Σημείωση: Σε αυτό το κείμενο βρίζω, και μάλιστα πολύ. Σε όποιον δεν αρέσει να διαβάζει κακές λεξούλες, μπορεί να κλείσει τη σελίδα τώρα.
Πέρασε μια εβδομάδα από την πρώτη κυβέρνηση της ιστορίας της χώρας που δεν έχει λαδωθεί από την Siemens, και το μόνο που έχω να πω είναι ότι επιτέλους βρέθηκαν κάποιοι γαμημένοι άνθρωποι να κάνουν εμένα και μερικούς ακόμη τριγύρω μου να αισθανθούν όμορφα έστω και για επτά μέρες.
Επτά διαολεμένες μέρες, που είδα την πιο ρατσιστική, ακροδεξιά, φιλοναζί, χουντική και φονταμεταλιστική κυβέρνηση παρέα με το πιο διεφθαρμένο, γλοιώδες, σιχαμένο και εγωιστικό πολιτικό υποκείμενο που είδε ο τόπος, να παίρνουν τον πούλο, να σταματούν να λένε «εγώ», και να ανακοινώνουν πως όπου να ‘ναι το σπίτι τους θα γίνει ο τάφος τους κι όλοι οι υπόλοιποι θα χορεύουμε γύρω του τον χορό των Μαορί.
Μια βδομάδα όλη κι όλη, κι όμως μέσα σ’ αυτήν άκουσα επιτέλους με τα ίδια μου τα αυτάκια ότι ένας γαμημένος γόνος μιας υπεραιωνόβιας κυβερνητικής οικογένειας που ξέσκισε, διέλυσε, δίχασε, ξεπάστρεψε και στο τέλος καταδίκασε τον τόπο για τον επόμενο αιώνα, δεν θα είναι πλέον μέσα στη τη βουλή.
Τι όμορφα που ένιωσα όταν άκουσα και είδα ταπεινωμένους δεξιούς να σέρνονται πίσω από τον απύθμενο αλητήριο που αποκαλούν αρχηγό. Τον άνθρωπο ο οποίος ξεχυλίζει κακία και μίσος για τον αντίπαλό του. Τον θεομπαίχτη που κάνει πλάκα με τα πιστεύω των ανθρώπων και πλάθει μέσα στο αρρωστημένο του μυαλό ιστορίες βγαλμένες από τους πάουρερ ρέιντζερ.
Πόσο όμορφα ένιωσα όταν επιτέλους κάποιοι μας θύμισαν ότι ο Διαφωτισμός δεν έχασε το μπουρδέλο το τρένο κι ήρθε για δέκα λεπτά και στο Ιράν των Βαλκανίων, για να ορκίσει στο όνομα των ανθρώπων κι όχι των φανταστικών τους Θεών εκείνους που έκαναν στην άκρη τα εθιμοτυπικά ειδωλολατρικά κατεστημένα.
Γέλασε λίγο το χειλάκι μου όταν είδα να καίγεται ο κώλος του κομμουνιστο-καπιταλιστή Κινέζου έξω απ’ το Μαξίμου, για να μάθει τι θα γίνει με τα γαμω-λιμάνια του και τους ξεσκισμένους του εργάτες που μέχρι προχτές δεν ήθελε καν να στείλει στο νοσοκομείο με ασθενοφόρο, λες κι είναι κατσαρίδες.
Άκουσα κάποιον να λέει ότι οι νταβατζήδες, οι λαθρέμποροι, οι καναλάρχες, και τα κάθε λογής λαμόγια και λυκόρνια δεν θα πάρουν δημόσια περιουσία στο τζάμπα, και πως νερά, βασικές υποδομές, κι ενέργεια, πρέπει να είναι δημόσιες για να μην κερδίζει από αυτές κανένας καριόλης σε βάρος εκατομμυρίων.
Τι ξαφνιασμός ήταν αυτός όταν έμαθα ότι τα κάγκελα της ντροπής μπροστά από την βουλή ξηλώνονταν χωρίς την «εντολή» κανενός. Μόνο και μόνο επειδή επιτέλους κάποιος άνοιξε το στόμα του κι είπε εκείνο το γαμημένο το αυτονόητο. Ότι κανείς δεν μπορεί να ζει πίσω από τα κάγκελα. Ακόμη κι αν με πλήγωσε και με πείραξε τόσο πολύ η δήλωση ότι ο δολοφονικός φράκτης στον Έβρο θα παραμείνει. Ελπίζω όχι για πολύ, για το καλό σου υπουργέ.
Πόσο διαφορετικά αισθάνθηκα όταν είδα τους υποψηφίους δολοφόνους άοπλων να κάθονται προσοχή μπροστά σε έναν λαό 4000 ανθρώπων, ενώ μπροστά τους βρίσκονταν οι νεοναζί. Τι ευχαρίστηση ήταν αυτή μπροστά στο θέαμα του συνθήματος «μπάτσοι γουρούνια δολοφόνοι», γραμμένο στο πλάι μιας κλούβας που γνωρίζω ότι μέσα σε αυτήν έχουν βασανιστεί γυναίκες και άνδρες εκατοντάδες φορές.
Γούσταρα πραγματικά όταν είδα τους δρόμους μου καθαρούς από τα δηλητήρια του δολοφόνου με το αφελές μουστάκι και το βοϊδίσιο ποδηλατικό βλέμμα. Εκείνον που έδινε εντολές να με σκοτώσει επί τόπου χωρίς δεύτερη σκέψη και μετά καυχιόνταν στην τηλεόραση γιατί δεν τα κατάφερε, σα να μου κάνει χάρη.
Θυμήθηκα τα καριόλια που υπό την προστασία των ΜΑΤ πετροβολούσαν την πορεία στο Κερατσίνι όταν συντρόφισσες και σύντροφοι έλεγαν τον τελευταίο αντίο στον Παύλο, και σκέφτηκα ότι μπορεί κάποιοι ανάμεσα στα καθίκια που μπήκαν στην κλούβα τού «μπάτσοι γουρούνια δολοφόνοι» να ήταν εκεί για να κάνουν πλάτες στους ναζί.
Είπα ένα «γεια στο στόμα σου ρε μαλάκα» όταν άκουσα τον υπουργό οικονομικών να λέει ότι δεν θα πέφτει στα τέσσερα όποτε του το ζητάνε οι υπάλληλοι των δανειστών και οι αρχιδόμπλουκλες της κεντρικής Ευρώπης, αλλά θα δίνει τον κώλο του μόνο εκεί που ο ίδιος γουστάρει και φχαριστιέται.
Με έφτιαξε -ναι ρε στραβωγαμημένε που ξινίζεις τη σκατόφατσά σου διαβάζοντας αυτές τις γραμμές- όταν άκουσα τον πρωθυπουργό της χώρας μου να λέει ότι «εγώ θα πρωτοτυπήσω και θα κάνω αυτό για τον οποίο με εξέλεξε ο λαός». Ακόμη κι αν αυτό κρατήσει μια ώρα. Δυο μέρες. Επτά εικοσιτετράωρα.
Ναι ρε, γούσταρα όταν είδα τους υπουργούς να αφήνουν τα αυτοκίνητα της χλιδής και τη ζωάρα στην φέρστ κλας και να πηγαίνουν με το μηχανή και το σαραβαλάκι τους στα υπουργεία, βγάζοντας προς πώληση τις θωρακισμένες μπε εμ βε που είχαν κάποιοι στα γκαράζ τους πίσω από τους ψηλούς τείχους και τους χιλιάδες κωλόμπατσους να τους φυλάνε.
Έγραψα στα αρχίδια μου τις αγορές, την Μέρκελ, την ιπτάμενη Ολλανδέζα με τη στραβομουτσούνα, το γερμανικό χωνευτήρι, τον κομπλεξικό που ηγείται μιας οικονομίας που γαμεί και δέρνει αλλά δεν αγοράζει ένα ηλεκτρικό καροτσάκι, κι όλες τις κάργιες που βγήκαν γαβγίζοντας στις τηλεοράσεις κι έσουραν τα εξ αμάξης σε εκείνους που τόλμησαν να πούνε ένα –όχι δύο ούτε τρία- «όχι» στους πουσταράδες που μας γαμάνε τη ζωή εδώ και πέντε χρόνια.
Είπα «δεν με νοιάζει ρε μαλάκα τι θα γίνει όταν την Δευτέρα ανοίξει το χρηματιστήριο», γιατί δεν με ενδιαφέρει πλέον τίποτα από όλα αυτά. Προτιμώ να δω τον τόπο μου καμένο, παρά να με προδώσει κάποιος ξανά. Δηλητήριο παντού, ρε. Κρανίου τόπος χωρίς να φυτρώνει ούτε γαϊδουράγκαθο θέλω να αφήσω αυτή τη γαμημένη τη χώρα, παρά να την ξαναδώ να γίνεται το πουτανάκι των τραπεζών και των εκλεπτυσμένων απανθρώπων.
Τέρμα. Ως εδώ ήταν. Αυτά που είδα μέσα σε μια εβδομάδα δεν ξέρω αν θα τα ξαναδώ έτσι μαζεμένα. Ούτε τα «όχι», ούτε τις σκατόφατσες των ξεμαλλιασμένων κατοικιδίων της σιδηράς κυρίας με τα πέντε μονόχρωμα ταγιέρ, ούτε τις μπουρδελόφατσες των χεσμένων τηλε-παπαγάλων που έχουν χάσει τη λαλιά τους και κοιτάνε το ταβάνι μπας και πέσει κάνας πολυέλαιος στο σάπιο τους κρανίο και μας απαλλάξουν μια και καλή από την αρρωστημένη παρουσία τους.
Δεν θα σας φοβηθώ άλλο ρε καριόληδες. Ντόπιοι και ξένοι. Μου γαμήσατε τη ζωή και με κάνατε να τρέχω σαν τον Βέγγο για ένα μεροκάματο χωρίς να ζω, ρε μουνόπανα. Μου στερήσατε τα σχέδιά μου και τα όνειρα που έκανα όταν άρχιζα να στέκομαι στα πόδια μου και να δημιουργώ, ρε δολοφόνοι. Δεν θα με κάνετε όμως ποτέ να μη χαρώ αυτό που νιώθω τώρα.
Ακόμη κι αν προδοθώ, κι η χαρά της μιας βδομάδας μου βγει ξινή για 50 χρόνια.
Δεν μασάω ρε. Λίγοι μασάνε ακόμη. Κι εσύ ημιμονόφθαλμο καραφασισταριό του κερατά που ονειρεύεσαι ιδεολογικές παρενθέσεις, ένα πράμα έχω να σου πω. Θα σου ‘ρθει κι εσένα ρε καριόλη και δεν θα το περιμένεις. Αλλά ακόμη κι αλλιώς να γίνει, κανένας κωλόμπατσος δεν θα σε πάει στο αεροδρόμιο για να το σκάσεις στο Μόναχο. Εδώ θα μείνεις ρε πούστη, να σαπίζεις κοιτάζοντας έναν τοίχο. Μέχρι να πάρεις φόρα και να σπάσεις το γαμημένο σου το κεφάλι, μπας και διαπιστώσουμε επιτέλους αν εκεί μέσα έχει μυαλά, κι όχι σκατά.
Κι όσο για όλους εσάς που τώρα είστε εξουσία, ας θυμάστε καλά αυτό. Ο Έλληνας είναι πολύ πιο μαλάκας απ’ ότι νομίζετε. Αν τα σκατώσετε, ακολουθούν οι φασίστες. Ό,τι κάνετε, το κάνετε όχι μόνο για το αύριο, αλλά και για το μεθαύριο, το αντί-μεθαύριο και κυρίως για την ίδια την δημοκρατία. Ένα μόνο να ξέρετε. Μην ξεπουληθείτε. Αλλιώς το ελικόπτερο δεν θα μείνει μόνο σύνθημα.
(Αυτό το κείμενο δεν είναι λογοτεχνικό, ούτε περιέχει κανένα επιχείρημα. Όποιος προσβλήθηκε από τη γλώσσα μου, να πάει να γαμηθεί)
(ΣΥΡΙΖΑίοι. Οι τηλε-εμφανίσεις τέλος. Πείτε στα κανάλια ότι θα τους ξαναδείτε μαζί με τον ΣΔΟΕ για να ελέγξετε τα θαλασσοδάνειά τους. Κόψτε τις βόλτες στα πάνελ. Είχατε μια βδομάδα για να ξεκαυλώσετε και να πείτε τα αριστερά τσιτάτα σας. Τώρα δουλειά και λιώσιμο σόλας στο δρόμο. Και προς Θεού, μην τολμήσετε και πάτε στον Πρετεντέρη τώρα που γίνατε εξουσία. Πείτε του να πάρει τα αρχίδια μου και να ψοφήσει δημοσιογραφικά όσο το δυνατόν γρηγορότερα)