Ήταν μια από τις πιο θεαματικές δίκες στην ιστορία. Μετά την τολμηρή απαγωγή του Άντολφ Άιχμαν από την Αργεντινή, το Ισραήλ τον δίκασε το 1961. Ένας αυτόπτης μάρτυρας θυμάται.
Ακόμα και 60 χρόνια μετά τη θρυλική δίκη εναντίον του ναζιστή εγκληματία Άντολφ Άιχμαν, ένας από τους κατηγόρους δεν μπορεί να ξεχάσει μια συγκεκριμένη μαρτυρία. Πρόκειται για όσα είχε καταθέσει ο επιζήσαντας του Άουσβιτς Μάρτιν Φέλντι και θυμάται ακόμα ο 94χρονος Γκάμπριελ Μπαχ στην κουζίνα του σπιτιού του στην Ιερουσαλήμ. Η γυναίκα, ο γιος και η κόρη του Φέλντι μετά την άφιξή τους στο στρατόπεδο εξόντωσης οδηγήθηκαν κατευθείαν στο θάνατο.
Ο Φέλντι τους έχασε γρήγορα. Μόνο τη μικρή του κόρη μπόρεσε να δει, μια κόρη δυόμισι ετών γιατί φορούσε ένα κόκκινο παλτό. «Αυτό το κόκκινο σημάδι που γινόταν όλο και μικρότερο. Έτσι η οικογένειά μου εξαφανίστηκε από τη ζωή μου», είχε καταθέσει ο Φέλντι διηγούμενος τις τρομερές στιγμές του αποχωρισμού.
Η κόρη του αναπληρωτή Γενικού Εισαγγελέα Μπαχ ήταν τότε, στη δίκη το1961, επίσης δυόμισι ετών. Και της είχε αγοράσει λίγο πριν, επίσης ένα κόκκινο παλτό.
Η μαρτυρία τον έκανε να χάσει τη φωνή του τότε, λέει ο γεννημένος το 1927 στο Χάλμπερσταντ της Γερμανίας πρώην εισαγγελέας. «Ξαφνικά δεν μπορούσα να μιλήσω. Χρειάστηκαν λίγα λεπτά για να συνέλθω».
Η συγκλονιστική δίκη του Άιχμαν, του «διανομέα του θανάτου» στην υπηρεσία του Χίτλερ, εκείνου που συστηματικά εξόντωνε τους Εβραίους, διήρκεσε οκτώ μήνες μετά την έναρξή της στις 11 Απριλίου 1961. Τελείωσε με την επιβολή της θανατικής ποινής.
Η συνάντηση με τον Άιχμαν
Περισσότεροι από εκατό μάρτυρες κατέθεσαν στη δίκη, σε μια ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα θεάτρου. Κατά τη διάρκεια της δίκης ο κατηγορούμενος καθόταν σε ένα γυάλινο κουβούκλιο. Ο εισαγγελέας πολλές φορές ένιωσε την καρδιά του να χτυπάει δυνατά αλλά καμία μαρτυρία δεν τον συγκλόνισε τόσο όσο εκείνη του Φέλντι.
Ο Άιχμαν είχε εκτοπίσει εκατομμύρια Εβραίους σε γερμανικά στρατόπεδα εξόντωσης. Μετά τον πόλεμο κατάφερε να διαφύγει στην Αργεντινή. Στις 11 Μαΐου του 1960 Ισραηλινοί πράκτορες τον συνέλαβαν και τον απήγαγαν για να δικαστεί στο Ισραήλ.
Ο Μπαχ θυμάται έντονα την πρώτη του συνάντηση με τον Άιχμαν σε μια φυλακή στη Χάιφα. Διάβασε στην αυτοβιογραφία του διοικητή του Άουσβιτς Ρούντολφ Χες, ο οποίος απαγχονίστηκε το 1947, πώς κατά τη δολοφονία περίπου 1.000 παιδιών την ημέρα μερικές φορές έτρεμαν τα γόνατά του.
Ο Άιχμαν είχε πει ωστόσο στον Χες ότι ήταν σημαντικό να σκοτώνονται ειδικά αυτά τα παιδιά για ‘να αποφύγουμε μια μελλοντική γενιά εκδικητών’.
«Δέκα λεπτά αργότερα μου είπαν πως ο Άντολφ Άιχμαν ήθελε να μου μιλήσει. Δεν του έδειξα πόσο σοκαρίστηκα από όσα είχα διαβάσει», θυμάται σήμερα από εκείνη τη συνάντηση ο Μπαχ.
Πεισματική άρνηση της ενοχής του
Ο Άιχμαν δεν παραδέχθηκε ότι ήταν ένοχος και υποστήριξε σε όλη τη διάρκεια της δίκης ότι ενεργούσε κατ’ εντολή άλλων.
Ωστόσο ο πρώην εισαγγελέας ισχυρίζεται ότι υπήρχαν πολλά στοιχεία για το ότι ο Άιχμαν ήταν πεπεισμένος για τις πράξεις του και μάλιστα επέδειξε υπερβάλλοντα ζήλο.
Ο ίδιος ο Μπαχ ήταν έντεκα ετών όταν η οικογένειά του διέφυγε από τη Γερμανία. Λίγο πριν από το πογκρόμ τον Νοέμβριο του 1938, η οικογένεια του είχε αντιμετωπίσει μεγάλη εχθρότητα στο Βερολίνο με αποτέλεσμα να καταφύγει πρώτα στην Ολλανδία.
Ο 94χρονος θυμάται ότι ένας Γερμανός αξιωματικός των SS τον κλώτσησε σε μια στάση στα σύνορα για να ξαναμπεί στο τρένο. Λίγο πριν από τη γερμανική εισβολή στις Κάτω Χώρες το 1940, η οικογένεια μπόρεσε να αποδράσει με ένα πλοίο και να πάει στην Παλαιστίνη. Ο Μπαχ σπούδασε νομικά στο Λονδίνο και ξεκίνησε έτσι την καριέρα του ως εισαγγελέας το 1953.