Του Γιάννη Γεράσιμου
«H πιο τραγική μορφή απώλειας δεν είναι η απώλεια του αισθήματος ασφάλειας, αλλά η απώλεια της ικανότητας να φανταστούμε πως τα πράγματα θα μπορούσαν να έχουν διαφορετικά».
Για τον μεγάλο Γερμανό ουτοπικό μαρξιστή φιλόσοφο και κριτικό του πολιτισμού Έρνστ Μπλοχ, η ικανότητα του ανθρώπου να διευρύνει μέσα από την αναστοχασμό και την πολιτισμική ανοηματοδότηση της ανθρώπινης ύπαρξης τον ασφυκτικό ορίζοντα του υπάρχοντος αποτελεί βασική συνθήκη και όρο ύπαρξης και εξέλιξης της ίδιας της ιστορικής και της κοινωνικής πραγματικότητας και φωτεινό φάρο ελπίδας και χειραφέτησης από τα δεσμά των σχέσεων εξουσίας και καταπίεσης.
Γεννημένος στις 8 Ιουλίου του 1885 σε μια μικρή βιομηχανική πόλη της Γερμανίας κοντά στον ποταμό Ρήνο ο Έρνστ Μπλοχ θα σπουδάσει φιλοσοφία, φυσική και μουσική στο Μόναχο, στο Βύρτσμπουργκ και στο Βερολίνο ερχόμενος σε επαφή με τον Μάρτιν Χάιντεγκερ, τον Μπένγιαμιν, τον Αντόρνο, τον Μπέρτολτ Μπρεχτ και τον Γκέοργκ Λούκατς με τον οποίο και θα συνδεθεί με σχέση βαθιάς φιλίας συχνάζοντας μαζί του την περίοδο του μεσοπολέμου στο σπίτι του Μαξ Βέμπερ στη Χαϊδελβέργη.
Μετά τη συγγραφή του πρώτου του φιλοσοφικού πονήματος: «Το πνεύμα της ουτοπίας» το 1918 ο Έρνστ Μπλοχ θα καταφύγει στη Ζυρίχη, στη Βιέννη και στη συνέχεια στις ΗΠΑ όπου και θα συγγράψει τα κυριότερα έργα του («Η αρχή της ελπίδας» και «Φυσικό δίκαιο και ανθρώπινη αξιοπρέπεια») αναπτύσσοντας παράλληλα μαχητική αντιπολεμική και αντιφασιστική αρθρογραφία κατά τη διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου και εμπλεκόμενος σε φιλοσοφικές συζητήσεις για τη σχέση της τέχνης με την πολιτική. Μετά την επιστροφή του στην Ευρώπη το 1948 θα αναλάβει την έδρα φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου της Λειψίας και θα ασκήσει κριτική στην πολιτική της Ανατολικής Γερμανίας τονίζοντας την ανάγκη φιλοσοφικής και επιστημονικής ανανέωσης και κατακρίνοντας την οικοδόμηση του τείχους του Βερολίνου. Ο Έρνστ Μπλοχ θα πεθάνει στις 4 Αυγούστου του 1977 στην Τυβίγγη της Δυτικής Γερμανίας.
Βαθύς γνώστης της ιστορίας των ιδεών και συστηματικός μελετητής των πολιτισμικών ρευμάτων, παραδόσεων, θρησκειών και φιλοσοφίας, ο Έρνστ Μπλοχ θα αναζητήσει μέσα από το έργο του και ιδιαίτερα μέσα από τα βιβλία του το «Πνεύμα της Ουτοπίας» και η «Αρχή της Ελπίδας» την αξερίζωτη ουτοπία των ονειροπόλων της ιστορίας και την καταπιεσμένη κραυγή αγωνίας και διεκδίκησης ενός εναλλακτικού μέλλοντος κοινωνικής και πολιτικής χειραφέτησης των υποτελών κοινωνικών τάξεων που καταστέλλονται στο όνομα της επίσημης εκδοχής της ιστορικής προόδου. Στον πυρήνα της φιλοσοφίας και της οντολογικής πρόσληψης της ανθρώπινης ιστορίας ως ενός ανοιχτού και υπό συνεχή διαμόρφωση πειράματος ανάδυσης του Όχι ακόμα Συνειδητού και Όχι ακόμα Υπαρκτού που καθίσταται εφικτή μέσω της στοχαστικής ιχνηλάτησης της φιλοσοφίας βρίσκεται η βαθιά πίστη του Μπλοχ σε μια ανοιχτή και μη τελικά προκαθορισμένη ανθρωπολογία και κοσμολογία, τα όρια της οποίας τελούν υπό διαρκή διεύρυνση μέσω της αρχής της ελπίδας ως υλικού προσδιορισμού του Είναι.
Η οντολογία του Όχι- ακόμη και η αντίληψη της ανθρώπινης ιστορίας ως ενός ανοιχτού και διαρκούς πεδίου ανάδυσης και αντιπαράθεσης κοινωνικών και πολιτικών αναγκών, διεκδικήσεων και αιτημάτων δεν υποπίπτει όμως σε μια εύκολη βουλησιαρχία, καθώς λαμβάνει ως σημείο εκκίνησης της τη διαλεκτική σχέση της αριστοτελικής εντελέχειας της ύλης στο πλαίσιο της φυσικής επιστήμης με το δυναμικό και υπό συνεχή διαμόρφωση ανθρώπινο πολιτισμό που στηρίζεται στο δυνάμει Είναι του ιστορικού γίγνεσθαι που δε μπορεί να εξαντικειμενικοποιηθεί πλήρως υπαγόμενος στους φυσικούς καταναγκασμούς των πορισμάτων των φυσικών επιστημών. Ο ανθρώπινος πολιτισμός τελεί υπό συνεχή διαμόρφωση και ο άνθρωπος καθίσταται ο μοναδικός αυτόνομος δημιουργός της ιστορίας του και του πολιτισμού του διευρύνοντας διαρκώς μέσω του κριτικού αναστοχασμού και του κοινωνικού του αγώνα τα όρια που θέτουν οι πολιτικοί και κοινωνικοί συσχετισμοί δυνάμεων του παρόντος.
Από αυτή την άποψη ο Έρνστ Μπλοχ συγκαταλέγεται ανάμεσα σε εκείνους τους διανοητές που ανέδειξαν την απελευθερωτική και χειραφετητική διάσταση της κοινωνικής ουτοπίας και τη σημασία της διαρκούς αναζήτησής της. Όπως χαρακτηριστικά θα πει ένας σύγχρονος συγγραφέας: «Η ουτοπία είναι στον ορίζοντα. Όποτε όμως την πλησιάζω δυο βήματα, εκείνη απομακρύνεται δυο βήματα. Όσο κι αν προχωρήσω ποτέ δεν θα την φτάσω. Τότε, σε τι χρησιμεύει; Μας βοηθά να προχωράμε».
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο ένθετο του Νόστιμον Ήμαρ στον “Δρόμο”, τo Σάββατο 11.11.2017