Από την Άννα Μαρία Αρβανιτίδου
Η Yayoi Kusama, Ιαπωνίδα καλλιτέχνιδα γεννήθηκε στην Ιαπωνία το 1929 κι από το 1960 κι έπειτα ζει στη Νέα Υόρκη. Ακολούθησε το ρεύμα του εξπρεσιονισμού, του μινιμαλισμού και της pop art. Από μικρή είχε εμμονικές τάσεις, τάσεις αυτοκτονίας και ψευδαισθήσεις γεγονός που την οδήγησε να ακολουθήσει μια θεραπεία ψυχανάλυσης και ψυχοθεραπείας σε ψυχιατρική κλινική. Πλέον ζει κι εργάζεται ως καλλιτέχνης μέσα σε αυτήν οικειοθελώς και είναι μια από τις πιο γνωστές ζωγράφους της Brut Art όχι μόνο για τα περίεργα έργα τέχνης που φτιάχνει αλλά και γιατί ο οίκος της Louis Vuitton την έχει επιλέξει ως σχεδιάστρια.
Η ζωγραφική της εκφράζει έναν συνδυασμό αφηρημένων εξπρεσιονιστικών επαναλαμβανόμενων μοτίβων, εμμονικών τάσεων και απόκρυφων σεξουαλικών στοιχείων που βίωνε η ίδια από νεαρή ηλικία. Η σωματική βία που δεχόταν από την μητέρα της, η σωματική και σεξουαλική καταπίεση από τον πατέρα της καθώς και η ψύχωση που έφερε η ίδια ήταν οι κύριοι λόγοι που την ηλικία των 18 έγραφε ποιήματα ως μέσω αντίδρασης και έκφρασης. Στην εφηβία της ομολόγησε πως πολλές φορές άκουγε τα ουλούδια να της μιλούν «One day, I suddenly looked up to find that each and every violet had its own individual, human like facial expression, and to my astonishment they were all talking to me”. Το εντυπωσιακό ήταν ότι η ζωγραφική της δεν περιοριζόταν σε καμβάδες αλλά σε ολόκληρα δωμάτια, τα οποία γέμιζε με βούλες. Η ίδια συνδέθηκε όχι μόνο με την Βrut Art αλλά και με την πρώτη της έκθεση στην Αμερική στην οποία συμμετείχε η ίδια ως γυμνό έκθεμα ζωγραφισμένη πουά.
Το πουά γίνεται σήμα κατατεθέν της μιας κι η ίδια έχει δηλώσει πως «…έχει τη μορφή του ήλιου, το οποίο είναι σύμβολο ενέργειας για όλο τον κόσμο. Σύμβολο ζωής και διαβίωσης. Είναι η μορφή της σελήνης η οποία είναι ήρεμη.» Στρογγυλά, ήρεμα, πολύχρωμα πουά γεμίζουν επιφάνειες, τοίχους, δωμάτια σε μια παράλογη σειρά που οδηγούν στο άπειρο. Δωμάτια γεμάτα με πολύχρωμες βούλες αποτυπώνουν τις ψευδαισθήσεις της και οι κηλίδες καλύπτουν ακόμα και την ίδια. Ξεκίνησε καλύπτοντας με βούλες κάποια αντικείμενα, παπούτσια, καρέκλες, σκάλες κλπ και πέρασε σε ολόκληρους χώρους παθαίνοντας ακόμα και υπερκόπωση πολλές φορές.
Σύντομα η εκδήλωση της ψυχασθένειάς της πήρε μεγάλες διαστάσεις και άρχισε να ζωγραφίζει γυμνούς χορευτές σε διάφορες παραστάσεις όπως το «Μεγάλο όργιο ξυπνά τους νεκρούς» που πραγματοποιήθηκε στο ΜΟΜΑ το 1969 ενώ ένα χρόνο πριν ηγήθηκε σε μία performance σχετικά με τον ομόφυλο έρωτα και γάμο. Μάλιστα άνοιξε το εργαστήρι της γυμνή για να υποδεχτεί τον κόσμο. Εντυπωσιακή ήταν ακόμη και η ατομική έκθεση που πραγματοποίησε το 1965στον εκθεσιακό χώρο της “Castellane Gallery”στη ΝέαΥόρκη. Το δάπεδο ήταν γεμάτο λευκές σταγόνες σε φαλλικό σχήμα με κόκκινο πουά ενώ οι καθρέφτες ολόγυρα του χώρου αντικατόπτριζαν τους λευκούς φαλλούς κι έδιναν ένα εντελώς ψυχεδελικό τόνο στον χώρο. Σε πολλές εκθέσεις της παρατηρείται το σύμβολο του φαλλού κι αυτό διότι το ψυχικό τραύμα που της άφησε η μητέρας της βάζοντάς την να παρακολουθεί τις ερωμένες του πατέρα της, δεν κατάφερε να το αποβάλει.
Γενικότερα η Kusama ήταν ένας ανήσυχος άνθρωπος όχι μόνο καλλιτεχνικά αλλά και πολιτικά. Έστειλε μια επιστολή διαμαρτυρίας στον Πρόεδρο των ΗΠΑ Νίξον ζητώντας του να σταματήσει τον πόλεμο με το Βιετνάμ. Προσφέρθηκε μάλιστα να κάνει σεξ μαζί του προκειμένου να επιτευχθεί η ειρήνη αψηφώντας τον φόβο που είχε για το ανδρικό σώμα και θεωρώντας πως τα ανδρικά όργανα είναι εξαιρετικά άσχημα.
Η τέχνη της επεκτάθηκε σε τόσο μεγάλο βαθμό που μεγάλοι οίκοι μόδας όπως η Lancome, η Marc Jacobs και η Louis Vuitton συνεργάστηκαν μαζί της για μια σειρά σχεδίων καλλυντικών και ενδυμάτων. Η ζωή της έγινε ένα μικρό ντοκιμαντέρ με τίτλο « Y. Kusama: Λατρεύω τον εαυτό μου» και κέρδισε το βραβείο στον Τέταρτο Διαγωνισμό Πειραματικού Κινηματογράφου στο Βέλγιο. Το 1976 επέστρεψε στην Ιαπωνία, όπου ζει μόνιμα σε ψυχιατρική κλινική. Έργα της κοσμούν δημόσιους χώρους σε διάφορες πόλεις της Ευρώπης και της Αμερικής. Έχει σημειωθεί μάλιστα πως σε μεγάλες εκθέσεις της οι επισκέπτες φτάνουν τους 9.000 ημερησίως ενώ τα έργα της πωλούνται σε εξωφρενικούς ρυθμούς. Η πουά πριγκίπισσα, όπως την ονομάζουν, πάλεψε τις αυτοκτονίες της μέσα από την τέχνη κι αξίζει το θαυμασμό μας γι’ αυτό.