Από τον Γιάννη Μπάκο
«Τείχος του Βερολίνου: Περίμετρος: 155 χλμ. – Ηλεκτρική περίφραξη: 127,5 χλμ. – Φυλάκια: 302 – Στρατιώτες σε επιφυλακή: 11.000»
Στις 9 Νοεμβρίου 1989 ανοίγουν τα σύνορα της Ανατολικής Γερμανίας για τους πολίτες της, έπειτα από δεκαετίες. Το Τείχος του Βερολίνου, το σύμβολο του Ψυχρού Πολέμου, ανοίγει τις πύλες του και μια νέα σελίδα γράφεται στην παγκόσμια ιστορία.
Τον Οκτώβριο του 1989 μαζικές διαδηλώσεις συγκλόνιζαν την Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας, ενώ οι ανατολικές χώρες καλούσαν με τελεσίγραφα την Ανατολική Γερμανία να δώσει λύση και απειλούσαν να κλείσουν τα σύνορά τους με αυτή, καθώς τις κατέκλυζαν πρόσφυγες που ήθελαν να περάσουν στη Δυτική Γερμανία,. Στις 6 Νοεμβρίου 1989 η κυβέρνηση της Ανατολικής Γερμανίας δημοσιοποίησε ένα σχέδιο ταξιδιωτικού νόμου, το οποίο ήταν πολύ κατώτερο των προσδοκιών του κόσμου, έχοντας ως αποτέλεσμα, ακόμα πιο μαζικές διαδηλώσεις να λαμβάνουν χώρα, ενώ μέσα σε μια μέρα μόνο στη Λειψία διαδήλωσαν 500.000 άνθρωποι. Το πρωί της 9ης Νοεμβρίου 1989 συνεδρίασε μια επιτροπή αξιωματικών των Υπουργείων Εσωτερικών και Κρατικής Ασφάλειας της Ανατολικής Γερμανίας για να προτείνει λύσεις και να σχεδιάσει μια έκτακτη ρύθμιση, που θα έθετε αμέσως σε εφαρμογή τα ουσιαστικότερα μέτρα του σχεδίου ταξιδιωτικού νόμου. Η επιτροπή υπέβαλε μια πρόταση στο Πολιτικό Γραφείο σύμφωνα με την οποία θα επιτρέπονταν στο εξής τόσο η μόνιμη μετεγκατάσταση, που άλλωστε δημιουργούσε το πρόβλημα με τους πρόσφυγες στις τρίτες χώρες, όσο και τα σύντομα ιδιωτικά ταξίδια. Τα σύντομα ταξίδια θα επιτρέπονταν διότι σε αντίθετη περίπτωση θα εξωθούνταν στη μετανάστευση πολλοί που ήθελαν μόνο να επισκέπτονται συγγενείς τους στη Δυτική Γερμανία.
Μια συγκεχυμένη αναφορά του Γκύντερ Σαμπόφσκι, μέλους του ΚΚ Ανατολικής Γερμανίας, σε συνέντευξη τύπου σε Ανατολικογερμανούς και ξένους δημοσιογράφους γίνεται το τηλεοπτικό γεγονός του αιώνα. Τα δυτικά πρακτορεία ειδήσεων μέσα σε λίγα λεπτά και η ανατολικογερμανική τηλεόραση αργότερα αναμεταδίδουν τη συνέντευξη και με δική τους πρωτοβουλία ερμηνεύουν τις ασάφειες του Σαμπόφσκι, συνοψίζοντας την είδηση στο γεγονός ότι το τείχος άνοιξε. Οι κάτοικοι του Ανατολικού Βερολίνου ακούν τις ειδήσεις από το Δυτικό Βερολίνο, βγαίνουν ο ένας μετά τον άλλο στους δρόμους και κατευθύνονται προς το τείχος. Εκεί συναντούν τους έκπληκτους συνοριοφύλακες και το προσωπικό ελέγχου διαβατηρίων, που μην έχοντας καμία ενημέρωση καλούν τον κόσμο να φύγει και να απευθυνθεί την επόμενη μέρα στις υπηρεσίες έκδοσης διαβατηρίων. Το πλήθος όμως αυξάνεται συνεχώς και αρχίζει να χάνει την υπομονή του. Έτσι και μπροστά στον κίνδυνο να λιντσαριστούν από τις μάζες, το προσωπικό του μεθοριακού φυλακίου Μπόρνχόλμερ Στράσε ανοίγει τις πύλες στις 23:00, ενώ ακολουθούν στην συνέχεια και άλλα φυλάκια. Οι εικόνες που μεταδίδονται από την τηλεόραση ενθαρρύνουν και άλλους Ανατολικοβερολινέζους να κατέβουν στο τείχος πεζοί ή με αυτοκίνητα και να δοκιμάσουν μια βόλτα στο Δυτικό Βερολίνο. Μέχρι το πρωί της 10ης Νοεμβρίου όλες οι πύλες του τείχους έχουν ανοίξει διάπλατα και οι πολίτες τις περνούν χωρίς κανένα έλεγχο.
To Berliner Mauer, όπως λέγεται το τείχος του Βερολίνου στα Γερμανικά, πρόκειται για ένα τοίχο ύψους 2 μέτρων, που χώριζε το Βερολίνο σε Ανατολικό και Δυτικό. Ονομάστηκε «Τείχος του Αίσχους» από τους Δυτικούς, χτίστηκε το 1961 από τις αρχές της Ανατολικής Γερμανίας για να συγκρατήσει τη φυγή των κατοίκων της προς τη Δύση και γκρεμίστηκε από τους Βερολινέζους και των δύο πλευρών όταν πλέον τα καθεστώτα του λεγόμενου “υπαρκτού σοσιαλισμού” έφτασαν στην πλήρη παρακμή.
Στη διάρκεια των 28 χρόνων της ύπαρξης του Τείχους, τουλάχιστον 136 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους προσπαθώντας να περάσουν στην Δυτική πλευρά. Το πρώτο καταγεγραμμένο θύμα ήταν η 58χρονη νοσοκόμα Ίντα Ζίκμαν, η οποία σκοτώθηκε στις 22 Αυγούστου 1961 στην προσπάθειά της να διαφύγει στο Δυτικό Βερολίνο, όπου και ζούσε η αδελφή της. Τελευταίος στη μακάβρια λίστα ήταν ο 33χρονος ηλεκτρολόγος Βίνφριντ Φρόιντενμπεργκ, ο οποίος κατάφερε μ’ ένα αυτοσχέδιο αερόστατο να περάσει στο Δυτικό Βερολίνο, αλλά για κακή του τύχη αυτό κατέπεσε και συνετρίβη, με αποτέλεσμα να βρει ακαριαίο θάνατο στις 29 Αυγούστου 1989.
Η πτώση του τείχους δεν έφερε τις αλλαγές στις οποίες ήλπιζαν οι ρομαντικοί της εποχής, με τους Pink Floyd να περιγράφουν ακριβώς αυτό το συναίσθημα της απογοήτευσης στο τραγούδι τους “A Great Day for Freedom” που κυκλοφόρησε το 1994 στο άλμπουμ “The Division Bell”.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο ένθετο του Νόστιμον Ήμαρ στον Δρόμο της Αριστεράς, το Σάββατο 5.11.2016