“Κανείς δεν αγαπάει τη ζωή τόσο πολύ όσο ο γέρος.”
Σοφοκλής
«Πολλά γεννούν το δέος, το μέγα δέος ο άνθρωπος γεννά.»
Σοφοκλής
~
1) Περί αιωνιότητας
Ήταν στο Πήλιο που το είδα. Η καμπάνα βαρούσε πένθιμα κι οι άντρες πίναν τσίπουρο με μεζέ, πρωί Σαββάτου.
Στον πλάτανο πάνω απ’ το καφενείο είχαν καρφώσει ένα κηδειόχαρτο. Συνηθίζω να κοιτάζω την ηλικία και τους συγγενείς που παρελαύνουν κάτω απ’ το όνομα του εκλιπόντα.
Ο συγκεκριμένος είχε πολλούς, όλοι κατιόντες: Παιδιά, εγγόνια, δισέγγονα, τρισέγγονα, γέμιζαν ένα χωριό από μόνοι τους.
Κοίταξα την ηλικία και γέλασα. Δεν είχε κάποιον αριθμό, έγραφε μόνο: “Αιωνόβιος”.
Μέχρι εκείνη την ημέρα πίστευα ότι αυτό ήταν ένα επίθετο που ταιριάζει μόνο στα δέντρα, σαν να ήταν γραμμένο για τον πλάτανο, πάνω στον οποίο είχε καρφωθεί το κηδειόχαρτο (ο οποίος, παρεμπιπτόντως, φυτεύτηκε το 1917).
Αιωνόβιος! Λες και είχε βγει από μυθιστόρημα του Τόλκιν, λες και είχε περπατήσει στη Μέση Γη.
Όταν ψυχορραγούσε μπορεί να είχε θυμηθεί την άνοιξη του 1915, τότε που είχε ακούσει για πρώτη φορά την πένθιμη φωνή του γκιόνη.
“Τι ‘ν’ αυτό, μαμά;”
“Πουλί.”
“Και τι λέει;”
“Πουλάκι είναι και λαλεί, πουλί είναι και λέει.”
~~{}~~
2) Περί της σκωπτικής κουκουβάγιας
Όλοι οι άνθρωποι έχουν εμμονές. Οι συγγραφείς γράφουν γι’ αυτές και οι τραγουδοποιοί τις τραγουδάνε. Όσοι διαβάζετε τα εφήμερα κείμενα του Γελωτοποιού θα έχετε παρατηρήσει την εμμονή του υποφαινόμενου με τους γκιόνηδες.
Η θλιμμένη και μονότονη φωνή τους συχνά κάθεται στην άκρη από το στυλό μου. Με σαγηνεύει, χωρίς να ξέρω γιατί, αλλά νομίζω ότι βρήκα στην Κέρκυρα μια λύση.
‘Ενα βράδυ που αμπελοφιλοσοφούσαμε με τον Πέτρο στη νυχτερινή σκιά του Παντοκράτορα (τι επιβλητικό όνομα για ένα βουνό 987 μέτρων!) ακούσαμε τον γκιόνη να λαλεί.
Ο Πέτρος μου είπε ότι στα αγγλικά ο γκιόνης λέγεται scoptic owl, η σκωπτική κουκουβάγια.
Καθώς ήταν αργά και το μυαλό μας έπλεε στον οίνοπα πόντο, συμφωνήσαμε ότι scoptic, σκωπτικός, σημαίνει σκεπτικός.
Το επόμενο πρωινό, αμέσως μόλις ξύπνησα και πριν ακόμα καταλάβω που βρισκόμουν, συνειδητοποίησα ότι scoptic, σκωπτικός, σημαίνει περιπαιχτικός.
Τότε όλα φωτίστηκαν: Ο γκιόνης μας περιπαίζει.
Είναι μια κουκουβάγια-γελωτοποιός που χλευάζει τα ανθρώπινα πάθη. Κάτι σαν τον Μπάστερ Κίτον, αλλά χωρίς καπέλο (και με ράμφος).
Η θλίψη του δεν είναι παράταιρη. Όπως συχνά αναφέρω (κι όπως επιβεβαίωσε ο Ρόμπιν Γουίλιαμς), οι γελωτοποιοί και οι παλιάτσοι είναι άτομα (ή πουλιά) που τείνουν στη θλίψη. Όταν περιγελάς κάθε ιερό και όσιο (ακόμα και την έλλειψη ιερότητας) κατευθύνεσαι, αναπόφευκτα, στο κενό.
Οι άνθρωποι χρειαζόμαστε κάτι στέρεο για να αντέξουμε την κινούμενη άμμο της ύπαρξης. Μια ιδεολογία, έναν εχθρό, μια πεποίθηση, έναν σκοπό, μια αυταπάτη, ένα όραμα, έναν θεό, μιαν αγάπη, ένα φίλο, μια παρηγοριά.
(Ξέρετε ποια λέξη αναφέρεται πιο συχνά στα σημειώματα αυτοχειρίας; Θα εκπλαγείτε. Η λέξη “αγάπη” -και τα παράγωγά της).
~~{}~~
3) Περί φιλίας
Ο Κομφούκιος έγραφε ότι μπορούμε να συνοψίσουμε όλες τις ανθρώπινες σχέσεις σε 6 βασικά μοντέλα:
Ηγεμόνας – υπηκόος
Δάσκαλος – μαθητής
Άντρας – γυναίκα (στο ζευγάρι)
Γονιός – παιδί
Μεγάλος αδελφός – μικρός αδελφός
Φίλος – φίλος.
Από αυτές τις σχέσεις, πίστευε ο Κομφούκιος, μόνο η τελευταία είναι σχέση ισότητας.
Ο Κομφούκιος ήταν πολύ έξυπνος άνθρωπος (τι βλακώδες, να γράφεις για τον Κομφούκιο ότι ήταν “πολύ έξυπνος άνθρωπος”), αλλά θεωρώ ότι έκανε λάθος όσον αφορά τη φιλία.
Ως ορισμό της φιλίας θα προτιμούσα το στίχο του Ταγκόρ: “Οι τελευταίοι μου χαιρετισμοί σε εκείνους που ήξεραν ότι δεν είμαι τέλειος… και με αγάπησαν.”
“My last salutations are to them who knew me imperfect and loved me”.
Αυτό έγραψε ο Ινδός ποιητής, λίγο πριν χαθεί στη νιρβάνα (ή στο βραχμάν;) Δεν ξέρω αν ήταν ινδουιστής ή βουδιστής.
~~{}~~
4) Περί γηρατειών
Κάπου είχα διαβάσει (σινική φιλοσοφία ήταν ή βουδιστική ή -μπορεί- σινοβουδιστική) ότι τρία στάδια πρέπει να έχει η ζωή ενός ανθρώπου: Μαθητεία, οικογένεια και αναχώρηση.
Μόλις, δηλαδή, φτάσει σε μια ηλικία όπου περισσότερο βάρος είναι παρά βοήθεια, να παίρνει τα βουνά και τα όρη, να γίνεται αναχωρητής (για να “πεθάνει” πριν πεθάνει, όπως μου είχε πει και ένας αγιορείτης μοναχός).
Κάτι τέτοιο θα ήταν πολύ ωφέλιμο για τα ασφαλιστικά ταμεία, αφού δεν θα πλήρωναν πλέον συντάξεις, αφού όλοι οι συνταξιούχοι-αναχωρητές θα ζούσαν με ακρίδες και άγριο μέλι.
Η καλύτερη λύση για τη “γήρανση του πληθυσμού” θα ήταν αυτή που περιγράφεται σε μια παλιά ταινία επιστημονικής φαντασίας -νομίζω ότι πρωταγωνιστεί ο Μπαρτ Λάνκαστερ: Όλοι οι γέροι οδηγούνται στο σφαγείο και γίνονται μπισκότα, για να τραφούν οι νεώτεροι.
Πριν μάθω γι’ αυτήν την ταινία είχα σκεφτεί να γράψω ένα θεατρικό κομμάτι (πόσο πρωτότυπη μου φάνηκε η ιδέα τότε) με τίτλο: “Τι θα φάμε απόψε, παππού;”
Σ’ αυτό το θεατρικό (μέσα σε ένα κλίμα γενικής παρακμής των ηθών) όλη η οικογένεια ετοιμάζεται να γιορτάσει τα εξηκοστά πέμπτα γενέθλια του παππού, όπου το εορταστικό δείπνο θα είναι ο ίδιος ο παππούς.
Μόλις έμαθα για την ταινία θυμήθηκα ότι ουδέν καινόν υπό τον ήλιο.
~~{}~~
5) Αντί για επίλογο
Είναι βράδυ. Διαβάζω το αλλοπρόσαλλο κείμενο που έχω γράψει, ένα σταχυολόγημα τυχαίων σκέψεων.
Τι συνδέει όλες αυτές τις σκέψεις, ποιο είναι το κοινό σημείο; Ο άνθρωπος.
Μιλούσα τις προάλλες με έναν δημοσιογράφο.
“Όπου υπάρχουν άνθρωποι υπάρχουν νέα”, μου είπε.
Το ίδιο ισχύει και για τη λογοτεχνία (ή την μπλογοτεχνία εν προκειμένω), με τη διαφορά ότι ο λογοτέχνης δεν ενδιαφέρεται για τα νέα, καθώς γνωρίζει ότι όλα αυτά τα “νέα” σύντομα θα είναι πολύ παλιά.
Οι δημοσιογράφοι ασχολούνται με τον επίκαιρο (ίσως και εφήμερο) άνθρωπο. Οι λογοτέχνες με τον “αιωνόβιο άνθρωπο”.
Ένας αρχαίος δημοσιογράφος θα έγραφε: “Εκτελέστηκε η Αντιγόνη, η οποία -παρά τη βασιλική απαγόρευση- έθαψε τον αδελφό της, Πολυνείκη […] Στα άλλα νέα: Φοροελαφρύνσεις ανακοίνωσε ο Κρέοντας στη ΔΕΘ Θήβας”.
Ο Σοφοκλής έγραψε: “Ω κοινὸν αὐτάδελφον Ἰσμήνης κάρα” …
2.455 χρόνια (24 αιώνες) μετά η Αντιγόνη συνεχίζει να παίζεται στα θέατρα.
~~
Αλλά όλοι πέθαναν τελικά. Και η Αντιγόνη και ο Κρέοντας και ο αρχαίος δημοσιογράφος και ο Σοφοκλής.
Γκιόν!
Γιατί οι μόνες βεβαιότητες στη ζωή, γκιόν, είναι οι φόροι, γκιόν, κι ο θάνατος, γκιόν.
Καλό ξημέρωμα, λοιπόν.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~