Ο θάνατος δεν έχει αξιοπρέπεια. Η αξιοπρέπεια δεν είναι κάτι με το οποίο πεθαίνεις. Είναι κάτι με το οποίο ζεις. Πολύ συχνά όμως, όντως, λέμε για κάποιον ότι πέθανε αξιοπρεπώς. Είναι μάλλον μια παραφθορά του λόγου. Αυτό που εννοούμε είναι ότι έζησε με αξιοπρέπεια μέχρι και την τελευταία του στιγμή.
Η αξιοπρέπεια είναι, πρώτα και κύρια, έννοια ποιοτική. Ή την έχεις ή δεν την έχεις. (Ποσοτική γίνεται όταν συγκεντρώνονται πολλοί αξιοπρεπείς παλεύοντας για το δίκιο…). Και όπως σε όλες τις ποιοτικές έννοιες, η ύπαρξη ή η ανυπαρξία της, καθορίζεται από τις απαντήσεις σε μία σειρά από ερωτήματα – κριτήρια.
Αν ρωτήσουμε λοιπόν, οι περισσότεροι θα απαντήσουν ότι η αξιοπρέπεια πηγάζει από τη συνείδηση μας. Και είναι κι αυτό βέβαια μια παρανόηση. Η αξιοπρέπεια δεν είναι ιδεατή. Η αξιοπρέπεια είναι » υλική «. Δεν εννοούμε φυσικά ότι η αξιοπρέπεια τρώγεται, πίνεται ή κόβεται στα δύο. Όμως, σίγουρα δεν καθορίζεται από τη συνείδηση μας. Καθορίζεται από τις υλικές σχέσεις, τις σχέσεις παραγωγής της κοινωνίας μέσα στην οποία ζούμε. Και αυτή η ταξική κοινωνία έχει δύο όχθες, δύο πλευρές. Στη μία όχθη στέκονται τα αφεντικά. Στην άλλη όχθη, οι εργάτες. Και τα πράγματα απλοποιούνται. Γιατί τελικά η αξιοπρέπεια καθορίζεται από την απάντηση όχι σε πολλά, αλλά σε ένα και μόνο ερώτημα-κριτήριο :
“ Με ποια πλευρά είσαι “;
Το ίδιο ερώτημα που είχε απευθύνει πριν χρόνια, η σύζυγος του απεργού εργάτη στον διώκτη του άντρα της. Στον έμμισθο μπράβο της εργοδοσίας που κυνηγούσε να δολοφονήσει τον αγωνιστή εργάτη. Στο μισθωμένο τσιράκι του αφεντικού που όμως ζούσε στην ίδια γειτονιά, που ήταν το ίδιο φτωχός και πεινασμένος με τον εργάτη που κυνηγούσε. Γι΄αυτό τον ρώτησε με πραγματική απορία η εργάτρια:
« Eσύ, δηλαδή, παιδάκι μου, με ποια πλευρά είσαι ; » Και η ερώτησή της, έγινε το τραγούδι της εργατικής τάξης που λέγεται «which side are you on?»
Οι δολοφονημένοι εργάτες των ΕΛ.ΠΕ. έζησαν τη ζωή τους απαντώντας κάθε μέρα σε αυτό το ερώτημα.
Οι πνιγμένοι μετανάστες έζησαν τη ζωή τους απαντώντας κάθε μέρα σε αυτό το ερώτημα. Δεν ξέρουμε αν και ποια πολιτική τοποθέτηση είχαν. Δε μας αφορά και δεν μας ενδιαφέρει. Μας ενδιαφέρει και μας αφορά, όμως , το ερώτημα. Άσχετα πώς το απαντούσαν οι ίδιοι. Και η δολοφονία τους, πρέπει να μας βάλει όλους μπροστά σε αυτό το ερώτημα. Ας είναι ο θάνατός τους η αφορμή να ρωτήσουμε τον εαυτό μας: “ Με ποια πλευρά είσαι ; “ … Ας είναι η δολοφονία τους η αφορμή να απαντήσουμε αντικειμενικά. Όχι τίποτε άλλο. Μόνο και μόνο να ξέρουμε, αν ζούμε με, έστω στοιχειώδη, αξιοπρέπεια.
Γιατί αν δεν έχουμε αυταπάτες, αν ξέρουμε με πλευρά είμαστε και σε ποια όχθη στεκόμαστε, τότε ξέρουμε και τι είναι αυτό που πρέπει να κάνουμε μπροστά στους νεκρούς της τάξης μας. Τίποτα παραπάνω από αυτό που συμπυκνώνεται σε εκείνο το ΕΑΜίτικο σύνθημα:
Γονάτισε, σφίξε τη γροθιά και ορκίσου εκδίκηση.
Δεν ήμασταν στις κηδείες τους. Αλλά τους νιώθουμε δικούς μας. Και νιώθουμε δικοί τους. Αντί για στεφάνι, στέλνουμε ένα κομμάτι από μας, μερικούς στίχους από την Ατιντάνων Πολιτεία :
Μ΄ένα μόνο ψαλίδι ,
μπορείς να κόψεις τον ουρανό στα δυο
ο ουρανός τότε
γίνεται απροσδόκητα επικίνδυνος
ο βρυχηθμός του διατυμπανίζεται στα άπειρα
πλάτη και μήκη του
κι όλος αυτός ο θόρυβος
δεν είναι παρά το ανασκίρτημα
χιλιάδων αγκυλωμένων ψυχών…
Πλησίασα το σώμα του διπλανού μου
κι αγάπησα το γήινο στέμμα του
Δοκίμασα μια κουταλιά από την ονειρική σάρκα του
και είδα πως μου ταιριάζει
Όσο για σένα ουρανέ-
καίω με κόκκινες φλόγες το κρανίο μου
και μέσα από τις σπίθες του ολόφρεσκου μυαλού μου
σε ανατινάζω…
Ένα σχολείο με αυλή
μπαίνουν οι γέροι και βγαίνουν παιδιά
όπου δείχνει η πυξίδα, βλέπουν
όπου βλέπουν τα μάτια, φτάνουν
μαθαίνουν Νέα αριθμητική μετρώντας τ΄άστρα ένα ένα
γράφουν στους τοίχους Νέα γλώσσα
κουβαλάνε την κιβωτό της πιο Καινής Διαθήκης
γεμάτη με τα παλιά γραφτά
και με τα νέα όπλα
ξανά, εφοδεύουν στο πιο κόκκινο αστέρι
στο αχνό του ορίζοντα σκήνωμα
εκεί που κι οι νεκροί περιμένουν
θαλασσοπλέουν μια παλίρροια από λαϊκά ονόματα
και ξεκινάνε όλοι μαζί
όχι όλοι χώρια
Αθάνατοι κι Ανίκητοι
για την ηδονική γιορτή της τελευταίας τους μάχης.
Στη μνήμη των εργατών μας
Αφιερωμένο στα παιδιά τους,
στην Μυρτώ και τον Κρίτωνα, την αυριανή βάρδια των νεκρών μας.
Ένα κείμενο του Άρη Ψωμά και του Σπύρου Μπρίκου
Πηγή:imerodromos.gr