Από την Άννα Κουρουπού
Σε ένα περιτύλιγμα αγάπης.Και σεβασμού, λένε. Αδυνατεί ο νους να το κατανοήσει. Αλλά το βλέπει με συμπάθεια. Έχει να κάνει με την εξέλιξη; Με την ασυδοσία και το ανικανοποίητο, που είναι η κατάρα του ανθρώπινου είδους; Τι σημασία έχει;.
Ένα μπαρ. Συνηθισμένο με την πρώτη ματιά. Επιτρέπονται μόνο ζευγάρια. Ανδρας-γυναίκα. Τουλάχιστον εμφανισιακά. Δυο γυναίκες μόνο μπορούν. Δυο άντρες όχι. Ρατσισμός; Ισορροπία; Ιδιοτροπία; Όλα μαζί. Γίνεται παιγνίδι. Δυνατό.Η μουσική εναλλάσσεται από ξένο σε λαϊκό ρεπερτόριο. Ένα αόρατο φτερό μου γαργάλησε τη μασχάλη όταν συνειδητοποίησα ότι για να μιλήσεις ή να φλερτάρεις με τη συνοδό κάποιου, του ζητάς την άδεια. Με ξεπέρασε.
Σταματούν τα γνωστά άσματα , κάτι σαν εισαγωγή για κάτι άλλο ακούγεται, και μια φωνή απ τα μεγάφωνα προτρέπει, προσκαλεί όσους επιθυμούν να ανέβουν με ένα στενό ασανσέρ σε κάποιο όροφο. Αφού πρώτα έχουν βγάλει μια πλαστική ταυτότητα , με όποια στοιχεία επιθυμούν.Δεν τον κατάλαβα τον λόγο ύπαρξης της , αφού σχεδόν όλοι δίνουν ψευδή. Χωρία αυτή δεν ανεβαίνεις. Αλλά ούτε και μόνος.
Μεγάλος χώρος. Αρκετά σκοτεινός. Μικρά ή πιο μεγάλα δωμάτια –ή η διακόσμηση τα έκανε να διαφοροποιούνται. Μοκέτα. Μαξιλάρες, καναπέδες , πολυθρόνες. Σε πνίγει η μυρωδιά. Αλκοόλ, σπέρμα, ιδρώτας, τεστοστερόνη, οιστρογόνα, κολόνιες μπερδεμένες. Ένα Ρωμαϊκό Διονυσιακό όργιο στην Ελλάδα του 2014. Έκλπηκτα μάτια. Αδηφάγα. Πεινασμένα. Χορτάτα από κάποιους με μια δόση ζήλιας γιατί δοκίμασαν τα πάντα.Τι άλλο έμεινε;
Κορμιά έμψυχα, έχει σημασία που το τονίζω.Όλες οι αισθήσεις μόνο κόκκινες μπορούν να ειναι.
Μια κυρία εξήντα και κάτι αρπάζει με μανία ένα πέος στο στόμα της. Την τη νοιάζει ποιού είναι;. Αρκεί να μην είναι του άντρα της που απολαμβάνει το θέαμα ένα μέτρο παραπέρα.
Ένας ημίθεος μυγάς χεράκι χεράκι με μια πανέμορφη κοπέλα περιφέρουν την ομορφιά τους προς τέρψη και μόνο. Κάτι σαν ζωντανοί δονητές που δεν θέλουν να χρησιμοποιηθούν.
Σ’ ένα άλλο δωμάτιο μια ευτραφής γυναίκα στα τέσσερα μπουκωμένη από ένα επίσης ευτραφή φαλλό και πίσω της ένας όμορφος 35αρης, με κλειστά μάτια την καρφώνει. Βαριέται. Ρωτάει κάποιος άλλος «Να γαμήσω;». Γυρνάει ο μασκοφόρος και τον δίνει σε άλλο στόμα. Πιο άγριο. Αξύριστο. Δεν χαλιέται. Κανείς δεν χαλιέται φαινομενικά εκεί μέσα. Από το αιδοίο της ξανθιάς στο στόμα του άλλου. Χωρίς προφυλακτικό. Δεν υποχρεώνει κανείς, κανέναν. Εικόνα που δεν ξεχνάς εύκολα , όσο και αν έχεις περπατήσει στα μονοπάτια του σεξ αρκετά χρόνια. Η απελευθέρωση; -γιατί όχι; ξεπερνά τις μορφές και περιγραφές του Κιούμπρικ. Ακόμη και του Σάντ. Και όλα αυτά υπό τους ήχους σε ενα ρεμίξ Πάολας και Ριάνα.
Ένας κύριος αδιευκρίνιστης ηλικίας ρωτούσε κάθε αρσενικό που πηδούσε κάποια γυναίκα. «Μπορώ»; Έμπαινε, κουνιόταν δέκα δεκαπέντε φορές και στην επόμενη. Αδιάκοπα .Χωρίς έκφραση .Κάποτε αυτές οι συνευρέσεις γινόταν σε σπίτια. Όχι αναγκαία ευκατάστατων ζευγαριών. Τώρα υπάρχει χώρος. Κάπου στα Πατήσια.Και στον Πειραιά. Και κάπου αλλού άνοιξε έμαθα.
Λένε ότι η αγάπη έχει τον πρώτο λόγο σε τέτοιες περιπτώσεις. Και η συνεννόηση. Δεν έχω λόγο να το αμφισβητήσω. Δεν το έχω πράξει για να ξέρω. Για τα δικά μου δεδομένα, στην αγάπη δεν χωρούν τέτοιες εικόνες. Αλλά ποιόν νοιάζει και γιατί να τον νοιάζει;