Ένα μικρό νησί που γεννήθηκε από ηφαιστειακές εκρήξεις νότια του Τόκιο δίνει μια μοναδική ευκαιρία στους οικολόγους να παρακολουθήσουν από κοντά τον αποικισμό αυτής της άγονης νέας γης. Είναι μια διαδικασία στην οποία θα παίξουν βασικό ρόλο οι κουτσουλιές που αφήνουν τα θαλασσοπούλια.
Το νησί ξεπήδησε μέσα από πίδακες τέφρας και λάβας το Νοέμβριο του 2013, και κατάπιε το γειτονικό νησί Νισινοσίμα στο αρχιπέλαγος του Ογκασαβάρα, γνωστό και ως Μπενίν, περίπου 1.000 χιλιόμετρα από το Τόκιο.
Η νέα Νισινοσίμα, με την αξιοσέβαστη έκταση των 2,46 τετραγωνικών χιλιομέτρων, είναι σήμερα μια γυμνή, σαθρή μάζα βράχων που σχηματίστηκαν από τη στερεοποίηση της λάβας.
Το νησάκι, ένα νεότευκτο ακίνητο στην απέραντη έκταση του Ειρηνικού, σταδιακά θα αποικιστεί από φυτά και ζώα, μια διαδικασία που οι επιστήμονες θα παρακολουθούν προσεκτικά. «Θα μπορέσουμε να δούμε το σημείο έναρξης των εξελικτικών διαδικασιών» δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Ναόκι Κάτσι, καθηγητής του Μητροπολιτικού Πανεπιστημίου του Τόκιο και επικεφαλής της Ερευνητικής Επιτροπής Αρχιπελάγους Ογκασαβάρα.
Όταν η ηφαιστειακή δραστηριότητα καταλαγιάσει, «το πρώτο που θα συμβεί θα είναι πιθανότατα η άφιξη φυτών που μεταφέρονται από τα ωκεάνια ρεύματα ή ταξιδεύουν προσκολλημένα στα πόδια πτηνών» εξήγησε ο ερευνητής.
Τα θαλασσοπούλια αυτά θα μπορούσαν σταδιακά να εγκατασταθούν στο νησί. Κουτσουλιές, πεσμένα φτερά, νεκρά πτηνά και κομματάκια εμετού θα δημιουργήσουν τελικά γόνιμο έδαφος για τη φύτρωση σπόρων που φτάνουν με τον άνεμο ή επιζούν μέσα στο πεπτικό σύστημα των πουλιών.
Το νησί της Νισινοσίμα θα ακολουθήσει έτσι το δρόμο του Σάρτσεϊ, ενός ηφαιστειογενούς νησιού που εμφανίστηκε το 1963 περίπου 30 χιλιόμετρα από τις ακτές της Ισλανδίας.
To νησί του Σάρτσεϊ έξω από την Ισλανδία 16 ημέρες μετά την έναρξη της ηφαιστειακής έκρηξης που το δημιούργησε (Πηγή: Κοινό Κτήμα)
Το Σάρτσεϊ αναγνωρίζεται σήμερα ως παρθένο εργαστήριο της φύσης και έχει ανακηρυχθεί από την UNESCO Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς.
«Από τότε που άρχισαν να μελετούν το νησί το 1964, οι επιστήμονες κατέγραψαν την άφιξη σπόρων που μεταφέρονταν από τα ωκεάνια ρεύματα, την εμφάνιση μυκήτων και βακτηρίων, αλλά και την άφιξη του πρώτου αγγειόσπερμου φυτού που ακολούθησε το 1965» αναφέρει η UNESCΟ στο δικτυακό τόπο της.
«Μέχρι το 2004 [τα αγγειόσπερμα φυτά] είχαν φτάσει τα 60, μαζί με 75 βρυόφυτα, 71 λειχήνες και 24 μύκητες. Ογδόντα εννέα είδη πτηνών έχουν καταγραφεί στο Σάρτσεϊ, από τα οποία τα 57 αναπαράγονται σε άλλες περιοχές της Ισλανδίας. Το νησί των 1.410 στρεμμάτων φιλοξενεί επίσης 335 είδη ασπόνδυλων».
Η Νισινοσίμα πιθανότατα δεν θα εξελιχθεί σε οικοσύστημα με τόσο μεγάλη ταχύτητα, αφού βρίσκεται μακριά από την ηπειρωτική Ιαπωνία και από τα υπόλοιπα νησιά του συμπλέγματος.
Είναι όμως ένας λευκός καμβάς στον οποίο θα ζωγραφίσει η εξέλιξη, και οι ερευνητές σχεδιάζουν τα επόμενα χρόνια να αρχίσουν μελέτες πεδίου.
Βασικό τους μέλημα σε αυτές τις μελλοντικές αποστολές είναι η αποφυγή μεταφοράς ξένων ειδών. Για το λόγο αυτό, ο επιστημονικός εξοπλισμός και τα ρούχα των ερευνητών θα πρέπει να είναι είτε ολοκαίνουργια είτε προσεκτικά αποστειρωμένα.