21 Μάρτη: Παγκόσμια μέρα για την εξάλειψη των φυλετικών διακρίσεων – Παγκόσμια μέρα Ποίησης. «Αγαπούν οι ποιητές τους μετανάστες;»
Με αφορμή την Παγκόσμια μέρα για την εξάλειψη των φυλετικών διακρίσεων παρουσιάζουμε το ποίημα «Αλαμπάμα» του Κώστα Βάρναλη, που γράφτηκε στις 15/9/58 στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» όπου νοσηλευόταν ο ποιητής για επτά μήνες περίπου, δημοσιεύτηκε στην «Αυγή» στις 21/9/58 και δε δημοσιεύτηκε σε καμία συλλογή. Δημοσιεύεται μαζί με το γεγονός που ενέπνευσε τον ποιητή στο βιβλίο μου «Ο άγνωστος Βάρναλης και 19 αδημοσίευτα ποιήματά του»
«Αλαμπάμα»
Εμμερυ Χιλλ (sic) – Γκυ Φόστερ
Αμα ο Θεός αμόλησεν τους άξιους πρωτόπλαστους
απ’ το στενόν παράδεισο, κι όλης της γης την άπλα
τους χάρισε βασίλειό τους, Αμέρικα – Ιγγλιτέρα,
την πύρινη ρομφαία του τους έδωσε κι: – «Αμέτι»!
Με της ρομφαίας μου τη φωτιά με της ρομφαίας την κόψη
στη Γης να διαφεντεύετε το Δίκιο, την Ειρήνη!
***
Λαός δεν έμεινε λευκός ή κίτρινος ή μαύρος
που να μη χάρηκε βαθιά στα κόκκαλα το Δίκιο
και να μην τρώγει και αίματα και μ’ ίδρο την μπουκιά του
και που να μην πεθαίνει αυτός να ζει τ’ αφεντικό του.
***
Ενα νεγράκι, Εμμερυ Τιλλ, κατράμι των αιώνων,
εσφύριξε σε μια λευκή νεράιδα που περνούσε
κ’ ευτύς του κόψαν τ’ απαυτά να μην ξανασφυρίξει
παράδειγμα και μάθημα για κάθε Τιλλ του κόσμου.
Με μαύρα γράμματα σε ήλιου και φεγγαριού το δίσκο
Εμμερυ Τιλλ εγράψανε να βλέπουν να φοβούνται
άσπροι, μαύροι και κίτρινοι να μην ποτέ σφυρίξουν
μα να φιλούν ευλαβικά την άγιαν άλυσό τος.
***
Και να τώρα ξανάγραψεν η Θεά Δικαιοσύνη
δεύτερο μαύρον όνομα και σ’ ήλιο και φεγγάρι
Γκυ Φόστερ, δεκαφτά χρονών, μαύρος κι αυτός μιας μαύρης
μοναχοπαίδι, στήριγμα κ’ ελπίδα της φυλής του
τι μίλησε σε μια λευκή από να δρόμο σ’ άλλο.
Και τότε ο άγγελος φρουρός της Παξ Αμερικάνα
του φύτεψε μιαν πιστολιά στο μαύρο του κροτάφι
για να σωθούν ολ’ οι λαοί κίτρινοι, μαύροι κι άσπροι.
***
Προσπέφτουμε στα γόνατα για να προσευχηθούμε
να κόβει μέρες μας ο Θεός και να σας δίνει χρόνους
ξεσοϊσμένοι Θούληδες κι αισχροί Νεοκοσμίτες
να δώσετε μιαν πιστολιά σ’ όλης της Γης το μαύρο
κροτάφι, μάιδε να σφυράει και μάιδε να μιλάει!
***
«Για ιδέστε τον αμάραντο σε τι γκρεμό κρατιέται
τον τρων τα λάφια και ψοφούν, τ’ αρκούδια και μερώνουν
να χε τον φάει κ’ η μάνα μας να μη μας εγεννούσε».
Οχι!… Μ’ αυτά τα χέρια μας στα βάθη της αβύσσου,
να τους γκρεμοτσακίσουμε τους Δράκοντες του κόσμου!
ΚΩΣΤΑΣ ΒΑΡΝΑΛΗΣ
«Ευαγγελισμός» 15/9/58
Πώς γράφτηκε το «Αλαμπάμα»
Στις 2 Σεπτέμβρη 1958 ο ποιητής διάβασε στην «Αυγή» (τότε εφημερίδα της ΕΔΑ) την ακόλουθη σύντομη είδηση: Στο Μοντγκόμερι της πολιτείας Αλαμπάμα ένας αστυνομικός δολοφόνησε μέσα σε τηλεφωνικό θάλαμο έναν νεαρό νέγρο είκοσι ετών. Ισχυρίστηκε ότι ο νεαρός Γκας Φόστερ παρενοχλούσε …από τηλεφώνου με χυδαίες εκφράσεις μια παντρεμένη λευκή κάτοικο του Μοντγκόμερι. Ο επικεφαλής της Αστυνομίας δήλωσε στους δημοσιογράφους: «Επρόκειτο για δικαιολογημένη ενέργεια»!
Με αφορμή αυτό το γεγονός, θυμάται ένα από τα τραγικότερα φαινόμενα ωμής ρατσιστικής βίας που συγκλόνισε την παγκόσμια κοινή γνώμη, που δημοσιεύτηκε στον Τύπο τρία χρόνια νωρίτερα.
Ηταν Αύγουστος του 1955, ο 14χρονος Emmett Till από το Ιλινόις φιλοξενούνταν στις διακοπές από συγγενείς του στο χωριό Money στο Mississippi. Ενα απόγευμα μαζί με τα ξαδέλφια του πήγαν να πάρουν γλυκά από το παντοπωλείο του χωριού. O Emmett, πληρώνοντας για τα γλυκά του, έκανε ένα κολακευτικό σχόλιο στην όμορφη, αλλά λευκή Carolyn και έφυγε σφυρίζοντας. Η Carolyn, θεωρώντας μεγάλη προσβολή το περιστατικό, το περιέγραψε σε άλλους πελάτες εκείνης της ημέρας και σύντομα η «απρέπεια» του μικρού Αφρο-αμερικάνου μαθεύτηκε στη μικρή κοινωνία του χωριού του Mississippi διανθισμένη με τις συνήθεις υπερβολές. Λίγες μέρες αργότερα ο άντρας της Carolyn επέστρεψε από το ταξίδι του και έμαθε και αυτός τι είχε συμβεί. Προσβεβλημένος, συμφώνησε με τον αδελφό του «να δώσουν ένα μάθημα» στον 14χρονο «νέγρο» που τόλμησε να σηκώσει τα μάτια του στη γυναίκα του. Πήγαν στο σπίτι όπου φιλοξενούνταν ο μικρός, τον πήραν βίαια και τον πήγαν στην αυλή του σπιτιού του. Εκεί η Carolyn τον αναγνώρισε σαν αυτόν που της είχε σφυρίξει λίγες μέρες πριν στο μαγαζί της. Εβαλαν τον μικρό στο αμάξι και τον οδήγησαν στις όχθες του ποταμού Tallahatchie. Εκεί τα δύο αδέρφια ξυλοκόπησαν το 14χρονο αγόρι χρησιμοποιώντας μεταξύ άλλων τις λαβές των όπλων τους. Το παιδί μην αντέχοντας τα επαναλαμβανόμενα χτυπήματα 2 ενήλικων αντρών σωριάστηκε αιμόφυρτο και ενώ ήταν ακόμα εν ζωή τού ξερίζωσαν τα μάτια. Σέρνοντας τον μικρό που ψυχορραγούσε πάνω σε μια ξύλινη εξέδρα στην όχθη του ποταμού έδεσαν στο λαιμό του, με αγκαθωτό σύρμα, ένα παλαιό κόπτη βαμβακιού για αντίβαρο. Στη συνέχεια τον πυροβόλησαν στο κεφάλι και τον πέταξαν στο ποτάμι. Τρεις μέρες αργότερα βρέθηκε το φριχτά παραμορφωμένο σώμα του 14χρονου αγοριού. Η αστυνομία του Mississippi έδρασε αστραπιαία. Παρέλαβε τον μικρό, τον έβαλε σε ένα ξύλινο κασόνι το σφράγισε και σχεδόν τον έθαψε την ίδια μέρα που ανακαλύφθηκε το πτώμα του. Στο μεταξύ η μητέρα του Emmett που έμαθε τι είχε συμβεί, αποφάσισε η κηδεία του παιδιού να γίνει στη γενέτειρά του. Η αστυνομία του Mississippi αναγκάστηκε να ξεθάψει τον μικρό και να στείλει με τρένο τη σορό του στο Chicago. Η Mamie Till πήγε στο σταθμό για να παραλάβει τη σορό του παιδιού. Η αστυνομία του Mississippi της απαγόρευσε να ανοίξει το φέρετρο που ήταν σφραγισμένο. Απαιτώντας να δει για τελευταία φορά τον γιο της απείλησε ότι αν δεν το άνοιγαν εκείνοι, θα το έκανε η ίδια. Το άνοιξαν. Στη θέα του άψυχου σώματος του παιδιού οι παριστάμενοι παρέλυσαν. Η Mammie κατέρρευσε. Πνίγοντας τον πόνο της αποφάσισε η κηδεία του μικρού να γίνει με ανοικτό το φέρετρο. Δέχτηκε πιέσεις από την πολιτεία του Chicago να μην το πράξει. Η ίδια αντιστάθηκε, λέγοντας: «Θέλω όλος ο κόσμος να δει τι έκαναν στο μωρό μου». Το φριχτά παραμορφωμένο σώμα του φωτογραφήθηκε και η εικόνα αυτή έκανε το γύρο του κόσμου, προκαλώντας διεθνή κατακραυγή. Στο εσωτερικό της χώρας το γεγονός πυροδότησε αντιδράσεις εναντίον της καταπίεσης που δέχονταν αιώνες τώρα οι Αφρο-αμερικανοί από λευκούς συμπολίτες τους, αλλά και την επίσημη πολιτεία. Οι δύο ένοχοι Roy Bryant και ο J. W. Milam δικάστηκαν από σώμα λευκών ενόρκων και αθωώθηκαν ομόφωνα. Το γεγονός προκάλεσε νέο κύμα αντιδράσεων σε παγκόσμιο επίπεδο. Ενα χρόνο μετά την αθώωσή τους σε συνέντευξη που παραχώρησαν στο αμερικανικό περιοδικό «LOOK», σίγουροι – βάσει νόμου – ότι δε θα διωχθούν ποινικά, ομολόγησαν το έγκλημά τους χωρίς ίχνος μεταμέλειας.
Στο ποίημα ο Emmett Till αναφέρεται ως Εμμερυ Τιλλ (ή Χιλλ στον τίτλο). Αυτό μάλλον οφείλεται σε λανθασμένη μετεγγραφή του ονόματος στον ελληνικό Τύπο. (Συνηθισμένο φαινόμενο αυτή την εποχή). Οπως και το Γκυ Φόστερ αντί ο Γκας.