Λοιπόν, τα πράγματα όσο πάνε γίνονται πιο επικίνδυνα και τ’ αφήνουμε να χειροτερεύουν, γιατί το μυαλό μας έγινε χυλός νερουλός και πολυκαιρισμένος. Και τέρμα, καιρός να φύγουμε όλοι όσοι μεγαλώσαμε κι ανατραφήκαμε τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, γιατί είμαστε κι εμείς σάπιοι και δεν το καταλαβαίνουμε και υπάρχει κίνδυνος τη σήψη να τη μεταδώσουμε στα νέα παιδιά, που έχουν πολύ πιο καλά κι αμόλυντα μυαλά.
Και πρέπει όλους τους θεσμούς που δημιουργήσαμε, τάχα μας για τον λαό, τάχα μας για τους νέους ανθρώπους, για την επιστήμη και την διανόηση, να τους βάλουμε φωτιά κι εμείς να πέσουμε μέσα, να εξαλείψουμε δια παντός το μίασμα.
Τι με τσίμπησε, χρονιάρα μέρα, γιορτή του Πολιούχου της Πρέβεζας;
Ένας φίλος στο F/B μου επεσήμανε ένα άρθρο του μεγάλου Γερμανού «διανοητή», Γιούργκεν Χάμπερμας, το διάβασα με προσοχή και ανατρίχιασα από φόβο.
Ξεκαθαρίζω εξ αρχής. Σήμερα δεν υπάρχει φιλοσοφία, δεν υφίσταται ως επιστήμη, όπως την εννοούμε και όπως καθιερώθηκε ως όρος, για να ονοματοδοτήσουμε έναν τομέα της αρχαίας ελληνικής σκέψης. Το να προσπαθείς να εκλογικεύσεις την δημιουργία του κόσμου, την φύση, τον άνθρωπο, δεν είναι σήμερα φιλοσοφία, διότι η Επιστήμη είναι απέραντη. Στην αρχαία Ελλάδα οι φιλόσοφοι ήθελαν να ερμηνεύσουν και να ταξινομήσουν όλα τα παραπάνω, με καθαρά υλιστικό-έλλογο τρόπο, με αίτιο και αιτιατό και χωρίς καμιά προσφυγή σε θεούς και δαίμονες, όσο κι αν πίστευαν σ’ αυτούς.
Τη μεγάλη τομή την έκανε ο Αριστοτέλης, ο θεμελιωτής της σκληρής και απόλυτης Λογικής. Αν οι θρησκόληπτοι τον έκαναν ιερή αγελάδα και Ευαγγέλιο, δεν φταίει ο ίδιος, αφού τα αντίθετα διδάσκει, ειδικά απ’ όταν απογαλακτίστηκε από τον Πλάτωνα.
Τον Αριστοτέλη χρησιμοποίησαν ως εργαλείο ο Μαρξ και ο Ένγκελς, για να ερμηνεύσουν και ταξινομήσουν την κοινωνική δραστηριότητα και για να προτείνουν λύσεις, πάντα, όμως, λαμβάνοντας υπόψη το σχετικό περιβάλλον που αυτή εξελίσσεται.
Αυτόν τον καημένο τον Αριστοτέλη, μετά την Ιερά Εξέταση, τον περιλαβαίνουν και σύγχρονοι «φιλόσοφοι» και δεν τον κακοποιούν απλώς, τον διαστρέφουν με γκεμπελικές μεθόδους. Ο Αριστοτέλης μας έδωσε πολύ χρήσιμα και αναντικατάστατα, ίσως, εργαλεία. Μετά απ’ αυτόν λίγοι (Μαρξ-Ένγκελς, Δαρβίνος, Φρόιντ, Αϊστάιν, Πλανκ) προχώρησαν παραπέρα, αλλά όλοι τους (ακόμη κι ο Φρόιντ) τα αριστοτελικά εργαλεία χρησιμοποίησαν.
Το πρώτο και καλύτερο αριστοτελικό πόρισμα, για όποιον θέλει να σκέφτεται ελεύθερα και χωρίς προκαταλήψεις, είναι πως τίποτε δεν είναι δεδομένο και πως ότι θεωρείται ως τέτοιο μπορεί να ανατραπεί αν η εμπειρία και η επιστημονική βάσανος αποδείξει το αντίθετο.
Εν συνεχεία εισήγαγε την έννοια της συγκριτικής σχετικότητας στις κοινωνικές και πολιτικές επιστήμες, πάντα με μέτρο την ολιστική ευημερία του ανθρώπου. Δεν είναι τυχαία, με βάση τα παραπάνω το γεγονός ότι πρώτος διατύπωσε –πέρα από την διάκριση των πολιτευμάτων- και συστηματοποίησε την αναγκαιότητα της διάκρισης των τριών πολιτικών λειτουργιών, που είναι θεμέλιο κάθε ευνομούμενου πολιτεύματος.
Περαιτέρω, και στην Λογική εισήγαγε και ταξινόμησε στην νοητική λειτουργία των ανθρώπων σε αισθητικό, θυμητικό και βουλητικό, απαιτώντας την συνεργασία και των τριών , ώστε ο άνθρωπος να κρίνει, να αποφασίζει και να δρα με τον ορθό Λόγο.
Η νευροβιολογία, μετά από πολλά χρόνια απέδειξε, πλέον, ότι ο Σταγειρίτης είχε για μια ακόμη φορά δίκιο. Στον εγκέφαλο ο ιππόκαμπος αποθηκεύει πληροφορίες, η αμυγδαλή και το λιμβικό σύστημα ρυθμίζουν την συναισθηματική λειτουργία του ανθρώπου και ο εγκεφαλικός νεοφλοιός την λογική. Η συνεργασία των τριών αυτών συστημάτων και ιδιαίτερα των δύο τελευταίων οδηγεί τον άνθρωπο σε ορθές αποφάσεις και βίο.
Όταν λιμβικό και λογικό δεν συνεργάζονται, τα αποτελέσματα είναι καταστροφικά. Όταν κυριαρχεί το συναίσθημα, ο άνθρωπος δρα αντανακλαστικά, ζωωδώς. Σκοτώνει όταν οργίζεται, βιάζει όταν καυλώνει, αρπάζει όταν στερείται. Όταν κυριαρχεί η λογική, τα πάντα ισοπεδώνονται και ποσοτικοποιούνται. Στόχος η ανάκαμψη της οικονομίας, με σκληρά μέτρα λιτότητας. Τι κι αν αυτοκτονήσουν δέκα χιλιάδες, αν το 46% των καρκινοπαθών δεν μπορούν να πάρουν τα φάρμακά τους, τα παιδιά υποσιτίζονται και 40% των ανθρώπων ζουν κάτω απ’ τα όρια της φτώχειας; Γλιτώσαμε τους υπόλοιπους. Το ανέπτυξα παλιότερα, υπό τον τίτλο «Ασκήσεις για διεστραμμένα μυαλά», με αφορμή κάποια θέματα που καλούνται να αναπτύξουν στο Χάρβαρντ.
Βεβαίως, είχαμε μία «εξαιρετική» συνεργασία συναισθήματος οργής και μίσους με την ακραία λογική: Το Γ’ Ράιχ, όπου το απόλυτο μίσος, από τη μια πλευρά συνεργάστηκε με την απόλυτα ακραία λογική της γερμανικής μεθοδικότητας και τεχνολογίας, από την άλλη. Το είχε πει η Ρίτα Λέβι Μονταλτσίνι (νευροβιολόγος, Νόμπελ Ιατρικής 1985): Όταν κυριαρχεί η λογική του νεοφλοιού, σε βάρος του συναισθήματος του λιμβικού, ο άνθρωπος μπορεί να κάνει τεράστια επιστημονικά άλματα, αλλά δεν θα διστάσει να καταστρέψει τον κόσμο.
Πώς έφτασε η Γερμανία σ’ αυτό το σημείο; Επιγραμματικά, διότι η ανάλυση θα χρειαζόταν ολόκληρο βιβλίο, ανατρέχοντας σε Γερμανούς:
- Ο Μαξ Βέμπερ, σε μια υποσημείωση στο πρώτο ή δεύτερο κεφάλαιο του «Προτεσταντική ηθική και το πνεύμα του καπιταλισμού», διαπιστώνει, ότι τα καθολικά σχολεία δίνουν προτεραιότητα στις ανθρωπιστικές σπουδές (συνδυάζουν συναίσθημα και λογική), ενώ τα προτεσταντικά στις θετικές επιστήμες και στις τεχνολογικές σπουδές (λογική και μέθοδος).
- Έρχεται ο Τόμας Μαν, στο ΔΟΚΤΩΡ ΦΑΟΥΣΤΟΥΣ, όπου έμπλεος ενοχών, προσπαθεί να ερμηνεύσει την παράνοια του Γ’ Ράιχ: «Στο σημείο αυτό δεν μπορώ να μην εκφράσω τον θαυμασμό μου για την μύχια και σχεδόν μυστηριώδη σχέση ανάμεσα στο ενδιαφέρον μας για την αρχαία φιλολογία και στο ζωηρό και γεμάτο αγάπη αίσθημά μας για την ομορφιά και την αξία του ανθρώπινου νου-αυτή τη σχέση που φανερώνεται κιόλας από το γεγονός ότι, τις σπουδές των αρχαίων γλωσσών τις χαρακτηρίζουν ως «ανθρωπιστικές» κι αυτό σημαίνει: ότι η φύση του γλωσσικού και του ανθρώπινου πάθους στεφανώνεται από την ιδέα της παιδείας κι η σταδιοδρομία του σοφού φιλολόγου οδηγεί, αυτονόητα σχεδόν, σ’ εκείνη του παιδαγωγού. Ο άνθρωπος που διαπλάστηκε με την γνώση των φυσικών επιστημών μπορεί να γίνει, χωρίς άλλο, δάσκαλος, ποτέ όμως στο νόημα και τον βαθμό του παιδαγωγού που βρίσκεται ο οπαδός των bonae litterae.»
- Σημειωτέον ότι οι Γερμανοί φιλόλογοι και αρχαϊστές διεκδικούσαν το εύσημο της συνέχισης του αρχαίου ελληνικού πνεύματος και όχι άδικα.
Ποιες, όμως, ήταν αυτές οι ανθρωπιστικές σπουδές στη Γερμανία;
Ο August Boeckh, ήταν από τους επιφανέστερους Γερμανούς φιλολόγους. Κρίνοντας ο Boeckh (αλλά και άλλοι Γερμανοί διανοούμενοι) την στάση του Κρέοντα και της Αντιγόνης στην ομότιτλη τραγωδία του Σοφοκλέους, λέει, ότι και οι δύο ήρωες της τραγωδίας έσφαλαν, το δε σφάλμα της Αντιγόνης έγκειτο στο ό,τι αυτή αψηφά την επιταγή της πολιτείας (= κράτος) και δρα από δυσβουλία και ισχυρογνωμοσύνη και παραβαίνοντας το μέτρο.
Βέβαια, αυτή η γνώμη έχει ήδη απορριφθεί παγκοσμίως και μετά πολλών επαίνων. Γιατί, όμως, ένας Γερμανός, με έξοχες ανθρωπιστικές σπουδές, φτάνει σ’ αυτό το συμπέρασμα;
- Κρίνοντας την στάση αυτή, είχα γράψει παλιότερα: Η πρωσική μεθοδικότητα και προνοητικότητα, σε συνδυασμό με την προτεσταντική ηθική, διέβλεψαν τον κίνδυνο που επέρχονταν από τον Διαφωτισμό και την Επανάσταση, όχι μόνον απέναντι στο Κράτος (με την αισχυλική έννοια), αλλά και στην καθεστηκυία τάξη πραγμάτων. Εφηύρανε, λοιπόν, το νομικό θετικισμό ως αντίδοτο στην επαναστατική πανούκλα. Ποια ήταν η πονηριά: Θέτουμε ένα σφικτό νομοθετικό πλαίσιο, όσο το δυνατόν πιο περιπτωσιολογικό (ώστε να αποφεύγονται ερμηνευτικές εκτροπές και να μην υπάρχει περιθώριο εφαρμογής γενικών, ανθρωπιστικών ρητρών), απέναντι στο οποίο δεσμεύονται εξουσία και εξουσιαζόμενοι. Τούτο είναι, υποτίθεται, η ασφάλεια δικαίου, που αποτρέπει και την αυθαιρεσία της εξουσίας. Πλην, όμως, στην πραγματικότητα το θετό αυτό δίκαιο ήταν η τροχοπέδη σε κάθε λαϊκή διεκδίκηση. Στην Ελλάδα τον θετικισμό αυτό, που τον εισήγαγε η Βαυαροκρατία, τον πληρώσαμε πολύ ακριβά, με την κατάργηση του λαϊκού, εθιμικού δικαίου, που είχε διαμορφωθεί σύμφωνα με τις πραγματικές ανάγκες μας. Καταστρέψαμε, έτσι, την οποιαδήποτε διαλεκτική σχέση του νομικού πολιτισμού με την εγχώρια κοινωνία και οικονομία και ανάγκες και ειδικά την διαλεκτική σχέση νόμου και προστατευόμενων αγαθών και λαϊκών συμφερόντων, που λειτουργεί αμφίδρομα (ο πλεονασμός είναι απαραίτητος εδώ), για μία μονόδρομη σχέση νόμου και αγαθών που η εξουσία τα ορίζει ως τέτοια και τα προστατεύει νομοθετικά.
Ο θετικισμός αυτός τείνει σήμερα να εξαπλωθεί σε επικίνδυνο βαθμό, όσον αφορά στον τρόπο θέσπισης νόμων εκ μέρους της ενωμένης Ευρώπης, που επεμβαίνει προστατευτικά απέναντι σε όποια «εθνικά» εμπόδια τίθενται στην «ελεύθερη» κυκλοφορία αγαθών και υπηρεσιών, ειδικά όταν τα εμπόδια αυτά δεν μπορεί ή δεν θέλει ένα κράτος-μέλος να τα αιτιολογήσει και δικαιολογήσει (υπάρχει αυτή η δυνατότητα). Η λειτουργία των οργανωμένων συμφερόντων (λόμπι) προς την κατεύθυνση αυτή είναι εξόχως αποτελεσματική, με αποτέλεσμα η ευρωπαϊκή νομοθεσία να γίνεται όλο και περισσότερο συντηρητική και φιλοκαπιταλιστική.
Η γοητεία του θετικισμού είναι μεγάλη κι ακούς συνεχώς, οφείλουμε να συμμορφωθούμε στο νόμο. Κι εγώ ως νομικός καγχάζω: «καμιά αλλαγή, ομαλή ή επαναστατική δεν θα γινόταν, αν υπακούγαμε, σ’ όλους ανεξαιρέτως, τους νόμους».
- Κι όμως, αυτή η πανούκλα έχει μολύνει τον περισσότερο κόσμο και τον έχει κάνει παθητικό σε όλες τις κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις, αφήνοντας εν λευκώ τις τύχες τους στους «αντιπροσώπους» τους. Μία νέα μορφή της «Πεφωτισμένης Ηγεσίας». Πόσο οι λέξεις μπορούν να διαστραφούν! «Ηγεσία» και στο νου σου φέρνεις τον Μεγαλέξαντρο, ήταν, ίσως, ιστορικά, ο μόνος που έδωσε νόημα στην μεταφυσική έννοια που προσδώσαμε σήμερα στις λέξεις «ηγεσία» και «ηγέτης», ενώ παλιά σήμαινε απλώς αρχηγός, αρχή. «Πεφωτισμένος» και αναρωτιέσαι: Γιατί ο καλός Θεός φώτισε έναν ηγέτη και όχι όλον τον λαό, ώστε να επιλέγει και να πράττει το ορθό; Άλλη μία πρωσική-προτεσταντική παγίδα, με ιουδαϊκές καταβολές: Ο Θεός ευλογεί τον ευσεβή, με πλούτο, ισχύ και ευημερία, ενώ ο φτωχός δικαίως βρίσκεται στη μιζέρια του, λόγω της άγνοιας, που τον κάνει δυσεβή. Θέλημα Θεού!, Συμπληρωματικά χρησιμοποιούμε και την ιστορία του Ιώβ: Υπόμεινε τα πάντα, ο Θεός θα ανταμείψει την υπομονή σου, αν όχι εν ζωή, σίγουρα μετά θάνατον.
Καταπληκτικό μεταφυσικό ιδεολογικό υπόβαθρο, που ηθικοποιεί τα πάντα. Ευτυχώς, που ο Μαρκήσιος Ντε Σαντ τα ανέτρεψε όλα αυτά.
Καμιά θέση δεν έχει ο Θεός με όλα αυτά, τα απάνθρωπα και σάπια επινοήματα. Δεν έχει καμιά σχέση ο Θεός με την πολιτική και την οικονομία. Οτιδήποτε άλλο είναι εκ του πονηρού, ταλιμπανικό, πολιτικά και διανοητικά σκοταδιστικό. Και για να μην ξεχνώ: Ο Λούθηρος και ο Προτεσταντισμός δεν ήταν τίποτε το επαναστατικό, σε σχέση με τον Πάπα. Ο Λούθηρος έθεσε την θρησκεία στην απόλυτη διάθεση της κοσμικής εξουσίας, της οποίας έγινε εργαλείο.
- Ο καλύτερος αμφισβητίας της πρωσικής ευταξίας και θετικισμού ήταν ο Χάινριχ Μπέλ. Μεταφέρω απόσπασμα από την θαρραλέα ομιλία του στη Σουηδική Ακαδημία (υπενθυμίζω, πως ήταν η εποχή που δρούσε η Φράξια Κόκκινος Στρατός -Rote Armee Fraktion, ή RAF- των Μπάαμτερ-Μάινχοφ):
«Τελευταίως μου προκαλούν ιδιαίτερη ανησυχία οι εκκλήσεις υπέρ του νόμου και της τάξης. Ιδεώδες σκηνικό για το νόμο και την τάξη είναι τα νεκροταφεία. Στον κόσμο υπάρχουν χρεοκοπημένοι και τραπεζίτες, χριστιανοί και άθεοι, ομοφυλόφιλοι και «φυσιολογικοί». Όλοι μαζί. Η έννοια της ζωής είναι αντίθετη προς το νόμο και την τάξη. Μόνο οι νεκροί βρίσκονται σε τάξη και υπακούουν όλους του νόμους. Τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως αποτελούν μια πολύ επιτυχημένη υλοποίηση του νόμου και της τάξης και γι’ αυτό πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί με αυτό το σύνθημα. Η ναζιστική εποχή μόνο στην Γερμανία θα μπορούσε να παρουσιαστεί, επειδή το κυριότερο αίτιό της ήταν η γερμανική παιδεία της υποταγής σε οποιονδήποτε νόμο και τάξη. Εκείνοι οι άνθρωποι δεν ήταν χειρότεροι από τους άλλους. Πρέπει, επίσης, η επικράτηση των Ναζί να είχε κάποια σχέση με μιαν ορισμένη εξάντληση και ανικανότητα για αντίσταση-όχι μόνον οργανική, αλλά και διανοητική.».
Με βάση τα παραπάνω, κρίνω όσα ανέπτυξε ο Γιούργκεν Χάμπερμας σε πρόσφατη συνέντευξή του προς τη Le Monde, μια συνέντευξη που αποδεικνύει, ότι, σήμερα, η «φιλοσοφική», πολιτική και κοινωνιολογική σκέψη έχει απολιθωθεί επικίνδυνα
Ξεκινώ, λοιπόν:
- «Αν η γερμανική κυβέρνηση είχε παίξει τον ρόλο μιας δύναμης τόσο κυριαρχικής όσο και υπεύθυνης, δεν θα είχε εκμεταλλευθεί τόσο ασυνείδητα τις πολιτικές κρίσεις των τελευταίων ετών προς όφελός της. Από την άλλη πλευρά, το κλειδί της εξόδου από την κρίση πρέπει να αναζητηθεί κυρίως στην ίδια τη γερμανική κυβέρνηση: αυτή θα έπρεπε να είχε ξεκινήσει προ πολλού μια σοβαρή συζήτηση για τις μελλοντικές εναλλακτικές της Ευρώπης». Εδώ ο Χάμπερμας μας κατατοπίζει, πως ο νεκρός είναι πεθαμένος. Λες και η κρίση είναι μόνο ευρωπαϊκή και η Ευρώπη θα είχε διασωθεί, αν Γερμανία ήταν υπεύθυνη, κυριαρχική (!!!) δύναμη. Οπόσος πρωσισμός, ή γερμανισμός, αν προτιμάτε. Μας πάει πίσω, στην ναζιστική ιδεολογία, κατά την οποία η Γερμανία και οι Γερμανοί είναι οι εξ ορισμού επικυρίαρχοι, λόγω ανωτερότητας τους έναντι των άλλων κρατών και χωρών. Και η συζήτηση για τις μελλοντικές προοπτικές της Ευρώπης –αλήθεια, ποιες είναι αυτές ή ποιες προτείνει ο «φιλόσοφος»;- θα έπρεπε να τις είχε ξεκινήσει η Γερμανία. Ας αποθέσουμε, λοιπόν, τις τύχες μας στην γερμανική ευσπλαχνία –το πιο σύντομο ανέκδοτο. Η κρίση, λοιπόν, κύριε Χάμπερμας, φιλοσοφικά μεν είναι καθαρά κρίση ανθρωπισμού, αντικατάστασης της ανθρωπιστικής παιδείας και κοινωνίας, με την πρωσική μεθοδικότητα, πολιτικά και οικονομικά δε είναι η επικυριαρχία της πάση θυσία μεγιστοποίησης του κέρδους και περιθωριοποίησης του ανθρώπου και πολίτη. Κι αυτό θα έπρεπε να είναι το θέμα που θα κυριαρχεί σήμερα: Η διεύρυνση της συμμετοχικής δημοκρατίας σε όλους τους εθνικούς και υπερεθνικούς θεσμούς. Άλλως, πισωγυρνάμε στην ελέω Θεού Πεφωτισμένη Δεσποτεία.
- «Το γαλλογερμανικό ζεύγος, το οποίο μέσω μιας κοινής πρωτοβουλίας είναι το μοναδικό που μπορεί να βγάλει την ΕΕ από το τέλμα, έχει βαλτώσει. Ο θεσμικός συντονισμός της φορολογικής, οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής δεν μπορεί να επιτευχθεί με τεχνοκρατικά μέσα. Η απαραίτητη μεταβίβαση κυριαρχίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο απαιτεί έναν δημοκρατικό έλεγχο, συνεπώς μια κλίση της ζυγαριάς υπέρ του Ευρωκοινοβουλίου. Δυστυχώς δεν βλέπω κανέναν Τσόρτσιλ, κανέναν πολιτικό που θα είχε το απαιτούμενο κύρος να θέσει μια τέτοια αλλαγή σε κίνηση». Αθώο φαίνεται, δεν νομίζετε; Όμως, είναι μια πρόταση δημιουργίας ενός Γαλλογερμανικού άξονα επικυριαρχίας στους λοιπούς λαούς της Ευρώπης. Μιλά για μεταβίβαση κυριαρχίας (προφανώς εννοεί της εθνικής κυριαρχίας προς τα αποφασιστικά όργανα της Ενωμένης Ευρώπης), δηλαδή κι άλλη διεύρυνση των εξουσιών που ήδη κατέχουν οι τεχνοκράτες, παρόλο που ταυτόχρονα εξορκίζει την χρήση τεχνοκρατικών μέσων. Τρικυμία εν κρανίω (;). Θέτει, υποτίθεται και μια ασφαλιστική δικλείδα, όλως ανίσχυρη: «ένας δημοκρατικός έλεγχος, με μια κλίση της ζυγαριάς υπέρ του Ευρωκοινοβουλίου». Αοριστολογίες. Λες και είναι απλώς θέμα ελέγχου. Όμως η λήψη αποφάσεων και η εφαρμογή αυτών από ποιους θα γίνεται; Που είναι η δημοκρατία; Πού είναι οι κατά χώρα και λαό ιδιαιτερότητες; Πού είναι η δυνατότητα κάθε χώρας να θέτει και να διεκδικεί τον σεβασμό των θεμιτών ιδιαιτεροτήτων της; Και ποιας φορολογικής και οικονομικής πολιτικής; Υπέρ των λαών ή υπέρ των τραπεζιτών και του κεφαλαίου; Η Ενωμένη Ευρώπη, όπως την οραματίστηκαν οι ιδρυτές της, σκοπό είχε να κάνει καλύτερη τη ζωή των πολιτών της, όχι να διευκολύνει την καπιταλιστική ασυδοσία. Να κάνει ευκολότερη και φθηνότερη την παραγωγή και την πρόσβαση στα κοινωνικά και καταναλωτικά αγαθά και όχι ν’ ανοίξει διάπλατες τις πόρτες στο μαύρο χρήμα, μέσω καταθέσεων στο Λουξεμβούργο, όχι να δημιουργεί ενδοευρωπαϊκούς φορολογικούς παραδείσους, όχι να δίνει την δυνατότητα σε «επενδυτές» είτε να μεταφέρουν τις επενδύσεις τους σε χώρες με φθηνότερη εργασία είτε να εκβιάζουν τις φτωχότερες χώρες για «ιδιωτικοποιήσεις» και «κίνητρα».
- «Ο όρος “κόπωση” μου φαίνεται κατάλληλος: τόσο από πολιτική όσο και από οικονομική άποψη, η ΕΕ και ιδίως η ευρωζώνη βυθίζονται σε μια δίνη προβλημάτων για τα οποία είναι υπεύθυνες οι ίδιες. Την ατμόσφαιρα “κόπωσης”, που επί χρόνια μετριάζει τον ενθουσιασμό, θα τη χαρακτήριζα σαν ένα μοιραίο μείγμα παράλυσης και διάλυσης». Δεν είναι φαινόμενο «κόπωσης», μωρό μου. Είναι σαφής πρόθεση σύγχυσης του μυαλού του κόσμου, που η συνεχώς αυξανόμενη τεχνοκρατική μεθοδολογία και ορολογία αποτρέπει τον λαό να κρίνει και να αποφασίζει και τον οδηγεί στο να απεμπολείται των κυριαρχικών του δικαιωμάτων –εύλογα φοβάται τις ευθύνες-, ώστε τα οικονομικά συμφέροντα να αποφασίζουν και να ελέγχουν με απόλυτο τρόπο.
- «Η επιστροφή στα εθνικά νομίσματα συνιστά καταστροφικό σενάριο, σύμφωνα με τους οικονομολόγους. Ως κοινωνιολόγος, δεδομένης της προχωρημένης ολοκλήρωσης των κοινωνιών και των οικονομιών μας, δεν είμαι σε θέση ούτε καν να φανταστώ ότι μπορούμε ακόμη και να εξετάζουμε μια τέτοια ριζοσπαστική διάλυση. Η μοναδική οδός σωτηρίας για το κοινωνικό κράτος στην Ευρώπη είναι, κατά την άποψή μου, να περάσουμε από το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα σε μια πολιτική ένωση». Ριζοσπαστική διάλυση τα εθνικά νομίσματα; Ποια φενάκη δημιούργησε το κοινό νόμισμα; Η απάντηση είναι απλή: Το κοινό νόμισμα επινοήθηκε για να στηρίξει άμεσα τον μεγάλο ασθενή, το δολάριο, του οποίου η αξία είναι μηδενική. Μια κατρακύλα του δολαρίου στην πραγματική του αξία, θα συντάραζε όχι την παγκόσμια οικονομία, αλλά τον παγκόσμιο καπιταλισμό, αφού θα μηδένιζε το παγκόσμιο χρέος και θα απάλλασσε όλες τις φτωχές χώρες από την εξάρτηση και την αποικιοκρατία. Έμμεσα είχε δύο στόχους: α) να στηρίξει σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο τα γερμανικά προϊόντα και επενδύσεις, έναντι των αντιστοίχων των λοιπών ευρωπαϊκών χωρών και β) να ελέγξει η Γερμανία με τρόπο απόλυτο την κυκλοφορία του χρήματος, ανάγοντάς του σε αγαθό και όχι σε μέσο συναλλαγής. Η Γερμανία, λοιπόν, χαλίφης στην θέση των ΗΠΑ, ο απώτατος στόχος. Η θέση για κοινό νόμισμα, υπό τις συνθήκες αυτές είναι λάθος. Ως μέσον, το νόμισμα πρέπει να αντικατοπτρίζει την παραγωγική θέση και οικονομική δυναμική μιας χώρας, άλλως δημιουργεί ψευδαισθήσεις. Και το ΕΥΡΩ είναι η μεγαλύτερη ψευδαίσθηση, ως προς την πραγματική οικονομική θέση και δυναμική της Ενιαίας Ευρώπης. Ψευδαίσθηση προς όφελος της Γερμανικής επικυριαρχίας και μ’ ένα ξεροκόμματο προς την Γαλλία.
Είναι πολύ δύσκολο να αποστείς μιας πρωσικής νοοτροπίας και παιδείας και ξέρετε γιατί; Επειδή αυτή η παιδεία βάζει τα πάντα σε τάξη, αυτή την τάξη που εξορκίζει ο Χ. Μπελ. Όποιος ανατρέφεται και εκπαιδεύεται μ’ αυτόν τον τρόπο έχει ως αυτοσκοπό την τάξη, ενώ αυτή θα έπρεπε ένα ελαστικό εργαλείο εκλογίκευσης και όχι συμμόρφωσης της φύσης και του Ανθρώπου.
Δεν θα ψωνίσουμε από εσάς, κ. Χάμπερμας, θα αγκαλιάσουμε τον Χάινριχ Μπελ, διότι δεν θέλουμε, σε τελική ανάλυση, να μας ψωνίσετε εσείς και η σάπια ιδεολογία σας και να μας βάλετε σ’ απάνθρωπα καλούπια.
*Image: The Abduction of Europa by Rembrandt