Με όποιον συνομιλούσα πριν τις εκλογές του Γενάρη και μου έλεγε ότι θα ψήφιζε τον ΣΥΡΙΖΑ στην Β’ Αθήνας, του έλεγα να μην σταυρώσει τον Γιάνη Βαρουφάκη. Όχι γιατί δεν πίστευα ότι ο πρώην υπουργός είναι κακός επιστήμονας, αλλά επειδή δεν θεώρησα ποτέ ότι είναι «πολιτικός» με τα στενά όρια που αντιλαμβανόμαστε την πολιτική σε ολόκληρο τον δυτικό κόσμο.
Τελικά, ο ίδιος εξελέγη πανηγυρικά με ρεκόρ σταυρών. Δεν ήταν λίγοι οι 135.638 ψηφοφόροι. Ήταν περισσότεροι από κάθε άλλο υποψήφιο.
Όταν ανακοινώθηκε ότι ο Γιάνης Βαρουφάκης θα είναι ο νέος υπουργός Οικονομικών, εξεπλάγην και πάλι. Δεν περίμενα να γίνει υπουργός, ακριβώς για τους ίδιους λόγους για τους οποίους έλεγα προεκλογικά στους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ να μην τον ψηφίσουν.
Στις πρώτες του μέρες στο υπουργείο Οικονομικών φάνηκε ότι αυτός ο άνθρωπος θα γίνει το κόκκινο πανί των πάντων. Σε εσωτερικό και εξωτερικό. Άδειασε τον Ντάισελμπλουμ την πρώτη βδομάδα, μίλησε για Ζίμενς και Χριστοφοράκο δίπλα στον Σόιμπλε, φόρεσε στα πρώτα Eurogroup τον μανδύα του καθηγητή κι όχι του πολιτικού των στεγνών τεχνοκρατικών ορίων της Ευρώπης. Έδειξε σε όσους βρέθηκαν δίπλα του ότι όχι μόνο είναι εξυπνότερος και ικανότερος στα οικονομικά από αυτούς, αλλά όφειλε να κάνει τα πάντα για να το καταλάβουν.
Τότε ήταν που έγινε ο πλέον μισητός πολιτικός της νεότερης ελληνικής πολιτικής ιστορίας στα σαλόνια της Ευρώπης. Πιο μισητός ακόμη κι από τον Τσίπρα.
Στην αρχή πίστεψα ότι ο Βαρουφάκης αποτελεί την «ασπίδα μίσους» του πρωθυπουργού. Όπως περίπου συμβαίνει με το δίδυμο Σόιμπλε – Μέρκελ. Ίσως έτσι να ήταν σχεδιασμένα τα πράγματα.
Όμως στην πορεία η στρατηγική άλλαξε. Ο Βαρουφάκης επέμεινε στο σχέδιό του γιατί ως μη πολιτικός κινήθηκε πάντα απαλλαγμένος από αυτό που κάνει πάντοτε τους «κανονικούς» πολιτικούς να λειτουργούν εις βάρος του λαού τους. Τον φόβο.
Ο Αλέξης Τσίπρας έδειξε ότι ακόμη και το δημοψήφισμα το έκανε για να το χάσει. Κι άφησε έτσι σαφή ερωτηματικά για το αν κι η ίδια η διαπραγμάτευση έγινε για να χαθεί. Εκτός κι αν είναι ακόμη ικανοποιημένος από τη «διεθνοποίησή» της, και την τοποθέτηση της Ελλάδας στα πρωτοσέλιδα όλου του πλανήτη. Όμως, με κάθε δόση συμπόνοιας στο ιδεολογικό του «δράμα» μετά την ψήφιση του νέου μνημονίου, θα ήθελα να τον ενημερώσω ότι η Ελλάδα είναι από το 2010 στα διεθνή πρωτοσέλιδα.
Δεν ήταν η δημοσιότητα αυτό που πραγματικά χρειαζόταν ο Αλέξης Τσίπρας, αλλά η ενεργή αντίθεση στην τρίτη φάση του σχεδίου, μετά τη διασφάλιση των δανειστών και του τραπεζικού συστήματος, που είναι η δήμευση της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας στην Ελλάδα.
Σε αυτό συνέβαλε και ο Γιάνης Βαρουφάκης, κάνοντας ένα τεράστιο λάθος που θα τον κυνηγάει για όλη του τη ζωή. Παρουσίασε εκείνη τη συμφωνία της 20ης Φλεβάρη ως τρόπαιο της νέας πολιτικής που εισήγαγε στην Ευρώπη η αριστερή του κυβέρνηση. Όλοι, μα όλοι, φώναξαν τότε ότι αυτό το κείμενο ήταν η απόλυτη παγίδα. Η δημιουργική ασάφεια που εκείνος είδε ως εργαλείο πίεσης, ήταν ο Δούρειος Ίππος του.
Το σφάλμα αυτό εξελίχθηκε σε πολιτικό έγκλημα: Την τακτική πληρωμή των δανειστών με ό,τι ρευστό απέμεινε στα εγχώρια ταμεία.
Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω ποιος πήρε αυτήν την απόφαση, όμως εκ του αποτελέσματος αποδείχθηκε ως μια αποτυχημένη ένδειξη καλής θέλησης προς τους δανειστές. Ειδικά εφόσον από τις 30 Γενάρη ο Βαρουφάκης είχε ενημερωθεί πως οι Ευρωπαίοι θα σκότωναν την ελληνική οικονομία εάν δεν συνθηκολογούσε.
Σήμερα, ο Γιάνης Βαρουφάκης δέχεται έναν ανηλεή πόλεμο λάσπης από τα ΜΜΕ και την αντιπολίτευση, αλλά και από βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ και τον ίδιο τον πρωθυπουργό. Του καταλογίζουν «δόλο» και «κρυφό σχέδιο» για να βγάλει την Ελλάδα από το ευρώ, αλλά κι ότι –όπως είπε ο Τσίπρας στην ΕΡΤ- δεν συμπεριφέρεται σαν “καλός πολιτικός”.
Στην ουσία, και στις δύο περιπτώσεις, κατηγορείται ότι δεν φοβάται να σχεδιάσει την πολιτική του απέναντι σε κάθε απειλή.
Τελικά, τα πράγματα εξελίχθηκαν πολύ χειρότερα. Και στα εργασιακά, και στο ασφαλιστικό. Σε όλο αυτό ο Γιάνης Βαρουφάκης αποφάσισε να μη συμμετάσχει. Όχι μόνο γιατί δεν το ασπάζεται, αλλά επειδή είδε μετά το δημοψήφισμα ότι στην πραγματικότητα κανένα από τα ηγετικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ δεν το πίστεψαν ποτέ. Κι αν όντως το πίστεψαν κάποια στιγμή, τότε το ξέχασαν πολύ γρήγορα.
Σήμερα, ο πρώην υπουργός Οικονομικών είναι ακόμη βουλευτής. Δεν γνωρίζω για πόσο, καθώς είναι βέβαιο ότι οι 135.638 ψηφοφόροι είναι μια βαριά πολιτική παρακαταθήκη που δεν απεμπολείται τόσο εύκολα. Ίσως καταφέρει να αξιοποιήσει αυτόν τον χρόνο για να σκεφτεί τις γελοιότητες και τα λάθη στα οποία υπέπεσε τους προηγούμενους μήνες, με τις λαϊφσταϊλίστικες φωτογραφίσεις, τη ναρκισσιστική του συμπεριφορά και την υποχώρησή του μπροστά στα προεδρικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, ούτως ώστε να κατανοήσει ότι τα πάντα έχουν μια συνέχεια.
Κι ίσως, πολύ σύντομα, κληθεί ξανά να εκτελέσει το σχέδιο απόδρασης που θα χρειαστεί η χώρα, όταν αποδειχθεί ότι η εκδίκηση των Ευρωπαίων δεν τελείωσε στις 17 ώρες της Συνόδου Κορυφής στις Βρυξέλλες.
(Δεν κατηγορώ τον Βαρουφάκη για τις δεκάδες σοβαρές συνεντεύξεις που έδωσε. Απέναντί του είχε ολόκληρο τον άρτια σχεδιασμένο ευρωπαϊκό -και κυρίως γερμανικό- μηχανισμό προπαγάνδας να τον χτυπάει αλύπητα. Κι αυτός άντεξε εντελώς μόνος, μέχρι που είδε ότι ο Τσίπρας λύγισε υπό το βάρος του “όχι”. Ήταν τεράστια η υπομονή του, και η επιμονή του, όταν επί πέντε μήνες τα έβαζε με το “τέρας”)