Κάθε γενιά και ένας πόλεμος ή μια καταστροφή. Μικρασιατική καταστροφή, πόλεμος του ’40, εμφύλιος, χούντα. Ενδιάμεσα χρεοκοπίες, πραξικοπήματα, συνωμοσίες, διώξεις.
Στη δική μας γενιά έλαχε να ζήσουμε την καινούργια μορφή πολέμου, αυτού του πολέμου που δε σκοτώνει με βόμβες και σφαίρες αλλά με τον οικονομικό αποκλεισμό. Πιο πολιτισμένη μορφή. Τη θέση των μαζικών σφαγών στα πεδία των μαχών, παίρνουν τα ατομικά δράματα.
Ο καθένας τραβάει το λούκι μόνος του. Άντε με τους δίπλα του. Ελάχιστοι θα μάθουν γιατί πήδηξε ο τάδε από την ταράτσα ή γιατί κρεμάστηκε ο δείνα, πως καταστράφηκε ο ένας και ο άλλος. Θα τα φορτώσουμε όλα στην πλάτη της στατιστικής και καθαρίσαμε: Αυξήθηκαν οι αυτοκτονίες, οι χρεοκοπίες, οι εξώσεις…
Οι διαφορές αυτού του πολέμου από τον κανονικό είναι πολλές. Π.χ, κτήρια δεν γκρεμίζονται. Απλώς αλλάζουν ιδιοκτήτη. Το σπίτι το παίρνει ο νικητής. Τώρα, βέβαια, εσύ δεν θα καταλάβεις ποτέ γιατί σου επιτέθηκε και σου πήρε το σπίτι ένα hedge fund με έδρα κάποιο εξωτικό νησί στον Ειρηνικό, αλλά έτσι είναι αυτός ο πόλεμος. Δεν ξέρεις ποιος πολεμάει ποιον… Άλλη μια διαφορά με τον κανονικό πόλεμο όπου, τουλάχιστον τις περισσότερες φορές, τον εχθρό τον έχεις απέναντι και τον βλέπεις στα μάτια.
Μια άλλη, ίσως η σημαντικότερη, είναι ότι στον οικονομικό πόλεμο δεν υπάρχουν ήρωες, παρά μόνο θύματα. Κανείς δεν παρασημοφορείται, κανείς δεν υποδέχεται ήρωες ζητωκραυγάζοντας, κανείς δεν νιώθει περήφανος για τίποτα. Επικρατεί παντού ο ζόφος. Όλα, ακόμη και τα συναισθήματα, μετριούνται με αριθμούς.
Παρά τις τραγικές όσο και οφθαλμοφανείς συνέπειες, ελάχιστοι θα μιλήσουν για πόλεμο. Κι όσοι το τολμήσουν, σχεδόν αμέσως θα εισπράξουν την ταμπέλα του γραφικού. Κι αν τους καταθέσεις στοιχεία, αριθμούς, που τόσο αγαπούν οι λάτρεις της στατιστικής, θα αρχίσουν γραφικότητες τύπου “δράμα είναι αυτό που βιώνουν οι Σύριοι. Εμείς μια χαρά περνάμε”. Βέβαια, ψέμματα δεν λένε. Αυτοί και οι φίλοι τους μια χαρά περνάνε. Οπότε και οι άλλοι, δεν μπορεί, κάπως έτσι θα περνάνε…
Προχθές, λίγα τετράγωνα πιο κάτω ένα νέο παιδί, τριάντα κάτι, φούνταρε από το μπαλκόνι του. Μου έδειξαν και το σπίτι. Δεν τον ήξερα. Μόνο που, έτσι όπως κοιτούσα το σπίτι του, σκέφτηκα πως όλοι είμαστε κάποιος αριθμός. Αυτό που απομένει είναι να δούμε σε ποια λίστα θα μας καταγράψουν.
Ή μήπως όχι;