AP PHOTO/ SANTI PALACIOS
«Ο διακινητής με παρενοχλούσε. Προσπάθησε να με αγγίξει μερικές φορές… Φοβόμουν πολύ, κυρίως επειδή ακούμε ιστορίες για γυναίκες που δεν μπορούν να πληρώσουν και στις οποίες δίνεται η επιλογή να κοιμηθούν με τους διακινητές για να έχουν έκπτωση».
«Ποτέ δεν κατάφερα να κοιμηθώ σε καταυλισμό… Οι σκηνές ήταν όλες μικτές και έγινα μάρτυρας βίας... Στους καταυλισμούς είμαστε πολύ ευάλωτες στο να μας αγγίξουν, και οι γυναίκες δεν μπορούν να παραπονεθούν ιδιαίτερα και δεν θέλουν να δημιουργήσουν θέματα για να μη διαταράξουν το ταξίδι τους».
«Η αστυνομία μάς μετέφερε σε ένα άλλο μέρος, το οποίο ήταν ακόμη χειρότερο. Ηταν γεμάτο κλουβιά και δεν έμπαινε αέρας μέσα. Ημασταν κλειδωμένοι. Οι τουαλέτες ήταν χειρότερες απ’ ό,τι στους άλλους καταυλισμούς· έχω την εντύπωση ότι τις διατηρούν επίτηδες έτσι, για να μας κάνουν να υποφέρουμε… Η αστυνομία χτύπησε μια Σύρα από το Χαλέπι επειδή ικέτευσε να την αφήσουν ελεύθερη… Το ίδιο συνέβη σε μια Ιρανή επειδή ζήτησε επιπλέον φαγητό για τα παιδιά της».
«Οι άνθρωποι άρχισαν να ουρλιάζουν και να φωνάζουν, οπότε η αστυνομία μάς επιτέθηκε και χτυπούσε τους πάντες με κλομπ. Χτυπούσαν ακόμη και μικρότερα παιδιά. Χτυπούσαν τους πάντες ακόμη και στο κεφάλι. Με χτύπησαν στο χέρι με κλομπ. Ζαλίστηκα και έπεσα, με πατούσαν άλλοι άνθρωποι. Εκλαιγα και χωρίστηκα από τη μητέρα μου».
Η Νάχλα, η Ριμ, η Ράνια, η Μαριάμ… όλες νεότερες των 20 ετών, είναι μόνο μερικές από τις 40 γυναίκες και κορίτσια πρόσφυγες που μίλησαν στη Διεθνή Αμνηστία για την τρομακτική εμπειρία του ταξιδιού τους από την Τουρκία και την Ελλάδα για να φτάσουν μέσω των Βαλκανίων στη Γερμανία και τη Νορβηγία.
Απειλές, ανασφάλεια, κακοποίηση, οικονομική εκμετάλλευση, ταπεινώσεις, προσβολές, εκβιασμοί για να τις εξαναγκάσουν σε σεξουαλικές επαφές, όχι μόνο από διακινητές αλλά και από άλλους πρόσφυγες και από προσωπικό ασφαλείας, σημαδεύουν σε κάθε βήμα της οδύσσειας του ξεριζωμού τους γυναίκες και κορίτσια που ταξιδεύουν μόνες ή με τα παιδιά τους και πολλές από αυτές έγκυοι.
Ακόμη και σε ευρωπαϊκό έδαφος, σε ζώνες διέλευσης και καταυλισμούς της Ουγγαρίας, της Κροατίας, της ίδιας της Ελλάδας.
«Αυτές οι γυναίκες και τα παιδιά τους έχουν δραπετεύσει από μερικές από τις πιο επικίνδυνες περιοχές του κόσμου και είναι ντροπή το γεγονός ότι εξακολουθούν να βρίσκονται σε κίνδυνο στο ευρωπαϊκό έδαφος. Αν αυτή η ανθρωπιστική κρίση εκτυλισσόταν οπουδήποτε αλλού στον κόσμο, θα αναμέναμε να γίνουν άμεσα, πρακτικά βήματα…
Κάτι τέτοιο θα συμπεριλάμβανε, κατ’ ελάχιστον, την εγκατάσταση τουαλετών καλά φωτισμένων και χωριστών για κάθε φύλο, καθώς και ξεχωριστών, ασφαλών χώρων ύπνου. Χρειάζεται να γίνουν περαιτέρω βήματα για να διασφαλιστεί ότι οι γυναίκες πρόσφυγες, ιδίως εκείνες που κινδυνεύουν περισσότερο, θα ταυτοποιούνται και θα εφαρμόζονται ειδικές διαδικασίες και υπηρεσίες για να εξασφαλιστεί η προστασία των βασικών τους δικαιωμάτων και της ασφάλειάς τους», σημείωσε η Τιράνα Χασάν, διευθύντρια Αντιμετώπισης Κρίσεων της Διεθνούς Αμνηστίας παρουσιάζοντας την έρευνα και προσθέτοντας το αυτονόητο προς μια κωφεύουσα Ευρώπη:
«Κανείς δεν θα έπρεπε να αναγκάζεται να ακολουθεί αυτές τις επικίνδυνες διαδρομές. Ο καλύτερος τρόπος για να αποφευχθούν οι καταχρήσεις και η εκμετάλλευση από τους διακινητές είναι να επιτρέψουν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ασφαλείς και νόμιμες διαδρομές, ήδη από την αρχή του ταξιδιού των προσφύγων. Για εκείνους/ες που δεν έχουν άλλη επιλογή, είναι εντελώς απαράδεκτο το γεγονός ότι η διέλευσή τους από την Ευρώπη τούς/τις εκθέτει σε περαιτέρω εξευτελισμό, αβεβαιότητα και ανασφάλεια».