτεί και το Κέντρο να παραπαίει μεταξύ των αλλεπάλληλων διασπάσεών του.
Επιλογή των Αμερικάνων θα πουν οι «κακιές γλώσσες» της εποχής.Οι Αμερικάνοι λοιπόν ευχαριστήθηκαν, το παλάτι ευχαριστήθηκε, κάποιο κομμάτι του λαού ευχαριστήθηκε που τα «κομμούνια» θα κάτσουν στα μετόπισθεν και ο Καραμανλής εκλέγεται πρωθυπουργός στις εκλογές του 1956 επίσημα πια και μετονομάζει το κόμμα του Παπάγου σε «Εθνική Ριζοσπαστική Ένωσις» (ΕΡΕ). Πράγματι ήταν τρομερά ριζοσπαστικό το πόσα σκάνδαλα «έσκασαν» τα επόμενα χρόνια με τον Καραμανλή στο τιμόνι.
Και κανένα σκάνδαλο δεν ήταν τόσο ύποπτο και βρώμικο για τον ρόλο που έπαιξε ο Καραμανλής στην Κατοχή, όσο το σκάνδαλο της υπόθεσης «Μέρτεν».
Υπόθεση Μέρτεν
Ο Μαξ Μέρτεν (1911-1976) υπήρξε υψηλόβαθμος Ναζί, που υπηρέτησε στη Θεσσαλονίκη τη διετία 1942-1944, ως σύμβουλος της στρατιωτικής διοίκησης της πόλης. Ήταν ο άνθρωπος που υπέγραψε τη μεταφορά των 50.000 Εβραίων της Θεσσαλονίκης στο κολαστήριο του Άουσβιτς, ενώ είχε ευθύνη για αναρίθμητες αρπαγές και λεηλασίες των περιουσιών τους, που η συνολική τους αξία ξεπερνούσε τα 125.000.000 χρυσά φράγκα, ποσό τεράστιο για την εποχή αυτή. Ένα τμήμα του θησαυρού αυτού στάλθηκε στη Γερμανία και το υπόλοιπο θάφτηκε κάπου στη Βόρειο Ελλάδα, σύμφωνα με εκτιμήσεις.
Τον Μάιο του 1957, όντας υψηλόβαθμο στέλεχος του Υπουργείου Δικαιοσύνης της Δυτικής Γερμανίας, επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη ως τουρίστας, για να αναζητήσει, κατά μία εκδοχή, τον κρυμμένο θησαυρό. Αναγνωρίστηκε από κάποια θύματά του και συνελήφθη, με εντολή του αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ανδρέα Τούση, καθώς εκκρεμούσε εις βάρος του ένταλμα σύλληψης από το 1947 για εγκλήματα πολέμου.
Σχεδόν αμέσως με την προφυλάκισή του άρχισαν οι πιέσεις από τη γερμανική πλευρά για την απελευθέρωσή του. Η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή έδειξε να υποχωρεί. Οι δύο χώρες ήταν τώρα στο ίδιο στρατόπεδο ως μέλη του ΝΑΤΟ και η φτωχή Ελλάδα ήταν εξαρτημένη οικονομικά από τη Δυτική Γερμανία (μετανάστες, δάνεια κλπ). Οι πιέσεις εντάθηκαν τον Νοέμβριο του 1958, όταν ο Καραμανλής επισκέφθηκε επίσημα τη Βόννη, προκειμένου να διαπραγματευτεί τη σύναψη δανείου, ύψους 200.000.000 μάρκων με επιτόκιο 6% και την είσοδο γερμανικών επιχειρήσεων στην Ελλάδα (Siemens κλπ).
Τον Ιανουάριο του 1959 η κυβέρνηση Καραμανλή εισάγει στη Βουλή και ψηφίζει νόμο «περί αναστολής διώξεως εγκληματιών πολέμου», με τη δικαιολογία ότι «πρέπει να παραμεριστούν τα εμπόδια δια την ανάπτυξιν των σχέσεών μας με τη Δυτική Γερμανία», όπως δήλωσε ο Υπουργός Δικαιοσύνης Κωνσταντίνος Καλλίας. Η αντιπολίτευση, με προεξάρχοντες τους Κωνσταντίνο Μητσοτάκη (Κόμμα Φιλελευθέρων), Ηλία Τσιριμώκο (ΕΔΑ) και Σταύρο Ηλιόπουλο (ΕΔΑ), καταγγέλλει την «αμνήστευση των εγκληματιών του ελληνικού λαού» και κατηγορεί την κυβέρνηση ότι έχει υποκύψει σε πιέσεις της δυτικογερμανικής κυβέρνησης, πράγμα το οποίο αρνείται ο υπουργός Εξωτερικών Ευάγγελος Αβέρωφ.
Υπό την πίεση της ελληνικής και της διεθνούς κοινής γνώμης («Η Ελλάδα αμνηστεύει τους σφαγείς της» έγραψαν οι Τάιμς του Λονδίνου) η κυβέρνηση υπαναχωρεί και εξαιρεί τον Μέρτεν από την εφαρμογή του του νόμου (ν.δ. 3933/1959).
Η δίκη του Μάξ Μέρτεν
Στις 11 Φεβρουαρίου 1959 αρχίζει η δίκη του Μαξ Μέρτεν στο Ειδικό Στρατοδικείο Εγκληματικών Πολέμου της Αθήνας. Προκαλεί διεθνές ενδιαφέρον και την παρακολουθούν άγγλοι νομομαθείς και απεσταλμένοι των μεγαλύτερων εφημερίδων του κόσμου. Ο Μέρτεν ακούει με ολύμπια ψυχραιμία το κατηγορητήριο και δηλώνει αθώος. Οι μάρτυρες κατηγορίας που παρελαύνουν απαριθμούν τα εγκλήματα που διέπραξε στη Θεσσαλονίκη, ενώ μόλις τρεις μάρτυρες καταθέτουν υπέρ του. Στις 5 Μαρτίου 1959, ο πρόεδρος του Στρατοδικείου, συνταγματάρχης Κοκορέτσας, διαβάζει την ετυμηγορία ενοχής του κατηγορουμένου. Στον Μέρτεν επιβάλλεται ποινή φυλάκισης 25 ετών κατά συγχώνευση.
Οι πιέσεις των Γερμανών για την αποφυλάκιση του Μέρτεν φθάνουν στο αποκορύφωμά τους. Η ελληνική κυβέρνηση υπόσχεται στη Βόννη ότι μόλις καταλαγιάσει ο θόρυβος θα τον απελευθερώσει. Ο Καραμανλής διστάζει να προχωρήσει στην αποφυλάκιση του Μέρτεν, επειδή βρίσκεται προφυλακισμένος (θύμα πολιτικής δίωξης) ένας από τους πρωτεργάτες της Αντίστασης, ο Μανώλης Γλέζος. Η κατάλληλη στιγμή ήλθε τον Αύγουστο του 1959. Με το νόμο 4016, η κυβέρνηση τροποποίησε τη σχετική νομοθεσία (ν.δ. 3933/1959), με αποτέλεσμα να «αναστέλλεται αυτοδικαίως πάσα δίωξις γερμανών υπηκόων φερομένων ως εγκληματιών πολέμου, καθώς και η εκτέλεσις πάσης ποινής ή το υπόλοιπον ταύτης. Αντίγραφα των δικογραφιών αποστέλλονται εις τας γερμανικάς αρχάς».
Με βάση τη διάταξη αυτή, ο Μαξ Μέρτεν αποφυλακίστηκε στις 5 Νοεμβρίου 1959 και απελάθηκε στη Γερμανία, με την προϋπόθεση να εκτίσει εκεί την ποινή του. Όμως, τα γερμανικά δικαστήρια τον απάλλαξαν πλήρως, ελλείψει αποδεικτικών στοιχείων. Ο «Δήμιος της Θεσσαλονίκης» αποδόθηκε λευκός στην κοινωνία..
Στις 28 Σεπτεμβρίου 1960, τα γερμανικά έντυπα «Ηχώ του Αμβούργου» και «Der Spiegel» δημοσιεύουν αποσπάσματα της κατάθεσής του στις γερμανικές αρχές και προκαλούν σεισμό πολλών Ρίχτερ στην Αθήνα. Ο Μέρτεν ισχυριζόταν ότι ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο υπουργός Εσωτερικών και εξ απορρήτων του Δημήτριος (Τάκος) Μακρής, η σύζυγός του Δοξούλα το γένος Λεοντίδη και ο Υφυπουργός Εθνικής Άμυνας Γεώργιος Θεμελής υπήρξαν συνεργάτες των Γερμανών: “έμμισθοι πληροφοριοδότες των γερμανικών αρχών Κατοχής και για τις πολύτιμες πληροφορίες που είχαν δώσει, σχετικά με την Αντίσταση, πήραν ανταμοιβή από τις κατασχεμένες περιουσίες των Εβραίων”
Η ελληνική κυβέρνηση διαψεύδει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο τον Μέρτεν, το ίδιο και η γερμανική. Στη Βουλή τα πνεύματα ανάβουν. Βουλευτές της ΕΡΕ επιτίθενται κατά συναδέλφων τους της ΕΔΑ, που ήταν τότε αξιωματική αντιπολίτευση. Σημειώνονται συμπλοκές και η συνεδρίαση διακόπτεται (16 Οκτωβρίου 1960).
Τρεις από τους θιγόμενους, το ζεύγος Μακρή και ο Θεμελής, προχώρησαν σε μηνύσεις, όχι στα γερμανικά δικαστήρια, αλλά στα ελληνικά και πέτυχαν την ερήμην καταδίκη του Μέρτεν για συκοφαντική δυσφήμιση. Πάντως, η δημοσιογραφική έρευνα αποκάλυψε ότι ο Μακρής ως δικηγόρος στην κατοχική Θεσσαλονίκη είχε πολύ καλές σχέσεις με τους Γερμανούς, η σύζυγός του Δοξούλα ήταν γραμματέας του Μέρτεν και ο Θεμελής διορισμένος Νομάρχης Πέλλας και προϊστάμενος του Υπουργείου Οικισμού.
Κατά την προσφιλή του τακτική, ο Καραμανλής δεν θεώρησε σκόπιμο να απαντήσει στις κατηγορίες (όπως επίσης δεν απάντησε ποτέ σε καμία κατηγορία που του κατά καιρούς του είχαν προσάψει).
Σήμερα.
Ένα αποχαρακτηρισμένο – από το 2006 – απόρρητο έγγραφο της CIA που εμπλέκει τους δύο πρώην πρωθυπουργούς Κωνσταντίνο Καραμανλή και Κωνσταντίνο Τσαλδάρη με τους ναζί, παρουσιάζοντάς τους ως πράκτορές των γερμανικών κατοχικών δυνάμεων και συνεργάτες του Μαξ Μέρτεν, κάνει τις τελευταίες ώρες τον γύρο του διαδικτύου.
Πρόκειται για έγγραφο – μαρτυρία διπλωματικού υπαλλήλου σύμφωνα με το οποίο ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αλλά και ο Κωνσταντίνος Τσαλδάρης εμφανίζονται σε λίστα των πρακτόρων των ναζί κατά την περίοδο της κατοχής. Ωστόσο η σχετική λίστα με τους πράκτορες δεν περιλαμβάνεται στο απόρρητο έγγραφο της CIA.
Σύμφωνα με όσα αναφέρονται, όσοι αναγράφονται στη λίστα φέρονται να είχαν συνεργαστεί και με τον Μαξ Μέρτεν, τον σφαγέα της Θεσσαλονίκης, στην εξόντωση των Εβραίων της πόλης.
Το άκρως απόρρητο έγγραφο, το οποίο έχει πλέον αποχαρακτηριστεί και έχει αναρτηθεί στη σελίδα της CIA, έχει ημερομηνία 16 Σεπτεμβρίου του 1962.
Σύμφωνα με το έγγραφο, ο τότε σύμβουλος της πρεσβείας Ιωάννης Μοσχόπουλος, αποκάλυψε πως κατά τη δίκη στο Ισραήλ του ναζί και υπεύθυνου για τις δολοφονίες εκατομμυρίων Εβραίων Άντολφ Άιχμαν, παρουσιάστηκε έγγραφο, μεταξύ των στοιχείων, με ένα πίνακα των ναζί στον οποίον αναγράφονταν οι συνεργάτες – πράκτορές τους στην Ελλάδα. Σε αυτόν τον πίνακα ήταν και τα ονόματα του Κωνσταντίνου Καραμανλή και Κωνσταντίνου Τσαλδάρη. Και οι δύο παρουσιάζονται ως πράκτορες και συνεργάτες του Μαξ Μέρτεν.
Στην περιγραφή του αποχαρακτηρισμένου εγγράφου αναφέρεται: «Άκρως απόρρητον. Το όνομα του πρωθυπουργού κ. Κωνστ. Καραμανλή περιλαμβάνεται πράγματι εις τον πίνακα των πρακτόρων των γερμανικών αρχών κατοχής, ως συνεργάτης του Μέρτεν εις την εξόντωσιν των Εβραίων».
Επίλογος;
Αν ενώσουμε τα κομμάτια του πάζλ και σε συνάρτηση με το τοποθέτηση δοσιλόγων και ταγματασφαλιτών στην ελληνική διοίκηση, μετά το τέλος του Β’ Π.Π., με σκοπό την αναχαίτιση του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ και το βάφτισμα τους στην κολυμπήθρα του Σιλωάμ που λεγόταν «εθνικοφροσύνη», είναι εύκολο να εξάγουμε τα δικά μας συμπεράσματα για όσον αφορά το ρόλο που διαδραμάτισε ο «εθνάρχης» σε μια τόσο σκοτεινή περίοδο της ελληνικής αλλά και παγκόσμιας ιστορίας.
Και θα κλείσουμε (μέχρι την επόμενη «αποκάλυψη») με τα λόγια του ίδιου:
“Στην πολιτική υπάρχουν πράγματα που λέγονται αλλά δεν γίνονται και πράγματα που γίνονται αλλά δεν λέγονται.”
Κωνσταντίνος “Σκατόψυχος” Καραμανλής, 1907-1998.