Το αριστούργημα του Αμπντεραμάν Σισακό
Με τους Ιμπραήμ Αχμέντ, Τούλου Κίκι, Αμπέλ Τζάφρι
Υπόθεση: Ο χρόνος στο Τιμπουκτού άρχισε να κυλά αντίστροφα. Οι δρόμοι έρημοι, οι πόρτες κλειστές. Οι γυναίκες έχουν γίνει σκιές και το σκοτάδι έχει τυλίξει όλα όσα έδιναν κάποτε χρώμα σ’ αυτή την εξωτική πόλη του Μάλι. Τέλος η μουσική, τέλος το παιχνίδι, τέλος η ελευθερία: η αρχή του σκοταδισμού. Ο ισλαμικός φονταμενταλισμός είναι πλέον η νέα τάξη πραγμάτων που σκορπά τον τρόμο στην περιοχή.
Μακριά από το χάος, ο Κιντάν με την γυναίκα του Σατίμα, την κόρη του Τόγια και τον μικρό Ισάν, απολαμβάνουν μια ήρεμη ζωή. Ένα περιστατικό θα ωθήσει τον Κιντάν να αφαιρέσει κατά λάθος μια ανθρώπινη ζωή. Αυτό θα τον φέρει αντιμέτωπο με την καινούρια δικαιοσύνη. Η ιστορία του Κιντάν, όμως, δεν είναι η μοναδική, παράλληλες πράξεις συνθέτουν με έναν ωμό ρεαλισμό την ματωμένη ιστορία μιας ολόκληρης χώρας.
Ένα υπόκωφο δράμα χωρίς περιστροφές, που ενθουσίασε κοινό και κριτικούς στο πρόσφατο Φεστιβάλ Καννών, με την απλή και όμως τόσο πλούσια σε αφήγηση και εικόνες προσέγγιση μιας κατάστασης ομηρίας. Η ταινία «Τιμπουκτού» του πολύπλευρου μαυριτανού καλλιτέχνη Αμπντεραχμάν Σισακό έκλεψε τις εντυπώσεις κατά τη διάρκεια της προβολής της στις Κάννες. Το φιλμ συμμετέχει στο διαγωνιστικό πρόγραμμα. Σκιαγραφεί με χιούμορ, αλλά και με απλοϊκό τρόπο την καθημερινή ζωή στην περιοχή του Τιμπουκτού, στα βόρεια του Μάλι, αλλά και την γενικότερη παράνοια που επικρατεί, καθώς τον έλεγχο έχουν οι φονταμενταλιστές της Τζιχάντ.
Ο απεσταλμένος του Euronews στις Κάννες, Φρεντερίκ Πονσάρ ρώτησε τον σκηνοθέτη της ταινίας: «Το Τιμπουκτού είναι ένα πολύ ισχυρό σύμβολο της γνώσης, του πολιτισμού, της παιδείας και της θρησκείας. Είναι σημαντικό για σας που αυτή η ταινία διαδραματίζεται σ’ αυτή την πόλη»; «Ναι. Δεν περίμενα ότι μετά την ταινία μου για το Μπαμακό θα πήγαινα στο Τιμπουκτού. Ονόμασα τις ταινίες μου Μπαμακό την πρώτη και Τιμπουκτού την τωρινή, γιατί ήταν για μένα ένας τρόπος να τραβήξω την προσοχή του κόσμου σε αυτή την περιοχή του πλανήτη» απάντησε ο Αμπντεραχμάν Σισακό.
Ο μαυριτανός σκηνοθέτης σχολιάζει κινηματογραφικά την πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα του Τιμπουκτού, αλλά την κατεύθυνση που παίρνουν τα πράγματα, καθώς τα πάντα ελέγχονται αυστηρά και ασφυκτικά από τους τζιχαντιστές και τον ισλαμικό νόμο: «Συχνά, ολόκληρες πόλεις βρίσκονται σε καθεστώς ομηρείας, ολόκληροι πολιτισμοί. Αυτό είναι το ίδιο επικίνδυνο, ακόμη περισσότερο επικίνδυνο, από όταν κρατούνται όμηροι ένας ή δύο άνθρωποι. Αυτό είναι πραγματικά ανυπόφορο για μένα ως δημιουργό, δηλαδή το κακό που κάνουν αυτοί οι άνθρωποι με τις πράξεις τους στη θρησκεία μας. Το έχω βιώσει και έχω υποφέρει πολύ από τις πράξεις τους. Θέλω λοιπόν να αποκαλύψω όλο αυτό το κακό και να δείξω με λεπτομέρεια τι ακριβώς συμβαίνει».
Η ταινία δεν καταγγέλλει μανιχαϊστικά τον τρόπο που χειρίζονται την εξουσία οι φονταμενταλιστές της Τζιχάντ. Αντιθέτως, αποκαλύπτει πολλές φορές το ανθρώπινο πρόσωπό τους, δείχνοντας ότι και αυτοί είναι άνθρωποι με αδυναμίες. Από την άλλη πλευρά όμως δεν διστάζει να καταδικάσει τον φανατισμό που οδηγεί μια ολόκληρη χώρα στο χάος και στον σκοταδισμό. Στο «Τιμπουκτού», παρακολουθούμε την ιστορία ενός ζευγαριού βοσκών Τουαρέγκ, που έρχονται αντιμέτωποι με τον ισλαμικό νόμο και το πώς αυτός εφαρμόζεται με τρόπο αυθαίρετο και σκληρό. Ο σκηνοθέτης καταγράφει τον παραλογισμό, αλλά και το δράμα απλών ανθρώπων, θέλοντας να στείλει ένα μήνυμα ειρήνης και συναδέλφωσης, πέρα από ιδεολογίες και φανατισμούς.
Η Οσκαρική υποψηφιότητα για την ταινία από τη Μαυριτανία, που περιγράφει την καθημερινή ζωή σε μια πόλη που έχει καταληφθεί από τζιχαντιστές, είναι μια «μεγάλη στιγμή για τη Μαυριτανία και την Αφρική», σύμφωνα με τον σκηνοθέτη, μιας και πρόκειται για την πρώτη ταινία από τη Μαυριτανία που είναι υποψήφια για Όσκαρ. «Με το που έμαθα για την υποψηφιότητα, με συνεπήρε ένα απερίγραπτο συναίσθημα… Είναι η αναγνώριση μιας δουλειάς που έγινε με πάθος και δέσμευση στους άντρες και τις γυναίκες από διαφορετικές χώρες, που είναι ενωμένοι στην υπεράσπιση των παγκόσμιων αξιών της αγάπης, της ειρήνης και της δικαιοσύνης».
Για το σκηνοθέτη Αμπντεραχμάν Σισσακό, ήταν σημαντικό να δει την υποδοχή της ταινίας και από το Μουσουλμανικό κοινό. Έτσι ένιωσε «ασφαλής» μετά τη θερμή υποδοχή που είχε στο πρόσφατο Φεστιβάλ του Μαρακές: «Ήμουν πολύ χαρούμενος που παίχτηκε η ταινία μου στο Μαρόκο, όχι μακρυά από το Μάλι, όπου και λαμβάνει χώρα η ταινία, με την πλειοψηφία του κόσμου να είναι Μουσουλμάνοι… Οι αντιδράσεις ήταν πολύ κοντά με αυτές που είχα και αλλού».
Το ΤΙΜΠΟΥΚΤΟΥ αφηγείται την κατοχή της πόλης του Μάλι το 2012 από τζιχαντιστές και στήνει ένα πορτραίτο μιας χώρας της οποίας οι πλούσιες παραδόσεις απειλούνται, κατά τον Σισσακό, από φανατικούς τζιχαντιστές, που συχνά έρχονται από έξω. Η ιστορία περιστρέφεται γύρω από το θάνατο μιας αγελάδας, με το όνομα GPS, «ένα κατάλληλο σύμβολο για μια χώρα που έχει χάσει το δρόμο της», σύμφωνα με τον Peter Bradshaw του The Guardian. Στην ταινία, οι Ισλαμιστές ζηλωτές απαγορεύουν αθώες απολαύσεις, όπως η μουσική και το ποδόσφαιρο, ενώ δεν διστάζουν να χρησιμοποιήσουν το μαστίγωμα ή το λιθοβολισμό στην άσκηση της εξουσίας τους.
Το Τιμπουκτού δεν είναι πια tombouctoulamysterieuse,το μαγικό μέρος του θρύλου, αλλά ένα σκληρό,αμείλικτο μέρος μισαλλοδοξίας και φόβου. Είναι ακριβώς αυτή η υπόκωφη περιγραφή ενός καθεστώτος φόβου μέσα από τις λεπτομέρειες της καθημερινής ζωής – μια μικροφυσική του φασισμού – που κάνει το ΤΙΜΠΟΥΚΤΟΥ μια παγκόσμια διαμαρτυρία απέναντι σε κάθε καταπιεστικό και ανελεύθερο καθεστώς που επιβάλλεται με τη βία. Στο ΤΙΜΠΟΥΚΤΟΥ το προσωπικό είναι η πραγματική έδρα του πολιτικού. Όπως αναφέρει και ο Σισσακό, «ο Δυτικός τύπος μιλάει πολύ για τους ομήρους που έχουν απαχθεί επειδή οι όμηροι είναι και οι ίδιοι Δυτικοί… Δεν μιλάνε για τις γυναίκες στην αγορά που υποχρεώνονται να φοράνε γάντια, αλλά αντιστέκονται. Δεν μιλάνε για τα αγόρια που παίζουν ποδόσφαιρο.
Μιλάμε περισσότερο για στρατούς και για drones, ενώ οι άνθρωποι που αγωνίζονται και μάχονται σε καθημερινή βάση μένουν στην αφάνεια». Μετά την κατάληψη του βόρειου Μάλι από τζιχαντιστές, ένας περήφανος Τουαρέγκ οδηγείται σε μια μοιραία σύγκρουση με τους φονταμενταλιστές κατακτητές της πόλης του Τιμπουκτού. Ένα λυρικό, ποιητικό και υπόκωφο δράμα από τον μεγάλο Αφρικανό δημιουργό, Αμπντεραχμάν Σισσακό. Τοποθετημένο στις πρώτες μέρες της κατάληψης του Τιμπουκτού από φανατικούς τζιχαντιστές το 2012, και στηριγμένο σε αληθινά γεγονότα, η νέα ταινία του Αφρικανού σκηνοθέτη είναι ένα υπόκωφο και αιχμηρό δράμα για τις καθημερινές πιέσεις και αντιστάσεις συνηθισμένων ανθρώπων σε μια πόλη υπό κατάληψη ξένων φονταμενταλιστών.
Το Τιμπουκτού των κατακτητών είναι σιωπηλό: η μουσική, το γέλιο, ακόμα και το ποδόσφαιρο έχουν απαγορευθεί, ενώ παράνομα δικαστήρια βγάζουν τραγικές και παράλογες αποφάσεις. Όταν ένας περήφανος Τουαρέγκ που ζει έξω από την πόλη, διαπράττει κατά λάθος φόνο, ζει από πρώτο χέρι την εφιαλτική εκδοχή της «δικαιοσύνης», όπως αυτή ασκείται από τους τζιχαντιστές. Φωτεινό, λυρικό και ποιητικό, το εμβληματικό ΤΙΜΠΟΥΚΤΟΥ του Σισσακό, αποτελεί μια συγκινητική κατάθεση ψυχής πάνω στην ανθρώπινη θέληση που καταφέρνει και αντιστέκεται στον τρόμο κάθε απολυταρχικού καθεστώτος.
Σημείωμα του σκηνοθέτη «Στις 29 Ιουλίου 2012 στην Αγκελχόκ, μία μικρή πόλη στο βόρειο Μάλι, που στο μεγαλύτερο μέρος της ήταν υπό κατοχή από ξένους, συνέβη ένα φριχτό έγκλημα στο οποίο τα ΜΜΕ έκαναν τα στραβά μάτια. Ένα αντρόγυνο στα τριάντα του, ευλογημένο με δύο παιδιά, λιθοβολήθηκε μέχρι θανάτου. Το έγκλημα τους: δεν ήταν παντρεμένοι. Το βίντεο της δολοφονίας τους, που ανέβασαν στο ίντερνετ οι δράστες, είναι αποκρουστικό. Η γυναίκα πεθαίνει χτυπημένη από την πρώτη πέτρα, καθώς ο άντρας βγάζει μια κραυγή αγωνίας. Μετά σιωπή. Η Αγκελχόκ δεν είναι Δαμασκός ούτε Τεχεράνη. Έτσι τίποτα δεν λέγεται για όλα αυτά που συμβαίνουν. Αυτά που γράφω είναι ανυπόφορα, το ξέρω. Σε καμία περίπτωση δεν προσπαθώ να σοκάρω για να προωθήσω μία ταινία. Δεν μπορώ να πω ότι δεν γνώριζα, και τώρα που γνωρίζω, πρέπει να καταθέσω ελπίζοντας ότι ποτέ κανένα παιδί δεν θα χρειαστεί να μάθει ότι οι γονείς του πέθαναν γιατί αγαπούσαν ο ένας τον άλλο.»
Φιλμογραφία Αμπντεραχμάν Σισσακό
1989 THE GAME (μικρού μήκους) 1992 OCTOBRE (μικρού μήκους) 1995 LE CHAMEAU ET LES BÂTONS FLOTTANTS (μικρού μήκους) 1996 SABRYA (μικρού μήκους) 1997 ROSTOV-LUANDA (ντοκιμαντέρ) 1998 LIFE ON EARTH 2002 WAITING FOR HAPPINESS «Ένα Κάποιο Βλέμμα», Φεστιβάλ Καννών 2006 BAMAKO Εκτός Συναγωνισμού, Φεστιβάλ Καννών 2007 TIYA’S DREAM / 8 (μικρού μήκους) 2008 STORIES ON HUMAN RIGHTS (N’DIMAGU– DIGNITY) 2010 JE VOUS SOUHAITE LA PLUIE (μικρού μήκους)
Η είσοδος είναι όπως πάντα δωρεάν, αλλά, εφόσον το επιθυμείτε, μπορείτε να συνεισφέρετε στο Καλάθι της Αλληλεγγύης φέρνοντας μαζί σας τρόφιμα μακράς διαρκείας. Στο χώρο θα βρείτε επίσης το ειδικό κουτί οικονομικής ενίσχυσης των προσφύγων. Σας περιμένουμε!