Του Δημήτρη Κούλαλη
Πρόσφατα, έπειτα από την απόφαση του Ελληνα υπουργού Δικαιοσύνης να μη συμμετάσχει στο συνέδριο που διοργάνωσε η εσθονική προεδρία, μια χλαλοή ιστορικής παραχάραξης και χυδαίου αντικομμουνισμού επικράτησε στον δημόσιο λόγο.
Η στάση των εσθονικών κυβερνήσεων απέναντι στους ναζί είναι γνωστή. Αρκεί μόνο να αναφερθεί ότι η ημέρα απελευθέρωσης του Ταλίν από τον Κόκκινο Στρατό (22/9) έχει χαρακτηριστεί «ημέρα πένθους».
Η στάση της Ε.Ε. όλα αυτά τα χρόνια απέναντι στην προσπάθεια οικοδόμησης του πρώτου εργατικού κράτους είναι επίσης γνωστή. Μη λησμονούμε, άλλωστε, ότι μόλις τον περασμένο Μάιο εγκαινιάστηκε στις Βρυξέλλες το «Σπίτι της Ευρωπαϊκής Ιστορίας», το οποίο εν πολλοίς επιχειρεί τη σύμφυση του σοσιαλισμού με τον ναζισμό. Το περίεργo, βέβαια, της υπόθεσης είναι ότι πουθενά δεν αντιπαραβάλλεται ο φασισμός με τον καπιταλισμό. Γιατί, άραγε;
Πιθανότατα, γιατί μερικές από τις μεγαλύτερες πολυεθνικές εταιρείες παγκοσμίως (Kodak, Siemens, Boss, Coca-Cola, Porsche, General Motors, IBM κ.ά.) στήριξαν, άλλες απροκάλυπτα και άλλες λιγότερο φανερά, τον φασισμό.
Περνώντας στην άλλη όχθη του Ατλαντικού συναντάμε ένα πολιτικό σκηνικό που κάτι μας θυμίζει…
Δεν είναι μόνο η υπόγεια προσπάθεια του Τραμπ να αναβαπτίσει τον ναζισμό. Είναι και η οικονομική του πολιτική, όπως η πρόταση των Μνούτσιν-Κον για τη φορολόγηση των επιχειρήσεων (μείωση από το 35% στο 15%), αλλά και η στάση του απέναντι στα συνδικάτα που δείχνουν συγκεκριμένο προσανατολισμό.
Στον αντίποδα, σύμφωνα με τα στοιχεία του προϋπολογισμού, προωθείται η περικοπή περίπου 3,6 τρισ. $ σε μια σειρά κοινωνικών προγραμμάτων, επιδομάτων και υπηρεσιών πρόνοιας. Στα αντιλαϊκά μέτρα συμπεριλαμβάνεται και η σύσταση ενός προγράμματος που θα στέλνει όσους παίρνουν «επίδομα αναπηρίας και δεν θα έπρεπε(!)» πίσω στη δουλειά. «Θέλουμε να πάνε οι άνθρωποι να δουλέψουν» δήλωνε κυνικά πριν από λίγο καιρό ο υπεύθυνος του Λευκού Οίκου για τον προϋπολογισμό, Μικ Μαλβάνεϊ.
Πρόκειται για ένα τέχνασμα, επισημαίνει ο καθηγητής Αντρέ Γκριμάλντι, διαμέσου του οποίου δημιουργείται η «ιδέα ότι υπάρχουν ασθενείς συμφέροντες από οικονομική άποψη και ασθενείς μη συμφέροντες». Τι δεν συμφέρει; «Ο,τι θεωρείται πολύπλοκο: οι χρόνιες παθήσεις, οι ηλικιωμένοι ασθενείς, οι ψυχικά και κοινωνικά πάσχοντες» («Ελευθεροτυπία», 21/2/2010).
Εδώ, θα μας επιτρέψετε μια μικρή ιστορική αναδρομή.
Οπως σημείωνε η Le Monde Diplomatique πριν από μερικά χρόνια: «(…) Τα επιστημονικά δόγματα, οι ρατσιστικές πολιτικές και οι νομοθετικές πρακτικές των ΗΠΑ είχαν σημαντική απήχηση στα αντίστοιχα γερμανικά πολιτικά ρεύματα. (…) Τη στιγμή που στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης το κράτος ενδιαφερόταν για τον περιορισμό του κόστους της κοινωνικής προστασίας, οι ειδικοί της φυλετικής υγιεινής είχαν στραμμένο το βλέμμα τους στα μέτρα αναγκαστικής στείρωσης που εφαρμόζονταν σε αρκετές Πολιτείες των ΗΠΑ για τον περιορισμό του κόστους των “αναπήρων’’».
Ο ίδιος ο Χίτλερ, μάλιστα, έγραφε: «Υπάρχει σήμερα μια χώρα -σ.σ. η Αμερική- όπου μπορεί κανείς να παρατηρήσει τα πρώτα βήματα προς μια καλύτερη αντίληψη της έννοιας του πολίτη», αναφερόμενος στον τρόπο με τον οποίο οι ΗΠΑ αντιμετώπιζαν τη μετανάστευση και την πολιτογράφηση των φτωχών αλλοδαπών.
Δεν αποτελεί έκπληξη, λοιπόν, το γεγονός ότι το πρόγραμμα «φυλετικής υγιεινής» που ανέπτυξε με περίσσια γλαφυρότητα στο «Mein Kampf» εμπνεόταν από τον Immigration Restriction Act του 1924.
Ισως, όμως, κάποιοι να εκπλήσσονταν αν μάθαιναν ότι ευυπόληπτοι πολίτες, όπως ο αυτοκινητοβιομήχανος Χένρι Φορντ, στήριξαν ενεργά τους ναζί τη δεκαετία του ’30. Ο Φορντ (παρασημοφορημένος από το Γ’ Ράιχ στα 1937), προχώρησε στην κατασκευή επί γερμανικού εδάφους του 1/3 των ναζιστικών στρατιωτικών οχημάτων, χρησιμοποιώντας τους δούλους των στρατοπέδων συγκέντρωσης. Προσέτι δε, το βιβλίο του «Ο Διεθνής Εβραίος» αποτέλεσε κάτι σαν πολιτικό οδηγό του «φίρερ» και άλλων επιφανών ναζιστών.
Το επιβεβαιώνει η δήλωση του ίδιου του Χίτλερ στη «Chicago Tribune»: «Θεωρούμε τον Χάινριχ Φορντ», δήλωνε, «ηγέτη του αμερικανικού φασιστικού κινήματος»1. Αλλά και η αποκάλυψη δημοσιογράφου των «ΝΥΤ» τον Δεκέμβριο του 1922, ο οποίος επιστρέφοντας από τη Γερμανία ανέφερε ότι «στον τοίχο που βρίσκεται πίσω από το ιδιαίτερο γραφείο του Χίτλερ δεσπόζει ένας μεγάλος πίνακας του Χένρι Φορντ».
Ενδεχομένως να αναρωτιέστε τι σχέση έχουν όλα αυτά με εμάς. Δεν τα ‘χει καταπιεί η άβυσσος της ιστορικής λήθης; Μπορεί να έχετε δίκιο. Ωστόσο, πιστεύουμε ότι δέκα χρόνια μετά το ξέσπασμα της καπιταλιστικής κρίσης -βασικό χαρακτηριστικό του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής- και με ένα νέο «κραχ», όπως υποστηρίζουν αρκετοί αναλυτές, να είναι πιθανό, η απάντηση απέναντι στη συνεχή όξυνση της αντίθεσης κεφαλαίου – εργασίας (θα) είναι πάλι η ίδια: ο φασισμός.
Ο Μπέρτολντ Μπρεχτ στις «Πέντε δυσκολίες για να γράψει κανείς την αλήθεια» τα εξηγούσε καλύτερα: «(…) Ορισμένες χώρες», έλεγε, «είναι σε θέση να κρατήσουν τις σχέσεις ιδιοκτησίας τους με λιγότερο βίαια για την ώρα μέσα. (…) Η βαρβαρότητα γίνεται ορατή απ’ τη στιγμή που το μονοπώλιο δεν μπορεί πια να προστατευτεί παρά μονάχα με την ανοιχτή βία».
1. https://archives.monde-diplomatique.gr/spip.php?article49&var_recherche=Χίτλερ%20