Της Χριστίνας Τσολάκη*
Η πανελλαδική συντροφιά των 75 -σήμερα- Κέντρων Πρόληψης των Εξαρτήσεων και Προαγωγής της Ψυχοκοινωνικής Υγείας υλοποιεί εδώ και είκοσι χρόνια τη συντριπτική πλειοψηφία δράσεων Πρόληψης στη χώρα. Αυτές περιλαμβάνουν ένα ευρύ φάσμα εξαρτήσεων και επικίνδυνων συμπεριφορών, καθώς και την προαγωγή της ψυχοκοινωνικής υγείας: χρήση ουσιών, διαδίκτυο, εκφοβιστικές συμπεριφορές, διαφορετικότητα, ρατσισμός, διαχείριση πένθους κ.λπ.
Δύσκολος και φιλόδοξος ο ρόλος των Κέντρων Πρόληψης, λοιπόν, αφού απαιτεί πολυεπίπεδες παρεμβάσεις από τον άνθρωπο μέχρι την κοινότητα με στόχο την αναίρεση όλων των κοινών γενεσιουργών αιτιών των εξαρτητικών συμπεριφορών και των ψυχοκοινωνικών προβλημάτων.
Παρεμβάσεις σε ατομικό επίπεδο που αφορούν την αντιμετώπιση προσωπικών μας δυσκολιών, παραγόμενων σε ένα δυσλειτουργικό οικογενειακό περιβάλλον, το οποίο με τη σειρά του διαμεσολαβεί και αντανακλά στα μέλη της κοινωνίας την κοινωνική κρίση, την κρίση αξιών και θεσμών.
Παρεμβάσεις, άρα, και σε συλλογικό επίπεδο, για την κοινωνική ενδυνάμωση και συνοχή ως βασικό προαπαιτούμενο «θωράκισης» του ανθρώπου απέναντι στις εξαρτήσεις.
Παρεμβάσεις με έμφαση στους συνδετικούς κρίκους ανάμεσα στο προσωπικό και το συλλογικό, δηλαδή στις σχέσεις. Στις σχέσεις που εδράζονται στον σεβασμό, την εμπιστοσύνη και την αποδοχή, διευκολύνοντας την ενίσχυση των όρων αυτοπροστασίας και αλληλοπροστασίας, αναπλάθοντας πλαίσια/περιβάλλοντα με την ενεργό δράση και ευθύνη των μελών της εκάστοτε κοινότητας. Δηλαδή, παρεμβάσεις στον πυρήνα της κοινοτικής δουλειάς:
«Είναι μέσα από την εγκαθίδρυση σχέσης των μελών της κοινότητας -μεταξύ τους και με τους/τις λειτουργούς πρόληψης που δρουν ως πρότυπα και καταλύτες-, που επέρχεται η συνειδητοποίηση της ευθύνης, η ενεργοποίηση και ανάληψη δράσης (λ.χ συγκρότηση ομάδων αυτοβοήθειας, ενεργοποίηση συλλόγων γονέων κ.ά.), τελικά η σταδιακή αλλαγή σχέσεων, στάσεων και συμπεριφορών.» [βλ. κεφάλαιο Γ΄ του συλλογικού έργου «Κοινότητα, πρόληψη των εξαρτήσεων, Κέντρα Πρόληψης» διαθέσιμο https://www.ideostato.gr/2016/11/e-book.html]
Αταλάντευτα για ενεργούς ανθρώπους σε ενεργές κοινότητες
Η δομή των σύγχρονων κοινωνιών, οι κυρίαρχες σχέσεις, αξίες και πρότυπα ζωής κατασκευάζουν από πολύ νωρίς «άτομα» – θραύσματα ανθρώπων, ψυχικά ευάλωτα, με αισθήματα δυσφορίας και ανεπάρκειας στην αντιμετώπιση των δυσκολιών της καθημερινότητας. Με την επενέργεια της πρωτοφανούς κρίσης της τελευταίας εξαετίας τα προϋπάρχοντα αίτια εντείνονται, ώστε δεν είναι να απορεί κανείς με την έξαρση εξαρτητικών συμπεριφορών που άλλοι τις βαφτίζουν «προβληματικές», άλλοι «ατομικά προβλήματα», άλλοι «ψυχοπαθολογίες», ίσως για να δικαιολογήσουν πολιτικές επιλογές υπό μορφή περεταίρω «μεταρρυθμίσεων» στον τομέα της αντιμετώπισης των εξαρτήσεων και συνολικά της ψυχική υγείας.
Γνωρίζουμε, άλλωστε, καλά και τεκμηριωμένα πια ότι οι οικονομικοπολιτικές επιλογές είναι ευθέως ανάλογες με την ψυχική υγεία των πολιτών μιας χώρας. Η προωθούμενη αφαίρεση της κοινοτικής δουλειάς από το κυρίως σώμα των πολιτικών αντιμετώπισης των εξαρτήσεων σήμερα, εν μέσω κρίσης, καθιστά το «ισοζύγιο» ακόμη πιο αρνητικό και τις ευθύνες των ασκούντων πολιτική ακόμη πιο σοβαρές.
Τα Κέντρα Πρόληψης μέσα από τις δράσεις τους στην κοινότητα κάνουν μια πρόσκληση στον άνθρωπο για συνάντηση και διάλογο, σε καιρούς που ευνοούν τη σιωπή και την απουσία. Προτείνουν τη δημιουργία σχέσεων εμπιστοσύνης και αλληλοϋποστήριξης των ανθρώπων για τη δημιουργία μιας κοινότητας που ενδιαφέρεται, αυτενεργεί, αντιδρώντας υγιώς, σχεδιάζοντας και δοκιμάζοντας λύσεις για θέματα που την αφορούν.
Συνδιαμορφώνοντας παρεμβάσεις και δράσεις με τα μέλη της κοινότητας συνδράμουμε, λοιπόν, στην αναίρεση του πρώτου αιτιοπαθολογικού παράγοντα για την εμφάνιση εξαρτητικών συμπεριφορών: της παθητικότητας και της αδιαφορίας.
Χωρίς συνειδητοποίηση αυτής της ουσίας της πρόληψης, οι όποιες παρεμβάσεις, ενημερώσεις, εκπαιδεύσεις, συμβουλευτικές συναντήσεις μοιάζουν ή καταλήγουν σε προσπάθειες διαχείρισης αναπαραγόμενων προβλημάτων. Αυτό το έχει αποδείξει περίτρανα η ιστορία των προγραμμάτων πρόληψης τα τελευταία τουλάχιστον 40 χρόνια, διεθνώς. Απομένει να διδαχτούμε από αυτό χωρίς ταλαντεύσεις («εμείς θα πάμε κόντρα στους από πάνω;» κ.λπ.), για να συνεχίσουμε την προσπάθεια ανοίγματος νέων δρόμων όχι για την κοινωνία αλλά με την κοινωνία.
Κεκτημένα και εκκρεμότητες: με γέφυρες τους αγώνες
Για τα μέχρι στιγμής, τολμούμε να πούμε ότι οι εργαζόμενοι των Κέντρων Πρόληψης έχουν καταφέρει πολλά, όπως αυτά αποτυπώνονται στον αυξανόμενο αριθμό παρεμβάσεων στη σχολική κοινότητα (καθολικές παρεμβάσεις πρόληψης σε γονείς, μαθητές και εκπαιδευτικούς) και όχι μόνο. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Εθνικού Κέντρου Τεκμηρίωσης και Πληροφόρησης για τα Ναρκωτικά (ΕΚΤΕΠΝ) οι παρεμβάσεις των Κέντρων Πρόληψης διπλασιάστηκαν ή και τριπλασιάστηκαν τα δύο προηγούμενα έτη, μάλιστα σε μία περίοδο (2011-2014) κατά την οποία τα Κέντρα Πρόληψης υποχρηματοδοτούνταν και με μόνιμη την απουσία Εθνικού σχεδίου δράσης για την Πρόληψη των Εξαρτήσεων.
Θα περίμενε λοιπόν κανείς, ένα τόσο πλούσιο και πρωτοποριακό έργο -διεθνώς αναγνωρισμένο- να ενισχυθεί και να αναδεχθεί από την πολιτεία. Δυστυχώς για άλλη μια φορά αυτή στέκεται κατώτερη των περιστάσεων, αφού όχι μόνο δεν τολμά να προχωρήσει στην ίδρυση ενός ενιαίου αυτόνομου φορέα των Κέντρων Πρόληψης (μέχρι σήμερα 67 κερματισμένων αστικών εταιρειών) που θα προωθεί με τρόπο ενιαίο τις πολυσύνθετες διαδικασίες της δουλειάς στην κοινότητα, σεβόμενος ταυτόχρονα το διαφορετικό που η κάθε κοινότητα ορίζει. Αλλά και δυσκολεύεται να αντιληφθεί (η πολιτεία) την κατάσταση σε μια κοινωνία, που πορεύεται διαρρηγμένη σε συνθήκες ολόπλευρης κρίσης και, άρα, έχει ανάγκη εντατικοποίησης και απλώματος της κοινοτικής δουλειάς, δια της συγκροτημένης εμβάθυνσης της καθολικής πρόληψης στην κοινότητα και όχι δια της αφαίρεσής της από την άσκηση πολιτικών για την υγεία.
Αυτές είναι, τελικά, μερικές μόνο από τις κρίσιμες ιδιαιτερότητες μέσα και απέναντι στις οποίες καθημερινά έχουμε το «προνόμιο» να παλεύουμε οι εργαζόμενοι/ες στα Κέντρα Πρόληψης, προασπίζοντας κεκτημένα με κόπο. Και θα συνεχίσουμε, καταπώς φαίνεται, σε αντιπαράθεση με κέντρα εξουσίας που σχεδιάζουν πολιτικές «εκ του μακρόθεν». Δεν πρόκειται για κάποιο βίτσιο μας. Είναι το καθήκον μας. Το οφείλουμε κυρίως στις τοπικές μας κοινότητες που μας εμπιστεύτηκαν, αγκάλιασαν το έργο μας και μας επέτρεψαν να παραγάγουμε από κοινού έναν πλούτο που δεν μετριέται σε νομίσματα και ισοδύναμα.
* Χριστίνα Τσολάκη, ΦΠΨ, Επιστημονικά Υπεύθυνη του Κέντρου Πρόληψης Ημαθίας «ΠΡΟΣΒΑΣΗ» και υπεύθυνη Περιφερειακού Παραρτήματος Κεντρ. Μακεδονίας του Σωματείου των Εργαζομένων στα Κέντρα Πρόληψης.