Όσο πιο ομοιογενές είναι ένα κοινό τόσο πιο πιθανό να χειροκροτήσει με πάθος μια ιδέα.
Μάρτιν Ρόμπινς, New Statesman
Τις αγορεύειν βούλεται; (ποιός θέλει να μιλήσει;) ρωτούσε δυνατά ο κήρυκας στο λόφο της Πνύκας, κυρήσσοντας την έναρξη των συζητήσεων. Κάθε πολίτης είχε το δικαίωμα να πάρει το λόγο και να πεί ότι ήθελε ανεξαρτήτως της θέσης του στην κοινωνική ιεραρχία και πολύ περισσότερο της οικονομικής του επιφάνειας. Οι πολίτες μοιράζονταν ιδέες που συχνά είχαν «σμηλευτεί» σε συζητήσεις με τους φιλοσόφους και τους ρήτορες και οι οποίες μετουσιώνονταν σε πολιτικές αποφάσεις στην εκκλησία του Δήμου.
Προφανώς σε μια χώρα που οι αποφάσεις λαμβάνονται με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου χωρίς ούτε την τυπική προσφυγή στο κοινοβούλιο, η παρακαταθήκη της αρχαίας Αθήνας φαντάζει πιο μακρινή από ποτέ. Ενώ όμως το νομοπαρασκευαστικό και εκτελεστικό έργο της εκκλησίας του δήμου φαίνεται να έχει χαθεί εδώ και καιρό, κάποιοι υποστηρίζουν ότι η διδασκαλία των φιλοσόφων επανέρχεται στην Αθήνα με τη μορφή των ομιλιών του Tedx Athens.
Οι «μόνες» διαφορές: δεν μπορεί να μιλήσει ο καθένας, οι θεατές πρέπει να πληρώσουν ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσό χωρίς να έχουν δικαίωμα να αμφισβητήσουν τα λεγόμενα των ομιλητών ενώ οι τελευταίοι καλό είναι να αποφεύγουν ριζοσπαστικές, πολιτικές ιδέες αν δεν θέλουν να δουν την πόρτα της εξόδου.
Αν και η επίσημη πρόσκληση της ελληνικής διοργάνωσης (που μας καλεί «σε μια ολιστική εμπειρία που εμβαθύνει σε ένα νέο κόσμο γεμάτο ‘ideas worth spreading’) θυμίζει σε ορισμένους διαφημιστικό για στούντιο μασάζ γραμμένο από παλιούς συντάκτες του ΚΛΙΚ, το φαινόμενο των Ted εξαπλώνεται σε όλο το δυτικό κόσμο με αστραπιαίους ρυθμούς.
Ξεκινώντας το 1984 στην Καλιφόρνια, σαν μια πλατφόρμα για την παρουσίαση προϊόντων υψηλής τεχνολογίας, μεταξύ των οποίων τα CD της Sony και οι πρώτοι υπολογιστές Macintosch της Apple, οι «διασκέψεις» TED μετατρέπονται σταδιακά σε «θρησκεία» για ανθρώπους που διανθίζουν την καθημερινή ομιλία τους με λέξεις όπως «καινοτομία», «ανταγωνιστικότητα» κ.ό.κ. Για εκατοντάδες στελέχη επιχειρήσεων αλλά ακόμη και διακεκεκριμένους επιστήμονες μια ομιλία στο TED μπορεί να ανοίξει πολύ περισσότερες πόρτες από την προυπηρεσία χρόνων ή τις δεκάδες δημοσιεύσεις σε επιστημονικά περιοδικά.
Από το 2007 οι συμμετέχοντες φτάνουν να πληρώνουν έως και 6.000 δολάρια, για μια ετήσια συνδρομή που τους επιτρέπει να παρακολουθούν τις ομιλίες, να λαμβάνουν τα newsletter των διοργανωτών και τα DVD με τις ομιλίες.
Καθώς διευρύνεται το εύρος των ομιλιών οι γκουρού της τεχνολογίας δίνουν τη θέση τους ακόμη και σε ορειβάτες ή καλλιτέχνες που έχουν μια πρωτότυπη ιστορία να διηγηθούν και υποτίθεται ότι ανήκουν σε μια παγκόσμια «ελίτ της καινοτομίας».
Όσο εξαπλωνόταν όμως ο θεσμός των TED τόσο αυξάνοταν και η κριτική περί ελιτισμού που ακολουθούσε τις διοργανώσεις. Ο ακαδημαϊκός Νασίμ Ταλέμπ, τα βιβλία του οποίου συγκαταλέγονται στη λίστα των New York Times με τα πλέον «σημαίνοντα» έργα από το δευτερο παγκόσμιο πόλεμο, χαρακτηρίζει τις ομιλίες TED σαν «ένα τερατούργημα, το οποίο μετατρέπει επιστήμονες και διανοητές σε διασκεδαστές του χειρίστου είδους, που περιφέρονται σαν τσίρκο». Και αν τα λόγια του Ταλέμπ κρύβουν μια εμπάθεια, που αδικεί δεκάδες αξιόλογους ομιλητές, αυτό που ελάχιστοι θα αμφισβητήσουν είναι η απέχθεια που προκαλεί στους διοργανωτές κάθε αναφορά σε ριζοσπαστικές πολιτικές σκέψεις που θα μπορούσαν να επιφέρουν πραγματική κοινωνική αλλαγή. Το 2012 ο αμερικανός επιχειρηματίας Νικ Χανάουερ κατήγγειλε ότι η ομιλία του δεν ανέβηκε ποτέ στο site της διοργάνωσης γιατί αναφερόταν στην οικονομική ανισότητα των ΗΠΑ και τις καταστροφικές συνέπειες που είχαν οι φοροαπαλαγέςτου μεγάλου κεφαλαίου για το σύνολο της οικονομίας.
Ίσως τελικά, όπως παρτηρούσε ο συγγραφέας Μάρτιν Ρόμπινς από τις σελίδες του βρετανικού περιοδικού New Statesman, οι ομιλίες στα TED όλου του κόσμου δεν πραγματοποιούνται προκειμένου ο ομιλλητής να μοιραστεί με το κοινό τους μια λαμπρή ιδέα αλλά «προκειμένου ο θεατής να κολακευθεί πιστεύοντας ότι είναι ευφυής και συμμετέχει σε ένα στενό κύκλο επαϊόντων, μέσω του οποίου μπορεί να κάνει τον κόσμο καλύτερο. Προκαλεί λέει ο Ρόμπινς τα ίδια συναισθήματα που έχουν και όσοι συμμετέχουν στο κλαμπ της Mensa (για άτομα που συγκεντρώνουν την υψηλότερη βαθμολογία στα τεστ IQ) με τη διαφορά ότι εδώ η ευφυία είναι προαιρετική και η συμμετοχή εξασφαλίζεται μόνο με το χρήμα και τις σωστές διασυνδέσεις».
info-war.gr