Σε έναν κινηματογραφικό κόσμο γεμάτο πλέον με σκοτεινές και ρεαλιστικές κόμικ μεταφορές, και μελαγχολικούς, ενίοτε σοβαροφανείς σούπερ ήρωες, το Deadpool θα μπορούσε να προσφέρει μια πιο ανάλαφρη, κωμική εναλλακτική. Δεν θα ήταν το πρώτο που θα είχε αποπειραθεί να το κάνει. Το Kick-Ass του Matthew Vaughn, αλλά και άλλες ταινίες όπως το Hancock, έπαιξαν επιτυχημένα με τα στερεότυπα του είδους όπως έχει εξελιχθεί, ανανεώνοντάς το.
O Deadpool είναι χαρακτήρας της Marvel και των X-Men, γνωστός για την αθυροστομία του, και την όχι-clean-cut ηθική του (είναι μισθοφόρος δολοφόνος). Ο ήρωας επίσης ‘σπάει’ πολύ συχνά τη σύμβαση του 4ου τοίχου, και μιλά απευθείας στο κοινό ή του κλείνει το μάτι, τόσο στα κόμικ, όσο και στην πρόσφατη κινηματογραφική μεταφορά.
Ωστόσο, η ταινία του Tim Miller προσπαθεί υπερβολικά (‘trying too hard’ το λένε οι αγγλόφωνοι). Γεμάτη από αστεία για πέη, τα οποία από ένα σημείο και μετά χάνουν το ανατρεπτικό ‘edge’ τους, και παραφορτωμένη με meta-χιουμορ, είναι περισσότερο κουραστική παρά διασκεδαστική, ενώ απευθύνεται βασικά στους φαν, δηλαδή σε ένα κοινό που γνωρίζει ήδη το original υλικό των κόμικ.
Μερικά παραδείγματα της εν λόγω ‘μάρκας’ meta-χιούμορ : στους τίτλους αρχής οι ηθοποιοί και οι συντελεστές δεν αναφέρονται με τα ονόματά τους, αλλά ως ‘η καυτή γκόμενα’, ‘ο υπερεκτιμημένος βλάκας’ (ο σκηνοθέτης), ‘οι πραγματικοί ήρωες εδώ γύρω’ (οι σεναριογράφοι), κ.ό.κ. Σε κάποια άλλη σκηνή ο ήρωας ρωτάει έναν άλλο χαρακτήρα (τoν Colossus, μέλος των X-Men), ο οποίος μόλις έχει αναφερθεί στον καθηγητή Xavier, εάν εννοεί τον James McAvoy ή τον Patrick Stewart (οι δύο ηθοποιοί που έχουν ερμηνεύσει τον Xavier στις ταινίες X-Men). Τέτοιου είδους αυτοαναφορικά ή υπερβολικά εγκεφαλικά αστεία χάνονται, όταν το κοινό δεν έχει ιδέα για ποιο πράγμα μιλάνε οι χαρακτήρες.
Εν τέλει το Deadpool φαίνεται να είναι φτιαγμένο από φαν για φαν, και αυτό είναι ΟΚ, αρκεί να μην φτάνουμε σε σημείο μεταμοντερνικού πολιτισμικού αυτισμού (που εδώ, κατά τη γνώμη μας, όχι μόνο δεν αποφεύγεται, αλλά αντιθέτως γίνεται σημαία). Είναι λογικό επίσης ως ένα βαθμό -λαμβάνοντας υπόψη και την όλη στόχευση της άλλοτε ευφυούς, άλλοτε απλά εξυπνακίστικης εκστρατείας marketing της ταινίας στην οποία, είναι φανερό ότι διοχετεύτηκε μεγάλη προσπάθεια- το γεγονός ότι οι συντελεστές ‘γλείφουν’ τη ‘fan base’ σε κάθε ευκαιρία, αλλά έτσι ταυτόχρονα σνομπάρουν το υπόλοιπο κομμάτι του κοινού (που είναι και το μεγαλύτερο). Ο δε ετοιμόλογος ήρωας της ταινίας συχνά μοιάζει απλώς αντιπαθής.
Στα συν, μερικές εντυπωσιακές σκηνές μάχης μεταξύ υπερηρώων, αλλά κατά τα άλλα τίποτα το αξιομνημόνευτο.