Να ξεχάσουν το παρελθόν και να ξαναγνωριστούν με τους αγνούς ψηφοφόρους που πάσχουν από προσωρινή αμνησία επιχειρούν ο ΣΥΡΙΖΑ και η Νέα Δημοκρατία, με τα επικοινωνιακά επιτελεία των δύο κομμάτων εξουσίας να αλληλοαντιγράφονται και να τσακώνονται.
Το προεκλογικό σύνθημα που πρώτη παρουσίασε η Νέα Δημοκρατία λέει «Τώρα πάμε μπροστά», ενώ του ΣΥΡΙΖΑ είναι το «Μόνο μπροστά».
Η Νέα Δημοκρατία κατηγορεί τον ΣΥΡΙΖΑ ότι αντέγραψε το δικό της σλόγκαν, καθώς μετά τις πολιτικές των μνημονίων οι άνθρωποι της Πρώτης Φοράς Αριστεράς αποφάσισαν να παύσουν να κρατούν τα προσχήματα και να κάνουν ό,τι ακριβώς έκαναν και οι προηγούμενες κυβερνήσεις, σε όλα τα επίπεδα: Μνημονιακών πολιτικών, εσωκομματικών εκκαθαρίσεων, υποτιμητικής προπαγάνδας, και εμετικής μονταζιέρας μέσω των δικών τους διαδικτυακών κομματόσκυλων.
Έτσι λοιπόν, μετά την απόφαση των προεδρικών του Αλέξη Τσίπρα να αρπάξουν το κόμμα χωρίς τη στοιχειώδη εσωκομματική ή έστω κοινοβουλευτική διαδικασία που να τους προσδίδει οποιουδήποτε είδους πολιτική νομιμότητα, ήταν πλέον μάταιο να κρύβονται κι όλες οι υπόλοιπες παθογένειες που τους ακολουθούν.
Η Νέα Δημοκρατία αναφέρει στο δικό της προεκλογικό μήνυμα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ διέλυσε την οικονομία, ενώ κυκλοφορούν ήδη αφισάκια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης -που αναπαράγουν τεράστιες πολιτικές προσωπικότητες όπως ο Κυριάκος Μητσοτάκης- στα οποία υπολογίζεται ότι η συνολική ζημιά στην οικονομία τους επτά τελευταίους μήνες ήταν 160 δις ευρώ. Βέβαιο ολόκληρο το ετήσιο ΑΕΠ της χώρας είναι 180 δις ευρώ, όμως στο Χάρβαρντ ο Κυριάκος δεν είχε χρόνο για βασικές μαθηματικές πράξεις, όπως η πρόσθεση, η αφαίρεση κι ο πολλαπλασιασμός.
Με τη λέξη «μπροστά», τα δύο κυβερνητικά κόμματα επιχειρούν να δείξουν ότι κάτι πολύ σημαντικό έχει τελειώσει. Διαπίστωση στην οποία έχουν απόλυτο δίκιο, καθώς κατάφεραν μέσα σε πέντε μόλις χρόνια να τελειώσουν περισσότερα από 6 εκατομμύρια πολίτες. Επιπλέον, το «μπροστά» δείχνει μια τάση προς το μέλλον χωρίς να δίνεται καμία σημασία στο παρελθόν. Κίνηση η οποία αποδεικνύει ότι κανείς δεν πρόκειται ποτέ του να δείξει το παραμικρό ενδιαφέρον για το τι πραγματικά συνέβη στη χώρα πριν, και κατά τη διάρκεια των καταστροφικών μνημονιακών πολιτικών που υποθήκευσαν το μέλλον των πολιτών για τις επόμενες δεκαετίες και φτωχοποίησαν περισσότερους από τους μισούς.
Η Νέα Δημοκρατία το έχει αποδείξει αυτό πολλές φορές, ειδικά μετά τις εκλογές του 2012 όπου υποσχόταν εξεταστικές επιτροπές για το μνημόνιο και τελικά, μετά τη συμφωνία να συγκυβερνήσει με το ΠΑΣΟΚ και τον ΣΥΡΙΖΑ του 2015 (δηλαδή τη ΔΗΜΑΡ), ο Αντώνης Σαμαράς κι όλο το κομματικό του επιτελείο έκαναν τους ανήξερους. Όλοι οι δεξιοί γνώριζαν ότι η συμφωνία με τον Βαγγέλη Βενιζέλο απέκλειε κάθε είδους εξεταστική επιτροπή ή οποιαδήποτε άλλη ανάμειξη με το πράσινο παρελθόν που φέσωσε τη χώρα για δέκα γενιές. Κι αυτό, ο Αντώνης το πλήρωσε ακριβά.
Από την άλλη, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε δείξει μέσω της δράσης της Ζωής Κωνσταντοπούλου συγκεκριμένα δείγματα για την ενασχόλησή του με το ένοχο παρελθόν αυτού που στην τρέχουσα προεκλογική περίοδο ονομάζει «40 χρόνια καταστροφής». Κι όμως· τα προβεβλημένα και στην πορεία άκρως προεδρικά στελέχη του κόμματος αδιαφόρησαν για τις κινήσεις της προέδρου της βουλής, και στο τέλος συμμετείχαν με πολύ μεγάλη χαρά στον πόλεμο λάσπης των καναλιών και των εφημερίδων εναντίον της. Μάλιστα, λίγο πριν κλείσει τη βουλή ως άλλος Καραμανλής, ο Αλέξης Τσίπρας και οι βουλευτές του αποφάσισαν να αδιαφορήσουν ακόμη και στις εκκλήσεις για κοινοβουλευτική συζήτηση επί των πορισμάτων της επιτροπής αλήθειας για το χρέος – ενώ την ίδια στιγμή περίμεναν τη σειρά τους στα πάνελ του Μέγκα, του ΑΝΤ1 και του Σκάι.
Η κλίση προς τα μπρος, την οποία ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ ετοιμάζονται να πραγματοποιήσουν με πολύ μεγάλη χαρά, συνοδεύεται από την ακύρωση κάθε υποψίας ελέγχου του παρελθόντος. Οι εξεταστικές επιτροπές της βουλής δεν έχουν πλέον κανένα νόημα, το ζήτημα του χρέους επαφίεται αποκλειστικά στις ορέξεις των δανειστών, κανείς δεν πρόκειται να λογοδοτήσει ποτέ για την καταστροφή της χώρας όσο ο Αλέξης Τσίπρας εξασφαλίζει την ψήφιση των μνημονιακών μέτρων με τους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ και του Ποταμιού, και οι προσπάθειες να κυνηγηθούν οι ένοχοι που προκάλεσαν τη βίαιη φτωχοποίηση εκατομμυρίων πολιτών και την αναβίωση του ναζισμού και του φασισμού δεν έχουν πλέον καμία σημασία.
Μόνες έγνοιες σύσσωμων των επιτελείων των κυβερνητικών κομμάτων παραμένουν η μηχανορραφία και οι μικροπολιτικές επιδιώξεις για την εξασφάλιση της εξουσίας με κάθε κόστος: Είτε αυτό σημαίνει συνεργασία με τους φασίστες και τους ναζί, όπως πολύ ξεκάθαρα έδειξε με τις δηλώσεις του ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης, είτε με την κατάργηση κάθε ίχνους πολιτικής και δημοκρατικής νομιμοποίησης από τον Αλέξη Τσίπρα· τον άνθρωπο που έσβησε το αποτέλεσμα ενός δημοψηφίσματος, δείλιασε να ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης στη βουλή και δεν τόλμησε να εμφανιστεί μπροστά στην κομματική του βάση προδίδοντας κάθε λέξη από τις δικές του υποσχέσεις και δεσμεύσεις.