Είναι φορές που η οργή σκοτεινιάζει τα μάτια και κανένας, μα κανένας καθωσπρεπισμός δεν μπορεί να καταπνίξει το ξέσπασμα της απογοήτευσης που σκάει στα χείλη και τα χέρια. Είναι από εκείνες τις στιγμές που ένα «άει στο διάολο» έρχεται και παρασύρει τους πάντες και τα πάντα στο πέρασμά του. Ένα παιδί. Ένα δεκάχρονο παιδί βρέθηκε στον δρόμο για ένα εισιτήριο. Ένα παιδί πετάχτηκε σαν σκουπίδι από το λεωφορείο για ένα ευρώ. Ένα παιδί εγκαταλείφθηκε στη μέση του πουθενά επειδή, λέει, ήταν λαθρεπιβάτης. Και η οργή επικεντρώνεται στο πρόσωπο του ανάλγητου, του απάνθρωπου, του πες τον όπως θες οδηγού του λεωφορείου. Και δικαίως. Αλλά, γ@μώ την κοινωνία μου, δεν υπήρχαν άλλοι επιβάτες μέσα σ’ αυτό το λεωφορείο; Δεν υπήρχε ούτε ένας που να μπήκε ανάμεσα στο παιδί και στον οδηγό; Δεν βρέθηκε ένας άνθρωπος είτε να τον εμποδίσει είτε ακόμα και να βάλει το χέρι στην τσέπη και να πληρώσει το εισιτήριο; Κανένας;
Δηλαδή, υπήρχαν άνθρωποι που παρακολούθησαν αυτή την εγκατάλειψη και συνέχισαν τη διαδρομή ώς τον προορισμό τους και μετά πήγαν απλά να διηγηθούν το περιστατικό ή ακόμα και να το καταγγείλουν; Αυτό ήταν;
Δυστυχώς, αυτό ήταν. Μέχρι εκεί είμαστε. Μόνο για να λέμε μετά πως αν ο οδηγός το είχε κάνει στο δικό μου παιδί, θα τον είχα πνίξει. Όταν, όμως, ο οδηγός το έκανε στο παιδί του γείτονα, εμείς κάναμε πως δεν βλέπαμε. Την κρίσιμη στιγμή, όμως, λουφάζουμε στην ατομικότητά μας, στα του οίκου μας και στα ου μπλέξεις. Όπως δεν βρέθηκε κανείς να μπλέξει με τους ελεγκτές σε ένα τρόλεϊ του Περιστερίου εκείνο το αυγουστιάτικο βράδυ του 2013 που σκοτώθηκε ο Θανάσης. Κι εμείς οι ίδιοι θα βγαίνουμε το επόμενο πρωινό στα κανάλια σαν αυτόπτες μάρτυρες του απαράδεκτου περιστατικού και θα καταγγέλλουμε την αναλγησία των άλλων, αφήνοντας στο απυρόβλητο τη δική μας συλλογική απάθεια. Μονίμως μάρτυρες. Που βλέπουμε, αλλά δεν παρεμβαίνουμε. Σιωπηλοί παρατηρητές και λαλίστατοι εισαγγελείς.
Σε λίγες ημέρες ο ιδιοκτήτης του λεωφορείου από την Κόρινθο πολύ πιθανόν να υποστεί κάποιες διοικητικές κυρώσεις από τους υπόλοιπους μετόχους του ΚΤΕΛ. Θα υποστεί τη γενική κατακραυγή και τη δημόσια χλεύη για την απάνθρωπη συμπεριφορά του απέναντι σε ένα δεκάχρονο και ανυπεράσπιστο παιδί. Όσο για τους υπόλοιπους επιβάτες που ήταν παρόντες και αυτόπτες μάρτυρες, αυτοί θα έχουν να διηγούνται σε φίλους και συγγενείς το φοβερό περιστατικό που έζησαν και πιθανότατα θα στολίζουν με τα ανάλογα κοσμητικά επίθετα τον οδηγό. Οι δικαιολογίες του οδηγού, όποιες κι αν είναι αυτές με αφήνουν παγερά αδιάφορο. Θα ήθελα, όμως, πολύ να ακούσω την απάντηση έστω και ενός συνεπιβάτη του αγοριού στο ερώτημα «καλά, εσύ πώς επέτρεψες να γίνει κάτι τέτοιο;».
avgi.gr