Από τον Σίμο Ανδρονίδη
«Ανάμεσα στο όντα, σαν τον αγέρα ζω, κι από τη μαγγωμένη μοναξιά βγαίνω στο πλήθος των μαχών, ελεύθερος γιατί στο χέρι μου μέσα είναι το χέρι σου κατακτώντας αδάμαστες χαρές» (Pablo Neruda, ‘Εδώ τελειώνω’).
Η ταινία ‘Νeruda’ του σκηνοθέτη Pablo Larrain, διαδραματίζεται στη Χιλή, στα τέλη της δεκαετίας του 1940. Η κριτική που ασκεί ο κομμουνιστής ποιητής Pablo Neruda (ένας Luis Gnecco απόλυτα προσηλωμένος στο στόχο, που ‘συλλαμβάνει’ την ουσία του ποιητή, το φευγαλέο του βλέμμα, τη διάστικτη παρατηρητικότητα-πνευματικότητα του, όπως θα εγγραφεί στο ‘Canto General’), στο καθεστώς Videla, προκαλεί την αντίδραση του τελευταίου. Έτσι, ο αστυνομικός Oscar Peluchonneau (ένας έξοχος Gael Garcia Bernal, που παίζει με τις αισθήσεις, τους ψιθύρους & τις φωνές, με το βλέμμα που κυνηγά και εστιάζει στο στόχο), αναλαμβάνει να φέρει εις πέρας την μείζονα αποστολή: να συλλάβει τον διωκόμενο ποιητή.
Υπό τις συνθήκες της δικής του φυγής & ‘εξορίας’, ο Pablo Neruda θα συγγράψει το ‘Canto General’ (‘Γενικό Άσμα’), εκεί όπου η ποίηση διατρέχει το πεδίο της «παλαιάς» ιστορίας, αίρει τα προσχήματα, μετατοπίζει προς το ‘κρυμμένο’ & μετατοπίζεται η ίδια. Ο διωκόμενος ποιητής θα ‘δεχθεί’ την αστυνομική και πολιτική του δίωξη φυσικά, σχεδόν ‘αναπότρεπτα’, εντασσόμενος σε μία αλληλουχία εικόνων-συμβάντων: η δίωξη και η φυγή, η φυγή και η δίωξη, η εγγραφή μίας ταυτότητας με και δίχως τη Χιλή, η ποίηση ως έκκεντρο χάσμα μπροστά στην πειθάρχηση, η παρουσία του αστυνομικού, που λειτουργεί παράδοξα, θαρρείς υπό το πλαίσιο μίας δομικής αντινομίας: διώκτης & διωκόμενος συνάμα, με τη μορφή του να λειτουργεί ανθρωποκεντρικά, με αυτό που έχει μάθει μέσω της ποίησης: να αναζητεί.. Ο Neruda, στη χώρα τη δική του και της ποιήτριας Gabriella Mistral, όπως είναι: θνητός, με τις ρυτίδες του προσώπου του, να είναι οι «ρυτίδες» του βίου και των αναφορών του, της Χιλής, της Νοτίου Αμερικής.
Ο Pablo Larrain, εστιάζει σε πρόσωπα και ζωές «αμείλικτα» δεμένες μεταξύ τους εντός χρόνου και εντός χώρου, αποτυπώνει την σχεδόν θεατρική κινησιολογία τους, τη γλώσσα που ‘αποκαλύπτει’ συναισθήματα, παραθέτει διφυή, τα διττά όρια μεταξύ οικείου & ανοίκειου, μεταξύ προσιτού και απρόσιτου, μεταξύ μίας ζωής που παλινδρομεί μεταξύ φυσικής πίεσης και ανάγκης δημιουργίας, μεταξύ σιωπής και ομιλίας, ή μεταξύ σιωπής και «ομιλούσας» κίνησης.
Για το καθεστώς Videla, είναι πλέον ο πολιτικά «άλλος», ποιητής κύρους που αποτελεί λανθάνων κίνδυνο για τη σταθερότητα του. Για τον αστυνομικό είναι ο στόχος, υποκείμενο που πλέον «τρέφει» τη ζωή και τη φαντασία του, μία ‘σχέση’, που προσδιορίζει και τείνει να διευρύνει τα όρια του. Πιόνια πάνω και εντός σκακιέρας, «παίγνια» μίας στρατηγικής κατάκτησης της ‘ακεραιότητας’ και της συνείδησης του καθήκοντος, ο αστυνομικός και ο ποιητής αλλάζουν ρόλους, διευρύνουν τις γωνίες της επαφής, συγκλίνουν και αποκλίνουν, «καταυγάζουν» στιγμές και στίγματα ‘επιβεβαίωσης’. Ο Pablo Larrain τους θέλει να αναπτύσσουν τη δυναμική τους εμπιστευτικά, θύτες & θύματα μίας άνωθεν επιβολής, αλλά και του ίδιου τους του εαυτού.
Και είναι πραγματικά κινηματογραφικά έξοχος ο τρόπος με τον οποίο δομεί το πεδίο της συγκατάβασης: ο ποιητής συμμετέχει στο όλο παίγνιο, εγκολπώνει στοιχεία ατομικότητας, τη στιγμή που «εγκολπώνεται» συνάμα στο ζην επικινδύνως, διώκτης και διωκόμενος, παράλληλος και διφυής διώκτης του καθεστώτος και διωκόμενος από την «χωρική» του ενσάρκωση: τον αστυνομικό Oscar Peluchonneau, ο οποίος ‘εξειδικεύει’ τακτικές φυσικής σύλληψης-καταστολής, με την απεύθυνση να παραμένει καίρια για την πλοκή της ταινίας: μαζί με τον Neruda για τον Neruda. Ο αστυνομικός προσδιορίζει τον ‘νόμο και την τάξη’, «μετασχηματίζεται» σε φορέα της ενέργειας & της έντασης του καθεστώτος. Μεταξύ τους αναπτύσσεται το παίγνιο της μύησης, των αναφορών, της σύγκρουσης και της «κεκαλυμμένης» προστασίας, είναι οι δύο Friedlos, ‘οι άνευ ειρήνης’, που παρασέρνονται στο διάβα γεγονότων που τους υπερβαίνουν.
Όσο προχωρά η ταινία, τα χαρακτηριστικά τους οξύνονται, εγγράφονται στο πεδίο, ανατέμνουν την δική τους παρουσία. Και με σύμμαχο μία φωτογραφία που ‘συλλαμβάνει’ & «αντικειμενοποιεί» το περιβάλλον, ο Larrain συγκροτεί μία ιστορία παλίμψηστο, που απέχει από το να θεωρηθεί μία βιογραφία εξιδανίκευσης του ποιητή Pablo Neruda.
Aντιθέτως, συνθέτει βήμα-βήμα τα πλάνα του, αποτυπώνει δύο πολύσημους χαρακτήρες, διαμορφώνει μία ιστορία παλίμψηστο: ατομικές ψηφίδες μέσα στο συλλογικό γίγνεσθαι, ιστορίες εντός ιστορίας, αστυνομική πλοκή που προσλαμβάνει ευρύτερες πολιτικές προεκτάσεις, συγκρούσεις και συνειδησιακή αγωνία παρούσα, που κρατά το ενδιαφέρον του θεατή, που δεν προσμένει μία τυπική λύτρωση-κορύφωση, αλλά την διήγηση, την «δόνηση», τα χάσματα και τα διάκενα του νου και της πράξης. Και ο θεατής μένει με τη γεύση μίας ανθρωποκεντρικής ματιά στα γεγονότα. Η φαντασία του εξάπτεται, ‘κινείται’ προς το προτσές του χρόνου, ‘επικοινωνεί’ με εικόνες που ενέχουν τη δυναμική των λέξεων, που «κατασκευάζονται» δίχως τη γραμμικότητα της αφήγησης, θαρρείς με ‘μνήμη’.
Πραγματικά, η ταινία-εικόνα αφενός μεν αναπαράγει τους συνειρμούς του ορατού και του ‘αόρατου,’ αφετέρου δε λειτουργεί διαμέσου της «συγκεντροποίησης» των αισθήσεων: «Η κατά δύναμιν επιστήμη, η ικανότητα σύλληψης αισθητηριακών μορφών από τον υλικό νου, τον intellectus possibilis των Αραβοεβραίων αριστοτελικών του Μεσαίωνα, επειδή, ακριβώς, συλλαμβάνει μορφές στη δυναμική τους ανάπτυξη, διακρίνει και την προοπτική τους, αυτό που δεν υπάρχει ακόμα, την ου-τοπική διάσταση. Η φαντασία, ως ενεργοποίηση του δυναμικού των αισθητηριακών εικόνων, Μορφο-Ποίηση, Ποίηση των Μορφών προς σκέψη, καθιστά τον άνθρωπο έναν κατεξοχήν Homo Poeticus κι έτσι Homo Sapiens».[1] Η φαντασία ενεργοποιείται, τρέφεται από την ‘πάλη’ των πρωταγωνιστών. Η φαντασία του ποιητή ζητά το ‘ανοίκειο’, τη λύτρωση διαμέσου της πλάνης, της δίωξης..
Η ταινία του Pablo Larrain δεικνύει προς το χρόνο γιατί είναι χρόνος, επειδή «συλλαμβάνει μορφές στη δυναμική τους ανάπτυξη» και «διακρίνει» τη σχέση μεταξύ ποιητή και αστυνομικού, η γλώσσα των οποίων, εκείνη τη στιγμή, αποτελεί τμήμα μίας ταυτότητας εν κινήσει, εν δράσει: προς την πολιτική-ιδεολογική καταγγελία του ποιητή, προς την αίσθηση και την έννοια του καθήκοντος του αστυνομικού. Ο σκηνοθέτης δύναται να αποκρυσταλλώσει υπόγεια τα διακυβεύματα-επίδικα.
Και παραμένει «ανοιχτή» η χαραμάδα για να διαφανεί ρητά, σχεδόν βασανιστικά υπόκωφα μία ποίηση που ενέχει το στοιχείο της καταδίωξης και της αναπαράστασης, της αντανάκλασης στοιχείων του κοινωνικοπολιτικού γίγνεσθαι, της ταυτότητας, του εαυτού.
Στόχος του Pablo Larrain δεν είναι να δημιουργήσει ποίηση, αλλά να δείξει σύνθετα προς τα εκεί, προς τις σύνολες διακλαδώσεις που την περιέχουν ως ‘σύλληψη’ και τις περιέχει η ποίηση ως εγκάρσια τομή, ως αποκρυστάλλωση ανθρώπινων και μη δραμάτων και στιγμών. Με κινηματογραφική ματιά, ο Larrain «αφήνεται» στο υπόδειγμα της αφήγησης, προσδίδει βάθος στους χαρακτήρες του που προσεγγίζουν το βάθος του ‘Ιεροεξεταστή’ του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, διχάζονται, βρίσκουν τον άλλο τους εαυτό, αναδιαμορφώνουν εκ νέου την πορεία τους. Ο Νeruda προσδοκά μία τιμή που εντός καταδίωξης, διευρύνεται ακόμη περισσότερο, ένας ήθος και ένας ύφος ‘ασύγγνωστης’ δράσης. Η Ταινία σαν να λειτουργεί σε επαφή με το μεθοδολογικό σχήμα του Γάλλου Gilles Deleuze.
Όπως αναφέρει ο Σάββας Μιχαήλ: «Ο Ντελέζ διέκρινε τις «κλασικές» από τις μοντέρνες ταινίες με τη μετάβαση από την Εικόνα–Κίνηση, όπου ο χρόνος φανερώνεται έμμεσα, μέσα από την κίνηση, σαν εξαγόμενο της διαδοχής των μονταρισμένων εικόνων, στην Εικόνα–Χρόνος, όπου ο χρόνος γίνεται κατευθείαν ορατός και η κίνηση αποτελεί την προοπτική του».[2] Η «Εικόνα-Χρόνος» είναι η εικόνα των αλληλοσυνδεόμενων γεγονότων, του συμβολισμού του Νeruda, που όσο περισσότερο νιώθει τη μέγγενη, τόσο περισσότερο προκαλεί ‘διάκενα’, διαβλέπει μία προοπτική βραχυπρόθεσμων οριζόντων. Και στο μέσα της όλης εικόνας, προκύπτει το Canto General, τα πρωτεϊκά και αρχέγονα του σπαράγματα-θραύσματα.
Ένας δυϊσμός διατρέχει την ταινία: η ‘επαφή’ και η παρουσία. Ίσως ταιριάζει καλύτερα στην ταινία ‘Νeruda’ του Χιλιανού σκηνοθέτη Pablo Larrain, η ποίηση του Τόμας Έλιοτ από την ‘Έρημη χώρα’: «Θα σου δείξω φόβο μέσα σε μια φούχτα σκόνη». Σκοπός σχεδόν υπόρρητος, μαζί με την προσαρμογή, προσδιορισμένος σε «νήματα» και πτυχώσεις που συνδέουν τη μορφή με το περιεχόμενο. Αν σκοπός μίας κινηματογραφικής ταινίας είναι να δημιουργήσει ‘συγκρούσεις-συνειδησιακές διεργασίες, όπως επισήμανε ο Σεργκέι Αιζενστάϊν, τότε θεωρούμε ότι η ταινία του Pablo Larrain, πετυχαίνει αυτόν τον σκοπό.. Μία ταινία σύνθετη, με παιγνιώδη «υφή», με σαρκαστική διάθεση, με μία βουβή δραματικότητα που «γειώνει». Μία ταινία που αξίζει να τη δει κανείς.. Η ταινία του Pablo Larrain διαθέτει raison d’ etre..
Τη raison d’ etre (λόγο ύπαρξης) των ‘ανοίκειων’ προσανατολισμών και των ‘κεκαλυμμένων’ προσδοκιών με τον θεατή να αναζητεί τις ψηφίδες, τα ‘θραύσματα’ του ατομικού μέσα στο συλλογικό.. Σαν να περνά μπροστά από την οθόνη ο «χρόνος του τώρα» του Walter Benjamin. Χρόνος καθ’ όλα φορτισμένος, που «κυοφορεί» εκπλήξεις, το ζύγισμα του ανεπαίσθητου ως μεθοδολογική κατηγορία και επιστήμη.
[1] Βλέπε σχετικά, Μιχαήλ Σάββας, ‘Ο Οραματιστής Κώστας Σφήκας και τα φαντάσματα,’ Homo Poeticus, Εκδόσεις Άγρα, Αθήνα, 2006, σελ. 255.
[2] Βλέπε σχετικά, Μιχαήλ Σάββας…ό.π, σελ. 251.