Του Γιάννη Γεράσιμου
Η ιστορία της ανθρωπότητας είναι μια ιστορία συγκρούσεων. Στην καρδιά κάθε ιστορικής περιόδου και στα θεμέλια κάθε κοινωνικού σχηματισμού ενυπήρχε πάντοτε η σύγκρουση και η δυναμική αντιπαράθεση διαφορετικών κοινωνικοπολιτικών αντιλήψεων, βιωμάτων και αναγκών που αποτέλεσε τη βάση για την ιστορική μετεξέλιξη κάθε ιστορικού κοινωνικοπολιτικού σχηματισμού. Κρίσιμη παράμετρο για την πορεία διαμόρφωσης και πολιτικής αποτύπωσης και θεσμικής αποκρυστάλλωσης της δυναμικής αυτής αντιπαράθεσης και για τον κοινωνικό μετασχηματισμό και πολιτική αναδιαοργάνωση ενός κοινωνικού σχηματισμού αποτελούσε ανέκαθεν η διαμόρφωση μιας ιστορικής αυτεπίγνωσης και κοινωνικής αυτοσυνείδησης από πλευράς των κοινωνικών ομάδων που αποτελούσαν μέρος του ανταγωνισμού των βαθύτερων οικονομικών συνθηκών της ζωής τους και της θέσης τους στην παραγωγική διαδικασία ως αναγκαία συνθήκης για τη δυνατότητα συγκρότησης τους σε ενεργό πολιτικό υποκείμενο και για την ενιαία έκφραση των πολιτικών τους αναγκών και αιτημάτων.
Όπως χαρακτηριστικά επισήμαινε κάποτε ο Γκεόργκι Λούκατς στο «Ιστορία και Ταξική συνείδηση»: «Σημείο εκκίνησης και σκοπός της αστικής σκέψης υπήρξε ανέκαθεν η απολογία της υπάρχουσας διάταξης των πραγμάτων και η απόδειξη της αμεταβλητότητας της μέσω της παρουσίασης της με τη μορφή αμετάλλακτων φυσικών νόμων που συγκαλύπτουν και αποκρύπτουν τους κοινωνικοοικονομικούς συσχετισμούς δυνάμεων. Το κεφάλαιο, όμως, όπως έλεγε ο Μαρξ δεν είναι πράγμα, αλλά κοινωνική σχέση μεταξύ προσώπων που μεσολαβείται από πράγματα. Από αυτή την άποψη ο κοινωνικός αγώνας αντανακλάται σε έναν ιδεολογικό αγώνα για τη συνείδηση, για την κάλυψη ή αποκάλυψη του ταξικού χαρακτήρα της κοινωνίας».
Έτσι, καθοριστικό ρόλο στη διαφώτιση της ελληνικής ιστορικής πραγματικότητας υπό το πρίσμα του δυναμικού συσχετισμού δυνάμεων των κοινωνικών υποκειμένων και στην ανάδειξη της ιστορικής διαδρομής και της πολιτικής σημασίας της ελληνικής εργατικής τάξης επρόκειτο να διαδραματίσει στις αρχές του περασμένου αιώνα ένας Έλληνας διανοούμενος της διασποράς, ο Γεώργιος Σκληρός. Ο Γεώργιος Κωνσταντινίδης, γνωστός με το προσωνύμιο Σκληρός υπήρξε πρωτεργάτης της μαρξιστικής κοινωνιολογικής ανάλυσης στην Ελλάδας και ένας από τους πρωτοπόρους της Ελληνικής σοσιαλιστικής σκέψης μαζί με τον Κωνσταντίνο Χατζόπουλο, που ήταν ο πρώτος που μετέφρασε το Κομμουνιστικό Μανιφέστο στα ελληνικά. Γεννημένος στην Τραπεζούντα του Πόντου το 1878 και γιος ενός πλούσιου εμπόρου και λογίου της περιοχής ο Γεώργιος Σκληρός επρόκειτο να χάσει τη μητέρα του ήδη από την παιδική ηλικία γεγονός που επρόκειτο να τον σημαδέψει. Προορισμένος για έμπορος ο Γεώργιος Σκληρός μετά το πέρας των γυμνασιακών του σπουδών επρόκειτο να μεταβεί στην Οδησσό της Ρωσίας για να εργαστεί ως έμπορος συνεχίζοντας την οικογενειακή παράδοση.
Σύντομα όμως θα μετέβαινε στη Μόσχα με σκοπό να σπουδάσει ιατρική στην οποία και θα μυούταν για πρώτη φορά στη σοσιαλιστική σκέψη ερχόμενος σε επαφή με τη σκέψη του Πλεχάνωφ και βιώνοντας την απαρχή της επανάστασης το 1905. Κατόπιν θα βρεθεί στην Ιένα της Γερμανίας στην οποία επρόκειτο και να ολοκληρώσει τις σπουδές του και να γνωρίσει μερικούς από τους μετέπειτα σημαντικότερους εκπροσώπους της σοσιαλιστικής σκέψης στην Ελλάδα όπως τον Δημήτρη Γληνό, τον Κωνσταντίνο Χατζόπουλο και τον Αλέξανδρο Δελμούζο. Τα χρόνια αυτά ο Γεώργιος Σκληρός θα ίδρυε μαζί με τον Γληνό το φοιτητικό σύλλογο «Φιλική Προοδευτική Ένωση» και θα συνέγραφε το σημαντικότερο ίσως έργο του, το «Κοινωνικό μας ζήτημα». Μετά το τέλος των σπουδών του και πάσχοντας από φυματίωση θα περάσει τα τελευταία χρόνια της ζωής του στο Κάιρο της Αιγύπτου μη καταφέρνοντας ποτέ να πραγματοποιήσει το παιδικό του όνειρο να ζήσει στην πόλη καταγωγής της μητέρας του, την Αθήνα, μια πόλη όμως που επρόκειτο να σημαδέψει μέσω του συγγραφικού του έργου.
Το έργο του Γεώργιου Σκληρού «Το κοινωνικό μας ζήτημα» επρόκειτο να αποτελέσει ένα σημείο τομής στη διαμόρφωση της σοσιαλιστικής σκέψης και προβληματικής στην Ελλάδα και να εισάγει για πρώτη φορά μια ανάλυση της ελληνικής ιστορικής κοινωνικής πραγματικότητας βασισμένη στο ρόλο και στη σημασία των κοινωνικών τάξεων και της δράσης τους συνταράζοντας το πολιτικό σκηνικό της εποχής και προξενώντας έντονες συζητήσεις και αντιπαραθέσεις. Απέναντι στα κοινωνικοπολιτικά αδιέξοδα της εποχής και στις προσωπικές συγκρούσεις που κυριαρχούσαν στο πολιτικό σκηνικό ο Γεώργιος Σκληρός πρότεινε τη δημιουργία πολιτικών κομμάτων αρχών, δηλαδή ταξικών κομμάτων, που θα συγκρούονταν πολιτικά για την υπεράσπιση των κοινωνικών αναγκών και πολιτικών προτεραιοτήτων των κοινωνικών ομάδων που εκπροσωπούσαν.
Καταλυτικό ρόλο στο μετασχηματισμό της ελληνικής κοινωνίας κατά τον Σκληρό καλούνταν να διαδραματίσει η ελληνική εργατική τάξη, η οποία θα έπρεπε πρώτα να κατακτήσει την αυτοσυνειδησία της και να αποκτήσει μέσω της βίωσης των θεσμικών και δομικών κοινωνικών αδικιών συνείδηση της ιστορικής της θέσης και της δυναμικής της ως ενεργού πολιτικού υποκειμένου που θα μπορούσε να συμβάλλει στο ριζικό μετασχηματισμό της κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Από την άποψη αυτή η πάλη των τάξεων κατά τον Γεώργιο Σκληρό θα αποτελούσε πηγή ανανέωσης της πολιτικής ζωής προσλαμβάνοντας σημαντικές διαστάσεις και συνέπειες για το ριζοσπαστικό ανασχηματισμό και αναδιάταξη της πολιτικής και κοινωνικής ζωής, για τη διεθνή θέση της χώρας και για την ουσιαστική εμβάθυνση της δημοκρατίας. Όπως χαρακτηριστικά θα αναφέρει στο έργο του: «Όλα τα προϊόντα τα γεννηθέντα σε ήσυχη κοινωνική εποχή, στην οποίαν έλειπε ο οποιοσδήποτε αγώνας είναι νεκρά προϊόντα, σχολαστική απομίμηση ζωντανότερων εποχών».
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο ένθετο του Νόστιμον Ήμαρ το Σάββατο 10.6.2017