Ας κάνουμε μια υπόθεση εργασίας: Ας πούμε δηλαδή ότι ο Παναγιώτης Λαφαζάνης, η Ζωή Κωνσταντοπούλου, ο Γιάνης Βαρουφάκης κι όλοι οι υπόλοιποι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, που διαφώνησαν με τα μνημονιακά μέτρα που ήρθαν προς ψήφιση στη Βουλή, αλλάζουν άρδην «γραμμή πλεύσης» ψηφίζοντας το δεύτερο πακέτο, το οποίο θα τεθεί σε ψηφοφορία αύριο το βράδυ. Κι επειδή ακούω τελευταία διάφορα «χαριτωμένα» επιχειρήματα, να το πάω ακόμη παρακάτω;
Ας υποθέσουμε δηλαδή πως ο Δημήτρης Κουτσούμπας διαμηνύει στον Αλέξη Τσίπρα ότι το ΚΚΕ δε θα ψηφίσει βέβαια το νέο Μνημόνιο, αλλά θα παράσχει στην κυβέρνηση μια «περίοδο εκεχειρίας», καθώς έχει πειστεί ότι υπάρχει πράγματι το ενδεχόμενο «ολοκληρωτικής καταστροφής». Μέσα σε αυτό το κλίμα λοιπόν η Βουλή, με ένα μορατόριουμ εκ μέρους των κομμάτων του λεγόμενου «συνταγματικού τόξου», πορεύεται σε κλίμα μέγιστης δυνατής συναίνεσης ολοκληρώνοντας μέσα στις επόμενες εβδομάδες τη μνημονιακή συμφωνία, έχοντας απέναντι μόνο το νεοναζιστικό μόρφωμα της Χρυσής Αυγής.
Έχει κανείς την εντύπωση πως ακόμη και σε αυτό το ακραίο σενάριο δε θα πρέπει να αναμένεται το ξέσπασμα ακραίας κοινωνικής δυσαρέσκειας εκ μέρους ενός μεγάλου κομματιού του ελληνικού λαού; Μιλάμε για έναν λαό, ο οποίος μετά από 6 χρόνια φτωχοποίησης εξαιτίας των πολιτικών λιτότητας, βλέπει τώρα να τις ανανεώνει επί τα χείρω ο πολιτικός φορέας, που εξελέγη με σαφή δέσμευση να τις καταργήσει.
Υπάρχει έστω κι ένας που να πιστεύει πως ο άνεργος, που πλέον όχι απλά δε θα μπορεί να εξασφαλίσει τα απαραίτητα, αλλά σε λίγους μήνες είναι πιθανό να χάσει και το σπίτι του, θα ανακουφιστεί αν ομονοήσει η συντριπτική πλειοψηφία των μελών του Κοινοβουλίου στην ανάγκη επιβολής του νέου μνημονίου; Έχει κάποιος την ψευδαίσθηση ότι οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι οποίοι θα αντιμετωπίσουν ακόμη πιο έντονα το φάσμα του λουκέτου, ή ο αγροτικός κόσμος, που θα βρεθεί στο όριο του αφανισμού, θα περιορίσουν τις αντιδράσεις τους, εφόσον κινηθεί συντεταγμένα και χωρίς διαρροές το μεγαλύτερο κυβερνητικό κόμμα; Μήπως όμως σε τελική ανάλυση κάτι τέτοιο θα αποτελούσε την απόλυτη αγνόηση των κοινωνικών διεργασιών;
Σε κάθε περίπτωση, έχει καλλιεργηθεί μια αντίληψη τα χρόνια των μνημονίων, η οποία υπαγορεύει την όσο το δυνατό μεγαλύτερη κοινοβουλευτική αποδοχή των καταστροφικών πολιτικών λιτότητας, μήπως κι εξασφαλιστεί μια κάποια κοινωνική ανοχή.
Η αντίληψη αυτή βέβαια έχει αποδειχτεί στην πράξη στο παρελθόν τόσο λανθασμένη, που μου μοιάζει αδιανόητο με ποιο σκεπτικό προσχωρούν σε αυτή τα κορυφαία κυβερνητικά στελέχη. Για όσους έχουν κοντή μνήμη, απλά να υπενθυμίσω ότι το δεύτερο Μνημόνιο στηρίχτηκε από μια πλειοψηφία στην τότε Βουλή, η οποία τυπικά τουλάχιστον εκπροσωπούσε πάνω από 80% του ελληνικού λαού. Είδε κανείς να έχει ανάλογη αποδοχή κι από τις εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου που διαδήλωνε την ίδια στιγμή στο Σύνταγμα; Κι αν τελικά η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ προχωρήσει στον ίδιο δρόμο παρά τις εντονότατες εσωτερικές αντιδράσεις, τι την κάνει να πιστεύει πως θα έχει διαφορετική αντιμετώπιση; Ο πρότερος έντιμος βίος; Ας σοβαρευτούμε λοιπόν κι ας κόψουμε, έστω κι αργά, το δούλεμα.
Ο Αλέξης Τσίπρας κι η κυβέρνησή του μοιάζουν λοιπόν αυτή τη στιγμή απολύτως εγκλωβισμένοι. Έχουν συνάψει μια συμφωνία που δεν έχει κοινωνική νομιμοποίηση. Έχουν προχωρήσει μάλιστα στο πολιτικό ατόπημα να μεταφράσουν αυθαίρετα την απάντηση που έδωσε μαζικά, αδιαμεσολάβητα και κόντρα σε όλους κι όλα, ο ελληνικός λαός όσον αφορά στις πολιτικές λιτότητας με το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου. Φάνηκε όμως ότι δεν πίστεψαν σε αυτή την κοινωνική δυναμική και βρέθηκαν στο σημείο να βλέπουν αποκλειστικά τον «μονόδρομο» ενός νέου μνημονίου. Το πρόβλημα λοιπόν του κυβερνητικού επιτελείου δεν είναι η διαφωνία εκ μέρους της Αριστερής Πλατφόρμας ή οποιουδήποτε άλλου. Άλλωστε αυτές ήταν γνωστές. Το πραγματικό ζήτημα είναι πως έχει παγιδευτεί στη φάκα των δανειστών, οι οποίοι μάλιστα μπορούν να του τραβήξουν ανά πάσα στιγμή «το χαλί κάτω απ’ τα πόδια». Και χάνοντας τα ισχυρά κοινωνικά ερείσματα που είχε μέχρι πρόσφατα, κινδυνεύει πράγματι να αποτελέσει «αριστερή παρένθεση».
Ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει το συντομότερο δυνατό να συνομιλήσει ξανά με την κοινωνία, την οποία, ειρήσθω εν παρόδω, ελάχιστα ενδιαφέρει σε τελική ανάλυση ποιος κατέχει το ρεκόρ αριστεροσύνης στην ευρύτερη ελληνική πολιτική σκηνή. Μόνο με αυτό τον τρόπο θα αντιληφθεί την τερατογένεση, στην οποία προβαίνει. Σε διαφορετική περίπτωση ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης θα μπορεί να εμφανίζεται προνομιακά ως ο θεματοφύλακας των συμφερόντων του αγροτικού κόσμου, ο Σταύρος Θεοδωράκης θα μιλάει εξ ονόματος των νέων επιχειρηματιών κι ο Βαγγέλης Βενιζέλος θα κουνάει το δάκτυλο δικαιωμένος. Ακόμη χειρότερα, η Χρυσή Αυγή θα πλασάρεται ως ο αυθεντικός εκπρόσωπος ενός αντιμνημονιακού αγώνα σε μια κοινωνία, η οποία θα στενάζει κυριολεκτικά ρημαγμένη υπό το βάρος των προωθούμενων μέτρων. Και τότε η χώρα θα έχει μπει σε άκρως επικίνδυνες ατραπούς…
Πηγή:tvxs.gr