Του Δημήτρη Βεργίνη
Θλίψη. Βαριά, πηχτή, άγρια, αξεπέραστη, σκουρόχρωμη, απίστευτη, αληθινή, τρομακτική, αποπνικτική, δύσμορφη, απαίσια, βαθιά, άρρωστη, σκληρή, ακραία θλίψη. Θλίψη με θήτα κεφαλαίο. ΘΛΙΨΗ που φωνάζει, θλίψη που σιωπά, θλίψη που εξεγείρεται, θλίψη που αδυνατεί να κουνηθεί. Ένα θήτα όλη μου η μέρα, όλη μου η νύχτα. Θήτα όπως θλίψη.
Θλίψη για μια τελευταία αγκαλιά, θλίψη για εικοσιέξι τελευταίες αγκαλιές, θλίψη για τη θάλασσα που καιγόταν, θλίψη για το κλάμα, θλίψη για τα ουρλιαχτά, θλίψη για τα αναφιλητά, θλίψη για τη Μόρα, θλίψη για τους σπασμούς, θλίψη για τον καπνό που έπνιγε, θλίψη για τη γη που μαύρισε.
Θλίψη για το σκυλί που φοβισμένο και καμένο έφτασε στο βράχο, θλίψη για τα σκυλιά που κάηκαν δεμένα, θλίψη για τις χελώνες στο δάσος, θλίψη για κάθε κατοικίδιο που κάηκε στις αυλές, θλίψη για τα αγρίμια, θλίψη για κάθε πουλί, για κάθε έντομο, για κάθε ζώο που δεν βρήκε τρόπο διαφυγής, θλίψη για κάθε τι που ανέπνεε κι έπαψε να το κάνει.
Θλίψη το βράδυ στο σπίτι μόνος, θλίψη τη μέρα στη δουλειά, θλίψη οδηγώντας, θλίψη διαβάζοντας, θλίψη γράφοντας, θλίψη στα αγγίγματά μου, θλίψη στα στεγνά μου χείλη, θλίψη στα χαμόγελά μου, θλίψη στους φίλους μου, θλίψη στην οικογένειά μου, θλίψη με τα χέρια στις τσέπες, θλίψη με τα χέρια στα μάγουλα, θλίψη με τα χέρια στα μάτια, θλίψη με τα χέρια στον ουρανό.
Θλίψη κόκκινη που τσούζει, θλίψει κίτρινη που καίει, θλίψη πράσινη που ξερνάει, θλίψη μπλε που δεν αναπνέει, θλίψη καφέ που σαπίζει, θλίψη λευκή που παγώνει, θλίψει μαύρη που… θλίψη μαύρη… θλίψη μαύρη που πεθαίνει.
Θλίψη. Μεγάλη, άηχη, ολοκληρωτική, άθλια, μοναχική, μωβ, φοβερή, επίμονη, διαπεραστική, διαρκής, ανατριχιαστική, ανεξάντλητη, υποβλητική, έντονη, συμπαγής θλίψη. Θλίψη που ήρθε για να μείνει. Που δε συζητάει, που δεν διαπραγματεύεται, που δεν ξεκουνάει από ξυπνήματα και όνειρα. Θλίψη για το εδώ, για το τώρα, για το μετά. Το θήτα της χάραγμα και μελάνι σε ψυχή και δέρμα μας. Θήτα όπως θλίψη.
*Το γλυπτό είναι του Albert Gyorgy με τίτλο “Melancholy”