Είμαι εναντίον* της κάθε τιμητικής διάκρισης, απ΄ όπου και αν προέρχεται….
Είμαι εναντίον των βραβείων γιατί μειώνουν την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Βραβεύω σημαίνει αναγνωρίζω την αξία κάποιου κατώτερου μου – και κάποτε πρέπει να απαλλαγούμε από την συγκατάβαση των μεγάλων.
Παίρνω βραβείο σημαίνει παραδέχομαι πνευματικά αφεντικά – και κάποτε πρέπει να διώξουμε τα αφεντικά από την ζωή μας.
Είμαι εναντίον των χρηματικών επιχορηγήσεων, σιχαίνομαι τους φτωχοπρόδρομους που απλώνουν το χέρι τους για παραδάκι. Οι χορηγίες μεγαλώνουν την μανία μας για διακρίσεις και την δίψα μας για λεφτά΄ ξεπουλάνε την ατομική ανεξαρτησία μας.
Είμαι εναντίον των σχέσεων με το κράτος και βρίσκομαι σε διαρκή αντιδικία μαζί του. Πότε μου δεν πάτησα σε υπουργείο, και το καυχιέμαι. Η μόνη μου εξάρτηση από το κράτος είναι η εφορία, που με γδέρνει.
Είμαι εναντίον των εφημερίδων. Χαντακώνουν αξίες, ανεβάζουν μηδαμινότητες, προβάλλουν ημετέρους, αποσιωπούν τους απροσκύνητους΄ όλα τα μαγειρεύουν, όπως αυτές θέλουν. Δεξιές, αριστερές, κεντρώες – όλες το ίδιο σκατό.
Είμαι εναντίον κάθε ιδεολογίας, σε οποιαδήποτε απόχρωση και αν μας την πασέρνουν. Όσο πιο γοητευτικές και προοδευτικές είναι οι ιδέες, τόσο πιο τιποτένια ανθρωπάκια μπορεί να κρύβονται από πίσω τους. Όσο πιο όμορφα τα λόγια τους, τόσο πιο ύποπτα τα έργα τους. Όσο πιο υψηλοί οι στόχοι, τόσο πιο άνοστοι οι στίχοι.
Είμαι, προπάντων, εναντίον κάθε ατομικής φιλοδοξίας, που καθημερινά μας οδηγεί σε μικρούς και μεγάλους συμβιβασμούς. Αν σήμερα κυριαρχούν παραγοντίσκοι και τσανάκια, δεν φταίει μόνο το κωλοχανείο΄ φταίνε και οι δικές μας παραχωρήσεις και αδυναμίες. Αν πιάστηκε η μέση του οδοκαθαριστή, φταίμε και εμείς που πετούμε το τσιγάρο μας στο δρόμο. Κι αν η λογοτεχνία μας κατάντησε σκάρτη, μήπως δεν φταίει και η δική μας σκαρταδούρα.
(Kείμενο του 1977, στο περιοδικό ΔΙΑΓΩΝΙΟΣ, αρ. 1, Ιανουάριος – Απρίλιος 1979)
Ποιητής, πεζογράφος, φιλόλογος καὶ κριτικὸς, o Ντίνος Χριστιανόπουλος (λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Κωνσταντίνου Δημητριάδη) γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη σαν σήμερα 20 Μαρτίου του 1931. Φοίτησε στο τμήμα Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και από το 1958 ως το 1965 εργάστηκε ως βιβλιοθηκάριος στη Δημοτική Βιβλιοθήκη της πόλης. Παράλληλα το 1958 ίδρυσε και ανέλαβε υπό τη διεύθυνσή του το περιοδικό “Διαγώνιος”, που κυκλοφόρησε ως το 1983 με ολιγόχρονες παύσεις.
Το 1962 δημιούργησε τις “Εκδόσεις της Διαγωνίου” και από το 1965 εργάστηκε ως διορθωτής και επιμελητής. Το 1974 ίδρυσε τη Μικρή Πινακοθήκη της Διαγωνίου που έχει ως στόχο την προβολή νέων καλλιτεχνών της συμπρωτεύουσας, με στενούς συνεργάτες του Κάρολο Τσίζεκ και Νίκο Νικολαΐδη. Την πρώτη του εμφάνιση στη λογοτεχνία πραγματοποίησε το 1949 με τη δημοσίευση του ποιήματος “Βιογραφία” στο περιοδικό της Θεσσαλονίκης “Μορφές”.
Τον επόμενο χρόνο κυκλοφόρησε η πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο “Εποχή των ισχνών αγελάδων”.
Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος τοποθετείται ανάμεσα στους σημαντικότερους ποιητές της ομάδας που είναι γνωστή ως “Κύκλος της Διαγωνίου” και κινήθηκε στο πλαίσιο του ομώνυμου περιοδικού που ο ίδιος ίδρυσε (Νίκος – Αλέξης Ασλάνογλου, Γιώργος Ιωάννου, Τάσος Κόρφης, Βασίλης Καραβίτης κ.α.). Η ποίησή του χαρακτηρίζεται από έντονα ερωτική διάθεση και επιρροές από το έργο του Κωνσταντίνου Καβάφη. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Ντίνου Χριστιανόπουλου βλ. Ζήρας Αλεξ., “Χριστιανόπουλος Ντίνος”, Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό 9β. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1988. (Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
Και τι δεν κάνατε για να με θάψετε
όμως ξεχάσατε πως ήμουν σπόρος.
(Μικρά ποιήματα από τη συλλογή ”Το κορμί και το σαράκι”)
Επιλογή από ποιήματά του:
Ενός λεπτού σιγή (Εσείς που βρήκατε τον άνθρωπό σας)
Ιθάκη (Δεν ξέρω αν έφυγα από συνέπεια)
Απολογισμός της μοναξιάς (Σπασμένες μέσα μου εικόνες ανταπόκρισης)
Βρόχος (Τώρα που σ’ έχω διαγράψει απ’ την καρδιά μου)
Εκείνοι που μάς παίδεψαν (Εκείνοι που μας παίδεψαν βαραίνουν μέσα μας πιο πολύ)
Έρωτας (Να σου γλείψω τα χέρια, να σου γλείψω τα πόδια)
Με κατάνυξη (‘Ελα να ανταλλάξουμε κορμί και μοναξιά)
Όταν σε περιμένω (‘Οταν σε περιμένω και δεν έρχεσαι)
Τέλος (Τώρα που βρήκα πια μιαν αγκαλιά)
Εγκαταλείπω την ποίηση (Εγκαταλείπω την ποίηση δε θα πει προδοσία)
Η θάλασσα (Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα)
Μικρά ποιήματα από «Το κορμί και το σαράκι»
Επικίνδυνη μοναξιά (Όταν τις νύχτες τριγυρνώ στη μοναξιά μου)
Αναστολή (Ό,τι ονειρεύτηκα τόσα και τόσα βράδια)
Eκείνοι που μας παίδεψαν (Εκείνοι που μας παίδεψαν βαραίνουν μέσα μας πιο πολύ)
Ενός λεπτού σιγή (Εσείς που βρήκατε τον άνθρωπό σας)
Το δάσος (Δεν ξεριζώνονται οι νύχτες από μέσα μας)
Ο φωτογράφος (Σ΄ αυτήν εδώ τη γειτονιά / σ΄ αυτά εδώ τα μέρη)
Τί να τα κάνω τα τραγούδια σας (…ποτέ δε λένε την αλήθεια)
Ιθάκη (Δεν ξέρω αν έφυγα από συνέπεια)
Απολογισμός της μοναξιάς (Σπασμένες μέσα μου εικόνες ανταπόκρισης)
Βρόχος (Τώρα που σ΄ έχω διαγράψει απ΄ την καρδιά μου)
Έρωτας (Να σου γλείψω τα χέρια, να σου γλείψω τα πόδια)
Με κατάνυξη (Έλα ν΄ ανταλλάξουμε κορμί και μοναξιά)
Όταν σε περιμένω (Όταν σε περιμένω και δεν έρχεσαι)
Τέλος (Τώρα που βρήκα πια μιαν αγκαλιά)
Εγκαταλείπω την ποίηση (Εγκαταλείπω την ποίηση δε θα πει προδοσία)
Η θάλασσα (Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα)
Μικρά ποιήματα από «Το κορμί και το σαράκι»
39 ποιήματα :
Το πεινασμένο σκυλί (Μια διαδήλωση κατεβαίνει στην Τσιμισκή)
Υπογεγραμμένη (Μην καταργείτε την υπογεγραμμένη)
Μαγδαληνή (Τον ξεχώρισα μόλις τον είδα, ήμουνα τακτική στα κηρύγματά του)
Στο δρόμο της Δαμασκού (Αδύνατο να δούμε τίποτε∙ μόνο ακούγαμε)
Σαββάτο βράδυ (απ’ το Βαρδάρι ως το Συντριβάνι)
Τσαϊράδα (Εδώ δεν είναι τόπος να πλαγιάσουμε)
Ένας ευήθης μαλώνει τα δέντρα (Δε λέω, έχετε δίκιο. Όμως κι εσείς τι κάνατε ως τώρα για ν’ αποτρέψετε τις πυρκαγιές;)
Τι κέρδισα (Δυο χρόνια τώρα έδινα, και τίποτα δεν έπαιρνα)
Τύψεις (Όσο περνούν οι μέρες και μακραίνει)
Εκείνοι που μας παίδεψαν (Εκείνοι που μας παίδεψαν βαραίνουν μέσα μας πιο πολύ)
Το δάσος (Δεν ξεριζώνονται οι νύχτες από μέσα μας)
Εγκαταλείπω την ποίηση (Εγκαταλείπω την ποίηση δε θα πει προδοσία)
Τι γυρεύω (Τι γυρεύω εγώ σ’ αυτές τις νύχτες)
Το απόγευμα (Ήταν ωραίο εκείνο το απόγευμα με την ατέλειωτη συζήτηση στο πεζοδρόμιο)
[νέες συλλήψεις] (Θανάση, γιατί έκοψες το άλφα από μπροστά;)
Όλο και πιο πολύ (Στους ανεπαίσθητους ψιθύρους της εσπέρας)
Νύχτα, χάρισέ μου ένα κορμί (…να χορτάσω κι απόψε την έξαψή μου)
Το πάρκο (Παροπλισμένα γεροντάκια και νταντάδες)
Αποστρατευμένοι (Τώρα δεν έχει πια ΕΣΑ)
Με κατάνυξη (Έλα να ανταλλάξουμε κορμί και μοναξιά)
Όταν σε περιμένω (Όταν σε περιμένω και δεν έρχεσαι)
Το αιώνιο παράπονο (Ό,τι κι αν κάνει το δοντάκι του γραμμόφωνου)
Εγνατία (Με τσάκισε κι απόψε η Εγνατία)
Η φυσαρμόνικα (Μες στα ψυχρά παγωμένα γραφεία)
Το έγκλημα της μοναξιάς (Κάθε που πέφτει επικίνδυνα το βράδυ)
Κακόφημη συνοικία (Κάθε λίγο και λιγάκι βγαίνει στο μπαλκόνι της και τινάζει)
Απολογισμός της μοναξιάς (Σπασμένες μέσα μου εικόνες ανταπόκρισης)
Τέλος (Τώρα που βρήκα πια μιαν αγκαλιά)
Βρόχος (Τώρα που σ’ έχω διαγράψει απ’ την καρδιά μου)
Ρήμαγμα (Τις παγωμένες νύχτες)
Η κακιά στιγμή («Τα μάθατε; Ο τάδε το και το»)
Έρωτας (Το χειμώνα χωνόμασταν σ’ ένα γιαπί)
Night Club (Κάθε φορά που έρχεται ο στόλος)
Χριστούγεννα (Φυσούσε ένας διαβολεμένος βαρδάρης)
Κατατρέχουν τη γραφικότητα (Ήρθαν κύριοι με τσάντες και μεζούρες)
Ανοίγεις και κλείνεις σα λουλούδι (Έρχομαι — μουδιασμένος με υποδέχεσαι)
Μικρά ποιήματα (Φίλος ποιητής, διευθυντής εταιρείας)
Όσο με πληγώνεις (Ολόκληρος στον έρωτα δοσμένος)
Από το αφιέρωμα του translatum.gr στους ποιητές της Θεσσαλονίκης
Δύο μικρά πεζά:
Ιπποκλείδης (Μια φορά κι έναν καιρό, εδώ και δυόμιση χιλιάδες χρόνια, ήταν ένας βασιλιάς που τον έλεγαν Κλεισθένη, κι ήθελε να παντρέψει τη μοναχοκόρη του)
Ανταπόκριση (Ένα πρωί ξύπνησα με πολύ κέφι. Βγήκα στο μπαλκόνι του κήπου κι έριξα μια ματιά στα δέντρα)
Οπτικοακουστικό υλικό:
Η εκπομπή ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ αφιερωμένη στον ποιητή από το ψηφιακό αρχείο της ΕΡΤ.
Ο Χριστιανόπουλος διαβάζει Χριστιανόπουλο από το indymedia.
(πηγή www.sarantakos.com)
Μην ξεχνάς
όταν σε λέω λεβεντιά
μην ξεχνάς πως είσαι μαλάκαςόταν σε λέω γλύκα μου
μην ξεχνάς τι ξυλάγγουρο είσαιόταν μου λες πως μ’αγαπάς
μην ξεχνάς τα παζάρια που προηγήθηκανκαι μη θαρρείς πως είσαι τίποτα
επειδή σε προσκυνώΝτίνος Χριστιανόπουλος
Από τη συλλογή ”Το κορμί και το σαράκι”