Η πεσκανδρίτσα είναι το πιο άσχημο ψάρι (ίσως βέβαια το ίδιο να πιστεύει κι αυτή για μένα). Στην Ελλάδα είναι γνωστή και ως φανάρι ή βατραχόψαρο (ο Αριστοτέλης το ονόμαζε “Βάτραχος ο Ψαράς”).
Στην Αγγλία τη λένε angler-fish, παράδοξη ονομασία εκ’ πρώτης όψεως, αφού σημαίνει «ψάρι-ψαράς». Την ονομασία αυτή την παίρνει από το δόλωμα που έχει πάνω από το κεφάλι του με το οποίο «ψαρεύει» τα θηράματα του.
Αλλού θα το βρείτε ως monkfish ή toadfish.
Είναι ψάρι του πυθμένα, δηλαδή αποκλείεται να τη δείτε να πλατσουρίζει στους αφρούς μαζί με τις σαρδέλες. Οι μανάδες ξέρουν σίγουρα τη πεσκανδρίτσα, αφού είναι ένα από τα προτεινόμενα ψάρια (από τους ψαροπώλες) για μωρά –μαζί με τη γλώσσα και τον μπακαλιάρο.
–
Και τώρα θα αναρωτηθείτε τι σχέση μπορεί να έχει ένα άσχημο ψάρι με τον ποιητή των Cantos General. Καμία και απόλυτη, εξαρτάται από τον τρόπο που λειτουργεί η μνήμη σας.
Σε μια διαδικτυακή συζήτηση που είχα πρόσφατα αντιλήφθηκα ότι η μνήμη μου δεν είναι επιλεκτική, όπως ήθελα να πιστεύω, αλλά παράδοξα συνειρμική.
Κάθε αντικείμενο ξεπηδάει από το μυαλό μου κουβαλώντας μόνο κάποιες αλλοπρόσαλλες αποσκευές, οι οποίες –εκ πρώτης όψεως- είναι αταίριαστες σαν μια μπανάνα στο στόμα μιας πολικής αρκούδας.
Έπειτα η συνειδητότητα αναλαμβάνει να συμπληρώσει το χάσμα με λογικές-φαντασιακές διευκολύνσεις.
Τι σχέση έχει ο Νερούδα με την πεσκανδρίτσα;
Πρώτον: Μια συνταγή για πεσκανδρίτσα-στιφάδο.
Δεύτερον: Έναν ταχυδρόμο.
–
Μια πρώτη ιδέα για αυτήν τη συνταγή είχα από έναν υπέροχο Χιλιανό, τον Πατρίσιο, ο οποίος ήταν κάπως… ασχημούλης (το υποκοριστικό εδώ είναι υποκοριστικό καλοήθειας).
Άλλωστε και ο ίδιος το παραδεχόταν και έλεγε ότι την κοπέλα του -και σύζυγο μετά από λίγα χρόνια- δεν την έριξε με την ομορφιά του, αλλά με την ευγλωττία του. Γενικά οι Χιλιανοί δεν είναι όμορφος λαός όπως είμαστε εμείς οι Έλληνες –φτου μας, να μη βασκαθούμε, τα ομορφόπαιδα.
–
Για να λέμε την αλήθεια δεν νομίζω να αναφερόταν επακριβώς στην πεσκανδρίτσα. Μίλησε για ένα άσχημο ψάρι του πυθμένα, από το οποίο τρώμε μόνο την ουρά. Αλλά οι Χιλιανοί δε διαφέρουν και πολύ από τους Έλληνες.
Όταν λένε Χούντα, εννοούν ακριβώς το ίδιο πράγμα: Στρατιωτική κατάλυση της δημοκρατίας υποκινούμενη από τους Αμερικάνους και τις πολυεθνικές εταιρείες.
Παράλληλους βίους διάγουμε.
–
Ψάχνοντας στο διαδίκτυο βρήκα αυτή τη γαστριμαργική εκδοχή για το ασχημόψαρο, την προσάρμοσα λιγάκι κατά το δοκούν και προέκυψε αυτή η πολύ νόστιμη συνταγή.
Ας δώσουμε τα υλικά για την πεσκανδρίτσα-στιφάδο πριν ασχοληθούμε με τους ταχυδρόμους:
Μισό κιλό ουρές πεσκανδρίτσας. (Αυτές θα τις βρείτε με 7-8 ευρώ το κιλό αν πάτε αργά στη λαϊκή. Με το κεφάλι είναι πιο φτηνές, αλλά κάνουν μόνο για σούπα.)
Ένα κιλό κρεμμυδάκια στιφάδου.
Σάλτσα ντομάτας ή πελτέ.
Ένα ποτηράκι γλυκό κόκκινο κρασί.
Μια σκελίδα σκόρδο.
Μπαχαρικά: Δάφνη, μπαχάρι, δεντρολίβανο (αυτό ειδικά με σύνεση), ρίγανη, πιπέρι.
(Η ουρά πασκανδρίτσας δεν έχει καθόλου κοκάλα. Απλά την αγοράζεις και τη μαγειρεύεις. Γι’ αυτό την προτιμάνε και οι μωρομάνες.)
Και πριν ξεκινήσουμε να μαγειρεύουμε ας δούμε τι θα μας φέρει ο ταχυδρόμος.
–
Πιθανότατα θα έχετε δει το “Il Postino” του Ράντφορντ. Ίσως όμως να μην ξέρετε ότι αυτή είναι μια αληθινή ιστορία.
Ο Αντόνιο Σκάρμετα, ο συγγραφέας του βιβλίου «Ο Ταχυδρόμος του Νερούδα» (εκδόσεις Ωκεανίδα) και σεναριογράφος της ταινίας, προσάρμοσε την ιστορία στην ιταλική ύπαιθρο.
Όμως ο «ταχυδρόμος» υπήρξε πραγματικά, όπως υπήρξε και η Βεατρίκη του.
Το όνομα του ήταν Μάριο Χιμένες και έφυγε μόνο μια φορά από το Ίσλα Νέγρα της Χιλής, το Μαύρο Νησί, όταν ήταν να δολοφονηθεί.
–
Και τώρα έρχεται η συνειρμική σύνδεση του Νερούδα με το ασχημόψαρο.
Ο Χιμένες είχε γεννηθεί σε ένα ψαροχώρι. Ο πατέρας του ήταν ψαράς, οι συγχωριανοί του ήταν ψαράδες, οπότε και αυτός όφειλε να γίνει ψαράς.
Όμως εκείνος, παρότι αγράμματος, είχε μέσα στο μυαλό του «μεταφορές».
Αυτή η ελληνική λέξη έχει για μας πολλές έννοιες και μπορεί να σου κάνει μια υπερσύνδεση μνήμης –η συνειρμική μνήμη που προαναφέραμε- με τον Πουλικάκο («Μεταφοραί Εκδρομαί ο Μήτσος»). Όμως για κάθε ξένο η «μεταφορά» δεν είναι τίποτα άλλο από ποιητικό όχημα.
–
Το 1969 ο Χιμένες ήταν ο μόνος που είχε μεταφορές στο κεφάλι του και από τους λίγους στο Ίσλα Νέγρα που είχαν μεταφορικό όχημα –ένα ποδήλατο.
Έτσι ανέλαβε να γίνει ο προσωπικός ταχυδρόμος του διάσημου ποιητή Πάμπλο Νερούδα, που για τη Χιλή ήταν ότι ήταν ο Θεοδωράκης για την Ελλάδα, τη δεκαετία του εξήντα. Και κάτι παραπάνω.
Ο Νερούδα περίμενε το Νόμπελ λογοτεχνίας (το πήρε το 1971) και έθεσε υποψηφιότητα για Πρόεδρος της Χιλής το 1970. Απέσυρε την υποψηφιότητα του μόνο όταν ο Αλιέντε τέθηκε ως αρχηγός της Ουνιδά Ποπουλάρ -και τον υποστήριξε με όλες του τις δυνάμεις.
Τότε ο «Ποιητής», όπως τον αποκαλούσανε οι Χιλιανοί, δεν ήξερε ότι αυτή η υποψηφιότητα (του δρ. Αλιέντε) θα ήταν η αρχή του τέλους για τον δόκτορα, τον ποιητή και το Χιλιανό λαό.
–
Αλλά ας μαγειρέψουμε την πεσκανδρίτσα μας πριν χαλάσει κι αυτή όπως η «δημοκρατία των χιλίων ημερών».
Οι ουρές δε θέλουν καθάρισμα, αλλά πρέπει να καθαρίσουμε τα κρεμμυδάκια χωρίς να νιώθουμε ότι είμαστε στο Σύνταγμα και απολαμβάνουμε τα ληγμένα χημικά των ΜΑΤ (εκτός κι αν θέλετε να κάνετε εξάσκηση).
Το μυστικό το ξέρουν όλες οι νοικοκυρές (και οι νοικοκύρηδες): Απλά βουτάμε τα κρεμμύδια σε καυτό νερό πριν αρχίσουμε να τα καθαρίζουμε.
Πρώτα ρίχνετε στο τηγάνι ή την κατσαρόλα τα (καθαρισμένα) κρεμμυδάκια και το σκόρδο. Αφού τσιγαριστούν προσθέτουμε λίγο νερό και τα αφήνουμε να βράσουνε.
Μόλις δούμε ότι είναι σχεδόν έτοιμα (να τσιμπιούνται με το πηρούνι) ρίχνουμε τις ουρές πεσκανδρίτσας και τις τσιγαρίζουμε κι αυτές.
Ενώ καίει το λάδι ρίχνουμε τα μπαχαρικά (για να βγάλουν το άρωμα τους) και αμέσως μετά το κρασί.
Τα ανακατεύουμε για λίγο, ρίχνουμε από πάνω την ντομάτα και τα βράζουμε για πέντε-δέκα λεπτά.
Τη συνοδεύουμε (η ανθυγιεινή πρόταση) με πατάτες τηγανιτές. Αλλιώς με κίτρινο ρύζι ή μπορεί να την έχουμε σκέτη ως μεζέ.
Το κρέας της πεσκανδρίτας δεν έχει τη θρυμματώδη υφή των άλλων ψαριών. Μοιάζει –ειδικά στη συγκεκριμένη συνταγή- πιο πολύ με πουλερικό.
Επιστροφή στο Μαύρο Νησί.
–
O Νερούδα διορίστηκε πρέσβης στη Γαλλία όταν εκλέχτηκε ο Αλιέντε. Ο Χιμένες έχασε το μοναδικό του πελάτη και φίλο, αλλά είχε τη Βεατρίκη του για να παρηγοριέται.
Όταν ο Νερούδα πήρε το Νόμπελ ο Χιμένες διοργάνωσε μια μεγάλη γιορτή, για όλους τους δημοκράτες του Ίσλα Νέγρα.
Την ίδια στιγμή οι μεσοαστοί και οι μεγαλοαστοί ζητούσαν να καρατομηθεί ο τύραννος Αλιέντε για να έχουν μοσχάρι ξανά στο τραπέζι τους.
Ο Νερούδα επέστρεψε στο Μαύρο Νησί λίγο πριν το Σεπτέμβρη του 1973. Σαν έγινε το πραξικόπημα αρρώστησε και έμεινε υπό φρούρηση στο ησυχαστήριο του, με μόνη παρέα τον «ταχυδρόμο» του.
Στις 23 Σεπτεμβρίου μεταφέρθηκε στην κλινική Σάντα Μαρία στο Σαντιάγκο, όπου και πέθανε.
Στις 23. Δώδεκα μέρες μετά το βομβαρδισμό του προεδρικού μεγάρου από πολεμικά αεροπλάνα του Πινοσέτ. Δώδεκα μέρες μετά τη δολοφονία του δόκτορα και της δημοκρατίας.
Αλλά έτσι είναι οι αληθινοί ποιητές: Πεθαίνουν όπως γράφουν, με πάθος για την ελευθερία.
–
Λίγες μέρες μετά η μυστική αστυνομία συνέλαβε και το Μάριο Χιμένες, τον «ταχυδρόμο», για να του κάνουν μερικές ερωτήσεις, μια «διαδικασία ρουτίνας».
Η Βεατρίκη δεν ξαναείδε τον «Δάντη» της. Εξαφανίστηκε και αυτός, όπως τόσες χιλιάδες Χιλιανών.
Το μόνο που απέμεινε ήταν ένα βιβλίο, μια συνταγή για πεσκανδρίτσα και η φλόγα στα μάτια του Πατρίσιο όταν μου έλεγε, τριάντα χρόνια μετά: «Εμείς, οι Χιλιανοί, δύο πράγματα αγαπάμε: Τους ποιητές και τη δημοκρατία».
Καλή χώνεψη.
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~