Του Θωμά Ψήμμα
Όσο βαθαίνει η συστημική κρίση του καπιταλισμού και οξύνονται οι κοινωνικοοικονομικές αντιθέσεις, έρχεται όλο και πιο επιτακτικά στο προσκήνιο η ιδέα του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, δηλαδή της καταβολής ενός απροϋπόθετου (ανεξαρτήτως καταβολής φόρων, εισφορών ή εργασίας) minimum πόρων σε κάθε μέλος της πολιτικής κοινότητας. Η πρόταση αυτή βρίσκει ένθερμους υποστηρικτές και φανατικούς αντιπάλους. Το παράδοξο έγκειται στο ότι θετικά και αρνητικά διακείμενοι εντοπίζονται στο σύνολο του πολιτικού φάσματος. Στη (νεο)φιλελεύθερη πολιτική σκέψη υφίσταται η άποψη ότι το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα αποτελεί χρήσιμο εργαλείο για την εξασφάλιση της κοινωνικής ειρήνης, δηλαδή για την απάλυνση των ανισοτήτων που απειλούν με κατάρρευση το καπιταλιστικό οικοδόμημα. Παράλληλα, θιασώτες της ελεύθερης αγοράς θεωρούν ότι ένα βασικό εισόδημα για όλους επιλύει το δομικό πρόβλημα της ασύμμετρης πληροφόρησης των συμμετεχόντων (παραγωγών ή καταναλωτών) στο αγοραίο παίγνιο. Από την άλλη, συντηρητικοί νεοφιλελεύθεροι (π.χ. Tea Party) πιστεύουν εμμονικά ότι το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα συνιστά αθέμιτο κρατικό πατερναλισμό, αντικαθιστά την εργασία-αριστεία με ροπή προς την τεμπελιά και πριμοδοτεί το σύνδρομο του λαθρεπιβάτη (free rider).
Στο χώρο της Αριστεράς υπερασπιστές της ιδέας ενός καθολικού εισοδήματος ανιχνεύονται κυρίως στο ρεφορμιστικό χώρο. Προβάλλεται η αντίληψη ότι μια απροϋπόθετη, στοιχειώδης διανομή πόρων λειτουργεί ως ανακούφιση απέναντι στο ασήκωτο βάρος της νεοφιλελεύθερης ηγεμονίας, ως μερική υποβάθμιση της ταξικά μεροληπτικής (υπέρ των ολίγων) οικονομικής αποτελεσματικότητας χάριν της ταξικά ουδέτερης κοινωνικής δικαιοσύνης. Εκπρόσωποι της ριζοσπαστικής, κομμουνιστικής Αριστεράς, αντίθετα, θεωρούν το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα δούρειο ίππο για την εκ νέου εξαπάτηση των λαϊκών στρωμάτων, υποστηρίζοντας την πάγια θέση του μαρξισμού ότι μόνο η κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής μπορεί να οδηγήσει σε αληθινή κοινωνική χειραφέτηση και αυτοκυβέρνηση του δήμου.
Κατά την ταπεινή μου γνώμη, η διεκδίκηση και καθιέρωση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος αποτελεί μια πολύ ενδιαφέρουσα πρόκληση των δυστοπικών καιρών μας με σημαντικές προοπτικές κι ανάλογους κινδύνους. Ας ξεκινήσουμε από τα μειονεκτήματα των προαναφερόμενων συνηγοριών υπέρ του basic income, προκειμένου να κλείσουμε τη σύντομη αυτή ανάλυση εστιάζοντας στη φωτεινή πλευρά του φεγγαριού.
Εάν το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα γίνει αντιληπτό εργαλειακά ως απλό μέσο είτε για την εμπέδωση ενός minimum κοινωνικής δικαιοσύνης είτε, ακόμα χειρότερα, για την απρόσκοπτη λειτουργία της ελεύθερης (κατ’ ουσίαν ασύδοτης) αγοράς, τότε μάλλον θα λειτουργήσει ως δούρειος ίππος για την ιδιωτικοποίηση-αποπολιτικοποίηση της δημόσιας σφαίρας. Μια πατερναλιστική (αγοραία ή κρατική) επιβολή του θα συμβάλλει στην περαιτέρω παθητικοποίηση του πολιτικού υποκειμένου, άρα στην άκριτη αποδοχή του μοιρολατρικού There Is No Alternative ως στάσης ζωής. Η κατοχύρωση ενός απροϋπόθετου εισοδήματος για όλους δεν θα είναι τότε τίποτε άλλο παρά η άνευ όρων «υπογραφή» ενός εξαγορασμένου συμβολαίου μη χειραφέτησης μεταξύ του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και των δυνάμεων της εργασίας ή του κοινωνικού περιθωρίου.
Από την άλλη, αν το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα συνδεθεί με το ιδεώδες της βιοτικής αυτοτέλειας (πάγιο αίτημα του πολιτικού φιλελευθερισμού), δηλαδή τη διασφάλιση όχι απλώς της φυσικής επιβίωσης, αλλά της αξιοπρεπούς κοινωνικοπολιτικής διαβίωσης (soziokulturelles Existenzminimum κατά τη γερμανική νομολογία), τότε μπορεί να επιφέρει ευεργετικά αποτελέσματα σε επίπεδο ατόμου και πολιτικής κοινωνίας. Συγκεκριμένα, ένα minimum αξιοπρεπούς διαβίωσης αποτελεί την υλική πτυχή του έμφυτου «δικαιώματος να έχουμε δικαιώματα» (right to have rights), δηλαδή συνιστά αναγκαία προϋπόθεση για την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας του ατόμου και τη συμμετοχή του ως συλλογικού όντος στην πολιτική, κοινωνική και οικονομική ζωή. Με άλλα λόγια, η ισότιμη συμμετοχή στη δημοκρατική διαβούλευση και η αποκατάσταση του ελεύθερου και υπεύθυνου πολίτη περνάει αναπόδραστα μέσα από τη ρήξη με την κατ’ αποτέλεσμα καπιταλιστική βαρβαρότητα του κοινωνικού αποκλεισμού. Παράλληλα, μια προσέγγιση, η οποία δίνει έμφαση στο μείζον διακύβευμα της τόνωσης του βαθμού και των όρων της πολιτικής συμμετοχής, αφήνει ανοιχτό το παράθυρο για τη χάραξη ενός δημοκρατικού (κινηματικού και αστικοδημοκρατικού συνάμα) δρόμου προς το σοσιαλισμό.
Συμπερασματικά, αν το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα αποδειχθεί ευλογία ή κατάρα για την ευρεία κοινωνική πλειοψηφία μένει να κριθεί από τον επιδιωκόμενο σκοπό της θεσμοθέτησής του, αν δηλαδή θα λειτουργήσει ως αγοραίο όπιο των μαζών ή ως βιταμίνη για την ενδυνάμωση του κοινωνικού σκελετού της δημοκρατίας.