Μετά από ένα πολιτικά φορτισμένο καλοκαίρι, το εκλογικό σώμα δείχνει πώς έχει -προς στιγμήν- πάψει να ελπίζει σε ανατροπή των μνημονιακών πολιτικών και ψήφισε με γνώμονα την επιλογή του διαχειριστή της επώδυνης συμφωνίας της 12ης Ιουλίου. Το αν αυτό το στοιχείο θα διατηρηθεί και τους επόμενους -ιδιαίτερα δύσκολους- μήνες για την ελληνική οικονομία μένει να αποδειχθεί. Για την ώρα πάντως κυρίαρχος του πολιτικού σκηνικού είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και προσωπικά ο Αλέξης Τσίπρας
Των Κώστα Εφήμερου & Γεράσιμου Λιβιτσάνου
Αυτό μοιάζει να είναι το… «print screen» της κάλπης της 20ης Σεπτεμβρίου: Έχρισε νικητή την μέχρι πρότινος συγκυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, επιβεβαίωσε το άκρως ανησυχητικό φαινόμενο της διατήρησης της Χρυσής Αυγής στην 3η θέση, επέτρεψε στην Ν.Δ να διατηρήσει τις δυνάμεις της, ανακατέταξε τον χώρο της λεγόμενης «κεντροαριστεράς» και ανέδειξε φαινόμενα χλεύης στο πολιτικό σύστημα μέσω της Ενωσης Κεντρώων. Όσον αφορά τον αποκαλούμενο αντιμνημονιακό χώρο, οι λίγοι ψηφοφόροι που δεν ξόδεψαν την ανοχή τους έδειξαν προτίμηση στο ξεκάθαρο αντι-ΕΕ λόγο διευρύνοντας ελαφρώς την επιρροή του ΚΚΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ ενώ δεν επιβεβαίωσαν την θρυλούμενη δυναμική της Λαϊκής Ενότητας. Οσο για την αποχή που άγγιξε το 45,2% είναι προφανώς ένα στοιχείο κάθε άλλο παρά άσχετο με την κρίση του αντιμνημονιακού λόγου.
Το εκλογικό αποτέλεσμα της Κυριακής απέδειξε ότι όλοι -μεταξύ αυτών και εμείς- παρασύρθηκαν ερμηνεύοντας το 63% του Όχι με απλοϊκό, ή τουλάχιστον λιγότερο σύνθετο τρόπο. Η συντριπτική ήττα του αντιμνημονιακού μετώπου οφείλει να μας προβληματίσει όλους. Τα ποιοτικά στοιχεία δημοσκοπήσεων και Exit Poll δείχνουν ότι παρόλο που υπάρχει στον πυρήνα των συζητήσεων αυτό δεν εκφράστηκε στην κάλπη. Προσωπική μας άποψη είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να προσέξει ιδιαίτερα και να μην καταφύγει στην αλαζονεία γιατί τους επόμενους μήνες πολλά μπορούν να συμβούν και η καθαρή του νίκη σήμερα μπορεί να μοιάζει με στιβαρό τσιμεντένιο κάστρο αλλά ωστόσο το συνολικό οικοδόμημα συνεχίζει να βρίσκεται χτισμένο πάνω σε άμμο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ
Το βασικό κυβερνητικό κόμμα μπορεί σαφώς να επιχαίρει και να υποστηρίζει ότι παρά το ότι το τελικό αποτέλεσμα στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές δεν ικανοποιεί ούτε το ίδιο, το εκλογικό σώμα εκτίμησε τις προθέσεις του. Δεν είναι μικρό πράγμα το να υπογράφεις μία συμφωνία όπως αυτή της 12ης Ιουλίου και οι απώλειες σε σχέση με το εκλογικό αποτέλεσμα της 25ης Ιανουαρίου να είναι μικρότερες της μίας ποσοστιαίας μονάδας. Ο ΣΥΡΙΖΑ φλέρταρε με το ενδεχόμενο επίτευξης αυτοδυναμίας, ενώ βρίσκεται στην μάλλον ευχάριστη θέση να μην χρειάζεται κάποιον καινούργιο κυβερνητικό εταίρο. Μετά από 7 μήνες διαπραγμάτευσης που τον συγκλόνισε εσωτερικά βρίσκεται εκ νέου να κυβερνά, με μια οριακή μεν αλλά σαφώς πιο στιβαρή πλειοψηφία.
Το εκλογικό αποτέλεσμα εμφανώς δικαιώνει την προεκλογική τακτική που ακολούθησε η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, ενώ η εκλογική νίκη πιστώνεται στο πρόσωπο του Αλέξη Τσίπρα αφού σε αυτόν βασίστηκε ουσιαστικά η προεκλογική του εκστρατεία. Ανάλογη φυσικά είναι και η ενίσχυση του πρόεδρου του ΣΥΡΙΖΑ στο εσωτερικό του κόμματος, αφού κερδίζει την δεύτερη κατά σειρά εκλογική αναμέτρηση και μάλιστα με ευρεία διαφορά από την Νέα Δημοκρατία.
Η Νέα Δημοκρατία
Τον ρόλο της στο δικομματικό σκηνικό που διαμορφώνει το εκλογικό αποτέλεσμα οφείλει να αναζητήσει πλέον η Νέα Δημοκρατία από την θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Με αυτό ως δεδομένο αλλά και την σχετική διατήρηση της εκλογικής επιρροής της, μπορεί με την… ησυχία της να μπει πλέον σε ένα 4μηνο εσωτερικής ομφαλοσκόπησης εκλέγοντας την καινούργια της ηγεσία την Άνοιξη. Ο πρόεδρος της, Βαγγέλης Μεϊμαράκης, μπορεί με αξιώσεις να διεκδικήσει τον ρόλο του αρχηγού του κόμματος καθώς η συντηρητική παράταξη θα αναζητήσει το στίγμα της κάπου ανάμεσα στην κεντροδεξιά και την σκληρή – λαική δεξιά. Οι αντιπολιτευτικές δυνατότητες είναι βέβαια εξαρχής περιορισμένες εφόσον έχει ψηφίσει το 3ο μνημόνιο πλην όμως ο ΣΥΡΙΖΑ θα είναι αυτός που θα εισπράξει την σχεδόν βέβαιη λαική δυσαρέσκεια από τα μέτρα που πρόκειται άμεσα να εφαρμοστούν. Ήδη όμως και οι υπόλοιποι «δελφίνοι» ετοιμάζονται για την εσωκομματική μάχη.
Η «κεντροαριστερά»
Εσωτερικές ανακατατάξεις παρατηρήθηκαν στον χώρο που έχει αφήσει πίσω του το πάλαι ποτέ κραταιό ΠΑΣΟΚ. Η Δημοκρατική Συμπαράταξη της Φώφης Γεννηματά κέρδισε σχεδόν 2 ποσοστιαίες μονάδες, όσες δηλαδή περίπου έχασε το Ποτάμι του Σταύρου Θεοδωράκη, που επίσης «αιμορράγησε» και προς τη Νέα Δημοκρατία. Ο συγκεκριμένος χώρος αναμένεται επίσης να αναλωθεί σε εσωτερικές διαδικασίες ενώ απηχεί εκλογικά περίπου στο 10% του εκλογικού σώματος. Με δεδομένο ότι το ΠΑΣΟΚ έχει για ιστορικούς λόγους μεγαλύτερες δυνατότητες συνοχής η Γεννηματά διαθέτει σαφώς μεγάλες δυνατότητες διαμόρφωσης των εξελίξεων αφού το Ποτάμι μοιάζει ολοένα και περισσότερο με πείραμα που δεν δείχνει να πετυχαίνει.
Αξίζει να σημειωθεί η μεγάλη ήττα του Ποταμιού και του Σταύρου Θεοδωράκη προσωπικά αφού το κόμμα έχει στηθεί γύρω του. Ο ίδιος στις δηλώσεις του ανέλαβε την ευθύνη για την ήττα αλλά ακόμα φαίνεται ότι δεν καταλαβαίνει ότι το «φέρτε ένα μνημόνιο να το υπογράψω» είναι ο κύριος λόγος για τον οποίο τον τιμώρησε το εκλογικό σώμα. Αντίθετα στις δηλώσεις του ο Σταύρος επέμεινε ότι η σταθερή στάση του ποταμιού στις 12 Ιουλίου ήταν σημαντική και επέφερε τη σταθερότητα στη χώρα. Όι Έλληνες πάντως μέχρι στιγμής διαφωνούν.
Οι ΑΝΕΛ
Για πολλοστή φορά οι Ανεξάρτητοι Έλληνες του Πάνου Καμμένου, «έσπασαν» τα προγνωστικά των δημοσκοπήσεων μπαίνοντας στην Βουλή. Μία εξέλιξη που σαφώς καθορίζει συνολικά το πολιτικό σκηνικό και όχι μόνον την πολιτική επιβίωση του συγκεκριμένου κόμματος. Κυρίως γιατί απαλλάσσει τον ΣΥΡΙΖΑ από την υποχρέωση αναζήτησης νέου κυβερνητικού εταίρου. Η υπόθεση των ΑΝΕΛ χρήζει προφανώς ιδιαίτερης ανάλυσης αφού δέχθηκε σφοδρότατη προεκλογική επίθεση από την Νέα Δημοκρατία ανταπαντώντας όμως με την ίδια σφοδρότητα και καταγγέλλοντας τον Βαγγέλη Μειμαράκη για συμμετοχή σε σκάνδαλα. Σε κάθε περίπτωση ο Πάνος Καμμένος καταφέρνει για 3η φορά να διαψεύσει τις δημοσκοπήσεις. Οι ΑΝΕΛ γίνονται έτσι το πρώτο μικρό κόμμα που ψηφίζει μνημόνιο και παραμένει στην Βουλή.
Τα αντιμνημονιακά κόμματα
Αν και εμπεριέχει μία σχετική αυθαιρεσία η άθροιση των ποσοστών του ΚΚΕ, της ΛΑΕ και της ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι σαφές ότι η αποτυχία της Λαϊκής Ενότητας αναδεικνύει ορισμένα χαρακτηριστικά των ψηφοφόρων που επιμένουν στην αντιμνημονιακή λογική και την ανατροπή των ανάλογων πολιτικών που εκφράζουν περίπου το 10% του εκλογικού σώματος.
Η πλειοψηφία του εν λόγω πολιτικού χώρου δείχνει σαφή προτίμηση σε έναν σαφή αντι-ΕΕ πολιτικό λόγο με ξεκάθαρη θέση υπέρ της εξόδου από το Ευρώ αλλά και ξεκάθαρα στοιχεία άμεσης ρήξης με την Ευρωπαϊκή ‘Ενωση. Ακριβώς δηλαδή το στοιχείο που έλειψε από την προεκλογική ρητορική της Λαϊκής Ενότητας.
Ο Παναγιώτης Λαφαζάνης ψάρεψε σε θολά νερά προσπαθώντας να μαζέψει ψήφους και από τους απογοητευμένους του ΣΥΡΙΖΑ που φοβούνταν την έξοδο στο εθνικό νόμισμα. Το εκλογικό σώμα δεν του συγχώρησε προφανώς την περίεργη στάση των υπουργών της αριστερής πλατφόρμας που από τη μια καταψήφιζαν και από την άλλη δήλωναν ότι στηρίζουν την κυβέρνηση και ας λέει ο κύριος Στρατούλης ότι θυσίασαν τις θέσεις τους.
Το σχέδιο Β που έχει επεξεργαστεί ο Κώστας Λαπαβίτσας έπρεπε να έχει παρουσιαστεί αναλυτικά όχι στην προεκλογική περίοδο αλλά από την πρώτη μέρα των Capital Controls. Τότε που ο οικονομολόγος καθηγητής φώναζε ότι είχε ήδη γίνει η μισή δουλειά.
Όσον αφορά το ΚΚΕ διατηρεί την κυριαρχία του στην συγκεκριμένη «πολιτική περιοχή» χωρίς όμως να ενισχύει ιδιαίτερα τα ποσοστά του παρά την συμφωνία για το 3ο Μνημόνιο.
Ξεκάθαρα φυσικά αναμένεται να προβληματίσει το οφθαλμοφανές στοιχείο του ότι η συμπόρευση της Λαϊκής Ενότητας με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα εξασφάλιζε την είσοδο μίας τέτοιας προεκλογική σύμπραξης στην Βουλή. Προφανώς ο προβληματισμός «βαραίνει» περισσότερο στην πολιτική ηγεσία της Λαϊκής Ενότητας, που επέλεξε εξαρχής την απαίτηση για ένταξη στην Λαϊκή Ενότητα οποιουδήποτε επιθυμεί την συνεργασία, χωρίς να προτάσσει μετωπικές λογικές. Το επόμενο διάστημα σαφώς αναμένονται εξελίξεις.
Εν κατακλείδι…
Το στοίχημα των εκλογών εξπρές κερδήθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα. Ο Paul Mason είπε ότι η τακτική του Πρωθυπουργού θα διδάσκεται στο μέλλον στα πανεπιστήμια. Όμως η ρευστότητα παραμένει το κυρίαρχο στοιχείο των πολιτικών εξελίξεων.
Η ελληνική κοινωνία θα συνεχίσει να διαμορφώνει τις πολιτικές της προτιμήσεις σε ένα σκοτεινό τοπίο μίας οικονομίας σε δυσχερή θέση. Θα συνεχίσει να πορεύεται στο τούνελ της ανεργίας, της βαριάς φορολογίας και της ανέχειας.
Όλα αυτά σε μία Ευρώπη όπου συνεχίζουν να ηγεμονεύουν οι νεοφιλελεύθερες λογικές καθώς και ο κυνισμός της επιβολής τους στην περιφέρεια την ίδια στιγμή όμως που αυτές αμφισβητούνται σε μία σειρά χώρες. Το μόνο σίγουρο είναι πως η κοινωνική ανοχή αλλά και η κοινωνική αντοχή θα δοκιμαστούν σοβαρά τους επόμενους μήνες.
Ας ελπίσουμε να αντέξουν…
thepressproject.gr