Του Γιώργου Σταματόπουλου
Ακουσα λοιπόν τον Σταύρο Θεοδωράκη στη διακαναλική συνέντευξη Τύπου. Είδα και τους δημοσιογράφους που του απηύθυναν ερωτήσεις (σκληρές, δεν λέω, αιχμηρές και λοιπά) να ακούνε με δέος τις απαντήσεις του. Ούτε ένα ανθυπομειδίαμα ειρωνείας, ούτε ένας σχετλιαστικός μορφασμός, στα όσα εξεστόμιζε ο νέος Αβραμόπουλος της πολιτικής, ένας ακραίως καθεστωτικός πολιτικός, που τάχα μου, ευαγγελίζεται το καινούργιο στη σκηνή μας.
Ποτάμι, ένα μιντιακό κατασκεύασμα, που ποιος ξέρει ποιος το υποστηρίζει, ένα συνονθύλευμα δήθεν διανοούμενων – επιχειρηματιών με κολωνακιώτικη συμπεριφορά, με ξεχωριστή (Θεέ μου) αισθητική. Ο πρόεδρός του χρησιμοποιεί τη γλώσσα του σώματος, την άνεσή του απέναντι στον τηλεοπτικό φακό και πέραν τούτου το χάος, η πολιτική άγνοια, η πλήρης αδιαφορία για τα φλέγοντα θέματα της κοινωνίας.
Νέοι πολιτικοί που υμνούν αυτοδυναμίες του 50% και πάνω, ώστε η αυτοδύναμη κυβέρνηση να έχει την ευχέρεια να διαπραγματευτεί με τους Ευρωπαίους τα συμφέροντά της, συγγνώμη, αλλά είναι βάρβαρα καθεστωτικοί, ανεπιφύλακτα συστημικοί. Χαμπάρι δεν έχουν πάρει για το τι συμβαίνει όχι μόνο στη χειμαζόμενη Ελλάδα αλλά και σε όλη την Ευρώπη, ποιες είναι οι αδιανόητες κάποτε (όταν γεννιόταν η ιδέα της ενωμένης Ευρώπης) διαφορές μεταξύ χωρών του Βορρά και αυτών του Νότου. Δεκάρα δεν δίνουν για το κρίσιμο φαινόμενο της επικρατούσας ευρωπαϊκής πολιτικής, που υπηρετεί τον αχαλιναγώγητο καπιταλισμό.
Οταν λένε «κοινωνία» εννοούν πώς αυτοί βλέπουν την κοινωνία· να πώς: Η κοινωνία είναι στα μέτρα τους, στα λίγα τετραγωνικά της ιδεολογίας τους, υπάρχει μόνο ως έννοια άυλη, σαν κάτι που πρέπει να ομνύουμε στο όνομά της. Με λίγα λόγια, δεν γνωρίζουν απολύτως τίποτε για το ποιοι συγκροτούν την κοινωνία, πώς ζουν οι άνθρωποί της, πώς χαίρονται, πώς λυπούνται και λοιπά.
Δεν λέω ότι είναι τιποτόφρονες ή τιποτολάγνοι, είναι, όμως, τιποτολόγοι. Ο,τι λένε στα γραφεία τους νομίζουν ότι απηχούν και την αγωνία της χώρας, τρομάρα τους. Και πού βασίζονται; Σε ξεφωνημένους συστημικούς οικονομολόγους, σε γυρολόγους πολιτικούς και σε ματαιόδοξους πανεπιστημιακούς. Δικαίωμά τους να συνασπίζονται και να διεκδικούν την είσοδό τους στη Βουλή· αρκετοί θα βολευτούν απ’ αυτή την είσοδο. Και πάλι δικαίωμά τους, αλλά πού, διάβολε, είναι το καινούργιο; Το καινούργιο έρχεται από κάτω πάντα και όχι από την κορυφή (εάν μπήκαν ποτέ στον κόπο να διαβάσουν Ιστορία, τις κοινωνικές εκρήξεις κ.λπ.). Μήπως φέρνουν το καινούργιο ο Λυκούδης και ο Γραμματικάκης, ο Τατσόπουλος και ο Ψαριανός; Εάν ναι, πάω πάσο. Εάν η κοινωνία πείθεται από τον μεταρρυθμιστικό τους λόγο, σιωπώ. Ολα μπορούν να συμβούν με τόσο πυκνό πολιτικό πούσι στο μυαλό όλων μας. Σηκώνεις τα χέρια μπροστά στη δύναμη του τίποτα, του δήθεν· μπροστά στον χείμαρρο της ασυγκράτητης χειραγωγικής και παιδαγωγικής ισχύος της τηλοψίας.
Ποιες ιδέες, ποια κοινωνία, ποια δημοκρατία, ποια αυτοδιεύθυνση. Οι τιποτολόγοι να ’ναι καλά! Καλύτερα, δεν λέω, το τίποτα από το μηδέν· το πρώτο βρίσκει λόγο, το δεύτερο όχι.