Της Άντας Ψαρρά
Ένας πρώιμα αγανακτισμένος της αγοραίας πολιτικής και πολύ πρώιμα φευγάτος ροκάς έδωσε κάποτε το απόλυτο σύνθημα : «Επάγγελμα Σώζων Λαούς». Ο Παύλος Σιδηρόπουλος στη δεκαετία του 80 και του 90 τα είχε τραγουδήσει όλα.
Με την ροκ ποίησή του και τη «χρυσαφένια πένα του» τραγούδησε την ελληνική μεταπολιτευτική πραγματικότητα. Μπορεί να εξαρτήθηκε από ουσίες και δυστυχώς και ηρωίνης που τον οδήγησε τελικά στο θάνατο αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε στα φωτεινά και στα σκοτεινά ακόμα διαλλείματα να χαράξει ένα δυνατό αποτύπωμα στην ελληνική ποίηση και στην αυθεντική υπέροχη ελληνική ροκ. Κοντά δίπλα και απέναντι στους έλληνες ροκάδες της μεταπολίτευσης και όχι μόνο γοήτευσε, συγκίνησε, ανέτρεψε και χόρεψε όλες τις δυνατές φάσεις εκείνης της εικοσαετίας.
Ο «απροσάρμοστος» Σιδηρόπουλος
Φέτος συμπληρώνονται ήδη 25 χρόνια και έχουν αρχίσει κιόλας να φεύγουν – σχεδόν στην κυριολεξία – εκείνες οι γενιές που βίωσαν τα τελευταία χρόνια της χούντας και κυρίως τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης. Λιγοστά είναι τα άτομα που άφησαν ή θα αφήσουν πίσω τους κάτι που να αντέχει τη φθορά του χρόνου σε όποιο χώρο κι αν πρωταγωνίστησαν.
Ενας original έντιμος όσο και αλήτης ροκάς που «έκανε τη βόλτα του» μέχρι το 1990 ήταν ο Παύλος Σιδηρόπουλος. Ο Σιδηρόπουλος ροκάρισε πάνω σε ότι σχημάτισε και στιγμάτισε τότε όσους ξεκίνησαν το ταξίδι τους στην κοινωνική απελευθέρωση, στο Μάη του 68, στην Ανοιξη της Πράγας, στα κάθε λογής κινήματα, στην ελληνική αντίσταση και στις διεκδικήσεις της μεταπολίτευσης, στην έντονη πολιτικοποίηση αλλά και στην απογοήτευση, στην απομάκρυνση, στην παραίτηση και στο καταστροφικό ταξίδι της πρέζας. Πολιτικός αναλυτής μακρυά όμως από την τρέχουσα πολιτική, ροκάρισε τραγουδώντας για την άγρια καταστολή, κορόιδεψε στα ίσα τους ανερχόμενους αντιστασιακούς αστέρες, σκιτσάρησε τη θανατική καταδίκη του δρόμου της ηρωίνης, κορόιδεψε το δήθεν τάχα, το κάλπικο, το φθαρμένο. Τραγούδησε τον έρωτα και τη φιλία περίπου σαν να ήταν τα μόνα που είχαν απομείνει από τα όνειρα και τα οράματα της εποχής εκείνης. Τη δεκαετία που ακολούθησε το τέλος της χούντας «ευτύχησε» κι αυτός να δει να απαγορεύονται τραγούδια του.
Οταν τότε τα Εξάρχεια, τα’σκιαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η πρέζα και άρχισαν έτσι να αποδεκατίζονται ολόκληροι πολιτικοί χώροι κι αφού ήδη η τηλεόραση γέμιζε με φτηνά σεξιστικά σήριαλ η ελληνική λογοκρισία απαγόρευε και τα τραγούδια του Σιδηρόπουλου. Τραγούδια που έλεγαν ότι δεν μπορεί να πει ή κάθε άσχετη αποτρεπτική και προληπτική καμπάνια ενάντια στα ναρκωτικά που κρύβει συνήθως το κεφάλι της στην άμμο. Ο Σιδηρόπουλος πέρα από τη μουσική του ήταν ποιητής από εκείνους που μπορεί να καταλάβει και να αγαπήσει ακόμα κι ένα σύγχρονο δεκάχρονο παιδί.
Τα τραγούδια του είναι όπως και η ροκ ένας συνεχόμενος διάλογος με ότι γίνεται γύρω. Τα τραγούδια του είναι η παλιά συνομιλία της τζαζ και το κουβεντολόι της ραπ. Οσοι τα γνώρισαν και τα αγάπησαν ίσως δεν θυμούνται καλά τους στίχους και κυρίως δεν συνειδητοποιούν τώρα πόσο σημερινός είναι ο Σιδηρόπουλος. Πόσο οργουελικά είναι τα τραγούδια του και πόσο μέσα έπεσαν τα λόγια του. Θα κάνουμε λοιπόν μια βόλτα στο στίχο του Σιδηρόπουλου, στα παιχνίδια και στο διάλογο με τα must της εποχής του μια και τελειώνει και πάλι η μεταπολίτευση και ήταν όπως και τώρα καλοκαίρι όταν γεννήθηκε ο Παύλος Σιδηροπουλος το 1948.
Σε ένα πλήρες αφιέρωμα του περιοδικού Οδός Πανός ξετυλίγεται όλη η ζωή του πρίγκιπα από τους δικούς του ανθρώπους και τους μουσικούς που συνεργάστηκαν μαζί του. Εδω θα ανιχνεύσουμε την πολιτική ματιά του Σιδηρόπουλου όπως ξεδιπλώνεται στους στίχους του. Μη ξεχνάμε ότι τότε το πολιτικό τραγούδι είχε καταφέρει να παραμερίσει τη ροκ και πολύ λίγοι πολιτικοποιημένοι άκουγαν σχεδόν στα κρυφά αμερικάνικη εγγλέζικη και ελληνική ροκ την ώρα που τα μεγάφωνα στους δρόμους και στα μαγαζιά έπαιζαν μόνο επαναστατικά, αντάρτικα και ρεμπέτικα τραγούδια. Τα τελευταία κατάφεραν να γεφυρώσουν τότε την απόστασή τους από την στρατευμένη μουσική κυρίως λόγω της προηγούμενης απαγόρευσής τους στις δεκαετίες πριν και κατά τη διάρκεια της χούντας.
Η κομματική πολιτική που διώχνει στο περιθώριο όποιον δεν συμβαδίζει με τις αγοραίες αξίες της ήταν κόκκινο πανί για τον πολιτικοποιημένο ροκά απόγονο του Ζορμπά και ανιψιό της Αλεξίου. Μορφές που μετατράπηκαν σε είδωλα και έχασαν το φωτεινό τους πρόσωπο ισοδυναμούσαν με παρακμή στα τραγούδια του. Έπαιζε με στίχους τραγουδιών του Σαββόπουλου αλλά και του Θεοδωράκη δίνοντας την δική του πραγματική διάσταση εκείνης της καθημερινότητας της δεκαετίας του 80 και του 90.
«Ηταν πρωί τ’ Αυγούστου κοντά στη ροδαυγή
σκοράριζες τον θάνατο κει στη δεξαμενή
και σκούζοντας γι’ αλήθειες που στάζαν πανικό
σε βρήκαν τα μεσάνυχτα ολότελα γυμνό
να καρφώνεις στο κενό
να καρφώνεις στο κενό
Η Αννα μου ‘πε Παύλο η Αθήνα είναι τρελή
τη νύχτα είναι ολοφώτιστη τη μέρα σκοτεινή
μ’ αγάλματα κομμάτια στα μάτια της τα δυό
τριγύρναε στα μουσεία μ’ ένα μπάσταρδο μωρό
κι ανάμεσα στις πέτρες θυσία τω άγνωστω Θεώ
κόβει η δόλια μάνα τη γλώσσα απ’ το μωρό
τραγουδώντας σ’ αγαπώ».
Εδώ αλλάζει το τραγούδι του δολοφονημένου Σωτήρη Πέτρουλα με τον θάνατο ενός νέου που κάποιοι οδήγησαν στην ηρωίνη αλλά και το νοσταλγικό τραγούδι του Σαββόπουλου για την παιδική του φίλη Αννα με τη φιγούρα μιας γυναίκας μόνης κι απελπισμένης μέσα στο χάος της πόλης.
Ενα έξοχο βαθειά πολιτικό τραγούδι του που ταιριάζει σήμερα γάντι σε όσους πίστεψαν ότι τη λύση θα δώσει η απόλυτη ένταξη στα κόμματα ήταν το «Βιβλίο των Ηρώων»
Στο βιβλίο των ηρώων του τρόμου
βρήκα τις φάτσες που ζητούσες χθες
ζαρωμένος στη γωνιά του δρόμου
περνάς τις μέρες σου με προσευχές
Ενοχος για κάποια αιτία
που δεν την έμαθες ποτέ
πες μας ρε φίλε ποιός θεός σ’ ορίζει;
ποιός σε γεμίζει μ’ ενοχές;
Μεσ’ απ’ τ’ αντερά σου σκούζει τ’ όρνιο
που σου τρώει τα σωθικά
του Χριστού φοράει το χιτώνιο
και έχει το πρόσωπο του Μαρξ
Εχει φροϋδικές ρυτίδες
και τα νύχια του γαμψά
τα χίλια πρόσωπα που σου ‘χει δώσει
είναι της Μέδουσας χτικιά
Για το τραγούδι αυτό μιλάει ο ίδιος και λέει απευθυνόμενος σε κάποιον υπεύθυνο του τότε υφυπουργείου Νέας Γενιάς: «Υπάρχουν διαφόρων ειδών ήρωες, άγνωστε νεαρέ. Ο Χριστός ήταν ένας απ’ αυτούς, ο Μαρξ ήταν ένας απ’ αυτούς, ο Φρόυντ ήταν ένας απ’ αυτούς, ο Καρλ Γιούνγκ ήταν ένας απ’ αυτούς, ο Ντελέζ είναι ένας απ’ αυτούς, ο Γκεταρί είναι ένας απ’ αυτούς. Οι άνθρωποι αυτοί έχουν βιογραφίες. Οι άνθρωποι αυτοί μεγαλώνουν γενιές. Οι άνθρωποι αυτοί είναι υπεύθυνοι για γενιές. Στο βιβλίο λοιπόν αυτών των ηρώων, που όταν έχεις μια τέτοια υπευθυνότητα, μπορεί να είναι και βιβλίο και τρόμου, εγώ νεαρέ άγνωστε, έκατσα κι έψαξα αυτές τις φάτσες, που εσύ ζητούσες στα νιάτα σου. Και σ’ έχω δει πάρα πολλές φορές ζαρωμένο, σε κάποια γωνιά του δρόμου να προσεύχεσαι σ’ αυτούς τους ήρωες, να αισθάνεσαι ενοχές απέναντί τους, κι όταν ψάχνεις να βρεις την αιτία για τις ενοχές αυτές να μην τη βρίσκεις. Σε ρωτάω, μπορείς να μου απαντήσεις ποιός απ’ όλους λοιπόν απ’ αυτούς τους ήρωες ή θεούς ορίζουν εσένα; Ποιοι είναι αυτοί που σε γεμίζουν μ’ αυτές τις ενοχές; Γιατί το βλέπω πάρα πολύ καλά ότι πονάει το στομάχι σου, χτυπάει βλέπεις το άγχος στο στομάχι, η νεύρωση που λένε αν έχεις ακούσει. Κι αυτή τη νεύρωση εγώ τη θεωρώ εγκληματική, για έναν ανθρώπινο χαρακτήρα και οργανισμό, αν την προσωποποιήσω θα της δώσω το πρόσωπο του Μαρξ, αν τη ντύσω θα την ντύσω με το χιτώνιο του Χριστού και αν δω τα χρόνια αυτού του προσώπου, οι πολλές ρυτίδες που θα έχει, θα είναι φροϋδικές. Τώρα τα χίλια πρόσωπα που όλα αυτά έχουν δώσει σε σένα, μόνο με φαντάσματα της Μέδουσας, αν ξέρεις ελληνική μυθολογία, εγώ μπορώ να τα παραλληλίσω.
Σε ένα παρόμοιο τραγούδι απευθύνεται στο ενταγμένο πολιτικό στέλεχος που έχει ξεκοπεί από τα προβλήματα της νεολαίας παίζοντας πάλι με τους στίχους του Σαββόπουλου.
Μη μου μιλάς για κόλαση
την έχω ζήσει όλη
Μη μου μιλάς για ουρανούς
για θειο περιβόλι
Μη μου μιλάς για τα παιδιά
που ψάχνανε στους δρόμους
σαν τους αλήτες τους σοφούς
δεν ξέρουν από νόμους….
Ένα τραγούδι που θα μπορούσε να ήταν η σημερινή αφιέρωση του Σιδηρόπουλου σε όλα τα κοινωνικά σύνολα του Συντάγματος και της κάθε πλατείας που σήμερα γεμίζει με οργή και απογοήτευση είναι αυτό της Εθνικής Συμφιλίωσης
Δώδεκα μέτρα από την πόρτα σας
και σας πέρα βρέχει
με το γνωστό τροπάριο
του λόγος δεν πέφτει
κι ο μήνας εννιά
να ‘στε καλά
κι ας πάει να φάει τα μούτρα της
κι ετούτη η γενιά
Βρασίδα Λούλη και Τέλη
αρκεί να τρώτε απ’ το μέλι
της μόδας ρεμπέτ-ασκέρι
αρκεί να τρώτε καλά
Δώδεκα μέτρα από την πόρτα σας
φωτιά στο χημείο
κι αυτοί που ξεχαστήκανε
στο Πολυτεχνείο
φαντάσματα, πια αντιστασιακά
πλανιώνται στην πλατεία
πρώην Ε.Α.Τ.-Ε.Σ.Α.
Βρασίδα Λούλη και Τέλη
μπορεί να τρώτε απ’ το μέλι
μα που και που να σας μέλλει
αν κάτι πάει στραβά
Δώδεκα μέτρα από την πόρτα σας
κι ο νους ταξιδεύει
μπουχτίσατε απ’ αντίσταση
και δε σας περισσεύει
Επληροφορήθην
ότι ομάς αναρχικών
ενεκλείσθη εις το Πολυτεχνείον
με σκοπό τη δημιουργία
ψευδών εντυπώσεων
όσον αφορά την τάξιν
ασφάλειαν και ήπιον κλίμα
των πολιτών.
Χρόνια πολλά, στο σπίτι καλά
και στου κουφού την πόρτα βρόντα ξανά μανά
Βρασίδα Λούλη και Τέλη
αφού η μαμά σας το θέλει
να φάμε απ’ το ίδιο καρβέλι
με τη γενιά του ΕΑΜ
να φάμε απ’ το ίδιο καρβέλι
με τη γενιά του ΕΔΕΣ … κάτι πράγματα.
Συμπυκνωμένο εδώ το μεταπολιτευτικό κλίμα με όλες του τις αντιφάσεις, το βόλεμα και κυρίως τις άγριες επαναλήψεις που δυστυχώς ξεχνάνε πάντα οι προηγούμενοι. Θυμίζουμε εδώ ότι ήταν 6 Δεκέμβρη όταν πέθανε ο Σιδηρόπουλος στο τέλος του δρόμου της ηρωίνης.
Ακολουθεί ένα πολύ θυμωμένο ολότελα πολιτικό τραγούδι που δεν διστάζει να κριτικάρει εκτός από τους οργανωμένους ακόμα και τα πιο «επαναστατικά» μπλοκ των τότε Εξαρχείων.
Ποιοί είσαστε εσείς
που τα λόγια μας
τα κάνετε μπροσούρες
οτοβλεψίες, κρυπτομούρες
μ’ ένα καλάμι στα μπαλκόνια
για άνοιξης λέτε χελιδόνια
Ποιοί είσαστε εσείς
Ποιοί είσαστε εσείς
που τα λόγια μας
συνεντεύξεις σε φυλλάδες
και άρες μάρες κουκουνάρες
να σας το πω κωλοαγάδες
απόκληροι παραμυθάδες
Ποιοί είσαστε εσείς
Ποιοί είσαστε εσείς
που τα λόγια μας
κάνετε σύνθημα για βία
τρελή μυθολογία
κράτος εν κράτη αστυνομία
πρόσεχε φίλε τη γωνία
μη συγκρουστείς
Ποιοί είσαστε εσείς
Βία στη βία
βία μη βία
η αμοιβή χα
Βία στη βία
η αμοιβή χα
βία μη βία
Μη μπερδευτείς
η αμοιβή χα
βία στη βία
Ποιοί είσαστε εσείς
Η σύγκρουση για τη σύγκρουση, οι ξύλινες ομιλίες και η κατά βούληση εκμετάλλευση της κάθε μη ενταγμένης φωνής. Μπορεί να κρατάει αυτές τις αποστάσεις με τους ενταγμένους στα κόμματα όμως είναι τρυφερός απέναντι σε όσους πίστεψαν ότι θα άλλαζαν τον κόσμο και τη ζωή τους. Συνέχεια κριτικάρει όσους τα βρήκανε κάπως εύκολα στη ζωή τους λόγω οικονομικής άνεσης, όπως με το τραγούδι με το στρατιωτικό τρελλόχαρτο. Η εργατική τάξη στο τραγούδι του Σιδηρόπουλου …πάει στην κόλαση.
Φτωχόπαιδο
(Π. Σιδηρόπουλος Β. Πετρίδης)
Τη δύναμή σου πουλάς σ’ ένα γιαπί
φορτώνοντας τσιμέντο και λάσπη το κορμί
κλειδώνεις σπίτι με πόνο την καρδιά
και κατεβάζεις τα ρολλά
και στα όνειρα σιωπή
ζητάς ελευθερία “Αέρα” “Αλβανία”
Ο πόθος σου με γκόμενας μορφή
αυτό που για άλλους είναι καθημερινή ζωή
μα ειν’ η τσέπη άδεια κι η κούραση σφυρί
θέ μου θα τόθελες θα τόθελες κι εσύ
λιγάκι να γλεντήσεις σαν άνθρωπος να ζήσεις
Συνήθισες να περπατάς σκυφτά
κι ο ινστρούχτορας σου φέρεται γλυκά
δύναμη κόμμα, αγώνας και φωτιά
κι ο κουλτουριάρης στα μπάρ να σ’ αγαπά
όταν το βράδυ η μοναξιά
τα σώβρακά σου πιτσιλά
Σε μια σκοπιά στο Ελληνικό στρατό
σκλάβος ανώνυμος του δεκανέα και εδώ
κοιτάς με δέος ένα τυχαίο φρικιό
να φεύγει τρέχοντας απ’ τον τρελογιατρό
κουνώντας το χαρτάκι
το I-5 το μικράκι
Σε φάμπρικα πιάνεις δουλειά
μα κάποια ανύποπτη και σκοτεινή βραδυά
αναρχικοί βάζουν φωτιά
τ’ αφεντικό σου πανικός … χωρίς λεφτά…
ένα θηρίο σε καλεί… νιώθεις μια άγρια ηδονή
Ανεργος τώρα ζητάς καινούργια αρχή
με σλήπιν μπαγκ στον ώμο φίλος από παιδί
κουτσά στραβά σου λέει τη βγάζω καθαρή
μα είναι δικιά μου δικιά μου η ζωή
κι εσύ να περιμένεις
με γνώση ότι πεθαίνεις
Εφημερίδα … φωτογραφία μικρή, μιλάει για σένα για κάποιον πωλητή
ήτανε βράδυ, ήτανε κι η βροχή
τ’ αφεντικό παρθένα, στο πρώτο της φιλί
“με λήστεψε” τους λέει “το πιο καλό παιδί”
Ο αλέκτορ λάλησε την τρίτη του φορά,
το κόμμα τώρα σε διαγράφει βιαστικά,
οι σύντροφοί σου ; “μα ήταν φύση αναρχικιά”
“αυτά, απ’ τ’ άλλα, εκείνα ,
συμβαίνουνε κι αυτά”
Μνήμες, καπνός, αμφιβολία καμμιά.
Μονάχ’ ακόμα μία, …μελανιά
σε μιας εφημερίδας τη γωνιά.
Αν αυτό το τραγούδι δεν εκφράζει την ταξική κοινωνία και τα κομματικά αδιέξοδα των σταλινικών κομμάτων της εποχής της κατανάλωσης δεν μπορούμε να φανταστούμε τι άλλο θα ξεδίπλωνε όλα αυτά τόσο μα τόσο πειστικά.
Οσο για τη σχέση του με το σύμβολο της μουσικής αντίστασης στη μεταπολίτευση μιλάει ο ίδιος αλλά και το τραγούδι του :«Εγώ 15 χρόνια φίλε αναγνώστη σου μιλάω για ροκ . Δεν έχω αλλάξει! Κύριε Θεοδωράκη εν έτη 1979 σας γνώρισα μόνο για 5 λεπτά. Η θωριά σας κι η φωνή σας πολλών τόνων βάρους ενέπνεε λεβεντιά αλλά και πολύ έπαρση. Σκεφτείτε να αφαιρούσαμε, κύριε Θεοδωράκη: τους στίχους των Ελύτη, Σεφέρη, Ρίτσου κ.α., τις εξαίρετες ερμηνείες των Καζαντζίδη, Μπιθικώτση, Φαραντούρη κ.α., το πολιτικό υπόβαθρο που σας στήριξε και σας προώθησε, σκεφτείτε. Αυτό που μένει είναι πολύ μικρό μπροστά σε μια Συννεφιασμένη Κυριακή ή σε μια Φραγκοσυριανή» ( Εν λευκώ) .
Μίκη Μάους
Ω Μίκη Μίκη Μάους ευφυή
ω Μίκη Μίκη άξιον εστί
για πάρτι σου ένα ροκ εν ρολ
με 12 μετράκια από sol
Μια τούρτα αλά κρεμ σοκολά,
την ώρα που λες τα πολλά
που με χέρια ψηλά
το παίζεις ο Μπαχ και καλά
Με χρέος συμφωνίες τρείς.
Λαϊκοκλασικιστής.
Ξερνώντας μ’ έναν ήχο κοινό
το δήθεν μέγα μυστικό.
Συνθηματολογίες επικές,
σε πέντε νοτούλες γλυκές.
Για μέλλον πουλάς,
αυτά που πουλιόντουσαν χθες.
Δαυϊδ με σφεντόν’ από La
στις νότες το παίζεις Γολιάθ
κι ενώ ο Τσιτσάνης παίζει καθιστός
εσύ το παίζεις μουσουργός
Κουλτούρα και πολιτικά
και ψήνεις τον κόσμο μ’ αυτά
και γεύεσ’ εσύ του Μάρκου τη γνήσια πενιά
Κορίτσι μου κάτσε καλά !
βρε αγκάλιασέ με κι ασ’ τα πολλά
Τα βρίσκαμ’ ωραία ως τα χθες
και τώρα καλημέρα δε λες
Βρε πρόσεχε μ’ αυτούς τους τρελούς
που τ’ όνειρό τους είναι να μη ζουν
και για επάγγελμά τους δηλώνουν “Ο ΣΩΖΩΝ ΛΑΟΥΣ”
και για επάγγελμά τους δηλώνουν “Ο ΣΩΖΩΝ ΛΑΟΥΣ”
Το τραγούδι τελειώνει με τον Παύλο να επαναλαμβάνει τη λέξη fame
Οσοι πιστεύουν ότι τα ναρκωτικά ισοδυναμούν αυτομάτως με κάψιμο του εγκεφάλου και ότι αν κάποιος την πατήσει με τις ουσίες παύει να σκέφτεται και να αγαπάει ή να ελπίζει τότε είναι μακριά νυχτωμένος ή κακώς εννοούμενο ΚΚΕ. Επειδή ακριβώς δεν είναι έτσι υπάρχει το περιθώριο να σταθεί ο εξαρτημένος στα πόδια του ακόμα και να απαλλαγεί από τις ουσίες έστω και για λίγο, με τη βοήθεια όλων όσων θα πιστέψουν και κυρίως θα τον πείσουν ότι αυτό γίνεται. Η πορεία της ηρωίνης έχει βέβαιο τέλος το θάνατο όπως άλλωστε προειδοποιεί στα τραγούδια του ο Σιδηρόπουλος, αλλά όλα μπορούν να αλλάξουν και να μη φτάσουν εκεί τα πράγματα. Αυτό όμως τον βέβαιο δρόμο προς το θάνατο ο Σιδηρόπουλος τον περπάτησε. Τα νέα παιδιά πρέπει να γνωρίζουν, οφείλουν να γνωρίζουν μια και πρώτα απ’ όλα σκοτώνει η άγνοια. Η απαγόρευση τότε τραγουδιών του Σιδηρόπουλου οδηγούσε στο αντίθετο ακριβώς αποτέλεσμα. Τώρα όμως που το φαινόμενο είναι τόσο ορατό πέρα από τα Εξάρχεια σε όλη την Ελλάδα ίσως κάποιοι αναθεωρήσουν τα κλειστά στερεότυπα με τα ηθικίστικα πουριτανικά αντανακλαστικά. Μια βόλτα στα παθιασμένα πέταλα των γηπέδων όπου η πρέζα, το νταλαβέρι, οι ντοπαρισμένες με μίσος φασιστικές συμμορίες και τα πεσίματα μετατρέπουν σε μισαλλόδοξους μαχαιροβγάλτες χουλιγκανς παιδιά 14 και 15 χρονών, θα έπειθε ακόμα και τους ανήξερους για το ότι η άγνοια και το μίσος σκοτώνουν μαζί με τα ναρκωτικά.
Λέει ο Σιδηρόπουλος σε συνέντευξή του απευθυνόμενος στο τότε υφυπουργείο Νέας Γενιάς:
«Υπάρχει στο ελληνικό ροκ και η πολιτική. Για να μην αναφερθούμε παγκόσμια στα τραγούδια διαμαρτυρίας του Bob Dylan και τόσων άλλων, σε στίχους όπως του Mick Jacker
Λένε πως είναι η κατάλληλη εποχή για το παλάτι της επανάστασης. Αλλά εκεί που μένω εγώ αυτό το παιχνίδι δεν είναι παρά μια ενοχλητική λύση, έτσι τί άλλο μπορεί ένα αδύναμο αγόρι να κάνει απ’ το να τραγουδάει σε μια rock and roll μπάντα, μιας και στο κοιμισμένο Λονδίνο απλά δεν υπάρχει θέση για κάποιον που θέλει να διαδηλώνει τα πιστεύω του στο δρόμο.
Street fighting man
Όλα σχεδόν τα τραγούδια του Σιδηρόπουλου αποπνέουν πολιτική, ανατροπή και αγανάκτηση απέναντι στο παραμύθι της κατανάλωσης, του lifestyle και της υποκουλτούρας. Αποπνέουν τις αποστάσεις του από την απόλυτη αλήθεια και τους υποστηρικτές της. Η απάντησή του στην απολυτότητα αυτή είναι ο Μπάμπης ο φλου.
Τραγούδησε με εκπληκτικό στίχο το σύγχρονο παγκόσμιο τσίρκο, το σώου του νεοέλληνα με τους ήρωες Παπαχρόνηδες, τους βιασμούς μέσα στις οικογένειες, την καταστροφή της φύσης και τα ΜΜΕ που «αποκαλύπτουν» συνεχώς τη ρουτίνα. Τραγούδησε το περιθώριο και την δρομολογημένη παραβατικότητα όσων δεν χωράνε στον όμορφο κόσμο μας. Τραγούδησε πρώτος αυτός το δράμα του φτωχού μουσουλμάνου μετανάστη του Αλί και την αγωνία του να επιζήσει στην σύγχρονη Ελλάδα. Το τραγούδι του χαφιέ, ένα τραγούδι που ανατρέπει συγκλονιστικά το ποιος βρίσκεται τελικά από πάνω στη σχέση χαφιέ και παρακολουθούμενου. Τα τραγούδησε όλα. Με μια πολιτική ευαισθησία, φρεσκάδα και οξυδέρκεια που δεν βρίσκει σήμερα κανείς γύρω του. Δεν πούλησε επανάσταση, δεν πούλησε απολύτως τίποτα. Έγραψε τραγούδια και στίχους που από μόνα τους αρκούν για να περιγράψουν την κάθε γωνιά της Ελλάδας που λίγο αργά πάντα ανακαλύπτει τους μύθους της και τα όριά της.
efsyn.gr