Από τον Γιάννη Μπάκο
«Δεν μπορώ να πιστέψω σε ένα Θεό που θέλει να τον υμνούν όλη την ώρα.»
Στις 15 Οκτωβρίου 1844 γεννιέται στο Ραίκεν της Πρωσικής Σαξονίας ο Φρίντριχ Βίλχελμ Νίτσε.
Στα μόλις 56 χρόνια που έζησε, ο Νίτσε έγραψε κριτικά δοκίμια πάνω στη φιλοσοφία, την θρησκεία, τον πολιτισμό, την ηθική και τις επιστήμες, δείχνοντας ιδιαίτερη ικανότητα προς τη χρήση μεταφορών, ειρωνείας και αφορισμών.
Η σκέψη του επηρέασε σημαντικά μετέπειτα φιλοσόφους, λογοτέχνες και καλλιτέχνες και έθεσε νέες βάσεις στις υπαρξιακές ανησυχίες για τον άνθρωπο, τη φύση του και τα συστήματα του.
Ο νεαρός Νίτσε αποπειράθηκε να σπουδάσει κλασική φιλολογία και θεολογία στο Πανεπιστήμιο της Βόννης, εγκαταλείποντας όμως την προσπάθεια νωρίς, μιας και οι σπουδές δεν έδωσαν απάντηση στην θρησκευτικές του αμφιβολίες. Μεταπήδησε στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας, σπουδάζοντας φιλολογία υπό τον καθηγητή Φρίντριχ Βίλχελμ Ριτσλ. Η επαφή του με το έργο του Σοπενχάουερ τον επηρέασε στις πρώτες δημοσιεύσεις του και το 1869 και σε ηλικία μόλις 25 ετών, το Πανεπιστήμιο της Λειψίας του απένειμε τον τίτλο του διδάκτορα χωρίς εξετάσεις ή διατριβή, παρά μόνο με βάση τα δημοσιεύματά του.
Εκτός του Σοπενχάουερ, στην πρώτη περίοδο της ζωής του ο Νίτσε επηρεάστηκε σε βάθος και από τον μεγάλο μουσικό δραματουργό Ρίχαρντ Βάγκνερ. Η φιλία τους θα διαρκέσει χρόνια μέχρι τη στιγμή που οι προοδευτικές ιδέες του Νίτσε θα έρχονταν σε σύγκρουση με τη θρησκοληψία, το σωβινισμό και τον αντισημιτισμό του Βάγκνερ. Οι Σοπενχάουερ και Βάγκνερ ως επιρροές, μετέδωσαν στο Νίτσε μία ρομαντική αντίληψη των πραγμάτων.
Στη συνέχεια του έργου του και απολύτως χειραφετημένος από τις επιρροές της πρώιμης περιόδου του έργου του, ο Νίτσε πλέκει το εγκώμιο της λογικής και της επιστήμης, ανακλώντας την παράδοση των Γάλλων αφοριστών.
Στην τελευταία και πιο ώριμη περίοδο του, ο Γερμανός φιλόσοφος απομακρύνεται από τις θεωρίες του Σοπενχάουερ, διακόπτει τη σχέση του με τον Βάγκνερ και πλέον ασχολείται με το ζήτημα της καταγωγής και της λειτουργίας των αξιών στην ανθρώπινη ζωή, στην κριτική της μεταφυσικής, της ηθικής, της θρησκείας και των άλλων πλευρών του δυτικού πολιτισμού γράφοντας ασταμάτητα.
Είχε και μια σταθερή και σαφή σύνδεση με τον Ελληνικό πολιτισμό, καθώς πίστευε ακράδαντα πως σε κάθε περίοδο της εξέλιξής του ο δυτικοευρωπαϊκός πολιτισμός προσπάθησε να απελευθερώσει τον εαυτό του από τους Έλληνες. Υποστηρίζει, λοιπόν, στο έργο του «Η γέννηση της τραγωδίας (1872)» πως οι Έλληνες είναι οι ηνίοχοι κάθε επερχόμενου πολιτισμού, με την προσπάθεια των δυτικοευρωπαίων να είναι διαποτισμένη με βαθύτατη δυσαρέσκεια, διότι οτιδήποτε κι αν δημιουργούσαν, φαινομενικά πρωτότυπο και άξιο θαυμασμού, έχανε χρώμα και ζωή στη σύγκριση του με το ελληνικό μοντέλο, συρρικνωνόταν, κατέληγε να μοιάζει με φθηνό αντίγραφο, με καρικατούρα.
Η “Γέννηση της τραγωδίας” (1872) ήταν και το πρώτο του δημοσιευμένο έργο. Ακολουθούν οι “Παράκαιροι στοχασμοί” (1873-1876), το “Ανθρώπινο, υπερβολικά ανθρώπινο” (1878-1879), η “Χαραυγή” (1881), η “Χαρούμενη γνώση” (1882), το “Πέρα από το καλό και το κακό” (1886), η “Γενεαλογία της ηθικής” (1887), το “Λυκόφως των ειδώλων” (1888), ο “Αντίχριστος” (1888), το “Ίδε ο άνθρωπος” (1888) και η ανολοκλήρωτη “Θέληση για δύναμη” (1883-1888). Ανάμεσά τους το κορυφαίο του, το “Τάδε έφη Ζαρατούστρα” (1883-1885).
Υπήρξε σθεναρός πολέμιος του εθνικισμού και του ρατσισμού και πίστευε πως το έργο του θα παρερμηνευτεί, κάτι που έγινε, με τρανότερο παράδειγμα την παρερμηνεία του από τους οπαδούς του ναζισμού.
Έφυγε από τη ζωή το 1900, σε ηλικία 56 ετών, χτυπημένος από βαριά πνευμονία.
Οι σκέψεις και οι θέσεις του Φρίντριχ Νίτσε επηρέασαν το νεότερο κόσμο καθώς και όλο το φάσμα του καλλιτεχνικού κόσμου.
Στην μουσική, δεκάδες είναι τα τραγούδια που έχουν δανειστεί αποφθέγματα του ή και το ίδιο του το όνομα. Εμείς επιλέγουμε το «Nietzsche» των Dandy Warhols που αρκείται στην διαρκή επανάληψη του στίχου «Θέλω έναν Θεό που να είναι νεκρός, να μην παριστάνει τον νεκρό. Ακόμα κι εγώ θα μπορούσα να παριστάνω το νεκρό», σαφώς επηρεασμένο από τη ρήση του Νίτσε: «Ο Θεός είναι νεκρός. Τον έχουμε σκοτώσει – εσείς κι εγώ! Όλοι μαζί είμαστε οι δολοφόνοι του!».
*Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο ένθετο του Νόστιμον Ήμαρ στον Δρόμο της Αριστεράς, το Σάββατο 15.10.2016
Κάθε Σάββατο κυκλοφορεί στα περίπτερα το έντυπο Νόστιμον Ήμαρ, ένθετο στον Δρόμο της Αριστεράς.