του Νικήτα Φεσσά
‘‘Οι φιλόσοφοι έχουν ερμηνεύσει τον κόσμο με διάφορους τρόπους, το θέμα είναι όμως να τον αλλάξουμε’’. Η διάσημη ρήση του συγγραφέα του Κεφαλαίου ισχύει και για τους καλλιτέχνες, και δη τους σκηνοθέτες. Και η κινηματογραφική βιογραφία που φιλοτέχνησε με υπερβολικά ακαδημαϊκό τρόπο ο Raoul Peck (του περσινού ντοκιμαντέρ I’m Not Your Negro, και του Lumumba) αποτυγχάνει σε αυτό το τεστ, καθώς σίγουρα δεν επαναπροσδιορίζει τα στάνταρ του είδους.
Δεν είναι βέβαια τόσο βιογραφία, όσο διανοητικό χιπστεροbromance μεταξύ του πτωχού και ταλαίπωρου νεαρού Μαρξ και του πλουσιόπαιδου Ένγκελς, ένα φλύαρο φιλμ (και πώς να μην είναι βέβαια, εφόσον έπρεπε να τιμήσει, έστω και στοιχειωδώς, την εξέλιξη των σεισμικών ιδεών που θα άλλαζαν τον κόσμο) το σενάριο του οποίου συνυπογράφει ο θρυλικός θεωρητικός κινηματογράφου Pascal Bonitzer, με ικανοποιητικές -αν και κάπως άχρωμες- ερμηνείες και στάνταρ παραγωγής, αλλά άτολμη σκηνοθεσία, που εν πολλοίς αποτυγχάνει να συναρπάσει, και που σε αφήνει να θέλεις περισσότερα, από όλες τις απόψεις. Είναι μια ταινία που έπρεπε να γίνει, όχι όμως απλά για να γίνει, ή να γίνει με τη μορφή και το ύφος biopic για την Ελισάβετ της Αγγλίας.
Στα πιο ενδιαφέροντα στοιχεία, οι συναντήσεις του Μαρξ με τον Μπακούνιν και τον χαρισματικό Προυντόν, και κάποιοι από τους γυναικείους χαρακτήρες που δεν είναι απλά ‘‘φόντο’’ αλλά συμμετέχουν ενεργά με πνευματώδεις και οξυδερκείς παρατηρήσεις σε πολύπλοκα φιλοσοφικά ζητήματα.
Όμως το πιο αναπάντεχο μας το φυλάει ο σκηνοθέτης για τους τίτλους τέλους, όπου, μετά από -σε σημεία βαρετές- δύο ώρες περνάει μπροστά από τα μάτια μας η μισή Ιστορία του 20ου αιώνα (Τσε, Τείχος Βερολίνου, Μαντέλα—λείπουν ωστόσο, υπόπτως, Σοβιετική Ένωση και Στάλιν), υπό τους ξεσηκωτικούς ήχους του Μπομπ Ντίλαν. Χρειαζόντουσαν περισσότερες τέτοιες πινελιές, όχι για να γίνει ο Μαρξ relevant ή hip, το πόσο επίκαιρος είναι σήμερα είναι μάλλον κοινή παραδοχή, αλλά πιο ριζοσπαστικός στην (νεανική) αναπαράστασή του, ειδικά για εκείνους που ενδιαφέρονται περισσότερο για την εκρηκτική πεμπτουσία των ιδεών και των γραπτών του, παρά για το λεπτομερές (που δεν θα μπορούσε να είναι ούτως ή άλλως πολύ λεπτομερές) backstory των ‘θέσεων για τον Φόυερμπαχ’, ή για (ελλιπείς και αφηρημένες) αναφορές στον Χέγκελ, που έχουν μάλλον μπουρζουά ενδιαφέρον, ειδικά έτσι όπως προσεγγίζονται.
Για τον Μαρξ χρειαζόταν απελπισμένα κάτι πιο ασεβές, και πολύ πιο ανατρεπτικό και στο επίπεδο της φόρμας, χρειάζονταν περισσότερα ρίσκα, έτσι ώστε οι αστοί στην κινηματογραφική αίθουσα να νιώσουν έστω και ελάχιστα ότι απειλούνται, και οι υπόλοιποι να αισθανθούν ότι εμπνέονται, και αντ’ αυτών πήραν το κινηματογραφικό ανάλογο μιας επίσκεψης στο μουσείο, ή ντοκιμαντέρ του History Channel. Ακόμα και το πρόσφατο series του Discovery για τον Αϊνστάιν, με τίτλο Genius, είναι πολύ πιο τολμηρό. Παραφράζοντας τη διάσημη προτροπή από το εμπρηστικό πόνημα των δύο ηρώων της ταινίας του Peck, ο σκηνοθέτης δεν είχε να χάσει τίποτα εκτός από το μικροαστικό και γερασμένο κομμάτι του κοινού.
Βαθμολογία 3/5