Από το Πρόβατο όχι Αρνί
Ξέρω, την αισθητική δε θα την ψάξω στο φτιαγμένο subaru εικοσιπεντάχρονου που μαρσάρει σε φανάρι στην Τσιμισκή. Δε θα την ψάξω στο βιντεάκι του κόμματος του Φαήλου Κρανιδιώτη ή στα ιωνικά αετώματα ταβέρνας στο Αγγελοχώρι Ημαθίας. Ξέρω, την αισθητική δε θα την βρω στους μπαζοκουβάδες που ‘χουν ως γλυπτά να κοσμούν την πλατεία στο Μοναστηράκι, ούτε στις λευκοντυμένες σιωπηλές διαμαρτυρίες του Καμίνη. Σίγουρα όχι στους γραβατοφόρους στα Μαμούνια, ούτε και στις πανελίστριες της Ελεωνόρας. Δεν αυταπατώμαι. Η αισθητική γύρω μου κρατάει πιστόλι οπλισμένο. Θέλει να αυτοκτονήσει στα στρασάκια των νυχιών, στα τεράστια χρυσά ρολόγια, στο κακό make-up. Θέλει να γεμίσει τον τόπο μυαλά στις εταιρίες των διαφημιστών, στα άλμπουμ με θύμησες των γάμων, στο ντεκόρ ελληνοκεντρικών εκπομπών περιφερειακών σταθμών. Ξέρω, πάνω σε τοίχο πέφτω σήμερα, τοίχο θα προσπαθήσω να σπάσω, απ’ αυτούς όμως που δεν τους στήνουν οι Λε Κορμπυζιέ και οι Γκαουντί. Γι’ αυτό και το κουράγιο!
Το “καλό” της αισθητικής, το “ευ” των μορφών δεν κρύβεται, δε φοράει ρούχα παραλλαγής, δε γίνεται χαμαιλέοντας να εξαφανίζεται μέσα στην όρασή σου. Το όμορφο είναι στη φύση, είναι εκεί και βροντοφωνάζει την παρουσία του. Έχει τις γωνίες, τις καμπύλες, το μέγεθος, τα χρώματα που του πρέπουν, που του αρμόζουν, που του ταιριάζουν. Και τότε; Τότε τι κάνουμε; Τότε γιατί δεν μπορούμε να το δούμε; Γιατί δεν γυρνάμε το κεφάλι, δεν στρέφουμε τα μάτια στο επιβλητικό των βουνών, στα ζιγκ-ζαγκ των ποταμών, στα γαλάζια και τα μπλε και τα σταχτιά και τα πράσινα της θάλασσας; Γιατί δεν αντιγράφουμε τις γραμμώσεις των μυών του τσιτάχ, το αψεγάδιαστα λευκό της πολικής αρκούδας, την αρχοντική ηρεμία των πτήσεων του άλμπατρος; Τι παθαίνουμε; Ποια αντιληπτική αγκύλωση μας εμποδίζει απ’ το να μάθουμε να χτίζουμε τα σπίτια μας όπως τα χελιδόνια, να φτιάχνουμε τα δημόσια έργα μας όπως οι κάστορες, να σπάμε την ομοιομορφία μας όπως τα έντομα; Δεν ξέρουμε ότι η βασικότερη αιτία εξαφάνισης ενός πολιτισμού είναι η ασχήμια;
Οι ποιητές χρειάζεται να οπλοφορούν
Η κόλαση των ποιητών είναι η ασχήμια/ γι’ αυτό/ οι ποιητές/ χρειάζεται/ να οπλοφορούν./ Α τους υποκριτές/ μιλούν για βία, βασανισμούς και καταπίεση κι εγκλήματα/ και μήτε που υποψιάζονται/ πόσο υποφέρει ένας ποιητής σαν ταξιδεύει/ με υπεραστικό που διαθέτει κασετόφωνο./ Η κόλαση των ποιητών είναι η ασχήμια/ γι’ αυτό/ οι ποιητές/ χρειάζεται/ να οπλοφορούν. (Γιάννης Υφαντής)
Το ξέρουμε. Λίγοι από εμάς, το ξέρουμε. Λίγοι προσπαθούμε να κρατάμε αυτόν τον κόσμο σε μια στοιχειώδη ισορροπία. Δύσκολο είναι. Όταν οι πολλοί από εμάς κρατάμε φυλαχτό τη συλλεκτική τζαμποσακούλα, μοιάζει Γολγοθάς για τους υπόλοιπους να γράφουμε Μαρίες Νεφέλες, να εντάσσουμε στο χώρο μικρά ξύλινα σπιτάκια, να κάνουμε σχόλια ως Banksy στους τοίχους των αηδιαστικών πόλεών μας. Μερικοί το ξέρουμε κι είτε ως γραφίστες, ως κηπουροί, ως αρχιτέκτονες, ως μουσικοί, ως στιχουργοί, ως ξυλουργοί, είτε ως ναυτικοί, ως σχεδιαστές καθημερινών αντικειμένων, ως γεωργοί, ως ποιητές, ως εργάτες των δρόμων, ως βιβλιοπώλες, ως γκαλερίστες, ως μοντέλα, ως ποδοσφαιριστές προσπαθούμε να μην φέρουμε τον κόσμο στο δεν έχει παραπέρα, στο αναπόδραστο της αυτανάφλεξής του μέσα στην ασχήμια του!
Το σκέφτηκα ξανά και ξανά. Βρήκα μια λύση. Κρατάω στο χέρι μου δυο κόσμους. Έναν όπως φαίνεται από ψηλά, με τον Νείλο στριφογυριστό φίδι ξαπλωμένο στο στήθος της Αφρικής και τις Άνδεις σταχτόλευκη χαίτη στην πλάτη της Αμερικής, κι έναν όπως φαίνεται από χαμηλά: με τις δορυφορικές κεραίες στα μπαλκόνια και τα σίδερα στους τελευταίους ορόφους πολυκατοικιών, ξεχασμένα από προηγούμενες δεκαετίες, να δείχνουν τους ουρανούς ελπίζοντας σε έναν ακόμη όροφο όταν τα χρήματα θα έρθουν. Έχω δυο κόσμους και τους έχω σημειωμένους σε χαρτάκια. Είμαι έτοιμος να κάνω την κλήρωση. Θα μπω σε μια παιδική χαρά και θα φωνάξω κοντά μου το πρώτο πιτσιρίκι που θα δω. Θα του απλώσω το χέρι και θα του πω να διαλέξει χαρτάκι. Ας είναι τα «ευ» ή τα «δυσ» των μορφών ετούτου του κόσμου, επιλεγμένα από μια ηλικία που διαλέγει με το ένστικτο και τον παρορμητισμό. Αμφιβάλλετε για το αποτέλεσμα; Στοιχηματίζουμε;
*Ο πίνακας είναι του Σαλβαδόρ Νταλί, “Girl at a window”.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο ένθετο του Νόστιμον Ήμαρ στον Δρόμο της Αριστεράς, το Σάββατο 12.11.2016
Κάθε Σάββατο κυκλοφορεί στα περίπτερα το έντυπο Νόστιμον Ήμαρ ένθετο στον Δρόμο της Αριστεράς.