Σίγουρα η ιστορία δεν περίμενε να πεθάνει ο Μόραλης για να συνειδητοποιήσει ποιος είναι. Ο ίδιος όσο ζούσε έλεγε χαριτολογώντας «Όταν πεθάνω στις νεκρολογίες μου θα γράφουν. Έφυγε πλήρης ημερών ο ζωγράφος Γιάννης Μόραλης….» Όταν το 1957 εκλέχτηκε στην Σχολή Καλών Τεχνών παμψηφεί ήταν ο μικρότερος καθηγητής που εκλέχτηκε ποτέ. Καθώς οι περισσότεροι της γενιάς του είχαν πλέον φύγει, αστειευόταν: «Με άφησαν τελευταίο να κλείσω την πόρτα…».
Από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες του 20ου αιώνα άρθρωσε με το έργο του έναν εικαστικό λόγο, αλλά παράλληλα δε δίστασε να δοκιμάσει και άλλα μονοπάτια εικαστικής έκφρασης όπως χαρακτική, σκηνογραφία, μικρογλυπτική, κεραμική, αλλά και συνθέσεις με στόχο την αρχιτεκτονική. Ο ίδιος έλεγε: «Η ζωγραφική δεν θέλει εξηγήσεις».
Ο Μόραλης όπως και άλλοι της γενιάς του, έμαθε στη μακρόχρονη μαθητεία του ότι η ικανότητα να δίνει πληροφορίες με το περιεχόμενο της εικόνας του είναι καθήκον του καλλιτέχνη, που πρέπει να συνυπάρχει στην τέχνη του.
Ξαπλωμένες μορφές, γωνίες, καμπύλες, μέλη, γυναικεία σώματα που τυλίγονται σε ύφασμα, συνθέσεις, επιτύμβια που τα νιώθεις σαν οικεία μνημεία, είναι κάποιες από τις εικόνες που μας έρχονται στο μυαλό και όλα αυτά ζωγραφισμένα με μια αδύνατη πλαστικότητα στη διαμόρφωση των μορφών, που αντανακλούν τη μεγαλύτερη πνευματική ένταση.
Έχοντας διαγράψει μια πορεία ο Γιάννης Μόραλης παίρνει τη θέση του στο στερέωμα της τέχνης. Καλλιτέχνης μιας γενιάς που καταγράφει, ανησυχεί, στοχάζεται, δημιουργεί σπουδαία έργα κάνοντας τα έργα αυτά αναπόσπαστο κομμάτι της εποχής αυτής.
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ ΓΙΑΝΝΗ ΜΟΡΑΛΗ
1916 Στις 23 Απριλίου/6 Μαΐου γεννιέται στην Άρτα ο Γιάννης, δεύτερο παιδί από τα τέσσερα – τα άλλα τρία είναι η Όλγα, η Θεοδώρα και ο Γιώργος – του Κωνσταντίνου Μόραλη, φιλολόγου και της Βασιλικής, το γένος Αναστασίου Μιχάλη.
1922 Η οικογένεια του Γιάννη Μόραλη εγκαθίσταται στην Πρέβεζα, όπου ο πατέρας του Κωνσταντίνος μετατίθεται ως γυμνασιάρχης.
1927 Μόνιμη εγκατάσταση στην Αθήνα. Ο Μόραλης έχει ήδη πάρει την απόφαση να γίνει ζωγράφος και έτσι, παράλληλα με τα σχολικά μαθήματα, παρακολουθεί συντροφιά με τον πατέρα του τις Κυριακάτικες παραδόσεις στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών.
1931 Σε ηλικία δεκαπέντε μόλις χρόνων προετοιμάζεται από το ζωγράφο Γιάννη Γεωργιόπουλο, μετέπειτα γαμπρό του, για τις εισαγωγικές εξετάσεις στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών. Επιτυγχάνει και εγγράφεται στο προπαρασκευαστικό με καθηγητή το Δημήτριο Γερανιώτη. Στη συνέχεια εγγράφεται στο εργαστήρι του Ουμβέρτου Αργυρού, αφού πέρασε για λίγο από το εργαστήρι του Κωνσταντίνου Παρθένη.
1932 Συμμετέχει στην έκθεση μαθητών της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών και δημοσιεύεται η πρώτη ενθουσιώδης κριτική για το έργο του από τον Δ. Κόκκινο στο περιοδικό Νέα Εστία.
1933 Τα απογεύματα φοιτά στο εργαστήρι χαρακτικής του Γιάννη Κεφαλληνού, που μόλις είχε αρχίσει να λειτουργεί, μαζί με τους Τάσσο, Δήμου, Ντάκο και Ραφαήλ.
1936 Αποφοιτά από τη Σχολή Καλών Τεχνών. Στη διάρκεια των Σπουδών του διακρίνεται για την επιμέλεια και την επίδοσή του και τιμάται με βραβεία και επαίνους. Συμμετέχει στην έκθεση Ελληνικής Χαρακτικής στην Τσεχοσλοβακία, όπου οι ξυλογραφίες του προκαλούν ιδιαίτερη εντύπωση. Κερδίζει σε διαγωνισμό υποτροφία της Ακαδημίας Αθηνών, από το κληροδότημα της Ουρανίας Κωνσταντινίδου, για σπουδές ψηφοθετικής στο εξωτερικό.
1937 Το Μάρτιο πεθαίνει ο πατέρας του, ο οποίος επηρέασε βαθιά τη διαμόρφωση του χαρακτήρα του και έπαιξε τον κυριότερο λόγο στην απόφασή του να ακολουθήσει τον καλλιτεχνικό δρόμο. Στις 16 Ιουνίου αναχωρεί για τη Ρώμη με το ζωγράφο και συμμαθητή του Νίκο Νικολάου, ύστερα από φιλική συμφωνία να φύγουν και οι δυο μαζί στο εξωτερικό για σπουδές, όποιος κι αν κέρδιζε την υποτροφία. Στις 17 Νοεμβρίου εγκαθίσταται στο Παρίσι, εγγράφεται στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών και παρακολουθεί μαθήματα ζωγραφικής κοντά στον Σαρλ Γκερέν και τοιχογραφίας κοντά στον Ντυκό ντε λ’ Άιγ. Παράλληλα φοιτά στη Σχολή Τεχνών και Επαγγελμάτων κοντά στον καθηγητή Μάνι, όπου διδάσκεται φηφοθετική σύμφωνα με τους όρους της υποτροφίας του.
1939 Εκρήγνυται ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Ο Μόραλης αναγκάζεται, όπως και οι περισσότεροι σπουδαστές, να εγκαταλείψει τις σπουδές του στο Παρίσι και το Σεπτέμβριο επιστρέφει στην Ελλάδα. Εκθέτει με την Ομάδα «Ελεύτεροι Καλλιτέχνες» στον Πειραιά και παρουσιάζει μια σειρά< χαρακτικών.
1940 Την Άνοιξη κατατάσσεται στο στρατό και υπηρετεί τη θητεία του. Συμμετέχει στην τελευταία προπολεμική Πανελλήνια Έκθεση στο Ζάππειο, εκθέτοντας τα έργα «Γυμνό», «Καπέλα», «Προσωπογραφία του ζωγράφου Θ.Χ.» και «Προσωπογραφίες». Τιμάται με το χάλκινο μετάλλιο.
1941 Παντρεύεται τη Μαρία Ρουσσέν. Τα χρόνια της κατοχής ασχολείται με την προσωπογραφία για να αντιμετωπίσει τα οικονομικά του προβλήματα, ενώ παράλληλα συνεχίζει να δουλεύει εντατικά, αποβλέποντας στη συνεχή βελτίωση και εξέλιξή του.
1945 Χωρίζει από τη Μαρία Ρουσσέν
1947 Παντρεύεται τη γλύπτρια Αγλαΐα Λυμπεράκη. Στο σπίτι τους στη Νέα Κηφισιά αφοσιώνεται αποκλειστικά στη ζωγραφική του και διαμορφώνει καθοριστικά το χαρακτήρα της δουλειάς του. Αποκτούν ένα γιο, τον Κωνσταντίνο, το μόνο παιδί του. Εκλέγεται τακτικός καθηγητής της Προπαρασκευαστικής Τάξης στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών.
1948 Εκθέτει στην Πανελλήνια Έκθεση στο Ζάππειο τα έργα «Έγκυος Γυναίκα», «Το Τραπέζι», «Ο ζωγράφος με τη γυναίκα του» και «Δύο φίλες», τα οποία προκαλούν ιδιαίτερη αίσθηση.
1949 Μαζί με τους ζωγράφους Νίκο Χατζηκυριάκο-Γκίκα, Γιάννη Τσαρούχη, Νίκο Νικολάου, Νίκο Εγγονόπουλο, Γιώργο Μανουσάκη, Γιώργο Μαυροΐδη, Λιλή Αρλιώτη, Ανδρέα Βουρλούμη, Έλλη Βοΐλα, Κοσμά Ξενάκη, Νίκο Γεωργιάδη, Παναγιώτη Τέτση, Μίνω Αργυράκη, Νέλλη Ανδρικοπούλου, Καίτη Αντύπα, Μαριλένα Αραβαντινού, Ευγένιο Σπαθάρη και τους γλύπτες Κλέαρχο Λουκόπουλο, Αγλαΐα Λυμπεράκη, Ναταλία Μελά και Γιώργο Γεωργίου, ιδρύουν την καλλιτεχνική ομάδα «Αρμός». Συμμετέχει στην έκθεση της ομάδας στο Ζάππειο από τις 10 Δεκεμβρίου ως τις 25 Ιανουαρίου 1950. Στη συνέχεια η έκθεση μεταφέρεται στη Θεσσαλονίκη.
1951 Αναλαμβάνει να σκηνοθετήσει τα σκηνικά και τα κοστούμια για το μπαλέτο «Έξι λαϊκές ζωγραφιές» σε χορογραφία Ραλλούς Μάνου και μουσική του Μάνου Χατζιδάκι που παρουσιάζει το Ελληνικό Χορόδραμα. Έτσι αρχίζει μια γόνιμη συνεργασία που θα συνεχιστεί για δεκαπέντε περίπου χρόνια.
1952 Συμμετέχει στην Πανελλήνια Έκθεση στο Ζάππειο εκθέτοντας τα έργα «Γυμνό», «Σύνθεση», «Μορφή» και στην έκθεση της ομάδας «Αρμός» από τον Δεκέμβριο ως τον Ιανουάριο 1953.
1953 Επισκέπτεται τη Ρωσία με πρόσκληση της ρωσικής Κυβέρνησης μαζί με εκπροσώπους του πνεύματος και της πολιτικής από την Ελλάδα και την Ευρώπη.
1954 Αρχίζει τη συνεργασία του με το Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν και σχεδιάζει τα σκηνικά και τα κοστούμια για την παράσταση «Γυμνές μάσκες», τέσσερα μονόπρακτα του Πιραντέλλο. Συμμετέχει σε έκθεση Ελλήνων καλλιτεχνών στο Βελιγράδι και τον Καναδά.
1955 Χωρίζει από την Αγλαΐα Λυμπεράκη.
1957 Εκλέγεται ταχτικός καθηγητής του Εργαστηρίου Ζωγραφικής στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών. Αρχίζει να συνεργάζεται με το Εθνικό Θέατρο και φιλοτεχνεί τα σκηνικά και τα κοστούμια για το έργο «Τα χέρια του ζωντανού θεού» του Π. Πρεβελάκη σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολωμού.
1958 Συμμετέχει στην Μπιενάλε της Βενετίας μαζί με το ζωγράφο Γιάννη Τσαρούχη και τον γλύπτη Αντώνη Σώχο. Εκθέτει εικοσιτέσσερα λάδια, σκηνικά και κοστούμια, λιθογραφίες και σχέδια, τα οποία εντυπωσιάζουν το κοινό και τους κριτικούς και προτείνεται για ένα μικρό διεθνές βραβείο, όπου πήρε τρεις ψήφους. Το δημοτικό Μουσείο του Τορίνο αγοράζει τη σύνθεση «Εσωτερικό» για τη συλλογή του.
1959 Οργανώνει την πρώτη του ατομική έκθεση στην αίθουσα εκθέσεων «Αρμός» στην Αθήνα και παρουσιάζει τα έργα που εξέθεσε στην Βενετία και μερικές συνθέσεις ακόμη. Τα έργα αυτά ολοκληρώνουν την καλλιτεχνική ωριμότητα του ζωγράφου και ορίζουν την αρχή μιας νέας εποχής. Οι αρχιτέκτονες Πρ. Βασιλειάδης, Ε. Βουρέκας και Σ. Στάικος προτείνουν στον Μόραλη να μελετήσει και να υποβάλει σχέδια για τη διακόσμηση των εξωτερικών τοίχων της Β.Δ. και Ν.Α. πλευράς του ξενοδοχείου Χίλτον. Τα σχέδια εγκρίνονται και αρχίζει η εκτέλεση του έργου, μια εργασία επίπονη και μακρόχρονη. Από τότε συνεργάζεται με αρχιτέκτονες, έλληνες και ξένους, όπως οιSir Basil Spence και Antony Blee. Μια σειρά έργων που κοσμεί δημόσια κτίρια και κατοικίες. Συμμετέχει στην έκθεση «Η σκηνογραφία στην Ελλάδα» που οργανώθηκε από το σύλλογο μαθητών του Γαλλικού Ινστιτούτου. Φιλοτεχνεί την προμετωπίδα της ποιητικής σύνθεσης «Άξιον εστί» του Οδυσσέα Ελύτη για τον εκδοτικό οίκο Ίκαρος με τον οποίο συνεργάζεται.
1960-1961 Φιλοτεχνεί συνθέσεις που εντάσσονται στην αρχιτεκτονική για το ξενοδοχείο του Ε.Ο.Τ. στη Φλώρινα, το «Μον Παρνές» στην Πάρνηθα, το εστιατόριο «Ωκεανίς» στη Βουλιαγμένη και δημιουργεί τις συνθέσεις με χρωματιστές τσιμεντένιες πλάκες στα περίπτερα του Ο.Λ.Π. στην Ακτή Καραϊσκάκη. Συμμετέχει σε έκθεση στη Δημοτική Πινακοθήκη Αμμοχώστου. Φιλοτεχνεί την προμετωπίδα για την ποιητική σύνθεση «Έξι και μια τύψεις για τον ουρανό» του Οδυσσέα Ελύτη για τον εκδοτικό οίκο Ίκαρος.
1962 Εκτός από τα δύο εξωτερικά τοιχία και το μωσαϊκό της αυλής, ο Γιάννης Μόραλης φιλοτεχνεί και τις κεραμικές συνθέσεις στο περίπτερο του Ε.ΟΤ. «Διόνυσος» στου Φιλοπάππου. Έτσι αρχίζει η συνεργασία του με την κεραμίστρια Ελένη Βερναδάκη που συνεχίστηκε για πολλά χρόνια. Εκλέγεται τακτικό μέλος του Ινστιτούτου Γραμμάτων και Τεχνών (F.I.A.I.). Ολοκληρώνεται στο Χίλτον η εγχάρακτη σύνθεση σε γιαννιώτικο μάρμαρο και γίνονται τα εγκαίνια του6 ξενοδοχείου. Φιλοτεχνεί την προμετωπίδα της ποιητικής σύνθεσης «Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας» του Οδυσσέα Ελύτη για τις εκδόσεις Ίκαρος.
1963 Παρουσιάζει σε δεύτερη ατομικά έκθεση στην γκαλερί «Χίλτον» την καλλιτεχνική δημιουργία των τριών τελευταίων χρόνων. Εξέχουσα θέση κατέχει η σειρά «Επιτύμβια», Α, Β, Γ, Δ, Ε και Ζ καθώς και τα σχέδια και οι μελέτες για τις αρχιτεκτονικές εφαρμογές.
1965 Του απονέμεται ο Ταξιάρχης του Φοίνικα. Ο εκδοτικός οίκος Ίκαρος του ζητά να εικονογραφήσει τη συλλογή «Ποιήματα» του Γεωργίου Σεφέρη. Δέκα συνθέσεις παρεμβάλλονται μεταξύ των ποιημάτων –ζωγραφικά σχόλια όπως τα ονόμασε ο ίδιος ο ποιητής. Συμμετέχει στην έκθεση «Διακοσμητικά υφαντά τοίχου σε σχέδια ελλήνων ζωγράφων» στην Αίθουσα Τέχνης Αθηνών – Χίλτον και στη Μπιενάλε Ταπισερί της Λωζάνης.
1973 Παίρνει μέρος στη Διεθνή Έκθεση Χειροτεχνίας στο Μόναχο και βραβεύεται με χρυσό μετάλλιο (ταπισερί).
1978 Τέταρτη ατομική έκθεση στην γκαλερί Ζουμπουλάκη. Τα έργα που εκθέτει έχουν φιλοτεχνηθεί κυρίως στην Αίγινα. Μια μεγάλη ενότητα φέρει τον τίτλο «Πανσέληνος». Συμμετέχει στην Διεθνή Έκθεση «Seconde rencontre international d’ art contemporain» στο Grand Palais στο Παρίσι, μαζί με 22 έλληνες ζωγράφους και γλύπτες που διάλεξε η Εθνική Πινακοθήκη.
1979 Του απονέμεται το Αριστείο των Τεχνών από την Ακαδημία Αθηνών.
1983 Μετά από πέντε χρόνια δουλειάς, σκέψης έρευνας, ο Μόραλης παρουσιάζει στην Πέμπτη ατομική του έκθεση στην Γκαλερί Ζουμπουλάκη τη δημιουργία των τελευταίων χρόνων. Αποχωρεί από την Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών στις 31 Αυγούστου μετά από 36 χρόνια συνεχούς διδασκαλίας και προσφοράς.
1985 Φιλοτεχνεί την κεραμική σύνθεση για το νέο Δημαρχιακό Μέγαρο Αθηνών.
1988 Αναδρομική έκθεση των έργων του στην Εθνική Πινακοθήκη.
1999 Του απονεμήθηκε το μετάλλιο του Ταξιάρχη της Τιμής.
2009 Το Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τραπέζης (ΜΙΕΤ) σε συνεργασία με την γκαλερί Ζουμπουλάκι παρουσιάζει στο Μέγαρο Εϋνάρδου (Αγίου Κωνσταντίνου 20), από 16 Ιανουαρίου ως 15 Φεβρουαρίου την έκθεση, «Γιάννης Μόραλης. Σχέδια 1934 – 1994». Ο Γιάννης Μόραλης πεθαίνει το Δεκέμβριο στην Αθήνα.
2011 Το Μουσείο Μπενάκη, παρουσίασε στο κεντρικό κτίριο από 9 Φεβρουαρίου μέχρι τις 30 Απριλίου την έκθεση έργων του Γιάννη Μόραλη με τίτλο «Γιάννης Μόραλης – Αρχιτεκτονικές Συνθέσεις». Η Εθνική Πινακοθήκη παρουσιάζει από 12 Μαΐου έως 29 Αυγούστου τιμητική έκθεση με τίτλο, «Γιάννης Μόραλης, ένας κλασσικός του 20ου αιώνα». Η έκθεση περιλαμβάνει 113 έργα του αείμνηστου Έλληνα καλλιτέχνη, τα οποία είχε δωρίσει ο ίδιος το 1988 στην Εθνική Πινακοθήκη.
Πηγή: Το χρονολόγιο του Μόραλη είναι από τον τόμο “Γιάννης Μόραλης”, έκδοση του Ομίλου Εταιριών Εμπορικής Τράπεζας, σε επιμέλεια του Βασίλη Φωτόπουλου.