Ο Ανδρέας Εμπειρίκος δεν υπήρξε μια τυπική μορφή στρατευμένου ποιητή, αλλά ιδιαιτεροποιείται και διαφοροποιείται από τους συγχρόνους του, μιας και η στράτευση του υπερβαίνει κόμματα και δόγματα, τιθέμενη όχι στις υπηρεσίες της κομμουνιστικής επανάστασης, αλλά στις αρχές και τους σκοπούς της σουρεαλιστικής επανάστασης – η οποία στοχεύει στην υπέρβαση του Εγώ και στην απελευθέρωση του ασυνειδήτου – κατά το τελικό στάδιο της οποίας: «Δεν είμουν απλώς ο Ανδρέας Εμπειρίκος, (…) όχι πια άτομον αυτοτελές, μα υποκείμενο και αντικείμενο συγχρόνως, νέο στοιχείον ενιαίον εγώ και το κορίτσι, ενέργεια κι ευαισθησία κοσμική, ένωσις πλήρης, ώσις αδέσμευτη, Ερως» [1].
- του Κωνσταντίνου Γ. Μουρτοπάλλα
Αν προσπαθούσε κανείς να δημιουργήσει το ψυχο – πορτραίτο του Ανδρέα Εμπειρίκου θα στηριζόταν τόσο στον υπερρεαλισμό όσο και στον μαρξισμό. Επί μακρόν, η πνευματική του συγκρότηση ήταν μια διαλεκτική αυτών των δύο. Η ιδιοσυστασία του ήταν απόρροια αυτής της δυαδικότητας μιας και ο ίδιος στα πρώτα του κείμενα με έντονη την μαρξιστική πνοή τους, δήλωνε «φιλήδονος και σοσιαλιστής» [2] και αυτοπροσδιοριζόταν ως «υπερρεαλιστής και ιστορικοϋλιστής» [3]. Στους πρωταρχικούς τους στόχους τόσο ο υπερρεαλισμός όσο και μαρξισμός εκκινούν από την κοινή παραδοχή της ανατροπής του αυταρχικού καπιταλιστικού κράτους. Η εκλεκτική συγγένεια των δύο και το σύγκοινος σκοπός της λειτουργικής αταξίας, στην πορεία οδηγεί σε μια συγκρουσιακή σχέση των δύο επαναστάσεων, όπου η επικράτηση της μιας αποκλείει την συνπραγμάτωση της άλλης. Η ασυμβατότητα τους επηρεάζει τον Ανδρέα Εμπειρίκο, ο οποίος σταδιακά ξεφεύγει από το «εργαστηριακό μπουντρούμι του ιστορικού υλισμού» [4], εβρισκόμενος εγγύτερα στον ιντιβιντουαλιστική αναρχία [5].
Για να κατανοήσουμε πλήρως την πνευματική και φιλοσοφική διαδρομή του Ανδρέα Εμπειρίκου, η οποία εγγράφεται και διαποτίζει όλο του το έργο, οφείλουμε πρωτίστως να εξετάσουμε τις σχέσεις σουρεαλισμού και μαρξισμού – λενινισμού και ψυχικών δομών και δομών εξουσίας που αποτελούν την κύρια αιτία της ρήξης τους.
Ι. Σουρεαλισμός & Επανάσταση
Και ο σουρεαλισμός και ο μαρξισμός – λενινισμός ευαγγελίζονται τη δημιουργία αντικοινωνιών δεδομένου ότι το πρώτο βήμα της εγκαθίδρυσης της είναι η αποθέσμιση και η κατάλυση του αυταρχικού αστικού Κράτους. Κοινός στόχος και των δύο είναι η απελευθέρωση και η λύτρωση του ανθρώπου. Ο σουρεαλισμός στοχεύει στην ψυχική απελευθέρωση του ανθρώπου μέσω της απελευθέρωσης του Εγώ από τον δεσποτικό ζυγό του Υπερεγώ, ενώ ο μαρξισμός – λενινισμός στην κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο (εξουσιαστή – εξουσιαζόμενου) μέσω της ανατροπής των σχέσεων παραγωγής, την κατάργηση των κοινωνικών τάξεων και την μετάβαση στην αταξική κοινωνία. Μολονότι, και στην φάση της ανατροπής και εσχατολογικά δεν διαφέρουν, εντούτοις θα δούμε πως και στο ενδιάμεσο, αλλά και στο τελικό στάδιο της εδραίωσης της σοσιαλιστικής κοινωνίας [6] μέσω της δικτατορίας του προλεταριάτου, λόγω της ολιστικής πολιτικοποίησης και της πλήρους κοινωνικής ομογενοποίησης, αποκλείεται κάθε άλλη μορφή επανάστασης. Και ο σουρεαλισμός ως μια διαρκής επανάσταση κινδυνεύει σε μια σοσιαλιστική κοινωνία, να χαρακτηριστεί ως αντεπανάσταση. Την δομική ή δογματική (μιας και ο Α. Εμπειρίκος χρησιμοποιεί τον όρο doctrinale [7]) αντίθεση αυτών των δύο θα την εξετάσουμε στην συνέχεια.
Ωστόσο, η σουρεαλιστική επανάσταση όντας η ίδια φορέας μιας εξεγερσιακής δυναμικής, μπορούσε να αποτελούσε το γίγνεσθαι και κάθε άλλης επανάστασης που κατέτεινε στην απελευθέρωση του ανθρώπου. Για αυτό και ο Α. Εμπειρίκος δεν απέκλειε αρχικώς την συμπόρευση σουρεαλισμού και ιστορικού υλισμού, μιας και συνταυτίζονταν ως προς την λειτουργική αναρχία της ανθρωπότητας που επιθυμούσε και ο διαλεκτικός υλισμός, ως μέρος της μαρξιστικής δοξασίας [8]. Άλλωστε ακόμα και μετά την ρήξη των υπερρεαλιστών με την Γ’ Διεθνή, ο Α. Εμπειρίκος δεν αποκηρύσσει εντελώς τον επαναστατικό μαρξισμό, αλλά αναθεωρεί τον προσανατολισμό του. Κοντολογίς, πίστευε πως ενώ ατομικά ένας υπερρεαλιστής μπορεί να είναι συγχρόνως και μαρξιστής, συλλογικά η σουρεαλιστική επανάσταση δεν μπορεί να αφομοιωθεί από την κομμουνιστική επανάσταση, λόγω του συγκεντρωτισμού και της απόλυτης πειθαρχίας που επικρατεί στην εσωτερική διάρθρωση των κομμάτων της πρωτοπορίας. Ο ίδιος άλλωστε επισήμανε τον κίνδυνο αυτό, θεωρώντας πως οι δομές ενός Κομμουνιστικού κόμματος μπορούν να απονεκρώσουν τα σουρεαλιστικά προτάγματα, το οποίο προσφυώς είχε διαβλέψει ο Albert Camus χαρακτηρίζοντας τους υπερρεαλιστές μηδενιστές του σαλονιού και ταγμένους στην υπηρεσία των πιο αυστηρών ορθοδοξιών.
ΙΙΙ. Η ασυμβατότητα μεταξύ υπερρεαλισμού – δικτατορίας του προλεταριάτου και η τάξη του δικαίου [10]
Η θεωρητική και δογματική ασυμβατότητα του υπερρεαλισμού και της κομμουνιστικής επανάστασης εξηγείται από τα εξής χαρακτηριστικά του σουρεαλισμού: τον ακραίο ατομικισμό του, την αντισυλλογικότητα του και την απόλυτη ικανοποίηση του Εγώ.
Σύμφωνα με τον Ανδρέα Εμπειρίκο ο ατομικισμός του σουρεαλισμού συνυφαίνεται με έναν εκ των κυριότερων σκοπών του, δηλαδή της αλογικής ολοκλήρωσης όλων των τάσεων, χωρίς να δέχεται κανένα πειθαρχικό σύστημα που τείνει να μειώσει η να εμποδίσει το συνεχές γίγνεσθαι της απόλαυσης. Η αντισυλλογικότητα του εξηγείται από το γεγονός ότι ο σουρεαλισμός επιδιώκει την πραγμάτωση του Ατόμου, ενώ η κομμουνιστική επανάσταση την πραγμάτωση της Κοινωνίας.
Η απόλυτη ικανοποίηση του Εγώ συσχετίζεται άμεσα και με τις εξουσιαστικές δομές που κυριαρχούν σε ένα κομμουνιστικό κράτος. Ο σουρεαλισμός, με άλλα λόγια, για να οδηγηθεί στην απόλυτη απελευθέρωση του ασυνειδήτου – μέσω της επικράτησης της αρχής της επιθυμίας έναντι της αρχή της πραγματικότητας που επιβάλλει την βιομέριμνα και τον ισοσκελισμό – οδηγείται στην πλήρη κατάργηση του υπερεγώ, το οποίο ασκώντας εξουσία πάνω στο Εγώ, συγκρατεί το ένστικτο ζωής και όλα τα ορμέμφυτα ένστικτα, υπερτρέφοντας τον φόβο του θανάτου. Το υπερεγώ είναι ο ρυθμιστής της ζωής, όπως το Κράτος είναι εμψυχωτής και ρυθμιστής της κοινωνίας. Ως προς αυτό λοιπόν φανερώνεται πλήρως το σχίσμα, σουρεαλιστικής και κομμουνιστικής επανάστασης, όπου η κομμουνιστική επανάσταση ευαγγελίζεται μεν νέα Ηθική, η οποία όμως στηρίζεται σε ένα νέο ιδεώδες του Εγώ, χωρίς όμως να καταργείται το υπερεγώ. Το υπερεγώ ωστόσο ως ένθεση του ανθρώπου στον εξωτερικό κόσμο, διατηρεί τις ψυχολογικές προϋποθέσεις των σχέσεων υποταγής μεταξύ Κράτους (υπερεγώ) και κοινωνίας (Εγώ). Μετασχηματίζονται μόνο οι μηχανισμοί συναίνεσης και καταναγκασμού, και έτσι ο καταναγκασμός παραμένει θεμέλιο της δημιουργίας Κράτους. Από την code de la violence public organisée μεταβαίνουμε σε ιδεολογικοσυμβολικούς μηχανισμούς που δημιουργούν ένα νέο κοινωνικό φαντασιακό το οποίο εσωτερικεύει την υποταγή. Για αυτό και ο σουρεαλισμός καταλήγει τελικά να είναι αντικομμουνιστικός, ως μια απόλυτη και αιώνια εξέγερση, που δεν μπορεί να θεοποιήσει την ιστορία ούτε να δεχθεί την υπερβατικότητα της πολιτικής. Αυτός είναι ο λόγος που οι σουρεαλιστές προσεγγίζουν την Αριστερή Αντιπολίτευση και τους τροτσκιστές . Ο σουρεαλισμός δεν πιάνεται μήτε στη ζωή μήτε στο επέκεινα. Μπορούμε να πούμε πως για τον υπερρεαλισμό η δομή είναι το κράτος και το εποικοδόμημα είναι το υπερεγώ [11].
IV. Μια αναγκαία παρέκβαση: Ο Εμπειρίκος, τα Δεκεμβριανά και ο Μαρκήσιος ντε Σαντ
Στις 30.12.1944 ο Α. Εμπειρίκος συλλαμβάνεται από την πολιτοφυλακή του ΕΑΜ – ΕΛΑΣ και οδηγείται στην φυλακή [12]. Την εμπειρία και τους στοχασμούς του καταγράφει στο ποίημα Ο Δρόμος [13] το οποίο αποφασίζει να δημοσιεύσει μεταγενέστερα, λόγω του αντικομμουνιστικού οίστρου του μετεμφυλιακού κράτους μιας και ο ίδιος δεν είχε αποκηρύξει πλήρως τον μαρξισμό. Η περίοδος του εγκλεισμού του συμπίπτει με την εν σπέρματι σύλληψη σύλληψη του Μεγάλου Ανατολικού, που αποτελεί την απόλυτη αποθέωση του Έρωτα, την εγκαθίδρυση ενός νέου κόσμου, όπου το παράλογο δεν υποτάσσεται, αλλά συναρθρώνεται με την πραγματικότητα. Αυτό μας δίνει τη δυνατότητα να κάνουμε μια σύγκριση με την αντίστοιχη από τον Μαρκήσιο ντε Σαντ της σύλληψης των 120 ημερών των Σοδόμων. Όπως σημείωνε ο Albert Camus μελετώντας τον Σαντ [14], στα βάθη της φυλακής, το όνειρο δεν έχει σύνορα, η πραγματικότητα δεν στέκει εμπόδιο σε τίποτα. Ο Σαντ γνωρίζει μόνο μια λογική την λογική των αισθημάτων, η ακραία εκδήλωση των οποίων τα εκφυλίζει σε αισθήματα οργίλα που επιζητούν την παγκόσμια καταστροφή. Ο Α. Εμπειρίκος δεν υιοθετεί έναν σαδισμό που να ανεξαρτητοποιεί την ενόρμηση του θανάτου ή να καταπιέζει το ένστικτο της ζωής, αλλά οδηγείται αντί της δικτατορίας των παθών στην δημοκρατία των παθών. Απάντηση στο θεϊκό έγκλημα δεν είναι η νομιμοποίηση του ανθρώπινου εγκλήματος όπως πιστεύει ο Σαντ, αλλά η Αγάπη όπως και η κατίσχυση των ηδονών.
Αντί επιλόγου
Όπως οι σουρεαλιστές πίστευαν στην άμεση πραγμάτωση της σουρεαλιστικής επανάστασης, αφήνοντας ανοικτό το μέλλον, έτσι και εγώ θα προτιμήσω συνειδητά να αφήσω ανοικτή την καταγραφή συμπερασμάτων. Άλλωστε ο ίδιος ο Α. Εμπειρίκος πίστευε πως ο υπερρεαλισμός είναι μια διαρκής ασκητική και πνευματική εμπειρία, μια αιώνια επανάσταση που συνδέεται αξεδιάλυτα με το αίτημα απελευθέρωσης του Έρωτα. Ο Α. Εμπειρίκος είναι όπως θα τον χαρακτήριζε ο σύντροφος του Α. Μπρετόν η ενσάρκωση της σουρεαλιστικής επανάστασης μιας και φέρει η ίδια στο σώμα της την επαναστατική της δύναμη όταν παράγεται από ανθρώπους που αισθάνονται και σκέπτονται επαναστατικά. Και ο Α. Εμπειρίκος μας καλεί να πιστέψουμε στο επέκεινα των ημερών μας, κάνοντας προσευχή μας την Οκτάνα [15] του, αγωνιζόμενοι για την συλλογική ουτοπία και την απελευθέρωση του Εγώ.
Παραπομπές
[1] Από τα ανέκδοτα κείμενα του Ανδρέα Εμπειρίκου που δημοσιεύονται στο περιοδικό Ποιητική, τεύχος 17ο , περίοδος Άνοιξη – Καλοκαίρι, εκδ. Πατάκη, 2016.
[2] Ανδρέας Εμπειρίκος, Οι Κύκλοι του ζωδιακού, εκδ. Άγρα, Αθήνα, 2018, σελ. 217 – 218.
[3] Ανδρέας Εμπειρίκος, Περί Σουρεαλισμού, η διάλεξη του 1935, εκδ. Άγρα, Αθήνα, 2009, σελ. 79 – 80.
[4] Από τα ανέκδοτα κείμενα του Ανδρέα Εμπειρίκου που δημοσιεύονται στο περιοδικό Ποιητική, τεύχος 17ο , περίοδος Άνοιξη – Καλοκαίρι, εκδ. Πατάκη, 2016 και Ανδρέας Εμπειρίκος, Προϊστορία ή Καταγωγή, εκδ. Άγρα, Αθήνα, 2014, σελ. 27 επ.
[5] Κατά τον ορισμό του Pierre V. Berthier ο αναρχικός ιντιβιντουαλισμός, εκτιμώντας ότι ο οικονομικός σχεδιασμός συνοδεύεται αναγκαστικά από την τυποποίηση του πνεύματος διεκδικεί τον ανταγωνισμό στον τομέα της σκέψης και της οικονομίας, στο έργο Communisme libertaite et individualisme anarchiste, σε Ecrits sur l’ anarchie, Paris, 1964, p.130 – 133 στο Νίκος Σιγάλας, Ο Ανδρέας Εμπειρίκος και η ιστορία του ελληνικού υπερρεαλισμού, εκδ. Άγρα, Αθήνα, 2012, σελ. 202. Επισημαίνεται ότι ο ίδιος ο Α. Εμπειρίκος σε συνέντευξη του στον Μπαστιά στις 30.3.1936 λέγει ότι ο υπερρεαλισμός είναι κοντά στην αναρχία, αλλά δεν προσχώρησε ούτε στον ρωσικό αναρχισμό του Μπακούνιν ούτε στον ιταλικό ή ισπανικό αναρχισμό (Ανδρέας Εμπειρίκος, Προϊστορία ή Καταγωγή, εκδ. Άγρα, Αθήνα, 2014, σελ. 28 επ).
[6] Νίκος Σιγάλας, Ο Ανδρέας Εμπειρίκος και η ιστορία του ελληνικού υπερρεαλισμού, εκδ. Άγρα, Αθήνα, 2012, σελ. 250 επ.
[7] Ibidem και τις εκεί παραπομπές.
[8] Κυρίως την Εισαγωγή του Γ. Γιατρομανωλάκη σε Ανδρέας Εμπειρίκος, Περί Σουρεαλισμού, η διάλεξη του 1935, εκδ. Άγρα, Αθήνα, 2009, σελ. 82 επ.
[9] Αλμπέρ Καμύ, Ο επαναστατημένος άνθρωπος, 13η έκδοση, εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 2017, σελ. 150 επ.
[10] Για το ιστορικό των σχέσεων υπερρεαλιστών και ΚΚΓ βλ. Maurice Nadeau, H ιστορία του σουρρεαλισμού, εκδ. Πλέθρον, Αθήνα, 1978. Για την ανάλυση της θεωρητικής ασυμβατότητας του υπερρεαλισμού και της δικτατορίας του προλεταριάτου βλ. Νίκος Σιγάλας, Ο Ανδρέας Εμπειρίκος και η ιστορία του ελληνικού υπερρεαλισμού, εκδ. Άγρα, Αθήνα, 2012, σελ. 151 επ. Για την τάξη του δικαίου ως τάξη καταναγκασμού βλ. Ε. Μπαλιμπάρ, Ο κοινωνικός δεσμός και το υπερεγώ. Φρόυντ και Κέλσεν, 1922, περιοδικό ψυχανάλυσης, φιλοσοφίας και τέχνης, τεύχος 2ο , φθινόπωρο, 2007, σελ. 176 – 202.
[11] Στην υποενότητα αυτή για οικονομία χώρου παρατίθενται συγκεντρωτικά οι εξής παραπομπές: 1. Για τις έννοιες του Εγώ, υπερεγώ, ασυνείδητο, αρχή πραγματικότητας και αρχή απόλαυσης βλ. Sigmund Freud, Essais de Psychanalyse, ed. Payot et Rivages, Paris, 2001, pp. 245 – 305 και του ιδίου Εισάγοντας τον ναρκισσισμό, σελ. 137 – 170. Πλήρης βιβλιογραφική αναφορά παρατίθενται και σε ] Νίκος Σιγάλας, Ο Ανδρέας Εμπειρίκος και η ιστορία του ελληνικού υπερρεαλισμού, εκδ. Άγρα, Αθήνα, 2012, σελ. 168 επ. 2. Για την τάξη δικαίου ως τάξη καταναγκασμού βλ. Κ. Μάρξ – Φ. Ένγκελς, Μανιφέστο Κομμουνιστικού Κόμματος, εκδ. ΚΨΜ, Αθήνα, 2018, σελ. 64 – 66, B. I. Λένιν, Κράτος και Επανάσταση, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 2016, σελ.11 επ., Νίκος Πουλαντζάς, Το Κράτος, η Εξουσία, ο Σοσιαλισμός, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα, 2008, σελ. 209 επ., Αριστόβουλος Μάνεσης, Συνταγματικό Δίκαιο, Τόμος 1ος , εκδ. Σάκκουλα, Θεσσαλονική, 1980, σελ. 21 επ., M. Miaille, Το Κράτος του Δικαίου, εκδ. Παρατηρητής, Θεσσαλονική, 1983, σελ. 177 επ.
[12] βλ. την συνέντευξη του γιού του Λ. Εμπειρίκου αναδημοσιευμένη στο περιοδικό Δέντρο, τεύχος 222 – 223 , Αθήνα, Χειμώνας 2018, σελ. 63 επ.
[13] Ανδρέας Εμπειρίκος, Οκτάνα, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα, 2017, σελ.15.
[14] Αλμπέρ Καμύ, Ο επαναστατημένος άνθρωπος, 13η έκδοση, εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 2017, σελ. 70 επ.
[15] Ανδρέας Εμπειρίκος, Οκτάνα, ποίημα Όχι Μπραζίλια μα Οκτάνα, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα, 2017, σελ. 75 – 79.