Του Μάκη Καβουριάρη
Από τα τέλη της 10ετίας του 2010, βρισκόμαστε μπροστά σε μια μεγάλη κρίση του καπιταλισμού, η οποία, σε πολλές χώρες, πέρασε από το χρηματοπιστωτικό σύστημα στη σφαίρα της πραγματικής οικονομίας με τραγικές συνέπειες για τους εργαζόμενους.
Η ετήσια έκθεση της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας (ILO), που δημοσιεύτηκε πριν λίγες μέρες, είναι αποκαλυπτική αυτών των συνεπειών. Μόνο το 1/4 των εργαζομένων παγκοσμίως έχουν σταθερή εργασία. Αντίθετα, συνεχώς αυξάνονται άτυπες μορφές απασχόλησης κυρίως στις ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού: Τις γυναίκες, τους μετανάστες, τους πρόσφυγες, τους νέους.
Η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας αναφέρεται στην αύξηση των δουλειών του ποδαριού (Γερμανία), στα συμβόλαια εργασίας που δεν αναφέρουν τη διάρκεια της απασχόλησης (Βρετανία) και στις δουλειές που κλείνονται όποτε παρουσιαστεί ανάγκη (Ολλανδία). Σε 3,7 τρισ. δολάρια παγκοσμίως ανήλθε η χαμένη ζήτηση, λόγω της μείωσης των εισοδημάτων από την εργασία.
Στην περίπτωση της Ελλάδας η κρίση δεν περιορίστηκε στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Επεκτάθηκε στην σφαίρα της πραγματικής οικονομίας με τραγικές συνέπειες για τους εργαζόμενους. Κλείσιμο επιχειρήσεων, αύξηση της ανεργίας και ιδιαίτερα της ανεργίας μακράς διάρκειας, η οποία από το 44,6% του συνολικού αριθμού των ανέργων το 2008 έφτασε το 73,5% το 2014, μετανάστευση, ιδιαίτερα στο επιστημονικό δυναμικό της χώρας, αύξηση της μερικής απασχόλησης, μείωση των αποδοχών, μαύρη εργασία, ανασφάλιστοι εργαζόμενοι. Σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Υγείας, οι αποκλεισμένοι από το σύστημα Υγείας υπολογίζονται σε 2,5 με 3 εκατομμύρια.
Δραματικές είναι και οι συνθήκες για τους μετανάστες και τους πρόσφυγες. Ο Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (FRA), σε έκθεσή του αναφέρεται στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες στις χώρες της Ευρώπης και ιδιαίτερα στην Ελλάδα, όπου το μεταναστευτικό αποτελεί δύσκολο και δυσεπίλυτο πρόβλημα. Αναφέρεται επίσης στις ενδοευρωπαϊκές μεταναστεύσεις και σε περιπτώσεις εργασιακού trafficking του οποίου θύματα είναι και Έλληνες μετανάστες σε χώρες της Ε.Ε.
Η κρίση όμως δεν περιορίζεται στον χώρο της οικονομίας. Σε κάθε μεγάλη κρίση του καπιταλισμού συγκρούονται τα συμφέροντα των κοινωνικών ομάδων και εκδηλώνονται οι αντιθέσεις ανάμεσα στο κεφάλαιο (που επιδιώκει τη μεγαλύτερη δυνατή συσσώρευση και κερδοφορία του) και την εργασία (που παλεύει για τη βελτίωση της θέσης της στην παραγωγή και τη διανομή του προϊόντος), ενώ κάποια από αυτές τις ομάδες επιβάλλει τη δική της λύση για το ξεπέρασμα της κρίσης. Το ποια θα το κατορθώσει εξαρτάται από τον βαθμό συνειδητοποίησης των αιτιών της κρίσης, την ωριμότητα και τη σαφήνεια των αιτημάτων, τον συσχετισμό των δυνάμεων που συγκρούονται και την επιλογή των μορφών του αγώνα.
Στην Ελλάδα, οι πολιτικές που επελέγησαν για την αντιμετώπιση της κρίσης οδήγησαν σε σημαντικές αλλαγές στο κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. Τόσο σημαντικές που το πειραματόζωο κινείται περίεργα και υπάρχει κίνδυνος να τεθεί εκτός ελέγχου.
Η διαπραγμάτευση οδηγεί στο bras de fer που παρακολουθούμε ανάμεσα στους δανειστές και τη νεογέννητη αριστερή κυβέρνηση. Από τη μεριά των δανειστών, η διαπραγμάτευση, πέρα από τα οφέλη στο οικονομικό, το γεωπολιτικό, το πολιτιστικό κ.λπ. πεδίο, στα οποία αποβλέπουν, έχει για στόχο την ακύρωση της επικράτησης σε μια χώρα της Ευρώπης μιας αριστερής διακυβέρνησης. Την οποία αντιμετωπίζουν ως απειλή.
Σ’ αυτό το ιδιότυπο bras de fer, το ένα χέρι το σπρώχνει η αγορά. Το άλλο χέρι το σπρώχνει το αντίπαλο στην αγορά δέος. Η άλλη λογική, η άλλη αντίληψη για την ανάπτυξη και την ευημερία, που στηρίζονται σε ένα διαφορετικό σύστημα αξιών, με τον άνθρωπο πάνω από τα κέρδη. Η αγορά που έχει ως στόχο την κερδοφορία αποκλείει τους μη έχοντες τα υλικά και τα άυλα μέσα (εννοώ το κοινωνικό κεφάλαιο και επί το λαϊκότερο «μπάρμπα στην Κορώνη»), για να ανταγωνιστούν τον διπλανό τους.
Το αντίπαλο στην αγορά δέος συσπειρώνει τους έχοντες και τους μη έχοντες, γιατί στοχεύει στην κάλυψη των βασικών αναγκών όλων. Τη διατροφή, τη στέγαση, την υγεία, την παιδεία, τον πολιτισμό. Η επίτευξη αυτού του στόχου απαιτεί νέες μορφές διαχείρισης των παραγωγικών δυνάμεων και οργάνωσης της παραγωγής. Η δημιουργία τους απαιτεί άλλες συναντήσεις και μεγάλες συναντήσεις πολλών κοινωνικών υποκειμένων.
Προς το παρόν, όσα έχουμε συλλαβίσει γύρω από αυτή την άλλη λογική βρίσκονται στο μεγάλο βαρέλι των χαμένων προσδοκιών.
Πηγή:Η Αυγή