Η Ελλάδα είναι, σύμφωνα με τη νέα μελέτη του ΟΟΣΑ, η χώρα με τη μεγαλύτερη προσήλωση στις μεταρρύθμισεις της οικονομίας της μεταξύ όλων των ανεπτυγμένων χωρών. Η Γερμανία αντίθετα βρίσκεται σε μεταρρυθμιστικό τέλμα.
Η ελληνικές κυβερνήσεις έφεραν τα τελευταία χρόνια σε πέρας πολλές αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Σύμφωνα με τη νέα μελέτη του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης, η χώρα της κρίσης είναι μακράν πρώτη σε μεταρρυθμίσεις μεταξύ όλων των ανεπτυγμένων χωρών.
Ειδικότερα, ο εκσυγχρονισμός της δημόσιας διοίκησης και η απλούστευση των κανόνων λειτουργείας για επιχειρηματίες και εξαγωγείς επαινούνται από τους συντάκτες της μελέτης ως “σημαντικότατες αλλαγές για την προώθηση της ανάπτυξης”. “Αυτό που μένει τώρα να γίνει είναι μια σωστή εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων”.
Ο ΟΟΣΑ παράγει τακτικά μελέτες στις οποίες αξιολογείται ο επείγων ή όχι χαρακτήρας των μεταρρυθμίσεων στις 34 χώρες μέλη και κάποιες επιλεγμένες αναδυόμενες αγορές. Οι συγγραφείς της παρούσας μελέτης εξέτασαν σε ποιες χώρες η μεταρρύθμιστική δραστηριότητα ήταν πιο έντονη. Από την άλλη πλευρά, η μελέτη, που αφορά δεδομένα του περασμένου έτους, δεν καταδυκνύει κατ’ ανάγκη την ποιότητα των μεταρρυθμίσεων.
Οι χώρες μέλη του ευρώ και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έχουν ενισχύσει τα τελευταία χρόνια την Ελλάδα με περίπου € 254,4 δισεκατομμύρια. Από το ποσό αυτό, τα 15 δις ευρώ χρησιμοποιήθηκαν για την άμεση λειτουργία του κράτους, 40,6 δισεκατομμύρια ευρώ για την αποπληρωμή τόκων και 81,3 δισεκατομμύρια ευρώ για την εξυπηρέτηση ληξιπρόθεσμων δανείων. Προσθέτοντας ακόμα τις επιστροφές στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο με το ποσό των περίπου εννέα δισεκατομμυρίων είναι απολύτως σαφές ότι τα 130,4 δισεκατομμύρια χρησιμοποιήθηκαν μόνο για την εξυπηρέτηση του χρέους. Συνολικά περισσότερο από το ήμισυ της βοήθειας για την Ελλάδα .
Πού πήγαν τα δισεκατομμύρια που δόθηκαν στην Ελλάδα;
Πηγή: Macropolis
Και άλλες χώρες κρίσης έχουν λάβει επίσης αντίστοιχα μέτρα κατά το παρελθόν, προκειμένου να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη των αγορών και των διεθνών δανειστών. Συνολικά, ο ΟΟΣΑ εκτιμά ότι σχεδόν όλες οι χώρες της ευρωζώνης, οι οποίες βρίσκονται σε κρίση χρέους, έχουν κάνει βήματα στη σωστή κατεύθυνση.
Πουθενά όμως οι μεταρρυθμίσεις δεν έφτασαν σε τόσο υψηλά επίπεδα όπως στην Ιρλανδία, την Πορτογαλία, την Ισπανία αλλά κατά κύριο λόγο στην Ελλάδα.
Ωστόσο επισημαίνεται πως τον τελευταίο χρόνο ο ζήλος για μεταρρυθμίσεις σε όλες τις χώρες μειώθηκε αισθητά. Για αυτό το λόγο για πρώτη φορά, οι συντάκτες του ΟΟΣΑ εξέτασαν όχι μόνο την οικονομική ανάπτυξη, αλλά και άλλους παράγοντες που επηρεάζουν την ποιότητα της ζωής, όπως η υγειονομική περίθαλψη, τα πρότυπα εκπαίδευσης ή περιβαλλοντικές πτυχές.
Ως εκ τούτου, οι ελληνικές μεταρρυθμίσεις εκτός των θετικών στοιχείων για την οικονομική ανάκαμψη είχαν ως συνέπεια να αυξηθούν οι εισοδηματικές, κοινωνικές και πολιτισμικές ανισότητες στη χώρα, πράγμα που καταδεικνύει μεγάλο έλλειμμα ποιότητας στις μεταρρυθμίσεις.
Συνολικά, η οικονομική κρίση έχει επηρεάσει σε ανεπτυγμένες και αναπτυσσόμενες χώρες ιδιαίτερα τα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος και επιδείνωσε περαιτέρω την κοινωνική αγωνία. Οι νέοι έχουν υποστεί τη μεγαλύτερη απώλεια εισοδήματος και διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο φτώχειας. Κάποιοι από τους κινδύνους στο εγγύς μέλλον περιλαμβάνουν μια μόνιμα υψηλή ανεργία, επιβράδυνση της παραγωγικότητας, υψηλό δημοσιονομικό έλλειμμα και ακόμα πιο υψηλό δημόσιο χρέος.
Γερμανία και Ελβετία σε μεταρρυθμιστικό τέλμα
Η Γερμανία είναι μία από τις χώρες ΟΟΣΑ, μεταξύ και άλλων δυνατών οικονομιών όπως η Σουηδία, η Ελβετία και το Λουξεμβούργο, σε απόλυτο μεταρρυθμιστικό τέλμα. Στη Γερμανία υπάρχει βέβαια σταθερή βελτίωση όσον αφορά τον αριθμό των ανθρώπων που έχουν πρόσβαση στην αγορά εργασίας, εξού και οι χαμηλοί δείκτες ανεργίας.
Αυτό οφείλεται κατά κύριο λόγο στην μεγάλη αύξηση των μεταναστών και στην όλο και μεγαλύτερη πρόσβαση των γυναικών στην αγορά εργασίας. Οι ώρες εργασίας όμως παραμένουν κατά πολύ χαμηλότερες από τις χώρες που βρίσκονται σε κρίση. Το έλλειμα αυτό έχει να κάνει με την σοβαρή μείωση στις θέσεις πλήρους απασχόλησης. Επίσης η έλλειψη κοινωνικής ασφάλισης για τους χαμηλόμισθους, στις λεγόμενες minijobs αποτελεί ολοένα και μεγαλύτερο κίνδυνο κοινωνικής αστάθειας και κοινωνικών ανισοτήτων.
“Οι πλούσιες χώρες, και ειδικά η Γερμανία, πρέπει να αναθεωρήσουν αυτές τις επικίνδυνες τακτικές που οδηγούν μακροπρόθεσμα σε αποσταθεροποίηση του κοινωνικού ιστού, και κατ’ επέκταση και σε οικονομική δυσχέρεια”, επισημαίνουν έντονα οι συντάκτες της μελέτης.
*Αποκλειστική μετάφραση για το Νόστιμον Ήμαρ από την Μαρία Τσάρα
**Πηγή: Die Zeit από https://www.oecd.org/