Απογοητευμένοι εμφανίζονται όλοι οι δημοσιογράφοι στα μεγάλα ελληνικά μέσα ενημέρωσης, μετά τις καταγγελίες του Παύλου Χαϊκάλη και τον τρόπο με τον οποίο ο πολιτικός κόσμος αντιδρά στη δημοσιοποίηση μιας υπόθεσης σαν αυτή.
Είναι, μάλιστα, τόσο μεγάλη η απογοήτευση όλων των γνωστών εφημερίδων, ιστοσελίδων και καναλιών, όπου μεγάλο μέρος του δημοσιογραφικού κόσμου έσπευσε από την πρώτη στιγμή να προειδοποιήσει το κοινό ότι όλα όσα ακούγονται περί χρηματισμού πολιτικών προσώπων είναι ψέματα και ανακρίβειες που έχουν στόχο να σπιλώσουν τη χώρα και να διώξουν τους τουρίστες της.
Φυσικά, σχεδόν κανείς από τους δημοσιογραφικούς κύκλους δεν θεωρεί ότι τα πολιτικά πρόσωπα χρηματίζονται. Ούτε από τις τράπεζες, ούτε από τις επιχειρήσεις. Αν ίσχυε κάτι τέτοιο, θα δημοσίευαν τα ντοκουμέντα γιατί αυτό επιτάσσει ο δημοσιογραφικός κώδικας δεοντολογίας.
Βέβαια, θα πρέπει να τονιστεί ότι υποθέσεις σαν αυτές των εξοπλιστικών, του χρηματιστηρίου, των ιδιωτικοποιήσεων, της λίστας Λαγκάρντ, της Siemens και πολλές ακόμη, δεν αφορούν ενεργά πολιτικά πρόσωπα, αλλά μόνο τον Άκη Τσοχατζόπουλο, τον Γιώργο Παπακωνσταντίνου, και μερικούς κοινούς θνητούς.
Σε μια χώρα η οποία έχει χρεοκοπήσει εδώ και τέσσερα χρόνια, ελάχιστα είναι τα μέσα ενημέρωσης που απαίτησαν κάθαρση και απόδοση ευθυνών για όσους την οδήγησαν εκεί.
Από την άλλη, σχεδόν όλα τα μέσα ενημέρωσης ζητούν εθνική συμφιλίωση για να βγει η χώρα από την κρίση και να μη μπλεκόμαστε με χρονοβόρες δικαστικές υποθέσεις.
Δοσίλογοι, εμφύλιος, χούντα, μεταπολίτευση, χρεοκοπία. Η Ελλάδα έχει μακρά παράδοση στους άλυτους λογαριασμούς. Το μνημόνιο και οι νόμοι του είναι ένας ακόμη.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η χώρα θα βγει κάποια μέρα από την οικονομική κρίση, διότι αυτός είναι και ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί ο καπιταλισμός.
Όπως δεν υπάρχει, επίσης, ουδεμία αμφιβολία ότι κανείς δεν θα λογοδοτήσει για το πώς φτάσαμε σε αυτό το σημείο.
Για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ύπαρξη δικαιοσύνης και ο δημόσιος έλεγχος από τα μέσα ενημέρωσης.
Όμως, τα μέσα ενημέρωσης λειτουργούν ως πυροσβέστες της κυβέρνησης, ενώ η δικαιοσύνη δεν είναι ικανή να διερευνήσει ούτε μια υπόθεση που εμπλέκονται υψηλά πολιτικά πρόσωπα, ακόμη κι διαθέτει ηχητικά ντοκουμέντα και βίντεο, εκτός κι αν τα πρόσωπα αυτά είναι ένα βήμα πριν τον τάφο (πολιτικό ή κανονικό).
Μάλιστα, για μια ακόμη φορά –όπως με το χρηματιστήριο, τα υποβρύχια, την Hellas Power και Energa, τους λογαριασμούς του Άκη Τσοχατζόπουλου, την Siemens, και πολλά ακόμη- χαρακτηριστικό είναι ότι συγκεκριμένοι δημοσιογράφοι και μέσα ενημέρωσης βιάστηκαν να βγάλουν αθωωτικά συμπεράσματα για τα πρόσωπα που εμπλέκονται στις καταγγελίες του Χαϊκάλη, πασχίζοντας να πείσουν το κοινό ότι κατέχουν το αποκλειστικό δικαίωμα να κρίνουν.
Παρόλα αυτά, τα ίδια πρόσωπα ήταν εκείνα τα οποία στην υπόθεση Ρωμανού –για παράδειγμα- δεν επιχειρηματολογούσαν πάνω στα πεπραγμένα και τις δικαστικές αποφάσεις, αλλά με βάση τις προθέσεις.
Βέβαια, θα πει κανείς ότι ένας τύπος σαν τον Νίκο Ρωμανό δεν μπορεί να συγκριθεί με έναν βουλευτή ή δικαστικό. Η άποψη των τελευταίων έχει μεγαλύτερη βαρύτητα από την άποψη του Ρωμανού.
Επιχειρηματολογία εντελώς φυσιολογική, αν αναλογιστούμε ότι δικαιοσύνη και ενημέρωση στην Ελλάδα είναι ανύπαρκτες.
(Με όποιο ρεπορτάζ κι αν ασχολούνται οι Έλληνες δημοσιογράφοι, δηλώνουν απογοητευμένοι. Οι πολιτικοί συντάκτες είναι απογοητευμένοι με την πολιτική κατάντια της χώρας. Οι δικαστικοί είναι απογοητευμένοι με την παρακμή του συστήματος απόδοσης δικαιοσύνης. Οι αθλητικοί με τη σαπίλα του ποδοσφαίρου. Οι οικονομικοί με τη διαπλοκή. Αφού είστε όλοι σας τόσο δυστυχισμένοι, γιατί δεν αλλάζετε επάγγελμα μπας κι έρθει κανείς άλλος με περισσότερη όρεξη;)
(Δεν είμαι οπαδός του κυνηγιού μαγισσών. Δίνω αρκετές πιθανότητες η υπόθεση Χαϊκάλη να εξελιχθεί σαν τις επενδύσεις του Τσάκα στον Παναθηναϊκό. Γνωρίζω όμως πως όταν συγκεκριμένοι δημοσιογράφοι υπερασπίζονται με τέτοια μανία κάποια πολιτικά ή επιχειρηματικά πρόσωπα που εμπλέκονται σε μια υπόθεση που βρίσκεται υπό διερεύνηση, τότε είναι βέβαιο πως κάποιος έχει χεσμένη τη φωλιά του)
(Λατρεύω να ακούω δημοσιογράφους που λένε ότι οφείλουμε όλοι να είμαστε ψύχραιμοι επειδή οι ώρες είναι δύσκολες, ενώ την επόμενη στιγμή σκηνοθετούν πολιτικούς καβγάδες για να ανεβάσουν την τηλεθέαση)