Από την Ειρήνη Παλαιολόγου
Ζητώ συγγνώμη από τον κ. Δένδια, διότι κάποτε διαδήλωνα εναντίον του για τις συνθήκες στα προαναχωρησιακά κέντρα και χρειάσθηκε να γίνω Υπουργός, για να μάθω ότι υπήρχε εμπλοκή με το Ελεγκτικό Συνέδριο και με τα οικονομικά και δεν έφταιγε ο κ. Δένδιας, δεν υπήρχαν λεφτά για να καλυτερέψουν οι συνθήκες εκεί. Είναι πιο πολύπλοκα τα πράγματα»
(συνέντευξη του Γ. Μουζάλα στον ραδιοφωνικό σταθμό Βήμα FM)
«- Αισθάνεστε την ανάγκη να ζητήσετε συγνώμη από τους πολίτες για τις προσδοκίες που δημιουργήσατε όσο ήσαστε στην αντιπολίτευση;
– (…)Η μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων που μας στήριξαν, είχαν επίγνωση ότι θα δώσουμε μια μάχη και προφανώς θα καταλήξουμε σε έναν συμβιβασμό και πολλές από τις δεσμεύσεις μας δεν θα μπορέσουμε να τις υλοποιήσουμε»
(συνέντευξη του Α. Τσίπρα στον Α. Παπαχελά στον ΣΚΑΙ)
Δύο δηλώσεις περί συγγνώμης βγαλμένες από τα χείλη δυο αριστερών πολιτικών και κυβερνώντων του τόπου, του αναπληρωτή υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής Γιάννη Μουζάλα και του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα αντίστοιχα. Αν και στην δεύτερη περίπτωση απουσιάζει ακόμη κι η ίδια η αναφορά στη λέξη συγγνώμη, η απάντηση είναι ενδεικτική της στάσης που έχει επιλέξει να τηρεί η «πρώτη και δεύτερη φορά αριστερή κυβέρνηση».
Τα λόγια του υπουργού μας υπενθυμίζουν εμφατικά πως η θεωρία κι η πράξη αποτελούν δυο εντελώς διαφορετικές καταστάσεις, των οποίων η απόσταση δεν γεφυρώνεται πάντα εύκολα. Διαβάζοντας λοιπόν πίσω από τις λέξεις, μας ενημερώνει ο κ. Μουζάλας ότι, για όσον καιρό δεν βρισκόταν το κόμμα του στην εξουσία κι ο ίδιος στην θέση του υπουργού, αγνοούσε την πραγματικότητα και, ως αριστερός ονειροπόλος που λαχταρά να αλλάξει τον κόσμο, αρκείτο σ’ αυτή του την φαντασιακή περιπλάνηση και στην απλή εναντίωση κατά των όσων αποφάσιζαν κι έπρατταν οι προκάτοχοί του.
Μας ενημερώνει, με άλλα λόγια, ότι οι αντιρρήσεις που εξέφραζε τα προηγούμενα χρόνια, όντας στην ευνοϊκή θέση της αντιπολίτευσης, πραγματοποιούνταν για λόγους επικοινωνιακούς, δίχως – συμπεραίνουμε – να έχει προβεί ο ίδιος και οι σύμβουλοί του σε πραγματικές μελέτες και αναλύσεις, ώστε να διαθέτει ουσιαστική γνώση επί των θεμάτων – των οποίων την αντιμετώπιση κατά τ’ άλλα κατακρίνει – και να προτείνει μια λύση από μέρους του.
Και σαν να μην έφτανε όλο αυτό το περιγέλασμα, ζητά συγγνώμη από τον, επί πρωθυπουργίας Σαμαρά, υπουργό Δημόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη Νίκο Δένδια. Από το πρόσωπο εκείνο που μόνο για την πολιτική προστασίας των πολιτών δεν μπορεί να μείνει χαραγμένος στην ιστορία, αλλά και στην μνήμη μας. Από το πρόσωπο που επί θητείας του ξεκίνησαν σε όλη την επικράτεια οι επιχειρήσεις «σκούπα» κατά των μεταναστών, στο πλαίσιο του προγράμματος «Ξένιος Δίας». Από το πρόσωπο που όσον καιρό η «Χρυσή Αυγή» δρούσε ανενόχλητη στη χώρα, προσθέτοντας συνεχώς στον κατάλογο της μισαλλοδοξίας νέα αιματηρά περιστατικά ρατσιστικού μίσους, ο ίδιος σφύριζε αδιάφορα και παρείχε την – έστω σιωπηρή – στήριξή του. Από το πρόσωπο που έχει συνδεθεί με τα κέντρα κράτησης – στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταναστών και τις εξωφρενικές συνθήκες διαβίωσης των εγκλείστων, των οποίων το μόνο μοιραίο σφάλμα να τους κατατρέχει μοιάζει να είναι η καταγωγή τους. Από το πρόσωπο που έστελνε μηνύματα «προς πάσα κατεύθυνση» περί «μηδενικής ανοχής στην ανομία και στην κατάλυση της νομιμότητας». Από το πρόσωπο που (και) στον καιρό του ξεδιπλώθηκαν στο ευρύ κοινό οι απάνθρωπες πρακτικές αντιμετώπισης κρατουμένων (αντιφασιστών όλως τυχαίως!) και η επιβολή σε βάρος τους βασανιστηρίων από την ελληνική αστυνομία. Αδύνατο, άλλωστε, να λησμονηθεί ο βασανισμός 15 αντιφασιστών από Έλληνες αστυνομικούς τον Σεπτέμβριο του 2012, όπως αποδείχθηκε από βίντεο που δημοσίευσε ο «Guardian», κατά του οποίου ο Δένδιας εξαπέλυε απειλές, επειδή ακριβώς προέβη στην αποκάλυψη αυτή.
Από το πρόσωπο που, εν ολίγοις, με τη δράση του φανέρωσε για μια ακόμη φορά το εδραιωμένο μονοπώλιο της κρατικής βίας και τη νομιμοποίηση αυτής και που έβαλε το λιθαράκι του στην ακροδεξιά στροφή της δεξιάς παράταξης, όπου ανήκει.
Προς το άτομο, λοιπόν, που με ενέργειες πολλαπλάσιες από τις παραπάνω να συμπληρώνουν το προφίλ ενός πολιτικού που ξεφεύγει από τα πλαίσια της κεντροδεξιάς, ο κ. Μουζάλας έδειξε να μεταμελεί για τα πεπραγμένα του. Εξέφρασε τη μετάνοιά του για τις πρότερες αντιδραστικές του τοποθετήσεις έναντι της πολιτικής που ακολουθούσε επί υπουργίας του ο κ. Δένδιας σχετικά με τον τομέα των προαναχωρησιακών κέντρων, των χώρων δηλαδή όπου κρατούνται οι πρόσφυγες και μετανάστες, χωρίς επαρκές φαγητό, χωρίς να τηρούνται στοιχειώδεις συνθήκες υγιεινής, αλλά ούτε και τα όρια της ιδιωτικότητας του καθενός, χωρίς να παρέχεται η κατάλληλη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη ή τυχόν ψυχολογική υποστήριξη, όπως και νομική βοήθεια, ικανή να τους προσφέρει τις απαραίτητες γνώσεις για τις μελλοντικές τους ενέργειες. Κι αν τα παραπάνω συμπεράσματα ακούγονται σκληρά για έναν άνθρωπο που έχει αποδείξει ότι διαθέτει κάποιες ευαισθησίες (και φυσικά πρόκειται για τον κ. Μουζάλα), μια τέτοια δημόσια έκφραση συγγνώμης πιθανώς να μην συνιστά μια ευμενή, για το προσεχές μέλλον, σηματοδότηση.
Στην άλλη πλευρά, από τα λεγόμενα του πρωθυπουργού, μαθαίνουμε πως όσοι ψήφισαν την «πρώτη φορά αριστερά», στηριζόμενοι αρχικά στο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης και μετέπειτα τις ευοίωνες εξαγγελίες του ΣΥΡΙΖΑ συνολικά, αλλά και του ίδιου του Τσίπρα προσωπικά, και βλέποντας τον πολυπόθητη ελπίδα να έρχεται, «είχαν επίγνωση πως προφανώς [η κυβέρνηση] θα κατέληγε σ’ έναν συμβιβασμό». Στον επώδυνο, μα έντιμο συμβιβασμό, όπως διατρανώνουν. Στον συμβιβασμό που δεν έχει νομιμοποίηση στη συνείδηση, μα ούτε και στην πράξη θα έπρεπε, μιας και η πλειοψηφία του ελληνικού λαού αντιστάθηκε απέναντι σ’ αυτόν και διαφώνησε, όταν κλήθηκε να απαντήσει, χαρίζοντας στην ιστορία του τόπου το τρανό ΟΧΙ του περσινού δημοψηφίσματος. Ουδεμία απολογία στην συνέντευξη αυτή προς έναν λαό που εξαπατήθηκε.
Σκέψεις περί συγγνώμης παρεισφρήσαν στο μυαλό μου διαβάζοντας τις δυο δηλώσεις: Πότε την εκφράζουμε ειλικρινώς, πότε ψεύτικα και για ποιους λόγους ομολογούμε (ή όχι) προηγούμενες λαθεμένες κινήσεις μας. Η συγγνώμη αναδεικνύεται ως μέσο που δημιουργεί ένα συναίσθημα εσωτερικής απελευθέρωσης για τα λάθη του παρελθόντος και ένα σημείο εκκίνησης διαφορετικής πορείας για το μέλλον. Κι αυτό βεβαίως αφορά στην ειλικρινή συγγνώμη, όχι σ’ εκείνη που «παραχωρείται» τύποις, για να χύνονται κροκοδείλια δάκρυα για τα δεινά που μαστίζουν την ανθρωπότητα. Στην συγγνώμη που βαραίνει με την έννοιά της τον μετανοούντα.
Σε κάθε περίπτωση, πιστεύω πως κανείς δεν μπορεί να προσάψει σε κάποια από τις παραπάνω τοποθετήσεις – συγγνώμες την κατηγορία της ανειλικρίνειας. Η πρώτη, απευθυνόμενη σ’ έναν άνθρωπο με το προαναφερθέν ιστορικό, ίσως να μην αποτελεί «άφεση αμαρτιών» για την όλη ακολουθούμενη πολιτική ή ταύτιση με αυτήν, οδηγεί ωστόσο σε αρκετά επικίνδυνα μονοπάτια… Η δεύτερη, με την απουσία της, είναι δηλωτική της συνολικής τακτικής και διαχείρισης της εξουσίας.
Στο μυαλό όσων έζησαν την αυθαιρεσία της πολιτικής του Ν. Δένδια, η συγγνώμη του Γ. Μουζάλα έχει πλήρως αποτύχει. Στο μυαλό όσων είχαν πειστεί, έστω και σε μικρό βαθμό, από τα λόγια του τότε αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης και νυν πρωθυπουργού, η έλλειψη συγγνώμης θα έπρεπε να ηχεί όχι απλά ως υπεκφυγή, ως αδυναμία ανάληψης ευθυνών, αλλά και ως απουσία επαφής με την πραγματικότητα των Ελλήνων, ως μια ακόμη προδοσία στα ιδεώδη του και τις αριστερές του εξαγγελίες. Και το πρόβλημα εμφανίζεται και ριζοβολεί όταν επαναλαμβανόμενα ξεπουλιούνται οι ιδέες σου…