Σε περιόδους κρίσης και μεγάλου πανικού, σχεδόν όλοι βγάζουν από μέσα τους τον πραγματικό τους εαυτό. Η υπόθεση του δημοψηφίσματος είναι μια από αυτές. Όλα όσα συμβαίνουν από την ανακοίνωσή του και μετά, οδηγούν σε ένα μόνο συμπέρασμα: ήταν μια κατάληξη που αναβαλλόταν εδώ και πέντε χρόνια.
Τις μέρες αυτές οι τηλεοράσεις στάζουν αίμα. Οι απειλές, η φίμωση σε όλα τα επίπεδα και τα ψέματα, είναι κανόνας. Είτε μιλάμε για χώρους εργασίας είτε για Μέσα «Ενημέρωσης». Η τρομοκράτηση του πληθυσμού ξεδιπλώνει με τον πλέον απροκάλυπτο τρόπο ένα πλάνο που ήταν πολύ καλά σχεδιασμένο από την πρώτη στιγμή.
Η επιλογή Τσίπρα να οδηγηθεί σε ένα αδιέξοδο παντελώς απροετοίμαστος, δεν αναιρεί την πραγματικότητα. Η Ελλάδα ήταν και είναι χρεοκοπημένη από το 2009. Τα εκατομμύρια των φτωχών δημιουργήθηκαν από το 2010 έως το 2014. Μέσα σε τέσσερα χρόνια, σχεδόν μισό εκατομμύριο επιχειρήσεις έκλεισαν, ένα εκατομμύριο εργαζόμενοι έχασαν τις δουλειές τους, και η μέση σύνταξη έπεσε κάτω από τα όρια της φτώχειας. Επίσης, σε αυτήν την τετραετία, σβήστηκαν σχεδόν όλα τα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα που κατακτήθηκαν με αγώνες ενός αιώνα. Η αξία της ζωής υποβαθμίστηκε κι άλλο. Οι άστεγοι της Αθήνας δημιούργησαν μια άλλη πόλη εξαθλιωμένων μέσα στην ίδια την πρωτεύουσα.
Και δεν είναι μόνο αυτά.
Η Ελλάδα της τετραετίας έγινε μια χώρα που κατασκεύασε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Το ξαναγράφω. Η Ελλάδα του 21ου αιώνα έφτιαξε μόνη της τα δικά της στρατόπεδα συγκέντρωσης ΑΝΘΡΩΠΩΝ. Οδήγησε στο θάνατο χιλιάδες πρόσφυγες στα νερά του Αιγαίου. Σκότωσε οροθετικές γυναίκες για να επανεκλεγούν κάποιοι βουλευτές. Ποινικοποίησε την απεργία. Γέμισε με χημικά τα πνευμόνια χιλιάδων κι έσπασε στο ξύλο όποιον αντέδρασε. Έβαλε τον ναζισμό στη βουλή, τα πρωτοσέλιδα, τις τηλεοπτικές εκπομπές και τα σπίτια μας.
Δεν υπήρχε, πλέον, άλλος δρόμος στον κατήφορο της χώρας των 6 εκατομμυρίων φτωχών, από το να κλείσει και τις τράπεζες της και να βάλει τον κόσμο να διαλέξει εάν θέλει να ζήσει μια ζωή 100 δόσεων, μαζεύοντας τα σάπια μαρούλια μετά το τέλος της λαϊκής αγοράς κι απλώνοντας το χέρι για μια σακούλα δωρεάν ντομάτες, ή να κληθεί να επιλέξει μόνη της το μέλλον της με πολύ πόνο, αλλά ακόμη μεγαλύτερη αξιοπρέπεια.
Ο Αλέξης Τσίπρας και το επιτελείο των «πεφωτισμένων» συμβούλων του, δεν το έκανε. Για την ακρίβεια, έπραξε ακριβώς το αντίθετο. Πρότεινε τη συνέχιση της επαιτείας, την αναγνώριση των ληστρικών και παράνομων δανείων που σκότωσαν κυριολεκτικά και μεταφορικά εκατομμύρια ανθρώπους και διάλεξε να μας ρωτήσει για κάτι που δεν ισχύει καν.
Όχι, δεν είμαι κατά του «ΟΧΙ». Για την ακρίβεια δεν δέχομαι να νομιμοποιήσω το «ΟΧΙ». Κι αυτό δεν συμβαίνει επειδή ακολουθώ την κυρίαρχη γραμμή που θέλει να απορούμε για το τι θα γίνει την επόμενη μέρα, αλλά γιατί περίμενα από την Αριστερά να ξέρει πολύ καλά τι είναι αυτό για το οποίο μας λέει ότι αγωνίζεται.
Γνωρίζουμε ποιοι είναι οι υπέρμαχοι του «ΝΑΙ». Είναι οι ληστές της δημόσιας περιουσίας, οι δολοφόνοι οροθετικών, οι απόγονοι του Άουσβιτς και του Νταχάου, οι ρατσιστές κι αρνητές των γενοκτονιών, οι θεομπαίχτες αρρωστημένων μυαλών, οι θλιβεροί συνεργάτες εγχώριων και ξένων τοκογλύφων, οι άνθρωποι που οδήγησαν με μια διαρκή ψήφο μειοψηφίας την Ελλάδα στην απόλυτη καταστροφή. Είναι οι άνθρωποι που παρά τα πτυχία που υποτίθεται ότι φέρουν, παραμένουν αμόρφωτοι και θρασείς, που απολύουν την καθηγήτρια που έπιασε τον γιο του πρωθυπουργού να αντιγράφει. Είναι το πιο σάπιο και απεχθές κομμάτι της κοινωνίας μας.
Δυστυχώς, το ερώτημα του δημοψηφίσματος έκανε αυτό το κοινωνικό ζόμπι του «ΝΑΙ» να ξαναποκτήσει λόγο ύπαρξης. Το έβγαλε από το παρασκήνιο των τελευταίων πέντε μηνών. Του έδωσε πρωταγωνιστικό ρόλο, κι από τη θέση του κομπάρσου το έφερε στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας. Η Νέα Δημοκρατία, το ΠΑΣΟΚ και το Το Ποτάμι ήταν τα τελειωμένα γραφικά αποκαΐδια της Μεταπολίτευσης. Κι όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ, η «κυβερνώσα Αριστερά», τα ξαναζωντάνεψε.
Ζούμε και πάλι τις μέρες των ζωντανών νεκρών. Κι αυτό γιατί η «κυβερνώσα Αριστερά» δεν είναι τελικά και τόσο Αριστερά.
Δεν μιλάω για το αναγκαίο αστικοδημοκρατικό κακό, με τους Καμμένους Έλληνες. Μιλάω για τους Πανούσηδες και τους Παππάδες μιας κυβέρνησης, η οποία κατάφερε να αποκτήσει μετά από δεκαετίες έναν πρωθυπουργό που ακόμη και οι δεξιοί ψηφοφόροι αποδέχονταν με πολύ μεγάλη κατανόηση.
Εξακολουθώ να πιστεύω το ίδιο και να θλίβομαι μπροστά στο ενδεχόμενο να χαθεί μια ευκαιρία σαν αυτή, μέσα σε μόλις πέντε μήνες.
Όχι γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ έβαλε όλους τους ολιγάρχες να πληρώσουν. Δεν τους έβαλε, και φρόντισα να φωνάξω γι’ αυτό. Έκανε όμως κάποιες κινήσεις, οι οποίες –με εξαίρεση κυρίως τον Γιάννη Πανούση- έδωσαν έναν διαφορετικό αέρα. Τα παιδιά κάποιων -όχι όλων- μεταναστών δεν θα είναι πλέον παιδιά χωρίς πατρίδα. Το σύμφωνο συμβίωσης για τα ομόφυλα κατάφερε να βρει επιτέλους τον δρόμο του προς τη βουλή. Κάποιες πρώτες κινήσεις στον τομέα της αποκατάστασης των εργασιακών δικαιωμάτων, έγιναν. Η ΕΡΤ λειτούργησε ξανά. Δημιουργήθηκαν επιτροπές για το χρέος, τις γερμανικές αποζημιώσεις και για το σκάνδαλο SIEMENS. Ξεκίνησαν (τώρα) οι επανασυνδέσεις ρεύματος στον ενεργειακά φτωχό πληθυσμό. Έγιναν κι άλλα· ελάχιστα· αλλά υπήρξαν προοπτικές. Όχι εξαιτίας των κυβερνητικών παραγόντων ή των υπουργών, αλλά γιατί γνωρίζουμε ότι πολλοί ανάμεσά τους, ακούν. Και ντρέπονται όταν δείχνουν πως κάνουν το αντίθετο.
Ντρέπονται.
Η ιστορία των κλειστών τραπεζών και της τρίτης χρεοκοπίας μέσα σε πέντε χρόνια είναι παρωνυχίδα μπροστά στην καταδίκη των εργαζομένων, των μισθωτών, των νέων, των ανέργων, των φτωχών, των ασθενών, των κοινωνικών αγώνων, της διαφορετικότητας, των σπουδαστών, της ελεύθερης σεξουαλικής επιλογής, του αγώνα κατά του φασισμού. Η αστικοδημοκρατία δεν αποτελεί για κανένα από τα παραπάνω το θαυματουργό φάρμακο που θα τα γιατρέψει μαγικά. Αποτελεί όμως, όταν το θέλει, ένα τεράστιο εμπόδιο. Η υπόσχεση της Αριστεράς ήταν να άρει κάποια από τα εμπόδια, αλλά και να σταματήσει να βάζει νέα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο πρωθυπουργός προσωπικά, οφείλουν να κατανοήσουν πλήρως ότι η Αριστερά έχει χρέος να μάχεται πρώτα για τους αδύναμους και μετά για τις αγορές και τις τράπεζες. Να φροντίζει να εξασφαλίσει στέγη, εργασία, ελευθερία για όλους, κι όχι να αποπληρώνει τις τοκογλυφικές δόσεις στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Ο Αλέξης Τσίπρας πρέπει να απαλλαγεί τώρα από τους επικίνδυνους ανθρώπους που τον οδήγησαν σε αυτό το αδιέξοδο. Από τους οπαδούς του απόλυτου τίποτα και των κενών υποσχέσεων μέσα σε μια όμορφα αμπαλαρισμένη αλλά ανύπαρκτη ιδεολογικά στάση, έως τις μιντιο-λατρευτικές αστειότητες μιας ύποπτης, από κάθε πλευρά, ανορθόγραφης αβρότητας.
Το αδιέξοδο του δημοψηφίσματος με τα άκυρα ερωτήματα και το δικαίωμα της απόλυτης καταδίκης της κοινοβουλευτικής Αριστεράς δεν παραχωρήθηκε από κανέναν ούτε στον Αλέξη Τσίπρα, ούτε στην κυβέρνηση. Ο πρωθυπουργός σκοτώνει αυτή τη στιγμή ό,τι ο ίδιος όφειλε να προβάλλει. Και, κυρίως, στρώνει τον δρόμο στην πραγματική καταστροφή των ελευθεριών. Γιατί μαζί με τα υπόλοιπα λάθη του, έχει αφήσει αναίσθητο το πραγματικό λαϊκό κίνημα και κατάφερε να βγάλει στους δρόμους μια μακιγιαρισμένη ευρωλαγνική αθλιότητα.
Αλέξη Τσίπρα έκανες ένα μεγάλο λάθος. Αποδέχτηκες αβίαστα ότι ο δρόμος σου περνά αποκλειστικά μέσα από την ΕΕ και το ευρώ, κι έδωσες ταυτόχρονα το δικαίωμα να αμφισβητηθεί η στάση σου και από την αριστερή, αλλά και από τη δεξιά σου πτέρυγα. Τώρα πρέπει να πεις πραγματικά τι είναι αυτό που περιμένεις· όχι από τους δανειστές, αλλά από τον λαό. Δεν μας το έχεις πει, και δεν υπάρχει άλλος χρόνος. Οδηγηθήκατε εσύ ο ίδιος, η κυβέρνησή σου, αλλά και το κόμμα σου, παντελώς απροετοίμαστοι σε έναν πόλεμο που αποδεχτήκατε εκ των προτέρων τους κανόνες των αντιπάλων σας.
Έχεις ακόμη λίγες ώρες να καταλάβεις σε ποιο σημείο βρίσκεσαι. Όχι γιατί έχεις κάνει κάποιο συμβόλαιο με την εξουσία, αλλά επειδή έχεις ευθύνη για αυτό που θα ακολουθήσει. Έχεις ΠΟΛΥ μεγάλη ευθύνη για αυτό που θα ακολουθήσει.
Κι αν τα πράγματα οδηγηθούν εκεί που εσύ ο ίδιος επέλεξες, τότε η ιστορία θα γράψει ότι η δική σου διακυβέρνηση έφερε στην Ελλάδα έναν ακόμη πολιτικό Μεσαίωνα, πολύ χειρότερο απ’ όσα έχουμε δει μέχρι σήμερα. Και θα λογοδοτείς γι’ αυτό σε όλη σου τη ζωή.
(Κάτι τελευταίο. Όπως έγραψα και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, την επόμενη μέρα του δημοψηφίσματος δεν θα είμαστε “όλοι μαζί”. Ποτέ δεν ήμασταν “όλοι μαζί”. Αυτό το θέλουν μόνο εκείνοι που ζητούν να αποφασίζουν για τη δική μας ζωή, χωρίς εμάς. Δεν θα τους περάσει)