Συνέντευξη στον Τάσο Τσακίρογλου
Με μια μαρξιστική προσέγγιση ο Μπόνεφελντ μιλά για τις κυρίαρχες ψευδαισθήσεις, τον ρόλο της Σοσιαλδημοκρατίας σ’ αυτές, τον χρόνο εργασίας και την αναγκαία πάλη για υπέρβαση του καπιταλισμού.
• Εχετε πει ότι οι άθλιες συνθήκες τού σήμερα «απαιτούν πολιτικά μέσα που θα υποχρεώνουν την οικονομία να δίνει λόγο στις δημοκρατικές προσδοκίες να γίνει ο άνθρωπος ανεξάρτητος από την ένδεια. Πώς μπορεί να πραγματοποιηθεί αυτό σε μια κοινωνία στην οποία οι κυρίαρχες οικονομικές ελίτ επιβάλλουν τη θέλησή τους στις κυβερνήσεις;
Αντιπαρέβαλα τη σοσιαλδημοκρατική ιδέα ότι ο καπιταλισμός παράγει αθλιότητα εάν δεν ελέγχεται από μια ανθρωπιστική κοινωνικοπολιτική παρέμβαση, με το επιχείρημα ότι ο καπιταλιστικός πλούτος εμπεριέχει τη φτώχεια στην ίδια του τη φύση. Στη σοσιαλδημοκρατική προσέγγιση η αθλιότητα δεν αποτελεί μια συνθήκη του καπιταλιστικού πλούτου. Περισσότερο αντιμετωπίζεται ως μια κατάσταση που μπορεί να αποφευχθεί ολοκληρωτικά και η οποία μπορεί να ξεπεραστεί από θαρραλέους πολιτικούς που θα αντιστέκονται στα συμφέροντα των «χρηματοπιστωτικών ελίτ» και θα κυβερνούν προς όφελος των μη εχόντων. Η σοσιαλδημοκρατία βλέπει τη φωτεινή πλευρά. Δεν βλέπει ότι οι φτωχοποιημένοι εργαζόμενοι είναι η ιστορική προϋπόθεση των καπιταλιστικών κοινωνικών σχέσεων. Για να το πούμε ωμά, η προϋπόθεση του κεφαλαίου είναι η επικερδής συσσώρευση της ζωντανής εργασίας της αποστερημένης τάξης των εργατών. Σχετικά με τον πόνο της ανέχειας, οι ίδιοι οι αποστερημένοι εξαρτώνται από την ανταγωνιστική απόσπαση υπεραξίας, προκειμένου να διατηρήσουν την πρόσβαση στα μέσα συντήρησής τους, στη βάση του μισθού τους. Το κράτος αποτελεί την πολιτική μορφή αυτού του σκοπού και αυτής της εξάρτησης. Φυσικά γίνεται μεγάλη συζήτηση σχετικά με το κράτος ως μέσο της πολιτικής της εργατικής τάξης στην προσπάθειά της να πετύχει και να διατηρήσει το ευ ζην της. Το αίτημα να μην υπάρχουν πεινασμένοι άνθρωποι πλέον εμπεριέχει το στοιχείο του ανθρωπισμού.
• Και για την πολιτική των κυρίαρχων ελίτ;
Η συζήτηση για τις κυρίαρχες χρηματοπιστωτικές ελίτ που επιβάλλουν τη θέλησή τους στις κυβερνήσεις μοιάζει να υπονοεί ότι όλα θα ήταν σωστά εάν οι κυβερνήσεις ύψωναν το ανάστημά τους σ’ αυτές τις ελίτ και επένδυαν τα λεφτά στους εργαζόμενους, δηλαδή παρείχαν απασχόληση και εισοδήματα. Η πάλη κατά της λιτότητας είναι έτσι μια πάλη για την απασχόληση και την ευημερία των εργατών. Με όποιο τρόπο και να το δούμε, το να ανήκεις στην εργατική τάξη αποτελεί μια μεγάλη «κακοτυχία». Ακόμα και οι υποστηρικτές της απαιτούν η εργατική τάξη να έχει απασχόληση και αυτό που οι αντίπαλοι της λιτότητας αποκαλούν αντι-καπιταλισμό αποτελεί τη φιλοδοξία να μετασχηματιστεί το χρήμα σε παραγωγική δραστηριότητα, σε μια παραγωγική σύμπλευση με τους εργαζόμενους για χάρη της επικερδούς συσσώρευσης και με τα μέσα της κρατικής εξουσίας. Είναι αλήθεια ότι για τους μη κατέχοντες πωλητές της εργατικής τους δύναμης η πρόσβαση στα μέσα ύπαρξής τους διέπεται από την κερδοφορία της εργασίας τους. Αυτή είναι η καπιταλιστική συνθήκη της αθλιότητάς τους.
• Η επιδίωξη πολλών ανθρώπων, μεταξύ των οποίων και πολλοί της Αριστεράς, μοιάζει να είναι η επαναφορά τής προ κρίσης κατάστασης, δηλαδή το δικαίωμα στην κατανάλωση, μια πιο δίκαιη κοινωνική αναδιανομή και η λογική της ανάθεσης στους πολιτικούς. Πώς μπορεί η Αριστερά να αλλάξει αυτή τη νοοτροπία, η οποία ψαλιδίζει τις πιθανότητες μιας κοινωνικής αλλαγής;
Τα ζητήματα που θέτετε είναι πολύ πραγματικά. Ουσιαστικά αυτό που αποτελεί ζητούμενο είναι ένας αδυσώπητος αγώνας για να τα βγάλουν πέρα και ένας αγώνας τού χθες για να ξεφύγουν από την αβεβαιότητα, αφού η συζήτηση για το αύριο δεν φέρνει φαγητό στο τραπέζι. Στην πραγματικότητα αυτό στο οποίο καταλήγει [αυτή η στάση] είναι να γίνεται η αθλιότητα του σήμερα η αυριανή κόλαση. Η πάλη για επιβίωση είναι η πάλη για χρήμα. Η κατοχή του δημιουργεί τον δεσμό με τα μέσα για την επιβίωση. Ο κόσμος διατηρεί το όνειρο να πετύχει την ικανοποίηση. Αυτό το όνειρο αναγνωρίζει την αθλιότητα και την πάλη του παρελθόντος μόνο εάν αποκτήσει υλική δύναμη στο παρόν ως αντίσταση σε μια ζωή στην οποία η ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών είναι απλώς ένα παράπλευρο θέαμα. Η ψηφοθηρία δεν αποτελεί αντίσταση. Είναι μια προσπάθεια να κυβερνήσουμε την υπάρχουσα κοινωνία. Η αντίσταση εμπεριέχει την πολιτικοποίηση και τον εκδημοκρατισμό των κοινωνικο-οικονομικών σχέσεων. Για τη διακυβέρνηση του κράτους ο εκδημοκρατισμός της κοινωνίας είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος – οποιοδήποτε κόμμα και εάν κυβερνάει απαιτεί έτσι τον τερματισμό της κινητοποίησης και την αποπολιτικοποίηση της κοινωνίας προς όφελος της κυβερνητικής τάξης.
• Παρότι η Σοσιαλδημοκρατία έχει χρεοκοπήσει, παραμένει η ψευδαίσθηση πως, εάν ψηφίσουμε το σωστό κόμμα και αλλάξουμε έτσι τον κοινωνικό συσχετισμό δύναμης, θα μπορούμε να φτιάξουμε ένα καπιταλισμό χωρίς περικοπές, ανεργία και φτώχεια. Πώς το εξηγείτε;
Η ψευδαίσθηση είναι πραγματική. Υπονοεί ότι κάτι μπορεί να γίνει. Αυτή η ψευδαίσθηση υποστηρίζει ότι η κερδοφόρα συσσώρευση χρήματος, η οποία αποφέρει περισσότερο χρήμα, δεν μετρά στην πραγματικότητα. Αυτό που μετρά είναι η ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών. Υποστηρίζει ότι η αποτυχία να αποκομίσουμε κέρδος δεν αποτελεί καμία απειλή για την κοινωνική αναπαραγωγή. Αυτό που μετρά δεν είναι το κέρδος, αλλά οι ανθρώπινες υπάρξεις. Υπονοεί ότι η ζωή της τάξης που είναι προσδεμένη στην εργασία δεν εξαρτάται από την επιτυχία να μετατρέψει την εργασία της σε κέρδος ως μια θεμελιώδη προϋπόθεση για να πετύχει την πρόσβαση στα μέσα της ύπαρξής της. Αυτό που μετρά είναι η καλοσύνη. Υποστηρίζει ότι το χρέος δεν είναι μια υποθήκη για τη μελλοντική υπεραξία. Αυτό που μετρά είναι η κατανάλωση. Απορρίπτει ως παράλογη την άποψη ότι τα χρήσιμα πράγματα που δεν μπορούν να μετατραπούν σε κέρδος καίγονται. Αυτό που μετρά είναι η παραγωγή αξίας χρήσης. Η ψευδαίσθηση της εποχής αναγνωρίζει αυτό που πραγματικά μετρά, αλλά και πάλι δεν ξέρει για ποιο πράγμα μιλάει. Η αλήθεια της ψευδαίσθησής της είναι η διαιώνιση του μύθου.
• Παρά την άνευ προηγουμένου επέκταση της παραγωγικής ικανότητας του ανθρώπου, ο χρόνος εργασίας δεν έχει μειωθεί. Αντίθετα, οι άνθρωποι εργάζονται περισσότερο και η επισφάλεια είναι μια κοινή συνθήκη, ιδιαίτερα για τους νέους ανθρώπους. Την ίδια στιγμή οι ανισότητες είναι πιο κραυγαλέες από ποτέ. Υπάρχει τρόπος να βγούμε από τον φαύλο κύκλο;
Η εργατική τάξη παλεύει για να έχει πρόσβαση στα μέσα για την επιβίωσή της. Παλεύει ενάντια στην ακόρεστη πείνα του κεφαλαίου για υπερεργασία και την καταστροφική του κατάκτηση περαιτέρω μονάδων απλήρωτου εργάσιμου χρόνου. Ετσι παλεύει ενάντια στην ύπαρξή της σαν απλή ανθρώπινη ύλη προς εκμετάλλευση. Παλεύει ενάντια σε μια ζωή που συνίσταται απλώς σε εργάσιμο χρόνο και διεκδικεί σεβασμό, αξιοπρέπεια και αναγνώριση της ανθρώπινης αξίας της.
Ποιος είναι
Εχει σπουδάσει στο Πανεπιστήμιο του Μαρβούργου και στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου, ενώ πήρε το διδακτορικό του από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου. Μέχρι πρόσφατα οργάνωνε μεταπτυχιακά σεμινάρια για την κριτική θεωρία και την κριτική της πολιτικής οικονομίας. Η εργασία του συνέβαλε στην ανάπτυξη του διεθνώς αναγνωρισμένου «Ανοιχτού Μαρξιστικού Σχολείου». Σήμερα διδάσκει Πολιτική Επιστήμη στο Πανεπιστήμιο του Γιορκ.