Ένας εξηντάρης, ανεβασμένος σε ένα όχημα της Πυροσβεστικής, μιλάει στα πλήθη, σ’ ένα δρόμο του Λονδίνου. Η αίθουσα στην οποία επρόκειτο να μιλήσει είχε γεμίσει ασφυκτικά, το ίδιο και η διπλανή, στην οποία η ομιλία θα προβαλλόταν μέσω γιγαντοοθόνης και έτσι αναγκάστηκε να βγει στον δρόμο.
Της Ντίνας Τζουβάλα
Το παράδοξο σ’ αυτή την ιστορία είναι ότι έλαβε πραγματικά χώρα στην Αγγλία του 2015. Ο εξηντάρης με τα φτηνά, κάπως άχρωμα ρούχα είναι ο Τζέρεμυ Κόρμπυν, ένας από τους τέσσερις υποψηφίους για την αρχηγία του Εργατικού Κόμματος. Την επαύριο της ιστορικής ήττας του κόμματος και της παραίτηση του προηγούμενου αρχηγού του, Εντ Μίλιμπαντ, ο Κόρμπυν αποφάσισε να θέσει υποψηφιότητα.
Το σκεπτικό πίσω απ’ την απόφαση δεν ήταν να διεκδικήσει με αξιώσεις τη θέση, αλλά να ακουστεί μια αριστερή φωνή στη διαδικασία, η οποία ως τότε καθοριζόταν από τους άλλους τρεις υποψηφίους: την μπλαιρική Κεντάλ και τους παθολογικά κεντρώους Κούπερ και Μπένρχαμ.
Μάλιστα, μέχρι και η ίδια υποψηφιότητά του ήταν αβέβαιη μέχρι την τελευταία στιγμή, καθώς ο Κόρμπυν κατάφερε με δυσκολία να μαζέψει τις απαραίτητες υπογραφές (35) από βουλευτές του κόμματός του, όπως απαιτείται από την εσωκομματική διαδικασία, για να μπορέσει να είναι κανείς υποψήφιος.
Αυτή η δυσκολία, σε συνδυασμό με όσα ακολούθησαν, αποκαλύπτει την πλήρη αποστοίχιση ανάμεσα στη βάση και την ηγεσία του Εργατικού Κόμματος: δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι εγγράφηκαν ως μέλη και φίλοι του κόμματος –σε μια χώρα όπου η συμμετοχή στα κόμματα έχει καταρρεύσει μετά τη δεκαετία του 1970–, οι εκδηλώσεις της προεκλογικής του εκστρατείας κατακλύζονται ασφυκτικά από κόσμο, τα ΜΜΕ ασχολούνται διαρκώς μαζί του. Υπάρχει πλέον και λέξη που περιγράφει τον ενθουσιασμό που προκαλεί ο Άγγλος βουλευτής: Corbyn-mania.
Και, κάτι ακόμα πιο σημαντικό και από τον αριθμό των ανθρώπων που προσελκύει ο Κόρμπυν είναι τα κοινωνικά χαρακτηριστικά τους: πρόσφατες δημοσκοπήσεις έδειξαν ότι οι υποστηρικτές του είναι κυρίως νέοι, αλλά και άνθρωποι με σχετικά χαμηλά εισοδήματα και αναφορές στην εργατική τάξη. Σε πολλές περιπτώσεις ο Κόρμπυν κινητοποιεί ως ψηφοφόρους και μέλη του κόμματος ανθρώπους που ως τώρα δεν ασχολούνταν με την πολιτική ή δεν ψήφιζαν καν.
Αυτή η παρατήρηση έχει σημασία στον βαθμό που η συνήθης κατηγορία ενάντια στους υποστηρικτές του Κόρμπυν είναι ότι αποτελούν μια αριστερή ελίτ, αποκομμένη από την πραγματικότητα της χώρας. Τα στατιστικά στοιχεία υποδεικνύουν το ακριβώς αντίθετο, τουλάχιστον σε επίπεδο δημογραφικών χαρακτηριστικών. Μένει να αποδειχθεί αν το ίδιο ισχύει και σε επίπεδο πολιτικών ιδεών.
Είναι δύσκολο να κάνουμε προβλέψεις για την εξέλιξη του φαινομένου. Αν και ο Κόρμπυν είναι καθαρά πρώτος σε προτιμήσεις, θα πρέπει να συγκεντρώσει πάνω από το 50% των ψήφων για να εκλεγεί σίγουρα. Σε αντίθετη περίπτωση, το αποτέλεσμα θα κριθεί από το γεγονός ότι κάθε ψηφοφόρος έχει πρώτη αλλά και δεύτερη προτίμηση στην ψήφο, και δεν είναι απίθανο οι «κεντρώοι» να αλληλοψηφιστούν.
Επιπλέον, εδώ και μήνες, στελέχη των Εργατικών αφήνουν υπονοούμενα ότι θα επιχειρήσουν ουσιαστικά «πραξικόπημα» ενάντια σε μια πιθανή ηγεσία Κόρμπυν. Κάτι τέτοιο μάλλον θα δώσει και τη χαριστική βολή στο Εργατικό Κόμμα, αλλά αν λάβουμε υπόψιν ότι ο πανικός στο αγγλικό πολιτικό σύστημα πλέον γειτονεύει με την υστερία τίποτα δεν αποκλείεται.
Δύο τελευταία σχόλια. Αν παρατηρήσουμε τον βρετανικό Τύπο, μπορούμε να βγάλουμε χρήσιμα συμπεράσματα για τη δομή του πολιτικού συστήματος της χώρας, αλλά ίσως και γενικότερα. Πρώτον, η στάση συντηρητικών εφημερίδων όπως η Daily Telegraphαποτυπώνει την αλλαγή στάσης των πολιτικών και οικονομικών συντηρητικών ελίτ. Ενώ τους πρώτους μήνες συντηρητικοί αρθρογράφοι παρότρυναν τους αναγνώστες τους να εγγραφούν ως «φίλοι» των Εργατικών και να ψηφίσουν τον Κόρμπυν, ώστε το κόμμα να γίνει «περιθωριακό» και να χάνει μόνιμα στις εκλογές, τώρα πλέον προειδοποιούν ότι ο Κόρμπυν «θα κάνει την Βρετανία Ζιμπάμπουε» (σας θυμίζει κάτι αυτό;).
Η ιδέα ότι ο Κόρμπυν είναι ένας γραφικός σοσιαλιστής που θα αποτελειώσει το Εργατικό Κόμμα φαίνεται πια αρκετά «αισιόδοξη», αν λάβουμε υπόψιν τη λαϊκή κινητοποίηση και τον ενθουσιασμό που προκαλεί. Δεύτερον, η Guardian έχει συνολικά κρατήσει από τις πλέον επιθετικές στάσεις απέναντι στον Κόρμπυν. Παίζοντας αρχικά το χαρτί του «ρεαλισμού» υποστήριξε την Υβέτ Κούπερ.
Όταν άρχισε να διαφαίνεται ότι αυτό το επιχείρημα είναι μάλλον έωλο, τα άρθρα που εμφανίζονται στην εφημερίδα άρχισαν να κατηγορούν τον Κόρμπυν ως «αντισημίτη» ή… ότι δεν λέει πολλά αστεία (αυτό το τελευταίο συνέβη όντως — δεν το γράφω χάριν εντυπωσιασμού!). Όπως συμβαίνει συχνά, ο Τόνυ Μπλαιρ άθελά του συμπύκνωσε τη στάση της «ρεαλιστικής» Αριστεράς, λέγοντας ότι δεν θα υποστήριζε μια πολιτική πλατφόρμα σαν του Κόρμπυν ακόμα και αν ήταν 100% σίγουρο ότι θα κέρδιζε τις εκλογές.
Αν υπάρχει, λοιπόν, ένα γενικεύσιμο συμπέρασμα από αυτή την ιστορία ως τώρα, είναι μάλλον σχετικό με τα όρια της «ρεαλιστικής» «υπαρκτής» Αριστεράς, αλλά και με το γεγονός ότι ο «ρεαλισμός» συνήθως αποτελεί απλώς το προκάλυμμά συνειδητών πολιτικών επιλογών.
Ως εκ τούτου, και περιμένοντας τα αποτελέσματα της ψηφοφορίας που βρίσκεται σε εξέλιξη, η μόνη λύση και στην Βρετανία, αλλά και στην Ελλάδα, είναι: να είμαστε ρεαλιστές να διεκδικούμε το αδύνατο.
Η Ντίνα Τζουβάλα διδάσκει διεθνές δίκαιο στο Πανεπιστήμιο του Ντάραμ