Δυο φαντάσματα πλανώνται πάνω από την Ελλάδα, τον τελευταίο καιρό: το φάντασμα της «ταπεινωτικής παράδοσης» και το φάντασμα της «ηρωικής εξόδου».
Δεν τα ονομάζω έτσι, στην προσπάθειά μου να βρω μια εύκολη αρχή για ένα δύσκολο θέμα. Αλλά επειδή θεωρώ ότι σχεδόν όλοι (κυβέρνηση, πολιτικά κόμματα, η «κοινή γνώμη»), αντιμετωπίζουν τα δύο παραπάνω ενδεχόμενα –σε όλες τις εκδοχές τους– σαν φαντάσματα. Αρνούνται, δηλαδή, να τα δουν συγκεκριμένα και –είτε τα λιβανίζουν είτε τα ξορκίζουν– τα αντικρίζουν από μακριά, πολύ μακριά· σαν ξωτικά.
Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση, ο ΣΥΡΙΖΑ, η «κοινή γνώμη» παραμένουν ευλαβικά προσκολλημένες στη βαθιά επιθυμία του «έντιμου συμβιβασμού» – όσο και αν από τις 20 του Φλεβάρη μέχρι σήμερα οι προοπτικές του έχουν ψαλλιδιστεί απελπιστικά. Ιδού λοιπόν και ένα τρίτο φάντασμα – κι αυτό από μακριά κι αγαπημένοι, κι ας το ποθούμε.
Και αν για κάτι μέμφομαι την κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ (περισσότερο από τις παρελάσεις ή τις επιλογές για την ΕΡΤ) είναι ότι, τρεις μήνες τώρα, έχουν κυλήσει μέσα στα ωραία μισόλογα (είναι κοντά η συμφωνία, πλησιάζουμε, μην ανησυχείτε), σε κενό πολιτικού λόγου.
Αλλά ας μη βιαστούμε: η μομφή δεν αφορά μόνο την κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τις άλλες πολιτικές δυνάμεις, ιδίως της Αριστεράς (γιατί αυτές μας καίνε, όχι ο Βενιζέλος…), τις κινηματικές πρωτοβουλίες, καθώς και τους εμάς τους ίδιους που κάνουμε τη μομφή: γιατί και όλοι, στα μέτρα του ο καθένας βέβαια, στο ίδιο λίμπο κολυμπήσαμε, δεν δημιουργήσαμε ρωγμές στο κενό, δεν φωτίσαμε τα φαντάσματα.
Δεν είναι μόνο ζήτημα δημοκρατίας, αλλά και πολιτικής επιβίωσης για την Αριστερά. Όπως έγραφε ο Χρήστος Χατζηιωσήφ: «η συμφωνία ή η ρήξη δεν θα αποτελέσουν το Τέλος της Ιστορίας, και σε κάθε περίπτωση θα κληθούμε να αντιμετωπίσουμε όλοι μας τα νέα προβλήματα». Και ξέρουμε ότι η συνέχεια, όποια κι αν είναι, θα είναι εξαιρετικά δύσκολη, κοινωνικά, πολιτικά, οικονομικά.
Σε αυτό το εγγύς μέλλον που έφτασε ήδη, λοιπόν, ο ΣΥΡΙΖΑ και η Αριστερά γενικότερα μπορούν να αντλούν δύναμη κυρίως από τους πολίτες, μια ενεργό κοινωνική βάση, τις οργανωμένες και μη δυνάμεις.
Γι’ αυτό μίλησα για πολιτική επιβίωση. Στα δύσκολα που έρχονται, η απάθεια είναι επαρκέστατος λόγος για να σβήσει η δυναμική της 25ης Ιανουαρίου· και η κινητοποίηση του κόσμου (υποστηρικτικά, κριτικά, ακόμα και αντιπαραθετικά μέχρις ενός σημείου), απαραίτητος όρος για να μείνει ζωντανή.
Ένα πρώτο ζητούμενο, στο πλαίσιο αυτό, είναι η ανοιχτή, δημόσια, ειλικρινής και προωθητική συζήτηση (οι περιορισμοί που θέτει η διαδικασία της διαπραγμάτευσης, προφανώς δεν ακυρώνουν τη δυνατότητα συζήτησης): Τι μεσολάβησε από τις 20/2, σε ποιο σημείο βρισκόμαστε, τι πρέπει να γίνει. Πρέπει, ο καθένας στον χώρο του, να το κάνει. Συγκεκριμένα, και μακριά από τα φαντάσματα.
τoυ Στρατή Μπουρνάζου
Πηγή:ΕΝΘΕΜΑΤΑ