Του φιλολόγου Χρόνη Βάρσου
Το καλοκαίρι του 1944 επρόκειτο να είναι το τέταρτο και τελευταίο της σκληρής κατοχής που επεβλήθη στην πατρίδα μας και τον ελληνικό λαό από τις δυνάμεις του άξονα τον Απρίλιο του 1941.
Τα κατοχικά στρατεύματα (210.000 Γερμανοί, 55.000 Βούλγαροι 6.000 Σενεγαλέζοι, Μαροκινοί, Τάταροι, Ουκρανοί και οι 31.000 Ιταλοί που παρέμειναν στο πλευρό του άξονα μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας το Σεπτέμβριο του 1943) καθώς και οι 27.000 ντόπιοι συνεργάτες τους (με πυρήνα τα τάγματα Ασφαλείας της κυβέρνησης Ιω. Ράλλη) είχαν εξαπολύσει όλο το τελευταίο διάστημα αιματηρά αντίποινα με συλλήψεις, μπλόκα, εκτελέσεις, εμπρησμούς, λεηλασίες και ομαδικά εγκλήματα, για να κάμψουν την αντίσταση του ελληνικού λαού στις πόλεις και τα βουνά.
Παράλληλα όμως και η δράση της ελληνικής εθνικής αντίστασης αυξανόταν με πολυάριθμα σαμποτάζ σε γέφυρες, αποθήκες και αμαξοστοιχίες, ενέδρες, μάχες σε ορεινές διαβάσεις, οδικούς άξονες, σιδηροδρομικούς σταθμούς αλλά και επιθέσεις σε αστικά κέντρα. Από την άνοιξη του 1944 το μεγαλύτερο μέρος της ορεινής Ελλάδας ήταν ελεύθερο. Η δύναμη του μόνιμου ΕΛΑΣ αυξανόταν διαρκώς σε άνδρες και αξιωματικούς (από τις 33.000 άνδρες το Μάρτιο του 1944 θα εκτοξευτεί στις 59.000 το Σεπτέμβριο για να αγγίξει τις 79.000 τις μέρες της απελευθέρωσης, παράλληλα με τις 43.000 του εφεδρικού!!). Επιπλέον ο αντάρτικος στρατός ενισχύονταν ικανοποιητικά σε υλικό από τις μάχες με τον κατακτητή, αποκτώντας παράλληλα πρωτόγνωρες τακτικές δυνατότητες για τη διεξαγωγή όλο και πιο σύνθετων επιχειρήσεων, σε συνδυασμό με πλούσια εμπειρία και αυτοπεποίθηση.
Ο καπετάνιος της 13ης μεραρχίας Θεόδωρος Καλλίνος (Αμάρμπεης)
Οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ στην κεντρική Ρούμελη
Το καλοκαίρι του 1944 οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ στην περιοχή της κεντρικής Ρούμελης συγκροτούσαν τη 13η μεραρχία με διοικητή τον υποστράτηγο Κων. Τσαμάκο και καπετάνιο τον υπολοχαγό Θεόδωρο Καλλίνο (Αμάρμπεη), δυνάμεως περίπου 3.500 ανδρών, που αποτελούνταν από:
– το 42ο σύνταγμα δυτικής Φθιώτιδας-Δομοκού (1.000 ανδρες) με διοικητή το Φοίβο Γρηγοριάδη (Βερμαίο) και καπετάνιο το Γεώργιο Χουλιάρα (Περικλή)
– το 36ο σύνταγμα Λοκρίδας (600 άνδρες) με διοικητή τον ταγματάρχη Ευθύμιο Ζούλα και καπετάνιο το Λουκά Καθούλη (Αριστείδη)
– το 52ο σύνταγμα ανατολικής Φθιώτιδας (800 άνδρες) με διοικητή τον ταγματάρχη Δημήτριο Κασλά, ήρωα του αλβανικού μετώπου στις μάχες του υψώματος 731 και καπετάνιο τον Αριστείδη Λαδιά.
– στολίσκο του ΕΛΑΝ Μαλιακού με διοικητή το Σόλωνα Γρηγοριάδη και καπετάνιο το Σωτήρη Μπεγνή
Τη μεραρχία θα ενίσχυαν επιπλέον λόγω της επικείμενης γερμανικής επίθεσης:
– το τάγμα του Γενικού Στρατηγείου με 500 άνδρες (ο αρχικαπετάνιος του ΕΛΑΣ Άρης Βελουχιώτης βρισκόταν από τις 22/4 στην Πελοπόννησο)
– η Σχολή Αξιωματικών της Ρεντίνας (700 άνδρες)
– ένα τάγμα του 54ου συντάγματος Βόλου της 1ης θεσσαλικής μεραρχίας.
– το 2/39 σύνταγμα δυτικής Στερεάς της 8η μεραρχίας Ηπείρου
Στην περιοχή της Παρνασσίδας έδρευε η εμπειροπόλεμη 5η ταξιαρχία Αττικοβοιωτίας (2.000 άνδρες) με έδρα το Λιδωρίκι και διοικητή τον συνταγματάρχη Γεώργιο Ρήγο (Φεραίο) και καπετάνιο τον Ηλία Καρρά (Ηρακλή), αποτελούμενη από:
– το 5ο ανεξάρτητο τάγμα Παρνασσίδος με διοικητή τον ταγματάρχη Μιχάλη Παπαζήση και καπετάνιο τον ανθυπίλαρχο Δημήτριο Δημητρίου (Νικηφόρο)
– το ΙΙ/34 τάγμα με διοικητή το λοχαγό Βασίλη Κορνιλάκη και καπετάνιο τον ανθυπασπιστή Κώστα Αντωνόπουλο (Κρόνο).
Η ταξιαρχία διέθετε ακόμη 3 τάγματα: το Ι/34 Αττικής, το ΙΙΙ/34 Λιβαδειάς-Ελικώνα και το 7ο Ευβοίας.
Όλο το προηγούμενο διάστημα στην περιοχή της κεντρικής Στερεάς αυξήθηκαν οι επιθέσεις απέναντι σε πιο δύσκολους και καλά φυλασσομένους στόχους, που περιλάμβαναν και αστικά κέντρα. Την 1η Ιουλίου διενεργήθηκε συντονισμένη νυχτερινή επίθεση 700 ανταρτών του 42ου συντάγματος Φθιώτιδας και της 5ης ταξιαρχίας Αττικοβοιωτίας ενάντια στην πόλη της Άμφισσας και της εκεί ισχυρής γερμανικής φρουράς (300 άνδρες του 7ου συντάγματος ΤΘ Γρεναδιέρων SS). Παράλληλα χτυπήθηκαν για αντιπερισπασμό ταυτόχρονα η Ιτέα, η Ναύπακτος, η Γραβιά, τα Καστέλλια, η Βάργιανη, οι Δελφοί και η Αράχωβα. Ο ΕΛΑΣ όμως υπέστη βαριές απώλειες στις οδομαχίες της Άμφισσας (44 νεκροί και 100 τραυματίες) αγγίζοντας σε μεγάλο βαθμό τα όρια των επιχειρησιακών του δυνατοτήτων.
Στις 13 Ιουλίου έγινε η μεγάλη επίθεση εναντίον της Αμφιλοχίας, που αποτέλεσε και την πιο μεγάλη τακτική μάχη που έδωσε ο ΕΛΑΣ στην κατοχή ενώ ο μήνας έκλεισε με μια σειρά από εντυπωσιακές επιθέσεις εναντία στη Στυλίδα (14/7) και τα Τοπόλια Κωπαϊδας (19/7).
Στις 2 Αυγούστου διενεργήθηκε επίθεση σε γερμανικά τμήματα στο Μόδι Λοκρίδας και στις 4/8 στο 16ο χλμ του δρόμου Λαμίας-Δομοκού.
Παράλληλα σημαντικά περιφερειακά χτυπήματα έλαβαν χώρα στην Αιτωλοακαρνανία (Ναύπακτος 29/7, Αγρίνιο 30/7) αλλά και στη νότια Θεσσαλία (νυχτερινές επιθέσεις σε Καρδίτσα 17/7 και Βελεστίνο 1/8).
Ο υποστράτηγος Κωνσταντίνος Τσαμάκος με το επιτελείο του
Η αντίδραση των Γερμανών και το σχέδιο «Kreuzotter»
Τον Αύγουστο του 1944, ο σοβιετικός στρατός προελαύνοντας νικηφόρα προς τα Βαλκάνια, προσέγγιζε τη Ρουμανία. Καθώς ο κίνδυνος εγκλωβισμού των γερμανικών μεραρχιών στην Ελλάδα καθίστατο πλέον ορατός, η αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων προς βορρά ήταν απλά θέμα χρόνου.
Προκειμένου λοιπόν να διατηρήσει τον οδικό και σιδηροδρομικό άξονα Αθηνών-Θεσσαλονίκης ανοιχτό και ασφαλή, το γερμανικό επιτελείο, επεξεργάστηκε τον Αύγουστο μια ευρεία εκκαθαριστική επιχείρηση με την κωδική ονομασία «Kreuzotter» (Έχιδνα), με στόχο τον κεντρικό ορεινό όγκο της Ρούμελης.
Το πρώτο 15μερο του Ιουλίου (3-13/7/1944) είχε διεξαχθεί μάλιστα με το ίδιο σκεπτικό μια παρόμοια ιδιαίτερα σφοδρή επιχείρηση στην περιοχή δυτικής Μακεδονίας-βόρειας Πίνδου με τον κωδικό «Steinadler» (Σταυραετός).
Ειδικά η Ευρυτανία θεωρούνταν σύμφωνα με γερμανικούς επιτελικούς κύκλους «το προγεφύρωμα του μπολσεβικισμού στην Ελλάδα» με δεδομένο ότι εκεί ήδρευε η κυβέρνηση του βουνού (η 13η μεραρχία στο Καρπενήσι, η ΠΕΕΑ στη Βίνιανη, το Εθνικό Συμβούλιο στις Κορυσχάδες και το Γενικό Στρατηγείο του ΕΛΑΣ στο Κερασοχώρι).
Σύμφωνα με το σχέδιο, οι 2 βασικοί άξονες προέλασης των Γερμανών από Λαμία και Αγρίνιο, θα συνέκλιναν εντός 4-5 ημερών στο Καρπενήσι και από εκεί θα προωθούνταν βόρεια προς Βίνιανη-Κερασοχώρι-Άγραφα, στην καρδιά της ελεύθερης ορεινής Ελλάδας. Παράλληλα οι δυνάμεις από την Άμφισσα θα εκκαθάριζαν τον ορεινό όγκο Γκιώνας-Βαρδουσίων ενισχύοντας τη συνολική επιχείρηση από το νότο.
Εκκαθαριστικές επιχειρήσεις των Γερμανών προς δυτική Φθιώτιδα-Ευρυτανία είχαν φυσικά διεξαχθεί όλο το προηγούμενο διάστημα:
Μεταξύ 5-13 Απριλίου 1943, στις 6 Οκτωβρίου 1943 με τη μεγάλη μάχη της Μακρακώμης και τέλος στις 6-13 Νοεμβρίου 1943 στα πλαίσια της επιχείρησης «Hubertus» όταν μετά την ιταλική συνθηκολόγηση οι Γερμανοί (η 104η μεραρχία Ορεινών Κυνηγών από το Αγρίνιο και το 8ο σύνταγμα ΤΘ Γρεναδιέρων SS από τη Λαμία) έφτασαν έως το Καρπενήσι.
O διοικητής της 4ης μεραρχίας SS Polizei Λάρισας Karl Schumers
Στους προηγούμενους 2 μήνες του 1944 την καταστροφή στην περιοχή μας έσπειραν μονάδες του 7ου συντάγματος ΤΘ Γρεναδιέρων SS υπό το συνταγματάρχη Karl Schumers (οι οποίες διενήργησαν και τη σφαγή της Κλεισούρας Καστοριάς στις 5 Απριλίου με 277 νεκρούς και του Διστόμου στις 10 Ιουνίου 1944 με 296 νεκρούς):
– στις 11-12 Μαΐου 1944 στην Σπερχειάδα (μερική καταστροφή)
– στις 17 Ιουνίου 1944 στην Υπάτη (ολοκαύτωμα)
– στις 18 Ιουνίου 1944 στην Σπερχειάδα (ολικός εμπρησμός)
Oι γερμανικές δυνάμεις εισβολής
Απέναντι στις αξιόμαχες, έμπειρες, καλά διοικούμενες αλλά ανεπαρκώς εξοπλισμένες και εφοδιασμένες αντάρτικες δυνάμεις του ΕΛΑΣ Ρούμελης, διατέθηκε, στα πλαίσια της επιχείρησης «Kreuzotter», από το γερμανικό 68ο Σώμα Στρατού της Αθήνας (υπό το στρατηγό Helmut Felmy) για την κατεύθυνση από Λαμία προς Καρπενήσι και Άμφισσα προς Λιδωρίκι, ως κύρια αιχμή εισβολής, το ισχυρότατο 18ο σύνταγμα Ορεινών Κυνηγών SS, δυνάμεως 4.800 ανδρών και διοικητή το Hans Hosl.
Ο διοικητής του 68ου Σώματος Στρατού Αθηνών Hellmuth Felmy
Tο σύνταγμα είχε έλθει από το μέτωπο του Λένινγκραντ και τη Φιλανδία ένα χρόνο πρίν (Αύγουστος 1943) στο Λιανοκλάδι και είχε περιοχή ευθύνης την ανατολική Στερεά (Λαμία-Άμφισσα-Θήβα). Θεωρούνταν ίσως το πιο επίλεκτο και καλύτερα εκπαιδευμένο γερμανικό τμήμα στην κατεχόμενη Ελλάδα. Είχε μόλις επιστρέψει στη Στερεά από την Πελοπόννησο, όπου διεξήγαγε σκληρές αντι-ανταρτικές επιχειρήσεις 45 ημερών (30/5-15/7), αντικαθιστώντας το δυνάμεως 5.000 ανδρών, 7ο σύνταγμα ΤΘ Γρεναδιέρων SS (με νέο διοικητή τον Hans Traupe) που θα επιχειρούσε πιο βόρεια στην περιοχή της Άρτας εναντίον του ΕΔΕΣ και του ΕΛΑΣ Ηπείρου.
Το 18ο σύνταγμα SS, θα δρούσε συνεπικουρούμενο από το 21ο σύνταγμα Κυνηγών Luftwaffe της 11ης αεροπορικής μεραρχίας που έδρευε στην Αθήνα (υπό το στρατηγό Wilhelm Kohler), το 273ο τάγμα Ιταλών εθελοντών, καθώς και το 845ο γερμανο-αραβικό τάγμα (Μαροκινοί και Σενεγαλέζοι).
Παράλληλα από την πλευρά του Αγρινίου με κατεύθυνση το Καρπενήσι θα ενεργούσαν οι δυνάμεις του 8ου συντάγματος ΤΘ Γρεναδιέρων SS (με διοικητή το Helmut Dorner), δυνάμεως 5.000 απολύτως εμπειροπόλεμων ανδρών, που ανήκε στη δύναμη της 4ης μεραρχίας SS Polizei (με νέο διοικητή τον Karl Schumers) που ήδρευε στη Λάρισα, και είχε μεταφερθεί στην περιοχή της δυτικής Στερεάς γι’ αυτό το λόγο.
O διοικητής του 8ου συντάγματος ΤΘ Γρεναδιέρων SS Helmuth Dorner
Η 4η μεραρχία SS είχε πολεμήσει στη Γαλλία και το ανατολικό μέτωπο και θεωρούνταν λίαν αξιόμαχη και ιδιαίτερα σκληρή.
Επιπλέον από το Αγρίνιο την επιχείρηση «Kreuzotter» θα ενίσχυαν τμήματα της 104ης μεραρχίας Ορεινών Κυνηγών (υπό το στρατηγό Hartwing von Ludwiger) του 22ου Σώματος Στρατού που ήδρευε στα Γιάννενα (υπό το στρατηγό Hubert Lanz).
Η έναρξη της εκκαθαριστικής επιχείρησης
Οι Γερμανικές φάλαγγες, δυνάμεως περίπου 7.000 ανδρών, με κύρια αιχμή το 18ο σύνταγμα SS, ξεκίνησαν από τη Λαμία στις 7/8 κινούμενες δυτικά κατά μήκος του άξονα Λαμίας-Αγ. Γεωργίου. Το βόρειο τμήμα ακολούθησε την κατεύθυνση Λαμία-Μακρακώμη – Βίτωλη – Πτελέα – Αγ. Γεώργιο και το νότιο την πορεία Λαμία –Σπερχειάδα – Παλαιοβράχα – Λευκάδα – Πίτσι – Αγ. Γεώργιο.
Στις 7/8 πυρπολήθηκε η Μακρακώμη και εκτελέστηκαν 16 άμαχοι. Στις 8/8 έκαψαν στη Σπερχειάδα ό,τι είχε απομείνει από την επιδρομή της 18ης Ιουνίου, σκοτώνοντας 22 αμάχους. Στον Αγ. Γεώργιο ενώθηκαν τα 2 γερμανικά τμήματα την άλλη μέρα και αφού κατέστρεψαν το χωριό του Τυμφρηστού δολοφονώντας δεκάδες αμάχους, εισήλθαν στις 9/8 στο Καρπενήσι πυρπολώντας το και δολοφονώντας 17 κατοίκους.
Το σχέδιο προέβλεπε ένωση στις 10/8 στο χωριό Καλεσμένο, δυτικά της ευρυτανικής πρωτεύουσας, με τη φάλαγγα που κινούνταν από Αγρίνιο βορειοανατολικά προς Καρπενήσι.
Ο διοικητής της 104ης μεραρχίας Ορεινών Κυνηγών Αγρινίου Hartwig von Ludwiger
Πράγματι οι 5.000 Γερμανοί του 8ου ΤΘ συντάγματος SS μαζί με τμήματα της 104ης Ορεινής μεραρχίας, εκκίνησαν από το Αγρίνιο στις 5/8 με πορεία προς Καρπενήσι σε 3 άξονες:
– το πιο ανατολικό τμήμα στις 5/8 μέσω Θέρμου έφτασε έως τον Πλάτανο της ορεινής Ναυπακτίας με στόχο την κατεύθυνση προς Δομνίστα-Κρίκελλο-Καρπενήσι, αλλά αναχαιτίστηκε σε εκείνο το σημείο και υποχώρησε.
– δυτικότερα το τμήμα μέσω Θέρμου-Αετόπετρας κινήθηκε 5/8 προς Προυσό-Μεγάλο Χωριό-Καρπενήσι
– το τρίτο τμήμα, όντας το ισχυρότερο, προωθήθηκε στις 6/8 προς Αγ. Βλάση-Χούνη-Σιδέρα, έκαψε την ανατολική και δυτική Φραγκίστα και μέσω Μαραθιά έφτασε στο Καλεσμένο στις 10/8. Από εκεί ένα τμήμα προωθήθηκε προς Μεγάλο και Μικρό Χωριό – Βουτύρο – Νόστιμο (καταστρέφοντάς τα ολοσχερώς) και οι υπόλοιπες γερμανικές δυνάμεις, σύμφωνα με το σχέδιο, ενώθηκαν με αυτές που έρχονταν από τη Λαμία.
Οι τελευταίες μάχες και η δράση του ΕΛΑΣ
Οι αντάρτικες δυνάμεις μαχόμενες σκληρά κατά μήκος όλης της διαδρομής Αγρίνιο-Καρπενήσι-Λαμία υποχώρησαν πιεζόμενες προς Βίνιανη-Κερασοχώρι.
Από το Καλεσμένο τα 2 συντάγματα SS (8ο ΤΘ και 18ο Κυνηγών) κινήθηκαν βόρεια προς Βίνιανη (όπου η έδρα της ΠΕΕΑ) την οποία κατέλαβαν στις 11/8 ενώ την επομένη έφτασαν στο ανώτατο σημείο προώθησης και απείλησαν την έδρα του Γενικού Στρατηγείου του ΕΛΑΣ στο Κερασοχώρι. Κάπου εκεί αντιμετώπισαν πλέον τη σφοδρή αντίσταση των ανταρτών, ανακόπηκαν και μετά τις 12/8 άρχισε η σταδιακή υποχώρησή τους προς τις αρχικές βάσεις εκκίνησης.
Η ιστορική Βίνιανη Ευρυτανίας
Οι μονάδες από το Αγρίνιο επέστρεψαν στην έδρα τους έως τις 14/8, ενώ οι μονάδες από τη Λαμία άρχισαν σταδιακά να υποχωρούν ανατολικότερα προς Λιανοκλάδι μέχρι τις 16/8, μαχόμενες σφοδρά.
Αντάρτες του ΕΛΑΣ με τον Άρη Βελουχιώτη και τον Στέφανο Σαράφη
Για να αναχαιτίσει ή τουλάχιστον να επιβραδύνει τη γερμανική προέλαση προς Καρπενήσι αλλά και να ανακουφίσει τα μαχόμενα τμήματα στην κεντρική Ευρυτανία, ο ΕΛΑΣ, όλο αυτό το διάστημα, διενήργησε πολλαπλές κρούσεις κατά μήκος της γραμμής ανεφοδιασμού του εχθρού, φθείροντάς τον διαρκώς.
Έτσι στις 8/8 έγινε επιδρομή στη Στυλίδα σε στρατώνες, αποθήκες και το λιμάνι.
Κατά μήκος του δρόμου Λαμίας-Αγ. Γεωργίου και κάθετα στον οδικό αυτό άξονα από το βορρά, οι αντάρτες έπληξαν τις γραμμές των Γερμανών στο ύψος της Βίτωλης στις 10/8, κοντά στην Πτελέα στις 12 του μήνα, από το νότο στην περιοχή του Διλόφου στις 13/8 και μετωπικά προς Πλατύστομο-Μάκρη-Καστρί στις 15/8.
Οι Γερμανοί κάνοντας τοπικές αντεπιθέσεις για να αντιμετωπίσουν τη δράση των ΕΛΑΣίτικων μονάδων στα μετόπισθέν τους προέβησαν σε ποικίλες αγριότητες κατά του άμαχου πληθυσμού, με αποκορύφωμα τη σύλληψη 32 κατοίκων του χωριού Κλωνί Σπερχειάδος στις 12/8 που μεταφέρθηκαν στις γερμανικές φυλακές της Λαμίας ως όμηροι.
Στις 14/8 γερμανικές υποχωρούσες μονάδες, από την περιοχή της Τσούκας προωθήθηκαν έως 15/8 μέχρι Γιαννιτσού. Ταυτόχρονα από το χωριό της Λευκάδας διενήργησαν επιδρομές στις 14/8 νότια προς Γαρδίκι αλλά και ανατολικά προς Παλαιοβράχα καταστρέφοντας ολοσχερώς το χωριό, καίγοντας σχεδόν 180 σπίτια και δολοφονώντας 9 κατοίκους.
Οι παράλληλες συγκρούσεις στην περιοχή της Φωκίδας
Την ίδια περίοδο στο μέτωπο της Φωκίδας διεξαγόταν σφοδρός αγώνας από την εκεί 5η ταξιαρχία του ΕΛΑΣ. Στόχος των Γερμανών ήταν το άνοιγμα του δρόμου Άμφισσας-Λιδωρικίου και ο έλεγχος του ορεινού όγκου Γκιώνας-Βαρδουσίων.
Στις 5 Αυγούστου, κατά την έναρξη της επιχείρησης «Kreuzotter», γερμανικός λόχος του 18ου συντάγματος Ορεινών Κυνηγών SS, δυνάμεως 211 ανδρών, κινούμενος από Άμφισσα προς Λιδωρίκι, εγκλωβίστηκε στο χωριό Καρούτες Γκιώνας και εξοντώθηκε ολοσχερώς μετά από 5ωρη μάχη με 400 αντάρτες των 2 ταγμάτων της Παρνασσίδας. Το τίμημα για τους επιδρομείς ήταν εξαιρετικά βαρύ: 97 νεκροί και 105 αιχμάλωτοι Γερμανοί. Μόλις 9 κατάφεραν να διαφύγουν. Από τον ΕΛΑΣ 38 αντάρτες χάθηκαν και σχεδόν διπλάσιοι τραυματίστηκαν.
Η επίθεση προς Λιδωρίκι, παράλληλα με επιχειρήσεις προς τη Γραβιά, επαναλήφθηκε στις 9/8 από γερμανικό τμήμα 500 ανδρών αλλά αναχαιτίστηκε ξανά.
Στις 15/8 δυνάμεις του ΕΛΑΣ Ελικώνα (ΙΙΙ/34 τάγμα) χτύπησαν για αντιπερισπασμό το λιμάνι της Ιτέας, ενώ το επόμενο 4μερο (17-19/8) γερμανικές δυνάμεις κινήθηκαν από Άμφισσα προς Μαυρολιθάρι-Βαρδούσια στα πλαίσια προσπάθειας εκκαθάρισης της ορεινής Δωρίδας από την παρουσία των ανταρτών.
Ενώ στα μέσα Αυγούστου οι εχθρικές λαβίδες από Αγρίνιο και Λαμία είχαν ήδη επιστρέψει, επί της ουσίας ηττημένες, από την Ευρυτανία στις βάσεις τους, την τελευταία εβδομάδα του μήνα στο μέτωπο της δυτικής Φωκίδας η δραστηριότητα των κατοχικών δυνάμεων, αυξανόταν.
Στις 26/8 περίπου 3.000 Γερμανοί επιτέθηκαν ταυτόχρονα προς Λιδωρίκι και Μαλανδρίνο. Η σφοδρότητα της επίθεσης ήταν τέτοια που οι 2 κωμοπόλεις καταλήφθηκαν τελικά. Το Λιδωρίκι πυρπολήθηκε στις 30/8, με τους επιδρομείς να επιστρέφουν στις 31/8 οριστικά στην Άμφισσα.
Την ίδια περίοδο ο ΕΛΑΣ εξαπέλυσε τις τελευταίες επιθέσεις του στα πλαίσια πολλαπλών αντιπερισπασμών, κυρίως κατά της σιδηροδρομικής γραμμής Αθηνών-Θεσσαλονίκης. Έτσι τις τελευταίες 4 μέρες του Αυγούστου χτύπησε επιτυχώς αμαξοστοιχίες και σταθμούς στα Στύρφακα, το Λιανοκλάδι, την Αμφίκλεια, την Τιθορέα και τη Λυγαριά.
Κρίσεις-συμπεράσματα
Αυτές ήταν και οι τελευταίες συγκρούσεις με τις οποίες ολοκληρωνόταν η φιλόδοξη εκκαθαριστική επιχείρηση «Kreuzotter», διάρκειας 26 ημερών, με την οποία τα ναζιστικά στρατεύματα κατοχής ήλπιζαν, ματαίως όπως αποδείχθηκε, να εκκαθαρίσουν τους ορεινούς όγκους Παναιτωλικού–Χελιδώνας-Καλιακούδας-Κραββάρων–νοτίων Αγράφων–Τυμφρηστού–Οξυάς–Βαρδουσίων–Γκιώνας-Οίτης.
Παράλληλα κατέρρευσαν οι προσπάθειές τους να πλήξουν την κεντρική πολιτική και στρατιωτική δομή της ελεύθερης ορεινής Ελλάδας και να εξουδετερώσουν πλήρως τις επιχειρησιακές δυνατότητες του ΕΛΑΣ Ρούμελης και την αντιστασιακή διάθεση του πληθυσμού, εξασφαλίζοντας μια ασφαλή υποχώρηση στις αρχές Φθινοπώρου προς βορρά.
Στην πραγματικότητα το σχέδιο απέτυχε παταγωδώς, τόσο σε επιχειρησιακό όσο και σε ψυχολογικό επίπεδο με βαριές απώλειες για τον κατακτητή.
Σύμφωνα με τα επίσημα αρχεία του γερμανικού στρατού οι νεκροί από τις μάχες στην περιοχή μας ανήλθαν σε 23, οι τραυματίες σε 112 και οι αγνοούμενοι σε 203 (συμπεριλαμβανομένων και αυτών στις Καρούτες). Ο στρατιωτικός αρχηγός του ΕΛΑΣ, στρατηγός Στέφανος Σαράφης στο βιβλίο του «ο ΕΛΑΣ» αναφέρει 700 νεκρούς και 1.500 τραυματίες για τους Γερμανούς, ενώ για τις μονάδες των ανταρτών πάνω από 300 απώλειες.
Ο ΕΛΑΣ εξήλθε της σύγκρουσης ισχυρότερος, εμπειρότερος, με αυτοπεποίθηση αυξημένη και πίστη στην τελική νίκη. Πολέμησε γενναία, πειθαρχημένα και συντεταγμένα απέναντι σε εξαιρετικά επίλεκτες μονάδες, απολύτως αξιόμαχες, άρτια εκπαιδευμένες, εμπειροπόλεμες και αποφασισμένες.
Μέσα όμως από τη φωτιά της μάχης και τις αγριότητες των επιδρομέων, αναδείχθηκε για άλλη μια φορά, ο ηρωικός χαρακτήρας του ανυπότακτου άμαχου πληθυσμού της ορεινής κεντρικής Ρούμελης, για τον οποίο πρέπει να γίνει και ιδιαίτερη μνεία.
Η τρομοκρατία των επιδρομέων όλο αυτό το μήνα, για όσους από τους κατοίκους δεν μπόρεσαν να διαφύγουν στα βουνά προς Γραμμένη Οξυά και βόρεια Ευρυτανία ήταν αφόρητη: εμπρησμοί, βασανισμοί, λεηλασίες, εκτελέσεις.
Σε όλο το διάστημα της επιχείρησης «Kreuzotter» πάνω από 170 άμαχοι εκτελέστηκαν, δεκάδες χωριά κάηκαν, χιλιάδες κατοικίες καταστράφηκαν, ζώα αρπάχθηκαν και περιουσίες λεηλατήθηκαν από τα ναζιστικά στρατεύματα.
Ο πραγματικός λοιπόν νικητής εκείνης της άνισης και τιτάνιας σύγκρουσης του Αυγούστου του 1944 θα μπορούσε να πει κανείς, εκ των υστέρων, ότι ήταν στην πραγματικότητα οι ορεινοί πληθυσμοί της περιοχής.
Με αφάνταστη αντοχή, καρτερικότητα, αποφασιστικότητα, ψυχικό μεγαλείο και αξιοπρέπεια, στήριξαν τις αντάρτικες δυνάμεις ποικιλοτρόπως σε επίπεδο επάνδρωσης και εφοδιασμού, αντιμετωπίζοντας έναν κατακτητή που όλη η Ευρώπη έτρεμε. Διατράνωσαν έτσι με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο, τη θέλησή τους να αντισταθούν και να κερδίσουν την ελευθερία τους, προσδοκώντας μεταπολεμικά ένα καλύτερο μέλλον που δυστυχώς δεν ήλθε.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- «Λεύκωμα από τα αρχεία της ΧΙΙΙης μεραρχίας Ρούμελης», Αθήνα 1995, επανέκδοση του 1944
- Χαριτόπουλου Διονύση, «Άρης ο αρχηγός των ατάκτων”, Α’ & Β’ τόμος, εκδόσεις ΕΞΑΝΤΑΣ, Αθήνα 1997
- Χατζηπαναγιώτου Γιάννη (καπετάν Θωμά), «Η πολιτική διαθήκη του Άρη Βελουχιώτη», εκδ. ΔΩΡΙΚΟΣ, Αθήνα 1975
- Φαράκου Γρηγόρη, «Ο ΕΛΑΣ και η εξουσία», Α’ & Β’ τόμος, εκδόσεις ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ, Αθήνα 2000
- Σαράφη Στέφανου, «Ο ΕΛΑΣ», εκδόσεις ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ, Αθήνα 1980, επανέκδοση του 1946
- Παπαδόπουλου Δημήτρη , «ΕΛΑΝ», εκδόσεις ΠΟΛΕΜΙΚΕΣ ΣΕΛΙΔΕΣ, Αθήνα 2007, τεύχος 14
- Χανδρινού Ιάσονα, «ΕΛΑΣ ο μεγαλύτερος στρατός της εθνικής αντίστασης», Α’& Β’ τόμος, «Μονογραφίες», περιοδικό Στρατιωτική Ιστορία, εκδόσεις ΓΝΩΜΩΝ ΕΚΔΟΤΙΚΗ, Αθήνα 2011
- Χανδρινού Ιάσονα, «Η μάχη στις Καρούτες», Περιοδικό Στρατιωτική Ιστορία, τεύχος 149, εκδόσεις ΓΝΩΜΩΝ ΕΚΔΟΤΙΚΗ, Ιανουάριος 2009
- Γρηγοριάδη Σόλωνα, «Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας», Α’ τόμος, εκδόσεις POLARIS, Αθήνα 2009, επανέκδοση 1973
- Γλέζου Μανώλη, «Εθνική Αντίσταση 1940-1945», Α’ & Β’ τόμος, εκδόσεις ΣΤΟΧΑΣΤΗΣ, Αθήνα 2006
- Κανέλλου Βασιλείου, «Η Σπερχειάδα», Σπερχειάδα, 1997
- Κάϊλα Δημητρίου, «Κάτω από τις σημαίες του Λαϊκού Στρατού», ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ, Αθήνα 2005
- «Γερμανικές επιχειρήσεις κατά των ανταρτών στα Βαλκάνια (1941-1944)». ΕΚΑΤΗ, Αθήνα 1999
- https://www.youtube.com/watch?v=aG0wLNJNE8U