Του Κώστα Λουλουδάκη
Ο λεγόμενος «Μεγάλος πόλεμος», αλλά κυρίως ο Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος, ήταν το σημαντικό σημείο καμπής για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ωφελήθηκαν τα μέγιστα από τους δυο πολέμους, καθώς έφτασαν να ελέγχουν αφενός στρατιωτικά και τις δυο πλευρές των ωκεανών, αφετέρου τα ευρωπαϊκά κράτη, δηλαδή, τους αποικιοκρατικούς και βιομηχανικούς ανταγωνιστές τους. Οι ευρωπαϊκές χώρες είτε είχαν ολοκληρωτικά καταστραφεί, όπως η Γαλλία, η Γερμανία, και η Ιταλία ή είχαν εξασθενήσει και βρίσκονταν στα πρόθυρα της κατάρρευσης όπως η Βρετανία. Στην ουσία, οι ΗΠΑ απέμειναν η μόνη μεγάλη βιομηχανική δύναμη έχοντας στην κατοχή τους πάνω από το 50% των παγκόσμιων πόρων.
Τότε ήταν που οι ΗΠΑ αυτοανακηρύχθηκαν παγκόσμιος χωροφύλακας και πλανητικός ηγεμόνας και αποφάσισαν πόση «ελευθερία» (τυποποιημένη υποκρισία) δικαιούνταν οι λαοί της πλάσης. Ακόμα και η ίδρυση του ΝΑΤΟ και λίγο αργότερα της ΕΟΚ, μπορεί να είχε ως κίνητρο την ανάσχεση του κομμουνισμού, όμως κατά ένα μεγάλο μέρος αποσκοπούσε, ώστε η δυτική Ευρώπη και η Βρετανία να βρίσκονται σε μια τροχιά υπακοής στον Λευκό Οίκο. Σύμφωνα με τον Αμερικανό ιστορικό Melvyn Leffler: «Ούτε μια ενοποιημένη Ευρώπη, ούτε μια ενωμένη Γερμανία, ούτε μια ανεξάρτητη Ιαπωνία πρέπει να επιτραπεί να αναδυθεί ως μια τρίτη δύναμη ή ως ένα ουδέτερο μπλοκ». (Νόαμ Τσόμσκυ: Έτος 501 Εκδόσεις Τόπος)
Άλλωστε, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Harry Truman στο διάγγελμά του στις 19-12-45 ανοικτά διακήρυττε πως «[…]η νίκη του παγκοσμίου πολέμου μας υποχρεώνει να είμαστε οι ηγέτες της ανθρωπότητας». (Νίκος Ψυρούκης: «Καπιταλισμός. Από την Γενική Κρίση στην Σήψη» Εκδόσεις Αιγαίον –Κουκίδα)
Ας δανειστώ, όμως, λίγη από την μεταπολεμική ρητορεία και το πολιτικό μάνατζμεντ των ΗΠΑ, προστρέχοντας στο κύρος ενός «διακεκριμένου» ιστορικού και διπλωμάτη, ο οποίος διαμόρφωσε την μεταπολεμική αμερικανική εξωτερική πολιτική. Μιλώ για τον επικεφαλής σχεδιασμού του «The United States Department of State», George Kennan το δόγμα του οποίου, σύμφωνα με την εφημερίδα «Καθημερινή», «είχε δείξει τον δρόμο για την ανάσχεση (containment) της Σοβιετικής Ένωσης, (και) για τη σωστή αντιμετώπιση των αντιπάλων των ΗΠΑ». (Καθημερινή- Θεόδωρου Κουλουμπή: «ΗΠΑ: επιστροφή στο δόγμα του Τζορτζ Κέναν»).
Ας ανατρέξουμε, λοιπόν, στο «Δόγμα Kennan», το οποίο διαμόρφωσε τον κόσμο σύμφωνα με τα ευγενή καπιταλιστικά ιδανικά. Το κείμενο ονομάζεται: «Μελέτη Πολιτικού Σχεδιασμού υπ’αριθμόν 23» και εκεί ο George Kennan περιέγραψε τον προστατευτικό ουρανό που θα άπλωναν οι ΗΠΑ στην οικουμένη, με τα εξής λόγια: «Κατέχουμε περίπου το 50% του παγκόσμιου πλούτου αλλά αντιπροσωπεύουμε μόνο το 6,3% του πληθυσμού[…] Σ’ αυτή την κατάσταση, δεν μπορεί να μην προκαλούμε τον φθόνο και την εχθρότητα. Το πραγματικό καθήκον μας κατά την επόμενη περίοδο είναι να επινοήσουμε ένα πρότυπο σχέσεων το οποίο θα μας επιτρέψει να διατηρήσουμε αυτή τη θέση ανισότητας[…] Για να το καταφέρουμε, θα πρέπει να απαλλαγούμε από συναισθηματισμούς και ονειροφαντασίες και η προσοχή μας να συγκεντρωθεί, από κάθε άποψη, στους άμεσους εθνικούς σκοπούς […] Θα πρέπει να σταματήσουμε να μιλάμε για ασαφείς και μη υλοποιήσιμους στόχους, όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα, την άνοδο του βιοτικού επιπέδου και τον εκδημοκρατισμό. Δεν είναι μακριά η μέρα που θα πρέπει να ασχοληθούμε με τις έννοιες της καθαρής ισχύος[…]» (George Kennan: «Report by the Policy Planning Staff PPS/23» https://history.state.gov/historicaldocuments/frus1948v01p2/d4– Διάβασε και Noam Chomsky: Πώς λειτουργεί ο κόσμος Εκδόσεις Κέδρος)
Όπως αναφέρω στο βιβλίο μου «Από το Τρίτο Ράιχ στην Ευρωπαϊκή Ένωση» Εκδόσεις ΚΨΜ: «Οι ΗΠΑ σιγά-σιγά δημιουργούσαν μεταπολεμικά ένα δίκτυο παγκόσμια ελεγχόμενο από αμερικανικά επιχειρηματικά συμφέροντα, και άμεσα έδειξαν έτοιμες να αναλάβουν οικονομικές, στρατιωτικές, πολιτικές και διπλωματικές πρωτοβουλίες, προκειμένου να υποστηρίξουν οποιοδήποτε καθεστώς θεωρούσαν πως βρισκόταν υπό κομμουνιστική απειλή. Αποτέλεσμα πρώτο, ο λεγόμενος «Ψυχρός Πόλεμος» στράφηκε γρήγορα ενάντια στο εργατικό πολιτικό κίνημα και στην κληρονομιά των ευρωπαϊκών αντιφασιστικών κινημάτων. Αποτέλεσμα δεύτερο, στην Δύση οι κομμουνιστές εξαφανίστηκαν από τις κυβερνήσεις στις οποίες συμμετείχαν (Ιταλία , Ελλάδα, Γαλλία) και μάλιστα έγιναν σε μόνιμη βάση απόβλητα της πολιτικής και της κοινωνίας[…]».
Στην ουσία, η επιβολή της πλανητικής κυριαρχίας των ΗΠΑ ιδεολογικοποιήθηκε και παρουσιάστηκε ως αναπόδραστη στον μεταπολεμικό κόσμο και με τέτοιο τρόπο, ώστε να πειστεί πως ο μοναδικός υπεύθυνος για το χάσμα ανάμεσα στο δυτικό και στο ανατολικό μισό της Ευρώπης ήταν η διαβολική και άθεη ΕΣΣΔ. Σύμφωνα με το Πρόεδρο των ΗΠΑ Τζών Κέννεντυ: «Ο εχθρός είναι το ίδιο το κομμουνιστικό σύστημα που αμείλικτα ακόρεστα και ακατάπαυστα συνεχίζει την πορεία του για να κυριαρχήσει στον κόσμο […]. Αυτή δεν είναι μόνο μια πάλη για την υπεροχή των όπλων. Είναι επίσης μια πάλη για υπεροχή μεταξύ δυο συγκρουόμενων ιδεολογιών: της ελευθερίας υπό την σκέπη του Θεού εναντίον της ωμής άθεης τυραννίας». (Martin Walker: Cold War And the Making of the Modern World σελ 132)
Εν τω μεταξύ, και μακριά από την μεταφυσική μάχη θεού και άθεης τυραννίας, οι ΗΠΑ, μεταπολεμικά, αύξησαν τις στρατιωτικές δαπάνες τους κατά 12% από ότι ήταν προπολεμικά, και, υπό την σκέπη του Θεού υποθέτω, μα με άκρως εκφοβιστική συμπεριφορά σε όσους σήκωναν ανάστημα, και με σύντομη προσπάθεια, δημιούργησαν ένα παγκόσμιο δίκτυο με πάνω από 800 στρατιωτικές βάσεις, γιγαντιαίων δυνατοτήτων, που σαν κύριο σκοπό είχαν (και έχουν) : την κυριαρχία στις πηγές και στους δρόμους διακίνησης της ενέργειας του πλανήτη, τον στρατιωτικό έλεγχο, την προστασία των αμερικανικών εταιρειών και των επενδύσεών τους, αλλά και την προστασία ή την εγκατάσταση καθεστώτων «ελεύθερης αγοράς» (Μπανανίες) στον κόσμο. Όλα αυτά συνοδεύονταν με ισχυρές δόσεις υστερικής αντικομμουνιστικής ρητορείας.
Επειδή, όμως, τα πάντα πρέπει να βρίσκονται προς τα μάτια μας, προς εμπέδωση των παραπάνω, θα επικαλεστώ ξανά τον μέγιστο George Kennan, ο οποίος προτείνει πολλαπλό έλεγχο, ωμό και εξευγενισμένο, όπως πρέπει στους υπερασπιστές της «ελευθερίας» που εδρεύουν στον Λευκό Οίκο: «[…] δεν πρέπει να διστάσουμε προ της αστυνομικής καταστολής εκ μέρους των τοπικών κυβερνήσεων. Αυτό δεν αποτελεί ντροπή, εφόσον οι κομμουνιστές είναι στην ουσία προδότες[…] Είναι προτιμότερο να έχουμε στην εξουσία ένα ισχυρό καθεστώς παρά μια φιλελεύθερη κυβέρνηση εάν τούτη η τελευταία είναι μαλθακή, χαλαρή και επιτρέπει την διείσδυση κομμουνιστών». (Noam Chomsky ο/π).
Τώρα θα μιλήσω για ένα γεγονός το οποίο χρονολογικά μπορούμε να το τοποθετήσουμε, όχι αυθαίρετα, στο 1964 και διήρκεσε επίσημα έως το 1975. Οι ΗΠΑ στα πλαίσια της μονομερούς δράσης τους, ως αυτοδιοριζόμενοι φύλακες της παγκόσμιας τάξης, απέναντι σε πιθανά ή πραγματικά σημάδια «ανευθυνότητας», συχνά «αναγκάστηκαν» να εισβάλουν στρατιωτικά εναντίον άλλων χωρών, να διορίσουν κυβερνήσεις, να εξαπολύσουν τρομοκρατικές ενέργειες, να υπονομεύσουν οικονομίες, να διαμορφώσουν την πληροφόρηση της «κοινής γνώμης».
Την περίοδο που αναφέρουμε, ο «ηγεμόνας» του κόσμου κατέβαλε μια τιτάνια προσπάθεια (οφείλουμε να του το αναγνωρίσουμε) χρησιμοποιώντας κάθε διαθέσιμο οικονομικό, βιομηχανικό και στρατιωτικό πόρο, εκτός από ατομική βόμβα, στην προσπάθειά του να αναστρέψει το επαναστατικό κομμουνιστικό κίνημα μιας αγροτικής και μικροσκοπικής χώρας. Μα το ισχυρότερο κράτος του κόσμου ηττήθηκε. Το εκπληκτικό αυτό γεγονός ήταν ο πόλεμος του Βιετνάμ, ο αποκαλούμενος και «βρόμικος πόλεμος».
Ο πόλεμος του Βιετνάμ έμελλε να έχει τεράστιες συνέπειες για όλη την ανθρωπότητα. Συνέπειες που οδήγησαν στην κατάργηση της μεταπολεμικής «κεϋνσιανής συναίνεσης» και στην αρχή της ανάδυσης, από την κόλαση της ιστορίας, μιας νέας κυριαρχίας του οικονομικού φιλελευθερισμού ο οποίος κυριαρχούσε την περίοδο του μεσοπολέμου.
Στο σημείο αυτό, καλό θα ήταν να αναφέρω συνοπτικά πως η «κεϋνσιανή συναίνεση» ήταν το μοντέλο που η εργατική τάξη αποδέχεται τον καπιταλισμό ως οικονομικό σύστημα και την ατομική ιδιοκτησία του πλουτοκράτη στα μέσα παραγωγής, με αντάλλαγμα ένα πολίτευμα το οποίο διασφάλιζε κοινωνική προστασία, βελτίωση του επιπέδου ζωής και υπόσχεση πλήρους απασχόλησης.
Ας ξαναγυρίσω, όμως, στο θέμα μας.
Το διαρκώς αυξανόμενο κόστος του καπιταλιστικού πολέμου ή για να είμαι πιο ακριβής, η τεράστια βιομηχανική και στρατιωτική υποδομή που απαιτούνταν για να καταστραφεί μια λωρίδα γης ώστε να ανασχεθεί ο κομμουνιστικός κίνδυνος στο Βιετνάμ, χρηματοδοτούνταν από ελλειμματικές κρατικές δαπάνες της Ουάσιγκτον. Ένας άλλος από τους σημαντικούς λογούς που οι ΗΠΑ είχαν ελλειμματικές κρατικές δαπάνες ήταν γιατί σταμάτησαν, από τα μέσα της δεκαετίας του 1960, να έχουν εμπορικά πλεονάσματα, λόγω του σκληρού ανταγωνισμού που αντιμετώπισε η Αμερικάνικη οικονομία από τις περιοχές που με πρόφαση τον κομμουνιστικό κίνδυνο προσπάθησε να ελέγξει, δηλαδή, από την δυτική Ευρώπη και την Ιαπωνία.
Για να αντιμετωπίσει τις ελλειμματικές κρατικές δαπάνες, ο Λευκός Οίκος απλώς εκτύπωνε περισσότερα δολάρια. Το γεγονός όμως ότι υπήρχαν ολοένα και περισσότερα δολάρια σε κυκλοφορία, ανησύχησε τις περισσότερες μεγάλες δυτικές χώρες (Γαλλία, Βρετανία μα και την Ιαπωνία) που βρέθηκαν να έχουν συσσωρεύσει μεγάλες ποσότητες δολαρίων στην προσπάθειά τους να διατηρήσουν μια σταθερή συναλλαγματική ισοτιμία. Αυτές οι χώρες άρχισαν λοιπόν να ανταλλάσσουν μεγάλες ποσότητες δολαρίων με χρυσό. Η Γαλλία μάλιστα έφτασε στο σημείο τον Αύγουστο του 1971 να φορτώσει ένα πολεμικό πλοίο με δολάρια το οποίο έφτασε στο λιμάνι της Νέας Υόρκης με σκοπό να τα ανταλλάξει με χρυσάφι!
Ο εγκλωβισμός της χώρας του Captain America στο Βιετνάμ και ο κλονισμός της συναλλαγματικής αξίας του δολαρίου, επομένως, προκάλεσε τόση μεγάλη οικονομική αιμορραγία, που εξανάγκασε το δολάριο να εγκαταλείψει τον «κανόνα του χρυσού». Η απόφαση αυτή πάρθηκε από την κυβέρνηση του κομμουνιστοφάγου Richard Nixon στις 15 Αυγούστου 1971, με άμεσες συνέπειες: την εκτίναξη της τιμής του χρυσού, της κατακρήμνισης της τιμής του δολαρίου, και την γέννηση του μόνιμου πληθωρισμού. Μικρό το κακό όμως για τις ΗΠΑ και τις αμερικανικές πολυεθνικές γιατί είχαν πλημμυρίσει όλες τις χώρες με δολάρια, την εποχή που η παγκόσμια κυριαρχία τους βασιζόταν στην πλεονασματική οικονομία τους, και όταν αυτή υποσκελίστηκε από την ΕΟΚ και την Ιαπωνία χρησιμοποίησαν τα τεράστια αποθέματα δολαρίων που κατείχαν αυτές οι ανταγωνιστικές χώρες προς όφελος τους. Γιατί ακόμα και στο πλαίσιο του καπιταλιστικού ανταγωνισμού, όλοι είχαν συμφέρον να συμβάλουν στη διατήρηση της αξίας του δολαρίου. Αν το δολάριο καταρρεύσει, θα κατακρημνιστούν όχι μόνο τα αποθεματικά τους αλλά ολόκληρο το καπιταλιστικό σύστημα. Όμως η εκτίναξη της τιμής του χρυσού (ως το 1980 έφτασε να πωλείται η ούγια 600 δολάρια!) είχε σαν αποτέλεσμα την μαζική και εγκληματική μεταφορά πλούτου από τις φτωχές χώρες, του λεγόμενου, τότε, Τρίτου Κόσμου, που δεν διέθεταν αποθέματα χρυσού στις πλούσιες και αποικιοκρατικές χώρες όπως Βρετανία, Γαλλία, και ΗΠΑ. Αυτή η πρακτική γέννησε επιπλέον πληθωρισμό, και μάλιστα μόνιμο στις μεγάλες καπιταλιστικές οικονομίες ενώ στις φτωχές χώρες, κυρίως της Λατινικής Αμερικής και της Ανατολικής Ασίας, προκάλεσε περαιτέρω υποδούλωση λόγω χρεών.
Ωστόσο, σε όλα αυτά πρέπει να προσμετρήσουμε και την απόφαση των πετρελαιοπαραγωγών χωρών μελών του OPEC, ο οποίος αναπροσάρμοζε την τιμή του πετρελαίου ανάλογα με τις συναλλαγματικές υποτιμήσεις ή ανατιμήσεις. Η αύξηση της τιμής το 1973 αποτέλεσε το φυσικό επακόλουθο της λογικής προσαρμογής στις νέες συνθήκες που δημιουργήθηκαν μετά την αποδέσμευση του δολαρίου από τον κανόνα του χρυσού. Η αλματώδης αύξηση της τιμής του πετρελαίου προκάλεσε νέα αύξηση του πληθωρισμού, επιβράδυνση της παραγωγικότητας των βιομηχανικών χωρών, και σε συνδυασμό με την κατάργηση του συστήματος των σταθερών ισοτιμιών του Bretton Woods, σηματοδότησε την αρχή μιας περιόδου φτωχών μακροοικονομικών επιδόσεων για πολλές οικονομίες και την αναγέννηση από της στάχτες της Ιστορίας του οικονομικού φιλελευθερισμού.
Εν τούτοις, η κρίση πληθωρισμού δεν οδήγησε τους καπιταλιστές στην επιδίωξη προσαρμογών στην νέα κατάσταση, αλλά τους ώθησε στην κατάργηση του κεϋνσιανισμού, «όχι επειδή οι ιδέες του ήταν θεμελιωδώς εσφαλμένες, αλλά επειδή οι τάξεις τα συμφέροντα των οποίων κυρίως εξυπηρετούσε, οι χειρώνακτες εργάτες της δυτικής βιομηχανικής κοινωνίας, γνώριζαν μια ιστορική παρακμή και έχαναν την κοινωνική εξουσία. Αντιθέτως οι δυνάμεις που αποκόμισαν τα μεγαλύτερα κέρδη από τον νεοφιλελευθερισμό –οι παγκόσμιες εταιρείες, ιδιαίτερα στον χρηματοοικονομικό τομέα –διατηρούν τη σημασία τους λίγο πολύ χωρίς αμφισβητήσεις». (Κόλιν Κράους: Ο Περίεργος μη Θάνατος του Νεοφιλελευθερισμού εκδόσεις ΕΚΚΡΕΜΕΣ)
Από δω και πέρα, οι οικονομικές κρίσεις και οι αντιφάσεις του καπιταλισμού σταδιακά θα ξεδιπλώνονται, όχι μόνο στο εσωτερικό των διαφόρων κρατών, αλλά θα διεθνοποιηθούν και θα επηρεάζουν τις διακρατικές σχέσεις, με συνδυασμούς, αναδιατάξεις και ανταγωνισμούς που κάθε φορά θα πρέπει να διερευνώνται χωριστά.
Πλέον θα αμφισβητείται το κυρίαρχο μεταπολεμικό μοντέλο προσέγγισης της οικονομικής πραγματικότητας του Bretton Woods δηλαδή, των σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών, η «μικτή οικονομία» και ο «κρατικός παρεμβατισμός», από μια «παγκόσμια οικονομία» που δεν θα έχει συγκεκριμένη εδαφική βάση ή συγκεκριμένα όρια θεσμικά ρυθμισμένα. Αντίθετα, θα είναι το διεθνοποιημένο κεφάλαιο που θα θέτει όρια στην οικονομική και κοινωνική δράση των κρατών.
Αρχές της δεκαετίας του 1970, λοιπόν, είναι που κάνουν ξανά την εμφάνιση τους οι φιλελεύθεροι, υποστηρίζοντας ότι η πλήρης απασχόληση ήταν πλέον αδύνατο να συνεχιστεί, ότι το κράτος πρόνοιας απορροφούσε μεγάλο μέρος του παραγόμενου πλούτου, ότι οι φόροι ακρωτηρίαζαν τους επενδυτές και ότι η ύπαρξη κρατικών επιχειρήσεων δεν άφηνε περιθώριο κερδοφορίας στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Όλα αυτά τα πάσαραν με το ιδεολογικό επιχείρημα πως η επιρροή του κράτους πρέπει να περιοριστεί, ώστε να επιτευχθεί έτσι η ατομική ελευθερία. Το έργο τους έγινε ευκολότερο μετά την πτώση της ΕΣΣΔ, όταν πομπωδώς διακήρυξαν το «τέλος της ιστορίας» και προανάγγειλαν την κυριαρχία και την παντοδυναμία των ελεύθερων αγορών !
Όλα αυτά μπορούν να περιγραφούνν και με μια φράση: «Συναίνεση της Ουάσιγκτον», δηλαδή, η συμφωνία οικονομικής πολιτικής μεταξύ του Δ.Ν.Τ. και της Παγκόσμιας τράπεζας, με τον Λευκό Οίκο. Αυτή η συμφωνία όριζε πως η καλύτερη επιλογή για την οικονομική ανάπτυξη ήταν η χρηματοοικονομική απελευθέρωση της αγοράς, και επέβαλε την δραστική φορολογική μεταρρύθμιση με περιορισμό των φόρων που είχαν αυξηθεί προκειμένου να συμβάλουν στην ανακατανομή των εισοδημάτων, τον περιορισμό των δημοσιών δαπανών, και των κρατικών ρυθμίσεων στην αγορά, δημοσιονομική πειθαρχία μέσω ισοσκελισμένων προϋπολογισμών, ιδιωτικοποιήσεις των δημοσίων επιχειρήσεων. Στην Ευρώπη η «Συναίνεση της Ουάσιγκτον» εκφράστηκε μέσα από την «Συνθήκη του Μάαστριχτ» και από την συμφωνία της ΟΝΕ.
Όμως, ο βασικός παράγοντας για την έναρξη της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης της παραγωγής στην κρίση πληθωρισμού ήταν να διασφαλίσει το κεφάλαιο την ηγεμονία πάνω στην εργασιακή διαδικασία. Αυτή η ηγεμονία μπορεί να γίνει δυνατή με δυο τρόπους: είτε με τη «συνειδητή» πειθαρχία της εργατικής τάξης, τη συναίνεση και την «ενσωμάτωση» των εργατικών διεκδικήσεων, είτε με την πειθάρχηση της εργατικής τάξης μέσα από τη συντριβή του εργατικού κινήματος, το εργασιακό καθεστώς επισφάλειας (συμβάσεις βραχείας διάρκειας, συμβάσεις με την ώρα, εργασία αναλόγως της ζήτησης, εργασία με αμοιβή σε κουπόνια) την ανεργία, τη συρρίκνωση του εισοδήματος, την αποδυνάμωση των συνδικάτων, τον παροπλισμό του κράτους πρόνοιας και την αστυνομική καταστολή. Η επαγγελματική κατάσταση των μισθωτών υποβαθμίστηκε ριζικά με αποτέλεσμα να διευρυνθεί το χάσμα των ανισοτήτων και οι αρχές της αλληλεγγύης και της κοινωνικής δικαιοσύνης να πεταχτούν στον καιάδα.
Οι νέο-αυστριακοί οικονομολόγοι ήθελαν η νομοθεσία του κράτους να παίζει ρόλο μόνο στην αποτελεσματικότητα του «ανταγωνισμού» των «δυνάμεων της αγοράς» και στην κατοχύρωση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής, και όχι να επεμβαίνει σε υποθέσεις κοινωνικής δυναμικής, όπως αυτής της αναπαραγωγής και συσσώρευσης του κεφαλαίου ή στην προστασία των εργατών. Αυτό που είναι βέβαιο σε σχέση με αυτή τη μορφή της κοινωνίας, δηλαδή της ανεμπόδιστης λειτουργίας του συστήματος της αγοράς, είναι η άνιση διανομή της ιδιοκτησίας ανάμεσα στα μέλη της κοινωνίας, η άνοδος του αυταρχισμού, η όξυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, η αποσύνθεση της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, και η ανάδυση από την κόλαση εφιαλτικών ιδεολογιών, ανοιχτά ή συγκαλυμμένα φασιστικού και ναζιστικού περιεχομένου.
Στο σημείο αυτό, όμως, ας αναρωτηθούμε: μήπως η ηγεμονία των ΗΠΑ είναι πια μια τεράστια αυταπάτη, από την στιγμή μάλιστα που το τεράστιο εξωτερικό χρέος τους βρίσκεται, κατά πρώτο λόγο, στα χέρια του κύριου εναπομείναντα στρατιωτικού εχθρού τους, την Κίνα; Το ποσό που κρατά η Κίνα ανέρχεται στο 1,15 τρισεκατομμύρια δολάρια! Είναι γεγονός πως όταν ξέσπασε στις ΗΠΑ η καπιταλιστική κρίση του 2007, η αμερικανική κυβέρνηση για να αντιμετωπίσει την αύξηση του ελλείμματος του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της, προχώρησε σε εξωτερικό δανεισμό ιδιαίτερα από την Κίνα και δευτερευόντως από την Ιαπωνία. Μήπως, λοιπόν, η οικονομική δύναμη του δολαρίου σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο άρχισε να φθίνει; Μήπως αυτός είναι ο λόγος που ο επιχειρηματίας και πρόεδρος των ΗΠΑ Donald Trump, βρυχάται στην Πιονγκγιάνγκ για να ακούει το Πεκίνο; Μήπως η απειλή για την ηγεμονία των ΗΠΑ προέρχεται από την Κίνα και δευτερευόντως από την Ινδία, οι οποίες ειρήσθω εν παρόδω αντιπροσωπεύουν το 1/3 του παγκόσμιου πληθυσμού και έχουν σημειώσει μια ταχύτατη βιομηχανική και τεχνολογική ανάκαμψη;
Υπάρχει κάποιος λόγος ή κάποια ένδειξη ώστε να πεισθούμε ότι η Κίνα βρίσκεται στο πρώτο στάδιο μιας διαδικασίας που το τέλος της θα είναι η μετατροπή των ΗΠΑ σε κράτος προτεκτοράτο του Πεκίνου;
Μα αν το Πεκίνο αποτελεί απειλή, γιατί ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε ότι η Foxconn, ο κινεζικός πολυεθνικός κολοσσός που στα κάτεργα του Κινέζοι δούλοι κατασκευάζουν τα τηλέφωνα του αμερικανικού κολοσσού της Apple, θα κατασκευάσει εργοστάσιο παραγωγής επίπεδης οθόνης στο Ουισκόνσιν των ΗΠΑ;
Και μάλιστα η επένδυση αυτή χρηματοδοτήθηκε από το αμερικανικό δημόσιο με 3 δισεκατομμύρια δολάρια;! (Reuters: Wisconsin governor defends $3 billion deal for Foxconnplant https://www.reuters.com/article/us-foxconn-wisconsin-incentives/wisconsin-governor-defends-3-billion-deal-for-foxconn-plant-idUSKBN1AC39I)
Κάπου εδώ, ας αναρωτηθούμε: Μήπως ο κυριότερος αντίπαλος των ΗΠΑ στην παγκόσμια σκακιέρα αγοράζει αμερικανικά ομόλογα, ώστε να διατηρηθεί ψηλά η αξία του δολαρίου μα και το σύστημα της «ιδιωτικής πρωτοβουλίας» που τόσα έχει αποφέρει στις πολυεθνικές;
Το σίγουρο είναι πως η σημαντικότερη ανερχόμενη ηγεμονική καπιταλιστική οικονομική δύναμη δεν είναι καμία χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης μα ούτε καν η ίδια η ΕΕ, η οποία έχει να αντιμετωπίσει τις ανισορροπίες στο εσωτερικό της καθώς –και αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε- τα πλεονάσματα της Γερμανίας και της Γαλλίας προέρχονται από τα ελλείμματα των χωρών του Νότου της ΕΕ: Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία.
Προσοχή: Δεν αμφισβητείται η ουσία της πρωτοκαθεδρίας του αμερικανικού στρατού σε παγκόσμιο επίπεδο, και του γεγονότος ότι μπορεί να βομβαρδίσει κατά βούληση τους απείθαρχους, όμως υπάρχει και μια άλλη παράμετρος. Μήπως εν τέλει, η δυνατότητα πολιτικής και οικονομικής ηγεμονίας, λόγω της ύπαρξης της διεθνούς οικονομικής καπιταλιστικής αλληλεξάρτησης, έχει παραδοθεί στην «εταιρική διακυβέρνηση»;
Εξηγούμαι: Οκτώ άτομα (Μπιλ Γκέιτς, Μαρκ Ζούκερμπεργκ, Ουόρεν Μπάφετ, Μάικλ Μπλούμπεργκ, Τζεφ Μπέζος, Λάρι Έλισον Κάρλος Σλιμ, Αμάνθιο Ορτάγκα) κατέχουν πλούτο σχεδόν όσο 3,6 δισ. άνθρωποι, ενώ η θεσμοθετημένη νομικά από τα κοινοβούλια «φοροαποφυγή» των πολυεθνικών κοστίζει, κάθε χρόνο 100 δις! Ένα ποσό που θα μπορούσε να δαπανηθεί και να αποφευχθούν 6 εκατομμύρια θάνατοι παιδιών, από απλή έλλειψη ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης!
Επιπρόσθετα, η εταιρεία Apple η οποία «κατασκευάζει» το iPhone, ο γίγαντας του ηλεκτρονικού εμπορίου Amazon και η Alphabet, μητρική της Google, «πλησιάζουν κάτι που μέχρι πριν από λίγα χρόνια έμοιαζε ακατόρθωτο, δηλαδή η κεφαλαιοποίηση της κάθε εταιρείας να ξεπεράσει το 1 τρισ. δολ.» Αυτά προβλέπουν για το 2018 «αναλυτές των αγορών και στρατηγικοί επενδυτές». Εφημερίδα Καθημερινή: Η Apple μπορεί να γίνει η πρώτη εταιρεία με αξία άνω του 1 τρισ. δολ.).
Είναι εντυπωσιακή η άνοδος των πολυεθνικών-πολυκλαδικών πολυεθνικών, που μοιάζουν με φεουδαρχικές εκτάσεις στην δημόσια εξουσία, ενώ ο έλεγχος που ασκούν σε όλα τα κοινωνικά πεδία είναι από τα πιο αξιοσημείωτα γεγονότα του σύγχρονου καπιταλισμού, καθώς επιβάλουν τις οικονομικές πολιτικές στις κυβερνήσεις και ορίζουν τις ζωές των πολιτών σύμφωνα με τα συμφέροντα των διοικητικών συμβουλίων τους.
Σύμφωνα με τον πρώην πρόεδρο του Κέντρου Επιχείρησης και Διακυβέρνησης του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ Ira Jackson: «οι πολυεθνικές αλλάζουν τις πολιτικές και τους πολιτικούς σαν να ήταν οι νέοι αρχιερείς και οι δικτάτορες του συστήματος μας». (Τζόελ Μπάκαν «The Corporation» Εκδόσεις ΚΨΜ)
«Ο νομπελίστας καθηγητής του πανεπιστημίου του Σικάγου Γκάρι Μπέκερ (Gary Becker), μέλος και για ένα χρόνο πρόεδρος της Mont Pelerin Society, εξηγούσε, το 1993, τους στόχους του νεοφιλελευθερισμού: «Το δικαίωμα στην εργασία και η προστασία του περιβάλλοντος είναι πια υπερβολικά στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες. Η ελεύθερη αγορά θα καταργήσει κάποιες απ’ αυτές τις υπερβολές, υποχρεώνοντας τον καθένα να παραμείνει ανταγωνιστικός απέναντι στις εισαγωγές των αναπτυσσόμενων χωρών».
Ο Γερμανός τραπεζίτης Hans Tietmeyer, ιεραπόστολος (μήπως: υποστηρικτής;) των αγορών και πρόεδρος της Deutsche Bundesbank, στις αρχές του 1996 βεβαίωνε πως: «Οι οικονομικές αγορές θα παίζουν ολοένα και περισσότερο το ρόλο του χωροφύλακα. Οι πολιτικοί πρέπει να καταλάβουν ότι, από δω και στο εξής, θα βρίσκονται υπό τον έλεγχο των οικονομικών αγορών». Σημαντική λεπτομέρεια: ο Hans Tietmeyer κατέχει τη θέση του προέδρου στο Friedrich-August-von-Hayek-Stiftung.
Ο Μπερνάρ Αρνό (Bernard Arnaud), ιδιοκτήτης, μεταξύ άλλων, των οίκων μόδας Bulgari και Dior και της σαμπάνιας Dom Perignon, εκφράζει την ικανοποίησή του το έτος 2000: «Οι επιχειρήσεις, οι πολυεθνικές κυρίως, έχουν στη διάθεσή τους ολοένα και περισσότερα μέσα και έχουν κατακτήσει, τουλάχιστον στην Ευρώπη, τη δυνατότητα να συναγωνίζονται τα κράτη. (…) Η πραγματική επιρροή των πολιτικών στην οικονομική ζωή μιας χώρας περιορίζεται όλο και πιο πολύ. Ευτυχώς!».
Και το περιοδικό Foreign Policy έγραφε ήδη από το 2009, με αφορμή την καπιταλιστική κρίση: «Η ισχύς των κρατών υποχωρεί και παίρνει τη θέση της η ισχύς των επιχειρήσεων και των μεγιστάνων».
Από κοντά και ο Μάριο Ντράγκι (Mario Draghi), ο οποίος διετέλεσε εκτελεστικός διευθυντής της Παγκόσμιας Τράπεζας, αντιπρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Goldman Sachs Europe (την περίοδο που η εταιρεία αυτή μαγείρευε τα Greek statistics) και που σήμερα κατέχει τη θέση του προέδρου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, δήλωσε στην εφημερίδα The Wall Street Journal το 2012: «Το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο έχει τελειώσει και όποιος οπισθοχωρήσει σε θέματα κοινωνικού προϋπολογισμού θα δεχθεί αμέσως την τιμωρία των αγορών». (Κώστας Λουλουδάκης : Άσπρα Μαντίλια στην Plaza de Mayo Εκδόσεις ΚΨΜ).
«Λογικά» όλα αυτά, μόνο όμως αν δεχτούμε την νεοφιλελεύθερη ιδεοληψία που προτάσσει την υποταγή όλων των πτυχών των κοινωνικών θεσμών, σε χρησιμοθηρικές σταθμίσεις, χρηματιστηριακούς υπολογισμούς και στην «ελευθερία των αγορών» !
Μήπως, λοιπόν, ζούμε σε ένα καθεστώς δεσποτισμού των πεφωτισμένων ελίτ που διέπεται από την υποχρεωτική υποταγή στις αγορές; Σε μια «marktkonforme demokratie», δηλαδή μια δημοκρατία συμβατή με την αγορά, σύμφωνα με την καγκελάριο της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ;
Μήπως δεν έχει πλέον νόημα η δημοκρατική εκλογή και η ψήφος των πολιτών, αφού η πολιτικοοικονομική ζωή είναι εκ των προτέρων καθορισμένη;
Μήπως λοιπόν ο νέος ηγεμόνας είναι οι μεταφυσικές και αόριστες «αγορές»;
Η ηγεμονία της αγοράς, λοιπόν, επιδιώκει τον υποβιβασμό της συλλογικής συμμετοχής στα κοινά, αντιμετωπίζει την δημοκρατία ως μια τεχνική, το μέσo, δηλαδή, που θα της επιτρέψει να ελέγξει την εκλογή των διαχειριστών της κρατικής εξουσίας. Ο σκοπός είναι ο περιορισμός της πολιτικής, δηλαδή, η δυνατότητα των πολιτών να συμμετέχουν στην διαχείριση των κοινών, που ισοδυναμεί με την φασιστική απαίτηση των αγορών οι δημόσιοι πόροι να χρησιμοποιούνται για την εξυπηρέτηση της αναπαραγωγής του κεφαλαίου, η οποία συνακολουθείται και από μια διαβαθμισμένη φτώχια. Αυτός είναι ο λόγος που οι πολιτικές του εγκληματικού οργανισμού του ΔΝΤ επιτάσσουν τα χρέη που δημιουργούνται στα πλαίσια των διαφόρων καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων να αποπληρώνονται σχεδόν αποκλειστικά από τις τσέπες των φτωχών, ώστε το μεταφυσικό αφήγημα των ελεύθερων αγορών να συνεχίσει να ηγεμονεύει με την τρομοκρατία, την ανθρώπινη ιστορία.
Καταλήγουμε, επομένως, στο συμπέρασμα ότι η ταλαιπωρημένη λέξη δημοκρατία έχει ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο περιεχόμενο εξαρτημένο από το οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον στο οποίο χρησιμοποιείται.
Αλήθεια…
Για πόσον καιρό οι άνθρωποι θα υποστηρίζουν, θα αδιαφορούν ή, κυρίως, θα ανέχονται μια τέτοια κατάσταση;
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο ένθετο του Νόστιμον Ήμαρ στον “Δρόμο”, τo Σάββατο 20.2.2017