To πολυαναμενόμενο νομοσχέδιο που περιλαμβάνει κάποια από τα μέτρα για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, το πρώτο που καταθέτει η νέα κυβέρνηση, αξίζει τον κόπο παρατήρησης όχι μόνο γιατί η αποτελεσματικότητά του δείχνει αμφίβολη, αλλά και γιατί μπορούμε μέσα από αυτό να ανιχνεύσουμε τη λογική και την πρακτική της κυβέρνησης, αλλά και τη γραφειοκρατία που κινδυνεύει να αφανίσει το όποιο κυβερνητικό έργο.
Όπως και να ‘χει, δεν πρόκειται ακόμη για νόμο, αλλά για “σχέδιο νόμου”, άρα οι παρακάτω σκέψεις που αφορούν στο επίδομα στέγασης δημοσιεύονται και με την ελπίδα, λέμε τώρα, να ληφθούν υπόψη από τους αρμόδιους. Στο τέλος του κειμένου μπορείτε να δείτε τις εικόνες από τις δύο σελίδες του νόμου που αφορούν στο θέμα ώστε να μη σας ζαλίζω με συνεχείς αναφορές σε παραγράφους και άρθρα, ενώ ολόκληρο το σχέδιο νόμου θα το βρείτε εδώ.
Σύμφωνα με το σχέδιο νόμου το επίδομα στέγασης θα το λαμβάνουν μέσω του κράτους απευθείας οι εκμισθωτές, δηλαδή οι ιδιοκτήτες των ακινήτων. Για να το λάβουν όμως θα πρέπει να έχουν φορολογική ενημερότητα.
Αν δηλαδή δεν έχει ο ιδιοκτήτης φορολογική ενημερότητα, ο ενοικιαστής δεν θα μπορεί να λάβει το επίδομα. Τι λογική μπορεί να έχει κάτι τέτοιο; Οι στα όρια της ακραίας φτώχειας εν δυνάμει ενοικιαστές, εκτός των άλλων θα πρέπει να ρωτάνε και τον εν δυνάμει εκμισθωτή-ιδιοκτήτη του σπιτιού “έχετε φορολογική ενημερότητα;”
Και άντε κι ο εκμισθωτής έχει φορολογική ενημερότητα, θα την έχει κάθε μήνα; Γιατί προφανώς -και όπως η ελληνική γραφειοκρατεία απαιτεί- εάν δεν την έχει κάποιο μήνα, δε θα λάβει και το ενοίκιό του από το κράτος.
Επίσης, το επίδομα ορίζεται ως “ακατάσχετο”, όσο αφορά στον ενοικιαστή. Πλην όμως “μπορεί να συμψηφιστεί με χρέη προς το δημόσιο ή τα ασφαλιστικά ταμεία” όσον αφορά στον ιδιοκτήτη του σπιτιού (εάν αυτό δηλαδή εννοεί το σχέδιο νόμου μιας και είναι κακοδιατυπωμένο και ασαφές στο συγκεκριμένο σημείο).
Εδώ το νομοσχέδιο αφήνει και μια αίσθηση μπαγαποντιάς, μήπως δεν έχει δηλαδή σκοπό του την ενίσχυση των φτωχών ή τουλάχιστον μόνο αυτήν, αλλά αποτελεί και μια έξυπνη ντρίπλα μέσω της οποίας το κράτος πασχίζει να εισπράξει οφειλές από άλλους, εν προκειμένω τους ιδιοκτήτες ακινήτων; Προσωπικά δεν το πιστεύω, η ασάφεια όμως αυτή, αφήνει το περιθώριο να πιστέψει ο καθένας ό,τι θέλει. Και προφανώς αυτό δεν ενισχύει την αίσθηση ενός κράτους δικαίου και αρωγού της κοινωνίας. Αντιθέτως ενισχύει την εμπεδωμένη στην κοινωνία αίσθηση ενός “κράτους-κουφάλα”, που άλλα λέει κι άλλα εννοεί, αλλάζει κάθε χρόνο τις κλίμακες φορολόγησης, τους συντελεστές, τις αντικειμενικές αξίες και τις φορολογικές διατάξεις, τη μια σου λέει το ένα και την άλλη το άλλο και τελικά κάνει εις βάρος σου ό,τι αυτό γουστάρει.
Έτσι, αξίζει τον κόπο να κοιτάξει κανείς πιο προσεκτικά και την αντιμετώπιση των ιδιοκτητών ακινήτων από την κυβέρνηση με κορμό την αριστερά όπως αυτή σκιαγραφείται μέσω αυτού του σχεδίου νόμου. Προφανώς υπάρχουν οι μεγαλοϊδιοκτήτες ακινήτων, δεν είναι όμως όλοι τέτοιοι. Κι ας μην πάμε στο παράδειγμα κάποιου που έχει ένα μόνο ακίνητο και το νοικιάζει. Όποιος έλαχε να έχει ας πούμε δύο ακίνητα προς ενοικίαση, είναι προνομιούχος; Κι αν αυτός ο κάποιος από τα δύο ακίνητα που νοικιάζει ελπίζει να λαμβάνει 600 ευρώ το μήνα, δεν έχει πάρει κι αυτός δάνεια στεγαστικά, επισκευαστικά, καταναλωτικά ή ό,τι; Δεν είναι πιθανό να χρωστάει σε τράπεζες και δημόσιο; Αλλά ταυτόχρονα να είναι και άνεργος και αντί να εξοφλεί τα χρέη του να ζει οριακά από τα ποσά που λαμβάνει από τα ενοίκια; Αν το κράτος του στερήσει αυτά τα χρήματα δεν θα γλιστρήσει κι αυτός από την απλή “φτώχεια” στο “κατώτατο όριο της φτώχειας”;
Κι όλα τα παραπάνω ασαφή, θα ισχύσουν λέει το 2015 “με δυνατότητα επέκτασης και στο 2016”. Ούτε είναι απολύτως βέβαιο δηλαδή ότι θα υπάρξει το σχετικό επίδομα και για το 2016.
Μέχρι λοιπόν να μπει σε εφαρμογή ο νόμος και να βρει και σπίτι να νοικιάσει μια φτωχή οικογένεια, θα φύγει απ’ το χαρτόκουτο που διαβιοί για ένα εξάμηνο ή το πολύ για δεκαοκτώ μήνες. Και μετά βλέπουμε. Ή εάν η οικογένεια αυτή δεν ξεκινάει από το χαρτόκουτο αλλά από μια πραγματική στέγη, θα αλλάξει σπίτι για να πάει σε ένα άλλο για έξι ή δεκαοκτώ μήνες ώστε να λάβει την επιδότηση ενοικίου; Ή θα παραμείνει η φτωχή οικογένεια στο σπίτι που είναι και θα επιδοτηθεί, με την προυπόθεση βέβαια ότι ο ιδιοκτήτης του σπιτιού θα έχει φορολογική ενημερότητα κι ότι δεν θα χρωστάει στο δημόσιο ή στους ασφαλιστικούς φορείς γιατί αλλιώς νοίκι δεν θα παίρνει ο ίδιος αλλά θα του το παίρνει η εφορία.
Το ότι δεν θεωρείται λογικό να ενοικιάζονται σπίτια για λιγότερο από δύο χρόνια κι αυτό συμβαίνει για δεκάδες σοβαρούς λόγους, προφανώς διέλαθε της προσοχής του νομοθέτη. Ποιος θα βάψει ένα σπίτι για να το νοικιάσει με τόσο έντονη την πιθανότητα να το ξαναβάψει σε έξι μήνες ή το πολύ ενάμιση χρόνο για να το ξανανοικιάσει, αγνοώ.
Επίσης, σύμφωνα με το νόμο, θα πρέπει η μίσθωση ή να είναι νέα ή να γίνει νέο συμβόλαιο στην παλιά μίσθωση και το νέο συμβόλαιο να κατατεθεί στην εφορία για να τύχει ο ενοικιαστής των ευεργετικών ρυθμίσεων του νόμου.
Ποιος θα αναζητήσει σπίτι προς ενοικίαση αλλά και ενοικιαστή για το σπίτι του με αυτά τα δεδομένα, είναι άγνωστο. Η λογική λέει κανείς.
Κατά τα άλλα, ποιο είναι το κατώτατο όριο της φτώχειας, άρα και οι δικαιούχοι του επιδόματος ενοικίου δεν το λέει ο νόμος, αλλά θα αποσαφηνιστεί λέει με διυπουργική απόφαση. Μια πρώτη ιδέα μπορεί κανείς να πάρει από το γραφείο προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή εδώ. Σύμφωνα με την έκθεσή του το όριο της ακραίας φτώχειας είναι 233 ευρώ ανά άτομο και 684 ευρώ ανά τετραμελή οικογένεια. Εάν βέβαια αυτές οι κλίμακες θα ισχύσουν ή όχι μένει να το μάθουμε.
Αν όμως παράλληλος στόχος του υπό συζήτηση νόμου είναι και το να μην κατρακυλήσουν στην ακραία φτώχεια όσοι αυτή τη στιγμή παραπαίουν στα όριά της, θα πρέπει η κυβέρνηση να φροντίσει ο υπολογισμός του εισοδήματος των δικαιούχων να γίνει στις σημερινές συνθήκες κι όχι με τις περσινές.